ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 3 ΑΑΔ 661

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 3049

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ,

ΗΛΙΑΔΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΔΔ.

 

Ελένη Σιημητρά,

Εφεσείουσα/Αιτήτρια

και

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Εφεσίβλητη/Καθ'ης η αίτηση

----------------------------------< /P>

18 Οκτωβρίου 2002

Για την Εφεσείουσα: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.

Για την Εφεσίβλητη: κ. Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

----------------------------

ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί

από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.

-----------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της για την ακύρωση της μετάθεσης της από Λευκωσία στο Νοσοκομείο Παραλιμνίου.

 

 

 

 

 

 

(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση

Η εφεσείουσα υπηρετούσε ως Προϊστάμενη Νοσηλευτική Λειτουργός από το 1968 στη Λευκωσία. Λόγω της μη ύπαρξης Προϊστάμενου Νοσηλευτικού Λειτουργού στο Νοσοκομείο Παραλιμνίου, στις 7/5/1990 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας υπέβαλε πρόταση για τη μετάθεση της εφεσείουσας στο Νοσοκομείο Παραλιμνίου με την πιο κάτω αιτιολογία:

"Η προτεινόμενη αυτή μετάθεση εντάσσεται μέσα στα πλαίσια των από καιρού εις καιρόν διενεργουμένων μεταθέσεων των Λειτουργών μας για την αποτελεσματικότερη λειτουργία των Κρατικών Νοσηλευτηρίων. Με την προτεινόμενη αυτή μετάθεση θα αποκατασταθεί η δομή στο Νοσοκομείο Παραλιμνίου, στο οποίο υπηρετούν 25 νοσηλευτές, χωρίς να υπάρχει Προϊστάμενος. Επιπρόσθετα όμως, η δέσμευση της Αρμόδιας Αρχής για αναβάθμιση της παρεχόμενης φροντίδας Υγείας προς τους πολίτες, τόσο μέσω των Κρατικών Νοσηλευτηρίων όσο και αυτής που παρέχεται μέσα στην Κοινότητα, επιβάλλει όσο ποτέ άλλοτε τις τοποθετήσεις υψηλόβαθμων Λειτουργών μας και στα περιφερειακά Νοσοκομεία. Και αυτό λόγω του σύγχρονου πολύπλευρου ρόλου που τους ανατίθεται, ο οποίος ξεφεύγει από τα παραδοσιακά πλαίσια αφού τώρα θα περιλαμβάνει και τον συντονισμό σε επίπεδο Κοινότητας.

Η Λειτουργός δεν αποδέχεται τη μετάθεση αυτή. Ομως οι υπηρεσιακές ανάγκες θεωρούνται σοβαρότερες των λόγων που προβάλλονται.

Εσωκλείεται επιστολή του Δικηγόρου της κ. Ανδρέα Σίμου Αγγελίδη.

Επισυνάπτεται κατάλογος των άλλων Προϊσταμένων στον οποίο εμφαίνονται στοιχεία εργοδότησής τους.

7. Οικογενειακή κατάσταση υπαλλήλου: παντρεμένη με 2 παιδιά."

 

 

 

Η εφεσείουσα έφερε ένσταση στην πιο πάνω πρόταση και με σχετική επιστολή του δικηγόρου της υπέδειξε ότι δεν αποδεχόταν την εισήγηση γιατί μεταξύ άλλων,

(i) Είχε συμπληρώσει 35 χρόνια υπηρεσίας σε Διοικητική θέση από το 1964 και ήταν η αρχαιότερη μεταξύ των Διοικητικών Λειτουργών μερικές από τις οποίες δεν είχαν μετακινηθεί καθόλου, γεγονός που συνιστούσε δυσμενή διάκριση σε βάρος της,

(ii) Ηταν μόνιμος κάτοικος Λευκωσίας από το 1968 και λόγω του ότι είχε υποβληθεί σε εγχείρηση, της ήταν αδύνατο να μεταβαίνει καθημερινά σε τόσο μακρινό τόπο εργασίας,

 

(iii) Δεν μπορούσε να μετακομίσει για εγκατάσταση στο Παραλίμνι για λόγους εργασίας και υγείας του συζύγου της (που είχε υποστεί έμφραγμα μυοκαρδίου, είχε υποβληθεί σε εγχείρηση στο ένα μάτι για καταρράκτη και ανέμενε χειρουργική επέμβαση στο άλλο),

(iv) Ηταν υποχρεωμένη να επιβλέπει τον πατέρα της που βρισκόταν στον Κοινοτικό Οίκο "Αγία Μαρίνα" στο Στρόβολο, ο οποίος πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη και ήταν συνδεδεμένος με καθετήρα λόγω βλάβης της ουροδόχου κύστης,

(v) Ηταν η μόνη που έχει υπηρετήσει στην επαρχία για τέσσερα χρόνια σε τέσσερα διαφορετικά νοσοκομεία.

 

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας αποφάσισε να προχωρήσει στη μετάθεση. Στη σχετική απόφαση που περιέχεται μέσα σε τέσσερις σελίδες γίνεται αναφορά στις απόψεις της αρμόδιας αρχής όπως και στις ενστάσεις της εφεσείουσας, όπως επίσης και σε κατάλογο με τις άλλες υπαλλήλους που υπηρετούσαν στην ίδια θέση.

Η ΕΔΥ αποφάνθηκε ότι τα "προσωπικά και οικογενειακά προβλήματα που έχει επικαλεσθεί η υπάλληλος λαμβάνονται σοβαρά υπόψη, αλλά κρίνονται ότι δεν μπορούν να υπερισχύσουν του δημόσιου συμφέροντος και των αναγκών της υπηρεσίας" που καθιστά επιτακτική τη μετάθεση της στο Παραλίμνι, όπου δεν υπήρχε Προϊστάμενος Νοσηλευτικός Λειτουργός.

Αναφορικά με τα προβλήματα υγείας που είχε προβάλει η εφεσείουσα, η ΕΔΥ σημείωσε ότι "εκτός του ότι δεν υποστηρίζονται από οποιαδήποτε ιατρικά πιστοποιητικά, σίγουρα δεν την εμποδίζουν να αναλάβει καθήκοντα στο Νοσοκομείο Παραλιμνίου" εφόσο δεν της επιβάλλεται να πηγαινοέρχεται αλλά θα μπορούσε να προβεί στις δικές της διευθετήσεις που θα της επέτρεπαν να εξασκεί τα καθήκοντα της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Αναφορικά με τις υπόλοιπες υπαλλήλους που υπηρετούσαν στην ίδια θέση με την εφεσείουσα η ΕΔΥ σημείωσε ότι δεν μπορούσε να διακρίνει στοιχεία που θα υποστήριζαν τη θέση της εφεσείουσας για δυσμενή διάκριση, προσθέτοντας ότι στο σχετικό κατάλογο των Προϊστάμενων Νοσηλευτικού Προσωπικού θα μπορούσε να συμπεριληφθεί και η Σμαράγδα Ρούσου που υπηρετούσε από τις 2/1/97 στο Νοσοκομείο Πάφου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο με βάση τα πιο πάνω στοιχεία έκρινε ότι η πρόταση της αρμόδιας αρχής και η απόφαση της ΕΔΥ ήταν αιτιολογημένες και ότι τα οικογενειακά περιστατικά της εφεσείουσας δεν μπορούσαν να υπερισχύσουν του δημόσιου συμφέροντος.

 

(β) Η έφεση

Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης γιατί

(i) Δεν έχει συγκεκριμενοποιηθεί πώς το δημόσιο συμφέρον επέβαλλε τη μετάθεση που ήταν αυθαίρετη και συνιστούσε άνιση μεταχείριση,

(ii) Λανθασμένα η εφεσείουσα καταδικάσθηκε σε έξοδα.

 

 

 

 

 

 

 

(i) Μη συγκεκριμενοποίηση του δημόσιου συμφέροντος

Η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ δεν εξέτασε και δεν κατέγραψε στα σχετικά πρακτικά γιατί η εφεσείουσα ήταν η μόνη κατάλληλη υπάλληλος για να μετατεθεί στο Παραλίμνι, ιδιαίτερα μετά που η ίδια είχε επιτύχει τη δικαστική ακύρωση προγενέστερης της μετάθεσης στο Παραλίμνι. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι η ΕΔΥ χρησιμοποίησε λανθασμένα στοιχεία και δεδομένα αφού παρέλειψε να αξιολογήσει την αφυπηρέτηση τριών Προϊσταμένων στη Λευκωσία, η απουσία των οποίων δεν δικαιολογούσε τη μετάθεση μιας άλλης Προϊσταμένης εκτός Λευκωσίας.

Το άρθρο 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (αρ. 1/90 όπως έχει τροποποιηθεί) προνοεί ότι,

"Οι μεταθέσεις των υπαλλήλων διενεργούνται από την Επιτροπή, ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής δεόντως αιτιολογημένη."

 

Στην παρούσα περίπτωση η αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 2(στ) είναι ο Υπουργός που "ενεργεί συνήθως μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου του και κάθε Τμήματος που υπάγεται σ' αυτό". Ο Γενικός Διευθυντής υπέβαλε την πρόταση του η οποία τελικά υιοθετήθηκε από την ΕΔΥ. Η εισήγηση ότι η ΕΔΥ παρέλειψε να αιτιολογήσει γιατί η εφεσείουσα ήταν η μόνη κατάλληλη υπάλληλος σε σχέση με τους υπόλοιπους Προϊστάμενους που θα μπορούσε να μετατεθεί στο Παραλίμνι, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η ΕΔΥ είχε ενώπιον της όλα τα στοιχεία που αφορούσαν την εφεσείουσα και τους υπόλοιπους Προϊστάμενους του Τμήματος. Επιπρόσθετα υπήρχε ενώπιον της το στοιχείο ότι από τους οκτώ ισόβαθμους Προϊστάμενους οι τρεις είχαν αφυπηρετήσει και ότι οι ανάγκες της υπηρεσίας ήταν αυξημένες. Στη σχετική απόφαση της η ΕΔΥ επισημαίνει τις ιδιαιτερότητες της υπόθεσης και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μετάθεση είναι επιβεβλημένη.

Αναφορικά με την ακύρωση της προηγούμενης μετάθεσης της στο Παραλίμνι (προσφυγή 491/98) η ΕΔΥ σημείωσε ότι η ακύρωση δεν αφορούσε την ουσία της υπόθεσης, αλλά θέματα που αφορούσαν την αρμοδιότητα των λειτουργών που ετοίμασαν τα αιτιολογικά στοιχεία της απόφασης για μετάθεση.

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (αρ. 1/90) η μετάθεση δημόσιου υπαλλήλου αποφασίζεται από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας μετά από δεόντως αιτιολογημένη πρόταση που υποβάλλεται από την αρμόδια αρχή. Εχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι οι μεταθέσεις αποτελούν απλές διοικητικές πράξεις στις οποίες εφαρμόζεται το μαχητό τεκμήριο ότι διενεργούνται για την εξυπηρέτηση των αναγκών της υπηρεσίας (ίδε Pierides v. Republic [1969] 3 CLR 274, Isaias v. Republic [1985] 3 CLR 490, Zachariou v. Republic [1986] 3 CLR 969), και ότι τα Διοικητικά Δικαστήρια δεν επεμβαίνουν όταν η Διοίκηση ασκεί τη διακριτική της ευχέρεια με ορθό τρόπο. Ομως τα Δικαστήρια θα επέμβουν όταν διαπιστώνεται κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας ή πλάνη περί τα πράγματα ή παραγνώριση ουσιωδών στοιχείων (βλ. Vafeadis v. Republic [1964] CLR 454, Mouzouris v. Republic [1972] 3 CLR 43, Κούτσιου ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 458/98 της 16/9/99). Οπως έχει τονισθεί από το Δικαστή Πική (όπως ήταν τότε) στην υπόθεση Βεληγκέκα ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 792/90 της 15/12/90, που έχει επικροτηθεί στην Αναθεωρητική Εφεση Βεληγκέκα ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 567),

"... η Διοίκηση είναι ο κριτής της ανάγκης για τη μετάθεση του δημοσίου υπαλλήλου. Εφόσον η εξουσία ασκείται καλόπιστα, δημιουργείται μαχητό τεκμήριο ότι διενεργήθηκε χάριν του δημοσίου συμφέροντος."

 

 

 

 

 

 

 

 

Στην παρούσα περίπτωση δεν έχουμε πεισθεί ότι τα οικογενειακά περιστατικά της εφεσείουσας δικαιολογούσαν τη μη μετάθεση της στο Νοσοκομείο Παραλιμνίου και ότι η απόφαση για τη μετάθεση της συνιστά άνιση μεταχείριση σε βάρος της. Τα οικογενειακά περιστατικά συνιστούν ένα παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη σε μια μετάθεση, αλλά δεν μπορούν να αποτελέσουν τον αποφασιστικό παράγοντα. Αποφασιστικός παράγων είναι το συμφέρον της υπηρεσίας και η εφεσείουσα απέτυχε να αποσείσει το σχετικό βάρος ότι η απόφαση για τη μετάθεση της δεν λήφθηκε για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος.

 

(ii) Λανθασμένη επιδίκαση εξόδων σε βάρος της εφεσείουσας

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας υπέβαλε ότι εσφαλμένα η εφεσείουσα καταδικάσθηκε στην καταβολή των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας. Και τούτο γιατί "Κάθε δικαστική απόφαση κατά το άρθρο 146 του Συντάγματος τέμνει το δίκαιο με μόνο αποδέκτη την έννοια της υπεροχής του Νόμου" και γιατί "το Σύνταγμα δεν πρόβλεψε εξουσία επιβολής εξόδων με κανονισμούς ή δι' αποφάσεως στα πλαίσια των άρθρων 146(4) και 135".

Ανάλογοι λόγοι υποβλήθηκαν και στο παρελθόν υπέρ της εισήγησης ότι δεν παρέχεται δυνατότητα ή ότι δεν δικαιολογείται η άσκηση διακριτικής ευχέρειας για την επιδίκαση εξόδων σε βάρος αποτυχόντων διαδίκων. Αυτοί δεν έγιναν δεκτοί όπως προκύπτει από τη νομολογία, το θέμα δε μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει λυθεί νομολογιακά με την απόφαση στην υπόθεση Χατζηγεωργίου ν. Δημοκρατίας (Α.Ε. 2271 της 29/1/99). Κανένας λόγος δεν έχει προβληθεί που θα μπορούσε να δικαιολογήσει απόκλιση από τα όσα έχουν εγερθεί, ούτε και εμφαίνεται οποιοσδήποτε λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τέτοια θέση. Ο λόγος αυτός της έφεσης κρίνεται ανυπόστατος.

 

 

 

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.

 

 

 

Π.

 

Δ.

 

Δ.

 

Δ.

 

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο