ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 3 ΑΑΔ 832

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2932

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΑΡΤΕΜΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Δ.

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω της

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Εφεσείοντες

- και -

1. Παναγιώτη Αργυρού,

2. Χριστάκη Θεοχαρίδη,

Εφεσιβλήτων

---------------------------

18 Δεκεμβρίου 2002

Για τους εφεσείοντες: Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

Για τον εφεσίβλητο 1: Π. Κυπριανού.

Για τον εφεσίβλητο 2: Ε. Χειμώνας.

---------------------------

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου

θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Συνοψίζουμε το ιστορικό της υπόθεσης, στο βαθμό που αφορά τις παρούσες ανάγκες, ως τη βάση για ό,τι απομένει προς εξέταση.

Σε διαδικασία για την πλήρωση πέντε μόνιμων (Τακτ. Προϋπ.) θέσεων (πρώτου διορισμού και προαγωγής) Κτηματολογικού Λειτουργού Α΄ (Κτηματολογίου), Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, με απόφαση ημερ. 22 Δεκεμβρίου 1992, επέλεξε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Σάββα Ευτυχίου και Λοίζο Καμπούρη για προαγωγή σε δύο από τις πέντε. Οι εφεσίβλητοι, οι οποίοι συγκατελέγονταν στους υποψηφίους, προσέβαλαν την απόφαση με τις προσφυγές 327/93 (ο Παναγιώτης Αργυρού), και 369/93 (ο Χριστάκης Θεοχαρίδης). Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν με μια τρίτη. Το Δικαστήριο, με απόφαση ημερ. 17 Ιουλίου 1995, ακύρωσε την πράξη για τον λόγο ότι η γενική εντύπωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση δεν είχε αιτιολογηθεί. Άλλα τεθέντα ζητήματα δεν εξετάστηκαν. Επισημαίνουμε όμως ότι σε εκείνα δεν περιλαμβανόταν και ζήτημα αναφορικά με τα προσόντα των ενδιαφερομένων προσώπων, στο οποίο θα αναφερθούμε αργότερα.

Κατά την επανεξέταση η Ε.Δ.Υ., με απόφαση ημερ. 7 Νοεμβρίου 1995, επέλεξε τους ίδιους. Οι εφεσίβλητοι με τις προσφυγές αρ. 114/96 και 132/96 αντίστοιχα προσέβαλαν, σε ό,τι αφορούσε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, και αυτή την απόφαση. Το Δικαστήριο στις 10 Οκτωβρίου 1997 ακύρωσε και τη δεύτερη απόφαση της Ε.Δ.Υ. Αυτή τη φορά επειδή διαπιστώθηκαν πλημμέλειες στην υπέρ των ενδιαφερομένων προσώπων σύσταση του Διευθυντή, στην οποία η Ε.Δ.Υ. είχε αποδώσει βαρύτητα.

Ακολούθησε τρίτη εξέταση κατά την οποία ο Διευθυντής κλήθηκε και προέβη σε νέα σύσταση. Ήταν και αυτή υπέρ των ενδιαφερομένων προσώπων. Η απόφαση της Ε.Δ.Υ., ημερ. 27 Νοεμβρίου 1997 με την οποία επανεπιλέγηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, προσεβλήθη με τις υπό εξέταση προσφυγές.

Οι προσφυγές εξετάστηκαν αρχικά από συνάδελφο ο οποίος ακύρωσε την απόφαση της Ε.Δ.Υ. επειδή θεώρησε πως η τελευταία σύσταση του Διευθυντή αποτελούσε νέο στοιχείο και δεν ήταν ως εκ τούτου παραδεκτή. Επιτρέψαμε την ασκηθείσα επί αυτού του σημείου έφεση. Κρίναμε, υπό το φως και της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Κατερίνας Κοντογιώργη, Α.Ε. 2641 ημερ. 16 Νοεμβρίου 2001, παραδεκτή την υποβολή νέας σύστασης. Ορίσαμε λοιπόν τις προσφυγές για εξέταση των ζητημάτων που απέμεναν.

Απασχόλησαν εν τέλει δύο ζητήματα. Το ένα αφορά το κατά πόσο τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα κατείχαν όλα τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας ως απαιτούμενα προσόντα. Αυτό όμως δεν μπορεί εν προκειμένω να εξεταστεί αφού θα μπορούσε να είχε τεθεί με τις πρώτες προσφυγές των εφεσιβλήτων και δεν τέθηκε. Καθώς υπέδειξε η Ολομέλεια στη Μάριος Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης, Α.Ε. 1913 ημερ. 14 Σεπτεμβρίου 1998:

«Δεν είναι επιτρεπτό ο διάδικος να θέτει νέο θέμα, όποτε το ανακαλύπτει ή όποτε το επιθυμεί. Και στην προκείμενη περίπτωση όλα τα "νέα θέματα" θα μπορούσαν να προβληθούν στην προσφυγή αρ. 545/91.»

 

Το δεύτερο ζήτημα αφορά το κατά πόσο η σύσταση του Διευθυντή στην οποία η Ε.Δ.Υ., καθώς η ίδια ανέφερε, απέδωσε βαρύτητα κατά την επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων, συνάδει με τις νομολογημένες αρχές όπως αυτές αποκρυσταλλώθηκαν πρόσφατα στη Μοδίτη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2852 ημερ. 25 Οκτωβρίου 2002, (απόφαση πλειοψηφίας). Το σκεπτικό συνοψίζεται στο ακόλουθο απόσπασμα:

«Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι. Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του. Να επισημάνει τί από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ΄ αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος. Οπότε, και στην περίπτωση που η ΕΔΥ έχει άλλη άποψη ως προς το ποιός είναι ο καταλληλότερος, να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά.»

 

Ο Διευθυντής στήριξε τη σύστασή του σε ό,τι απέδωσε ως τις ιδιαίτερες ιδιότητες και ικανότητες των ενδιαφερομένων προσώπων με αναφορά σε δική του προσωπική γνώση και τα όσα πληροφορήθηκε από τους άμεσα προϊσταμένους των υποψηφίων. Ενώ σε βαθμολογημένη αξία τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και οι αιτητές ήταν περίπου ισοδύναμοι, όπως άλλωστε υποδείχθηκε και με τη δικαστική απόφαση στις προηγούμενες προσφυγές.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

Π.

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο