ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 3 ΑΑΔ 103
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
< B>Αναθεωρητική Έφεση αρ. 2879.
Σύνθεση Δικαστηρίου
: ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΔΔ.
Μεταξύ:
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Εφεσειόντων-Καθ΄ ων η αίτηση,
- και -
Ιωάννη Αντωνίου,
Εφεσίβλητου-Αιτητή.
- - -
Ημερομηνία:
15 Φεβρουαρίου, 2002.Για τους εφεσείοντες: Ε. Αντωνίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ
μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Για τον εφεσίβλητο: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Ασπασία Σοφοκλέους, (κα).
- - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.
: Aντικείμενο της διοικητικής διαφοράς στην οποία εμπλέκονται οι διάδικοι είναι η εγκυρότητα της απόφασης για την πλήρωση της θέσης Μηχανολόγου Μηχανικού 2ης Τάξης στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων. Η πρώτη απόφαση της Ε.Δ.Υ. επί του προκειμένου, απολήγουσα στο διορισμό του κου Χρ. Χριστοδουλίδη, του ενδιαφερομένου προσώπου, ακυρώθηκε σε προσφυγή ενός των ανθυποψηφίων του, του Ιωάννη Αντωνίου, του εφεσίβλητου για κάθε ένα από τους ακολούθους δύο λόγους:(α) Απουσία της νενομισμένης αιτιολόγησης απόφασής της για συμπερίληψη του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο υποψηφίων σύμφωνα με το άρθρο 33(8) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν.1/90) - ο Νόμος. Η Συμβουλευτική Επιτροπή με αιτιολογημένη έκθεσή της, συνέστησε τέσσερις υποψηφίους άλλους από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, μεταξύ των οποίων και τον εφεσίβλητο. Με απόφασή της η Ε.Δ.Υ. περιέλαβε στον τελικό κατάλογο υποψηφίων το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και δύο άλλους υποψήφιους, αναβιβάζοντας τον αριθμό των υποψηφίων σε επτά. Η απόφαση κρίθηκε αναιτιολόγητη από το δικαστήριο καταλύοντας έτσι ένα από τους συνεκτικούς κρίκους της διοικητικής απόφασης.
(β) Απουσία της νενομισμένης αιτιολόγησης της απόδοσης (από την Ε.Δ.Υ.), του υποψηφίου στην προφορική εξέταση, κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 33(14) του Νόμου.
Παρήλθαν δεκατέσσερις μήνες πριν η Ε.Δ.Υ. επανεξετάσει την πλήρωση της θέσης γεγονός που προσήλκυσε την επίκριση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου την οποία συμμερίζομαι. Η καθυστέρηση καθίσταται πλέον κατακριτέα ενόψει της απόσπασης στο ενδιάμεσο, του ενδιαφερόμενου προσώπου στη θέση από την οποία είχε εκπέσει με την πρώτη ακυρωτική δικαστική απόφαση.
Κατά την επανεξέταση η Ε.Δ.Υ. συμπεριέλαβε στον τελικό κατάλογο και τους τρεις υποψηφίους που είχε περιλάβει την πρώτη φορά (περιλαμβανόμενου και του ενδιαφερομένου προσώπου). Οι λόγοι για τους οποίους τους συμπεριέλαβε διαφέρουν από εκείνους οι οποίοι είχαν παρασχεθεί κατά την πρώτη διαδικασία πλήρωσης της θέσης. Τα μέλη της Ε.Δ.Υ., βοηθούμενα από πρόχειρες σημειώσεις, τις οποίες είχαν κάμει κατά τη συνέντευξη των υποψηφίων πριν δεκατέσσερις μήνες, που είχαν
φυλαχτεί στο σχετικό φάκελο, προέβησαν σε νέα αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη απολήγουσα στην αξιολόγηση του ενδιαφερομένου προσώπου ως «Εξαίρετου» και του εφεσίβλητου ως «Πάρα πολύ καλού», για τους λόγους που παρατίθενται στο αιτιολογικό της απόφασης.Ως προς το περιεχόμενο των σημειώσεων το πρωτόδικο δικαστήριο καταγράφει ό,τι περιλαμβάνεται στις σημειώσεις ενός των μελών της Επιτροπής, στις οποίες σημειώνεται μόνο η γενική βαθμολογία - 78 Π.Π.Κ. - εφεσίβλητος και 81Ε. - ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Σε νέα προσφυγή του εφεσίβλητου, το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε την επίδικη διοικητική απόφαση για κάθε ένα από τους ακολούθους τρεις λόγους:
(α) Απουσία της νενομισμένης αιτιολόγησης από την Ε.Δ.Υ. της συμπερίληψης του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων.
(β) Απουσία της νενομισμένης αιτιολόγησης της κρίσης της Ε.Δ.Υ. για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, και
(γ) Παράλειψη υποβολής των υποψηφίων σε νέα προφορική εξέταση ως επακόλουθο της πρώτης ακυρωτικής απόφασης.
Η Δημοκρατία αμφισβητεί, με την έφεση που εξετάζουμε, την ορθότητα καθενός από τους τρεις λόγους για τους οποίους ακυρώθηκε η πρωτόδικη απόφαση. Σε τούτο συναινεί και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Η Δικηγόρος της Δημοκρατίας η κα. Αντωνίου, η οποία εκπροσώπησε το Γενικό Εισαγγελέα υποστήριξε ότι και οι δύο αποφάσεις της Ε.Δ.Υ. ήταν δεόντως αιτιολογημένες, παραπέμποντας προς τούτο σε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που πραγματεύονται τα στοιχεία άρτιας αιτιολόγησης. Επίσης υποστήριξε ότι η διενέργεια νέας συνέντευξης ήταν ανεπίτρεπτη υπό το φως της νομολογίας που περιορίζει την επανεξέταση στο νομικό και πραγματικό καθεστώς που υφίστατο κατά την πρώτη εξέταση. Αντίθετη ήταν η θέση του εφεσίβλητου ο οποίος υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση σ΄ όλα της τα σημεία για τους λόγους που παραθέτει το δικαστήριο.
Αιτιολόγηση απόφασης της Ε.Δ.Υ. για τη συμπερίληψη του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων.
Το πρωτόδικο δικαστήριο επισημαίνει τις διαφορές μεταξύ της παρασχεθείσας, έστω ατελούς, αιτιολόγησης της συμπερίληψης του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης εξέτασης του θέματος. Ο παρασχεθείς λόγος για τη συμπερίληψη του ενδιαφερομένου πρόσωπου και δύο άλλων υποψηφίων στον τελικό κατάλογο κατά την πρώτη εξέταση, εστιάζετο στο ότι «δεν υστερούσαν σε αξία και προσόντα σε σύγκριση με μερικούς από τους συστηθέντες». Η αοριστία της αιτιολογίας αυτής αποτέλεσε το λόγο για την ακύρωση της πρώτης απόφασης. Εντελώς διαφορετικοί λόγοι, σημειώνει το πρωτόδικο δικαστήριο, παρατίθενται προς στήριξη της απόφασης για συμπερίληψη των ίδιων τριών υποψηφίων στον τελικό κατάλογο κατά τη δεύτερη εξέταση. Δεν γίνεται αναφορά στην αξία αλλά στη βαθμολογία της οποίας έτυχαν οι τρεις συστηθέντες κατά την προφορική εξέταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και την υπέρτερη αξία, πείρα του ενδιαφερομένου προσώπου, γεγονός που παρείχε σ΄ αυτό μεγαλύτερη ευχέρεια εκπλήρωσης των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης.
Έχοντας υπόψη τις διαφορές μεταξύ των λόγων που παρέχονται προς συμπερίληψη του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο κατά την πρώτη και τη δεύτερη εξέταση, το πρωτόδικο Δικαστήριο χαρακτηρίζει την αιτιολόγηση της απόφασης ως επινόηση παρά συμπλήρωση του κενού στην αιτιολογία.
Οι προβληματισμοί του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του θέματος δεν με αφήνουν αδιάφορο, πλην δεν δικαιολογούν το συμπέρασμα στο οποίο άχθηκε λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου της επανεξέτασης. Κατά την επανεξέταση, εκτός εάν υπάρχει ένδειξη περί του αντιθέτου, η Ε.Δ.Υ. επαναθεωρεί τα σχετικά στοιχεία αποβάλλοντας ως πρέπει, ό,τι αποκηρύχθηκε ως παράνομο κατά την πρώτη εξέταση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εξετάζεται κατά πόσο η απόφαση είναι όντως αιτιολογημένη, όπως και είναι στην προκείμενη περίπτωση σε σχέση με τη συμπερίληψη των τριών υποψηφίων στον τελικό κατάλογο. Σε τέτοια περίπτωση, εκτός εάν τα στοιχεία στα οποία θεμελιώνεται η αιτιολόγηση δεν ευρίσκουν έρεισμα στους διοικητικούς φακέλους, η απόφαση επιβιώνει του δικαστικού ελέγχου και κρίνεται ως έγκυρη, που είναι και το συμπέρασμα στο οποίο και άγομαι.
Καταλήγω επομένως ότι ο πρώτος λόγος για τον οποίο ακυρώθηκε η επίδικη απόφαση είναι αβάσιμος.
Αιτιολόγηση από την Ε.Δ.Υ. της αξιολόγησης των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση.
Αφετηρία για την εξέταση αυτής της πτυχής της υπόθεσης μπορεί να αποτελέσει η απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Ευθυμίου Α.Ε. 2743 - 20.7.99, η οποία ειρήσθω εκδόθηκε μετά την πρωτόδικη απόφαση.
Σ΄ αυτή διασαφηνίζεται ότι η αιτιολογία η οποία απαιτείται εξομοιούται με την εξειδίκευση των λόγων για τους οποίους η Επιτροπή καταλήγει στην άλφα ή στη βήτα βαθμολογία αριθμητικά ή λεκτικά διατυπούμενη. Η αιτιολογία συνίσταται στον προσδιορισμό των λόγων εκείνων οι οποίοι δικαιολογούν τη γενόμενη αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων. Στην προκείμενη περίπτωση η αιτιολόγηση της βαθμολόγησης του ενδιαφερομένου προσώπου και του εφεσίβλητου - «Εξαίρετος» και «Πάρα πολύ καλός», αντίστοιχα είναι η ακόλουθη:«
Αντωνίου Ιωάννης: Πάρα πολύ καλός. Πολύ ικανοποιητικό επίπεδο γνώσεων, περιλαμβανομένων γνώσεων που σχετίζονται με διοικητικά και οργανωτικά θέματα. Εκφράζεται με σαφήνεια και είναι ώριμος, με ικανοποιητικό επίπεδο κρίσης. Ευγενικός ως προσωπικότητα.Χριστοδουλίδης Χριστάκης: Εξαίρετος. Εξαίρετο επίπεδο γνώσεων. Έχει ολοκληρωμένες γνώσεις και ορθές απόψεις πάνω σε θέματα που σχετίζονται με οργάνωση και διοίκηση. Πολύ σαφής και αναλυτικός στις απαντήσεις του και στο χειρισμό των διαφόρων θεμάτων και υποστηρίζει πλήρως τις απόψεις που εκφράζει. Ψηλό επίπεδο κρίσης. Ευχάριστη προσωπικότητα, με ηγετικά χαρίσματα.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε την αιτιολόγηση ανεπαρκή περιορισμένη σε φραστικές γενικότητες οι οποίες, αποκλείουν κάθε δικαστικό έλεγχο. Τείνω να συμφωνήσω. Η αξιολόγηση δεν απεικονίζει το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης, ούτε φαίνεται να έχει ως άξονα την απόδοση των υποψηφίων σ΄ αυτή. Μάλλον περιστρέφεται γύρω από μια γενική αποτίμηση των ιδιοτήτων των υποψηφίων. Διαπιστώνεται όμως ακόμα σοβαρότερος λόγος για την αποδοχή της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου επί του προκειμένου. Αυτό τούτο το υπόβαθρο της απόφασης είναι επισφαλές. Οι σημειώσεις, ενός ή περισσοτέρων των μελών, που αποτέλεσαν τη βάση για την κρίση των αποτελεσμάτων της προφορικής εξέτασης, που διενεργήθηκε δεκατέσσερις μήνες νωρίτερα, περιορίζονται στην καταγραφή της γενικής βαθμολόγησής τους. Η αναπαράσταση των λόγων που οδήγησαν στην απόφαση δεκατέσσερις μήνες μετά τη διενέργεια της συνέντευξης, με αναφορά σ΄ αυτά τα στοιχεία, δεν μπορεί παρά να δημιουργεί το στοιχείο της αμφιβολίας τόσο για την ορθότητα όσο και για την ακρίβεια τους.
Η νομολογία αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο χρήσης σημειώσεων των μελών της Ε.Δ.Υ. για την αναπαραγωγή των εντυπώσεών τους για τα αποτελέσματα συνέντευξης υποψηφίων
. δεδομένου ότι ο χρόνος ο οποίος μεσολαβεί μεταξύ της λήψης των σημειώσεων και της χρήσης τους δεν είναι μεγάλος σε βαθμό που να δημιουργεί εξ αντικειμένου αμφιβολίες για την αυθεντικότητα των παραστάσεων. Στη Republic v. Maratheftis (1986)3 C.L.R. 1407, κρίθηκε ότι παρέλευση χρονικού διαστήματος πέντε μηνών καθιστούσε απαράδεκτη τη χρήση των σημειώσεων λόγω των πραγματικοτήτων της ζωής. Η Maratheftis δεν αμφισβητήθηκε σε καμιά μεταγενέστερη απόφαση. αντίθετα έγινε δεκτή ως διαγράφουσα τον προκύπτοντα δικαστικό λόγο και σε μεταγενέστερες αποφάσεις της Ολομέλειας, όπως οι P.S.C. v. Potoudes & Others (1987)3 C.L.R. 1591 και Σωτηρίου κ.α. ν. Κολοκοτρώνη κ.α. Α.Ε. 2508 - 15.6.1998. ΄Oπως είχαμε την ευκαιρία να υποδείξουμε στην Potoudes, η Maratheftis δεν καθιέρωσε κανόνα δικαίου, αλλά διέγραψε τις φυσιολογικές συνέπειες χρήσης σημειώσεων του παρελθόντος. Οι παραστάσεις αδυνατίζουν με την πάροδο του χρόνου, όπως και η ζωηρότητα των εντυπώσεων. Κάτω από τέτοιες συνθήκες το λάθος δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Στην προκείμενη περίπτωση το μεγάλο χρονικό διάστημα που διέρρευσε, σε συνδυασμό με την απουσία οποιουδήποτε στοιχείου αιτιολόγησης στις σημειώσεις, καθιστούσε απαράδεκτη τη χρήση των σημειώσεων ως οδηγό για την αξιολόγηση των υποψηφίων.Καταλήγω ότι η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με την έλλειψη αιτιολογίας των αποτελεσμάτων της προφορικής εξέτασης ενώπιον της Ε.Δ.Υ. είναι ορθή, γεγονός που επισφραγίζει, το απορριπτικό αποτέλεσμα της έφεσης.
Η κατάληξη αυτή δεν καθιστά απαραίτητη τη θεώρηση της εγκυρότητας του τρίτου λόγου ακύρωσης της επίδικης διοικητικής απόφασης. Αυτός συνίσταται στο ότι, ως επακόλουθο της ακυρωτικής απόφασης για το αναιτιολόγητο της απόφασης για τη συμπερίληψη του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο, και συν αυτό την ακύρωση της κρίσης των συνεντεύξεων, ήταν απαραίτητη η διενέργεια νέων συνεντεύξεων προς στοιχειοθέτηση αυτού του στοιχείου κρίσης των υποψηφίων.
Στην πολύ πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη Α.Ε.2641 16.11.2001, κρίθηκε ότι είναι παραδεκτή η επαναστοιχειοθέτηση του επιρρεπούς μέρους ακυρωθείσας διοικητικής απόφασης προς συλλογή των στοιχείων τα οποία είναι κατά νόμο απαραίτητα για την κρίση των υποψηφίων. Η εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα περί του αντιθέτου βασίζεται σε προγενέστερη νομολογία του Σώματος.
Για τους λόγους που έχω εκθέσει, σε αντίθεση με την πλειοψηφία, θα απέρριπτα την έφεση.
Πικής, Π.
/ΑυΦ.