ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 3 ΑΑΔ 280

11 Απριλίου, 2003

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ,

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΛΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Εφεσείουσα,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Εφεσιβλήτων.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3172)

____________________

Επίταξη ― Άρθρο 23.8 (α), (β), (γ) του Συντάγματος ― Περίοδος επίταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία χρόνια ― Η επίδικη επίταξη έγινε για σκοπούς συντήρησης αντλιοστασίου, ενώ είχε προηγηθεί επίταξη για τρία χρόνια για σκοπούς κατασκευής του αντλιοστασίου ― Με την αλλαγή του λεκτικού στην αιτιολογία έγινε προσπάθεια καταστρατήγησης των διατάξεων του Συντάγματος με την προσπάθεια αναφοράς σε άλλο διαφορετικό σκοπό της επίταξης ― Ο σκοπός ουσιαστικά ήταν ο ίδιος ― Η συντήρηση προϋποθέτει κατασκευή ― Παραβιάστηκε το Άρθρο 23.8 (γ) του Συντάγματος.

Με την έφεση προσβλήθηκε η ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης, με την οποία η προσφυγή, κατά του διατάγματος επίταξης είχε απορριφθεί.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η επίταξη πέραν των τριών ετών ακίνητης ιδιοκτησίας είναι δυνατή, εφόσον αφορά σε άλλο διαφορετικό σκοπό επίταξης.

Οι προηγούμενες επιτάξεις, διάρκειας τριών ετών είχαν ως σκοπό την κατασκευή αντλιοστασίου. Η επίδικη επίταξη είχε ως σκοπό την συντήρηση του αντλιοστασίου. Βασικά πρόκειται για τον ίδιο σκοπό. Η συντήρηση προϋποθέτει κατασκευή. Με το λεκτικό που χρησιμοποιήθηκε στην αιτιολογία, έγινε προσπάθεια καταστρατήγησης της απαγόρευσης της διάρκειας της επίταξης πέραν των τριών ετών. Παραβιάστηκε το Άρθρο 23.8 (γ) του Συντάγματος.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Γεωργίου v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1013/96, ημερ. 16/7/97.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 1319/99) ημερομηνίας 10/11/2000, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της κατά του διατάγματος επίταξης του τεμαχίου της με αρ. 770 (μέρος) στη Λάρνακα το οποίο δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 22/9/99 με αρ. 1156 για προαγωγή των σκοπών του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακος.

Α.Σ. Αγγελίδης , για την Εφεσείουσα.

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.

Α. Ανδρέου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με διάταγμα επίταξης με αρ. 1156 ημερ. 22.9.1999 (το επίδικο διάταγμα) η Δημοκρατία προέβη στην επίταξη του «τεμαχίου με αρ. 770 (μέρος) του Κυβερνητικού Χωρομετρικού Σχεδίου XL64, 3IV, Τμήμα Β - Σκάλα» (η επίδικη ακίνητη ιδιοκτησία). Σύμφωνα με το επίδικο διάταγμα η επίδικη ακίνητη ιδιοκτησία ήταν «αναγκαία για τους πιο κάτω σκοπούς δημόσιας ωφέλειας, δηλαδή την επίτευξη ή προαγωγή των σκοπών του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας και η επίταξη της επιβάλλεται για τους πιο κάτω λόγους, δηλαδή για τη λειτουργία και συντήρηση του αντλιοστασίου λυμάτων 'C' του Αποχετευτικού Συστήματος Λάρνακας».

Η επίδικη ακίνητη ιδιοκτησία συνδέεται με ένα μακρό ιστορικό απαλλοτριώσεων και επιτάξεων. Η παράθεση του θα συμβάλει στην κατανόηση των επιδίκων θεμάτων της παρούσας έφεσης.  Μεταφέρουμε το ιστορικό από την εκκαλούμενη απόφαση:

«Στις 4.12.1992 είχε δημοσιευτεί γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης με την Α.Δ.Π. 1929 μέρους του ίδιου τεμαχίου της αιτήτριας με σκοπό την κατασκευή αντλιοστασίων, την τοποθέτηση διασωληνώσεων και άλλων συναφών εγκταστάσεων του αποχετευτικού συστήματος Λάρνακας. Το διάταγμα απαλλοτρίωσης (Α.Δ.Π. 1485) δημοσιεύτηκε στις 24.9.1993.

Εναντίον του διατάγματος καταχωρήθηκε η προσφυγή υπ' αρ. 919/93. Στις 18.8.1995 δημοσιεύτηκε διάταγμα επίταξης (Α.Δ.Π. 1131) το οποίο όμως ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 22.3.1996, ύστερα από προσφυγή της αιτήτριας υπ' αρ. 779/95. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν προηγήθηκε η διεξαγωγή δέουσας έρευνας προς εξακρίβωση του αν υπήρχε άλλη κατάλληλη ιδιοκτησία που να είναι διαθέσιμη.

Στις 4.10.1996 εκδόθηκε νέο διάταγμα επίταξης (Α.Δ.Π. 1180), η ισχύς του οποίου παρατάθηκε με τις Α.Δ.Π. 1177, ημερ. 26.9.1997 και 1184 ημερ. 2.10.1998. Και τα τρία διατάγματα επίταξης προσβλήθηκαν με προσφυγές.  Οι προσφυγές εναντίον του διατάγματος επίταξης Α.Δ.Π. 1180 και Α.Δ.Π. 1177 απορρίφθηκαν και οι προσβαλλόμενες πράξεις επικυρώθηκαν, ενώ η προσφυγή που καταχωρήθηκε εναντίον της Α.Δ.Π. 1184 εξακολουθεί να εκκρεμεί.»

Κατά την ακρόαση της προσφυγής, που είχε ασκηθεί εναντίον του επίδικου διατάγματος (με αρ. Α.Δ.Π. 1156), η εφεσείουσα ισχυρίσθηκε ότι οι διάφορες επιτάξεις που έγιναν είχαν σκοπό την αναγκαστική απαλλοτρίωση του χώρου από το Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λάρνακας για σκοπούς εγκατάστασης και λειτουργίας του αποχετευτικού συστήματος. Υποστήριξε ότι με την προσβαλλόμενη πράξη η ήδη υφιστάμενη επίταξη της περιουσίας της ουσιαστικά παρατείνεται πέραν των τριών ετών, παρά τον περιορισμό που θέτει το Άρθρο 23.8(γ) του Συντάγματος.

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά στο άρθρο 23.8 (α), (β) και (γ) του Συντάγματος και στο άρθρο 4(3) του περί Επιτάξεως Ιδιοκτησίας Νόμου του 1962 (Ν. 21/62) έκρινε «ότι ιδιοκτησία δεν μπορεί να επιταχθεί παρά μόνο για εξυπηρέτηση σκοπού δημόσιας ωφέλειας και για περίοδο που να μην υπερβαίνει την τριετία». Ακολούθως το Πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε τη θέση των εφεσιβλήτων, οι οποίοι ισχυρίσθηκαν ότι «η προσβαλλόμενη πράξη αποτελεί νέα επίταξη, η οποία ως εντελώς διάφορος των προηγουμένων είναι επιτρεπτή». Αφού έθεσε το ερώτημα «κατά πόσο ιδιοκτησία η οποία έχει επιταχθεί στο παρελθόν για κάποιο σκοπό, μπορεί στο μέλλον να επιταχθεί για εξυπηρέτηση άλλου σκοπού», το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ως εξής:

«Είμαι της γνώμης ότι η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο πιο πάνω ερώτημα είναι καταφατική. Η ατομική ιδιοκτησία είναι δικαίωμα που προστατεύεται από το Σύνταγμα και η θέση του περιορισμού ότι επίταξη δεν μπορεί να διαρκέσει πέραν των τριών ετών συνάδει ακριβώς με την προστασία αυτή. Η επίταξη όντας μέτρο προσωρινό, δεν μπορεί να διαιωνίζει τη στέρηση της περιουσίας του  πολίτη.

Όμως από την άλλη, η επίταξη για κάποιο σκοπό δεν εμποδίζει την εις το μέλλον επίταξη της ίδιας περιουσίας για άλλο σκοπό. Το ερώτημα βεβαίως το οποίο στη συνέχεια θα προσπαθήσω να απαντήσω είναι κατά πόσο στην παρούσα περίπτωση ο σκοπός της νέας επίταξης είναι νέος και διαφορετικός από τον πρώτο.

Το διάταγμα επίταξης συνιστά αυτοτελή διοικητική πράξη και είναι ως τέτοιο που ελέγχεται (Γεωργίου ν. Υπουργού Εσωτερικών, Υπόθ. Αρ. 1013/96, ημερ. 16.7.1997).

Η δυνατότητα της διοίκησης να επιτάσσει περιουσία για νέο σκοπό αφήνεται να νοηθεί στην υπόθεση HadjiIosif and Others v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 1567, 1570.  Κρίθηκε εκεί ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση το διάταγμα επίταξης ήταν σχετικό με τις προηγούμενες επιτάξεις και δεν έγινε για άλλο σκοπό ή υπό διαφορετικές περιστάσεις.

Είναι αλήθεια ότι το διάταγμα επίταξης που εξετάζουμε δεν είναι πλήρως άσχετο με τις προηγούμενες επιτάξεις, αλλά σίγουρα έχει εκδοθεί για άλλο σκοπό και υπό διαφορετικές περιστάσεις.  Το προηγούμενο διάταγμα είχε εκδοθεί για την κατασκευή αντλιοστασίου και άλλων συναφών εγκαταστάσεων του αποχετευτικού συστήματος Λάρνακας και οι παρατάσεις του έγιναν για τον ίδιο σκοπό. Το υπό εξέταση διάταγμα κρίθηκε ότι επιβαλλόταν για τη λειτουργία και συντήρηση συγκεκριμένου αντλιοστασίου λυμάτων του αποχετευτικού συστήματος Λάρνακας. Κατά τη γνώμη μου η κατασκευή του αντλιοστασίου και η λειτουργία και συντήρησή του, ανκαι συνδέονται με κάποιο τρόπο, συνιστούν διαφορετικούς σκοπούς.»

Η έφεση.

Η ορθότητα της πιο πάνω πρωτόδικης κατάληξης έχει αμφισβητηθεί με την παρούσα έφεση. Ο κ. Αγγελίδης, εκ μέρους της εφεσείουσας, υποστήριξε ότι εσφαλμένα κρίθηκε ότι ο σκοπός της επιβληθείσας με την προσβαλλόμενη απόφαση νέας επίταξης μετά από σειρά άλλων επιτάξεων της ίδιας γης από την ίδια αρχή, είναι νέος και διαφορετικός από τον βασικό και κύριο σκοπό που αφορά στην κατασκευή, τη λειτουργία και συντήρηση ενός ολόκληρου αποχετευτικού συστήματος.

Σύμφωνα με τον κ. Αγγελίδη η επίκληση νέου σκοπού είναι μέρος της μεθόδευσης του εφεσίβλητου για να παρακάμψει τη σαφή πρόνοια του Συντάγματος για τη διάρκεια της επίταξης.  Ο σκοπός και της υπό εξέταση νέας επίταξης - συνέχισε ο κ. Αγγελίδης - αφορούσε τον προϋπάρχοντα σκοπό της απαλλοτρίωσης και επιτάξεων που είναι η εγκατάσταση και λειτουργία του αποχετευτικού συστήματος της Λάρνακας. Το αποχετευτικό σύστημα - συμπλήρωσε ο κ. Αγγελίδης - για να επιφέρει ωφέλεια απαιτεί εγκατάσταση και λειτουργία, διασωληνώσεις, αντλιοστάσια, σταθμούς επεξεργασίας και άλλες συναφείς εγκαταστάσεις. Επομένως - κατέληξε -  το υπό εξέταση διάταγμα δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας συνδετικός κρίκος σ' αυτό που η απαλλοτρίωση απέβλεπε δηλαδή, την λειτουργία ενός αποχετευτικού για τη Λάρνακα συστήματος.

Έχει νομολογηθεί ότι η επίταξη συνιστά θεσμό ηπιώτερο της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως γιατί δεν συνεπάγεται οριστική αφαίρεση της χρήσεως του πράγματος. Ωστόσο θεωρείται συγγενής προς την αναγκαστική απαλλοτρίωση γιατί όχι μόνο παρακωλύει την άσκηση νόμιμων εξουσιών του κυρίου, αλλά και τις μεταβιβάζει έστω και πρόσκαιρα εις άλλα πρόσωπα (βλ. απόφαση του Στ.Ε. 1131/1950). Δεν συμβιβάζεται, επομένως, προς τις προστατευτικές της ιδιοκτησίας διατάξεις του άρθρου 23 του Συντάγματος. Σύμφωνα με τον Π.Δ. Δαγτόγλου «Συνταγματικό Δίκαιο - Ατομικά Δικαιώματα», Τόμος Β, παραγ. 1291, η επίταξη «είναι νόμιμη μόνον όταν αναφέρεται  σε συγκεκριμένα πράγματα και αν συντρέχουν σε κάθε περίπτωση οι προϋποθέσεις που θέτει το Σύνταγμα».

Το Σύνταγμα (βλ. άρθρο 23.8 (α), (β) και (γ)) επιτρέπει την επίταξη κινητής και ακίνητης ιδιοκτησίας από τη Δημοκρατία «προς εξυπηρέτησιν σκοπού δημοσίας ωφελείας», ο οποίος - σκοπός - πρέπει να εξειδικεύεται με αιτιολογημένη απόφαση που να περιλαμβάνει σαφώς τους λόγους της επίταξης, «δια περίοδον μη υπερβαίνουσαν την τριετίαν».

Σύμφωνα με το προηγούμενο διάταγμα (με αρ. 1131) η επίδικη ακίνητη ιδιοκτησία ήταν «αναγκαία για τους πιο κάτω σκοπούς δημόσιας ωφέλειας και συγκεκριμένα για την κατασκευή αντλιοστασίου και άλλων συναφών εγκαταστάσεων του Αποχετευτικού Συστήματος Λάρνακας».

Στους σκοπούς του διατάγματος με αρ. Α.Δ.Π. 1180 έχουν  προστεθεί, μετά τη λέξη «αντλιοστασίου» οι λέξεις «λυμάτων, τοποθέτηση διασωληνώσεων». Έτσι, σύμφωνα με το διάταγμα Α.Δ.Π. 1180 η επίδικη ακίνητη ιδιοκτησία ήταν «αναγκαία για τους πιο κάτω σκοπούς δημόσιας ωφέλειας και συγκεκριμένα για την κατασκευή αντλιοστασίου λυμάτων, τοποθέτηση διασωληνώσεων και άλλων συναφών εγκαταστάσεων του Αποχετευτικού Συστήματος Λάρνακας».

Έχουμε παραθέσει τους σκοπούς του επίδικου διατάγματος (βλ. σελ. 2, πιο πάνω).  Αναφέρονται στη λειτουργία και συντήρηση του αντλιοστασίου λυμάτων 'C' του Αποχετευτικού Συστήματος Λάρνακας.

Έχουμε την άποψη πως η λειτουργία και συντήρηση αντλιοστασίου λυμάτων προϋποθέτει την ύπαρξη αντλιοστασίου λυμάτων.  Επομένως για να καταστεί δυνατή η λειτουργία και συντήρηση του αντλιοστασίου λυμάτων αυτό θα πρέπει προηγουμένως να έχει κατασκευασθεί. Εν όψει όλων των περιστατικών της υπόθεσης καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το αντλιοστάσιο θα κατασκευασθεί εντός της επίδικης ακίνητης ιδιοκτησίας.  Ο σκοπός των δύο προηγούμενων επιτάξεων (με αρ. 1131 και 1180) ήταν η κατασκευή αντλιοστασίου λυμάτων και άλλων συναφών εγκαταστάσεων. Με το επίδικο διάταγμα έχει παραλειφθεί η αναφορά στην κατασκευή του αντλιοστασίου αλλά αυτή συνάγεται από τα περιστατικά της υπόθεσης. Με βάση το ενώπιον μας υλικό κρίνουμε ότι η επίδικη ακίνητη ιδιοκτησία είναι αναγκαία για την κατασκευή, λειτουργία και συντήρηση του αποχετευτικού συστήματος Λάρνακας.  Επομένως ο σκοπός του επίδικου διατάγματος δεν είναι νέος και διαφορετικός από το σκοπό των δύο προηγούμενων διαταγμάτων. Πρόκειται σαφώς για τον ίδιο σκοπό. Η περί του αντιθέτου κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου κρίνεται εσφαλμένη. Η μη περίληψη του όρου «κατασκευή» στο επίδικο διάταγμα έχει επινοηθεί ή εφευρεθεί από τη διοίκηση για να καταστεί δυνατή η καταστρατήγηση της συνταγματικής επιταγής η οποία δεν επιτρέπει επίταξη «δια περίοδον μη υπερβαίνουσαν την τριετίαν» (βλ. άρθρο 23.8 (γ) του Συντάγματος).  Εφόσον ο σκοπός και των τριών διαταγμάτων ήταν ο ίδιος το επίδικο διάταγμα έχει εκδοθεί κατά παράβαση του πιο πάνω άρθρου 23.8 (γ) του Συντάγματος και πρέπει να ακυρωθεί.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα περιλαμβανομένων και των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο