ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 3 ΑΑΔ 1121

30 Νοεμβρίου, 2001

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ,

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΦΥΤΕΙΑ ΦΟΙΖΑ ΛΤΔ.,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,

Εφεσίβλητου-Καθ' ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2892)

 

Φορολογία Εισοδήματος ― Άρθρο 47Α των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων ― Μαχητό τεκμήριο πως δάνειο προς διευθυντές, μετόχους ή συγγενείς τους, φέρει τόκο 9% ― Υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογη ― Ισχυρισμός περί παραβίασης του Άρθρου 24 και 28 του Συντάγματος απορρίφθηκε, επειδή το τεκμήριο είναι μαχητό.

Φορολογία Εισοδήματος ― Εμπορία γης ― Κριτήρια ― Κάθε υπόθεση κρίνεται με τα περιστατικά της― Αιτιολογημένη η απόφαση του Εφόρου.

Φορολογία Εισοδήματος ― Εκπτώσεις δαπανών που γίνονται αποκλειστικά για κτήση του εισοδήματος ― Στενή η ερμηνεία των νόμων που καθιερώνουν φορολογικές απαλλαγές ― Εύλογη η απόφαση να μην επιτραπούν εκπτώσεις για τόκους που πληρώθηκαν για δάνειο που έγινε για χρηματοδότηση συγγενικής εταιρείας.

Η εφεσείουσα επεδίωξε τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ' έφεση, την ακύρωση της επίδικης απόφασης του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Με τους δύο πρώτους λόγους έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το Άρθρο 47Α του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου αρ. 58/61 (όπως τροποποιήθηκε) προσκρούει στα Άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος για το λόγο ότι με αυτό εισάγεται αμάχητο τεκμήριο ή νομικό πλάσμα για τους σκοπούς φορολογίας του εισοδήματος.  Προσέτι ότι δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία το γεγονός ότι τα επόμενα έτη (1992-3) είχε δηλωθεί εισόδημα από την Εταιρεία από τόκους δανείων προς τους μετόχους.

     Η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογη κάτω από τις περιστάσεις αφού η εφεσείουσα καμιά εξήγηση δεν έχει δώσει ούτε επιχείρησε να ανατρέψει το τεκμήριο του Άρθρου 47(Α), το οποίο εκδήλως είναι μαχητό.  Η εισήγηση της εφεσείουσας ότι το τεκμήριο είναι αμάχητο, θέση στην οποία στηρίζει όλη την επιχειρηματολογία του για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό ότι παραβιάζει τα Άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος, δεν ευσταθεί.  Η χρησιμοποίηση από το νόμο, μαχητών τεκμηρίων για την εξακρίβωση της φοροδοτικής ικανότητας του φορολογουμένου είναι επιτρεπτή και δεν αντιβαίνει στις συνταγματικές πρόνοιες.  Η εξακρίβωση του φορολογητέου εισοδήματος με νόμιμα μέσα αποτελεί πραγμάτωση της συνταγματικής επιταγής για ίση κατανομή των φορολογικών βαρών.

2.  Με τον τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως εσφαλμένη η κατάληξη του Δικαστηρίου να θεωρήσει την πώληση ακινήτου από την εφεσείουσα, ως εμπορική πράξη.

    

     Ο Έφορος-εφεσίβλητος αιτιολόγησε πλήρως την απόφαση του παραθέτοντας επτά λόγους οι οποίοι τον οδήγησαν στην απόφαση του μεταξύ των οποίων το γεγονός ότι μεταξύ των σκοπών που καταγράφονται στο καταστατικό της εφεσείουσας ήταν και η εμπορία γης καθώς επίσης ότι η εφεσείουσα είχε προβεί προηγουμένως και σε άλλες πράξεις αγοραπωλησίας ακίνητης ιδιοκτησίας που η συχνότητα τους δείχνει πρόθεση εμπορίας γης.  Το θέμα έχει εξετασθεί σε πολλές αποφάσεις της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Δεν υπάρχουν καθορισμένα, αριθμητικά, κριτήρια.  Κάθε υπόθεση κρίνεται με τα δικά της γεγονότα και περιστατικά.  Μερικά από τα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται ως αντικειμενικά έχουν καταγραφεί από τη νομολογία και αναφέρθησαν στην απόφαση Κτηματική Εταιρεία Α. Χ"Σάββα Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 593. Τα πλείστα από τα κριτήρια αυτά συμπίπτουν με τα αντικειμενικά γεγονότα της παρούσας υπόθεσης τα οποία ο εφεσίβλητος έλαβε υπόψη και αιτιολόγησε την απόφασή του.

3.  Με τον τέταρτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα προσβάλλει το εύρημα του Δικαστηρίου ότι οι τόκοι που επιβαρύνθηκε για την παραχώρηση δανείου για την αποπληρωμή δανείου της συγγενικής εταιρείας Σ. Π. Εσπερίδες Λτδ., δεν αποτελούσαν δαπάνη εισοδηματικής φύσεως.  Ισχυρίζεται ότι οδηγήθηκε στην πράξη αυτή για την προστασία των συμφερόντων της.

     Τόσο η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου όσο και η αγγλική νομολογία καθιέρωσε την αρχή ότι η ερμηνεία κάθε διάταξης νόμου που καθιερώνει φορολογικήν απαλλαγή να είναι στενή.  Στο σύγγραμμα Μαθήματα Δημοσιονομικού Δικαίου, 3η Έκδοση, 1966, στη σελίδα 246 ο Μ. Δ. Στασινόπουλος αναφέρει τα εξής:-

"Στενή ερμηνεία επιβάλλεται αναμφιβόλως εις τας διατάξεις, αίτινες θεσπίζουν φορολογικάς απαλλαγάς ή εξαιρέσεις, διότι η φορολογική εξαίρεσις ή απαλλαγή, αποτελεί παρέκκλισιν από τον κανόνα της καθολικότητος του φόρου και άρα αι θεσπίζουσαι εξαιρέσεις ή απαλλαγάς διατάξεις είναι διατάξεις εξαιρετικαί, οι δε εξαιρετικής φύσεως διατάξεις συμφώνως προς γενικούς ερμηνευτικούς κανόνας, δέον να ερμηνεύονται στενώς."

Η εισήγηση της εφεσείουσας απολήγει τελικά σε ευρεία και ελαστική ερμηνεία της σχετικής διάταξης του νόμου εκτός των πλαισίων που έθεσε η νομολογία.  Η σχετική δαπάνη δεν έγινε "εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς προς κτήσιν του εισοδήματος".  Η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Shoemex, είναι καταλυτική και για την τύχη της παρούσας έφεσης.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Eureka Ltd. a.o. v. Police (1979) 2 C.L.R. 165,

Shoemex Limited v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 980,

Κτηματική Εταιρεία Α. Χ"Σάββα Λτδ. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 593,

Droussiotis v. Repubic (1967) 3 C.L.R. 15,

Δημοκρατία v. Ακίνητα Στ. Ιωαννίδη (1991) 3 Α.Α.Δ. 398,

Α. Λ. Μαντοβάνη & Υιοί Λτδ. v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 902,

Strong & Co. of Romsey Ltd. v. Woodfled, 5 T.C. 215,

Bentleys, Stokes & Lowless v. Beeson [1952] 2 All E.R. 82,

Δώρα Χόλτιγκς Λτδ. v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 1597,

Cooke v. Quick Show Repair Service, 30 T.C. 460.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγών 648/96, 649/96, 650/96) ημερομηνίας 19/7/99 με την οποία απέρριψε τις τρεις συνεκδικασθείσες προσφυγές της κατά της απόρριψης της ένστασης της και την επιβολή τελικής φορολογίας εισοδήματος για τα έτη 1989-1993, εκ των οποίων, πρώτη στρεφόταν εναντίον της φορολογίας εισοδήματος για τα επίδικα έτη, η δεύτερη κατά της επιβολής έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τις πρώτες δύο τριμηνίες του φορολογικού έτους 1990 και του τόκου 6% και η τρίτη κατά της επιβολής έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τις εξαμηνίες των φορολογικών ετών 1991, 1992 και 1993 και της απαίτησης για πληρωμή τόκου προς 9%.

Σπ. Ευαγγέλου, για την Εφεσείουσα.

Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ..

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.:  Η εφεσείουσα Εταιρεία υπέβαλε δηλώσεις εισοδήματος μαζί με εξελεγμένους λογαριασμούς για τα φορολογικά έτη 1989-1993.  Ο εφεσίβλητος (Έφορος Φόρου Εισοδήματος) επέβαλε τις φορολογίες εισοδήματος και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τα επίδικα έτη τις οποίες και απέστειλε μαζί με συνοδευτική επιστολή στην εφεσείουσα.

Η εφεσείουσα υπέβαλε ένσταση στον Έφορο για τις πιο πάνω φορολογίες. Ο εφεσίβλητος-Έφορος αφού εξέτασε την ένσταση την απέρριψε και επέβαλε στην εφεσείουσα τις τελικές φορολογίες, οι οποίες κοινοποιήθηκαν στην εφεσείουσα με επιστολή του ημερ. 13.5.1996.

Η εφεσείουσα καταχώρησε εναντίον της τελικής απόφασης του Εφόρου τρεις ξεχωριστές προσφυγές.  Η πρώτη εναντίον της φορολογίας εισοδήματος για τα επίδικα έτη, η δεύτερη κατά της επιβολής έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τις πρώτες δύο τριμηνίες του φορολογικού έτους 1990 και του τόκου 6% και η τρίτη κατά της επιβολής έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τις εξαμηνίες των φορολογικών ετών 1991, 1992 και 1993 και της απαίτησης για πληρωμή τόκου προς 9%.

Οι τρεις προσφυγές συνεκδικάσθησαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο λόγω της συνάφειας που υπήρχε μεταξύ τους.  Απέρριψε δε και τις τρεις προσφυγές και επικύρωσε την επίδικη απόφαση.

Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση.  Με τέσσερις λόγους επιζητείται η ανατροπή της ως εσφαλμένης.

Με τους δύο πρώτους λόγους έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το άρθρο 47Α του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου αρ. 58/61 (όπως τροποποιήθηκε) προσκρούει στα Άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος για το λόγο ότι με αυτό εισάγεται αμάχητο τεκμήριο ή νομικό πλάσμα για τους σκοπούς φορολογίας του εισοδήματος.  Προσέτι ότι δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία το γεγονός ότι τα επόμενα έτη (1992-3) είχε δηλωθεί εισόδημα από την Εταιρεία από τόκους δανείων προς τους μετόχους.

Το άρθρο 47Α έχει ως ακολούθως:-

"Οποτεδήποτε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, η οποία ελέγχεται από όχι περισσότερα από πέντε πρόσωπα, παραχωρεί δάνειο ή οποιαδήποτε άλλη χρηματική διευκόλυνση σε διευθυντές ή μετόχους της ή σε συγγενείς τους μέχρι και του δευτέρου βαθμού συγγενείας, ο Έφορος δύναται να θεωρήσει ότι καταβάλλεται στην εταιρεία τόκος προς εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως επί του ποσού του δανείου.".

Ο εφεσίβλητος, πράγματι, βασιζόμενος στο πιο πάνω άρθρο πρόσθεσε στο φορολογητέο εισόδημα της εφεσείουσας, για το έτος 1991, τόκους 9% επί των δανείων που παραχώρησε η τελευταία στους συμβούλους και μετόχους της.

Από τη διατύπωση του άρθρου 47(Α) προκύπτει ότι η εξουσία του Εφόρου είναι δυνητική. Δεν καταγράφονται οποιαδήποτε κριτήρια αλλά πάντοτε το εύλογο της απόφασης του ελέγχεται δικαστικά.  Ο Έφορος άσκησε την πιο πάνω εξουσία του με το εξής αιτιολογικό που αναφέρεται στην επιστολή του ημερομηνίας 13.5.1996:-

"Σ' ότι αφορά το φορολογικό έτος 1991 το εισόδημα που έχει προστεθεί από τόκους είναι σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 47Α του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου.  Το 1992 και 1993 προστίθεται εισόδημα για τον ίδιο λόγο στους προσδιορισμούς του εισοδήματός σας που ετοιμάστηκαν από τους ελεγκτές σας Μεταξάς, Λοϊζίδης, Συρίμης.":

Ο αδελφός πρωτόδικος Δικαστής κατέληξε στο θέμα ως εξής:-

"Η αιτιολογία της απόφασης εντοπίζεται στο ότι η εταιρεία, προσδιορίζοντας το εισόδημά της για τα έτη 1992 και 1993 πρόσθεσε εισόδημα από τόκους των υφισταμένων από το 1991 δανείων προς τους συμβούλους της.  Η αιτιολογία, άνκαι σύντομη, εντούτοις καθιστά κατανοητό το λόγο για τον οποίο ο Έφορος άσκησε την εξουσία που του παρέχει το άρθρο 47Α του νόμου.  Η αιτιολογία της απόφασης συμπληρώνεται με επάρκεια και από τα στοιχεία του φακέλου που έλαβε υπόψη ο Έφορος.  Η προσθήκη εισοδήματος από τόκους των ιδίων δανείων στο εισόδημα της εταιρείας για τα έτη 1992 και 1993 παρέχει βάσιμη ένδειξη ότι η εταιρεία είχε εισόδημα από τόκους των ιδίων δανείων και κατά το 1991.  Στην ουσία πρόκειται για μαχητό τεκμήριο το οποίο καθώς προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου δεν έχει ανατραπεί.  Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η απόφαση του Εφόρου επί του θέματος ήταν εύλογα επιτρεπτή.".

Συμφωνούμε με την πιο πάνω θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογη κάτω από τις περιστάσεις αφού η εφεσείουσα καμιά εξήγηση δεν έχει δώσει ούτε επιχείρησε να ανατρέψει το τεκμήριο του άρθρου 47(Α), το οποίο εκδήλως είναι μαχητό.  Η εισήγηση του ευπαίδευτου δικηγόρου της εφεσείουσας ότι το τεκμήριο είναι αμάχητο, θέση στην οποία στηρίζει όλη την επιχειρηματολογία του για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό ότι παραβιάζει τα Άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος, δεν ευσταθεί.  Η χρησιμοποίηση από το νόμο, μαχητών τεκμηρίων για την εξακρίβωση της φοροδοτικής ικανότητας του φορολογουμένου είναι επιτρεπτή και δεν αντιβαίνει στις συνταγματικές πρόνοιες.  Η εξακρίβωση του φορολογητέου εισοδήματος με νόμιμα μέσα αποτελεί πραγμάτωση της συνταγματικής επιταγής για ίση κατανομή των φορολογικών βαρών.  Αυτή είναι και η πάγια θέση της Ελληνικής νομολογίας (Βλέπε επίσης: Eureka Ltd. and Another v. The Police (1979) 2 C.L.R. 165 και Shoemex Limited v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 980).

Με τον τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως εσφαμένη η κατάληξη του Δικαστηρίου να θεωρήσει την πώληση ακινήτου από την εφεσείουσα ως εμπορική πράξη.

Το Δικαστήριο, αφού παρέθεσε τη σχετική νομολογία επί του θέματος και σχολίασε όλα τα δεδομένα της υπόθεσης, κατέληξε ως ακολούθως:-

"Η απόφαση του Εφόρου επί του συγκεκριμένου θέματος είναι κατά την κρίση μου, το αποτέλεσμα λογικής στάθμισης όλων των γεγονότων που ο Έφορος είχε ενώπιόν του και της ορθής υπαγωγής τους στο νόμο.  Δεν έχω διαπιστώσει οποιοδήποτε βάσιμο λόγο ο οποίος να δικαιολογεί το αίτημα για αναθεώρηση της επίδικης απόφασης.".

Συμφωνούμε απόλυτα με το σκεπτικό του Δικαστηρίου. Ο Έφορος-εφεσίβλητος αιτιολόγησε πλήρως την απόφαση του παραθέτοντας επτά λόγους οι οποίοι τον οδήγησαν στην απόφαση του μεταξύ των οποίων το γεγονός ότι μεταξύ των σκοπών που καταγράφονται στο καταστατικό της εφεσείουσας ήταν και η εμπορία γης καθώς επίσης ότι η εφεσείουσα είχε προβεί προηγουμένως και σε άλλες πράξεις αγοραπωλησίας ακίνητης ιδιοκτησίας που η συχνότητα τους δείχνει πρόθεση εμπορίας γης.  Το θέμα έχει εξετασθεί σε πολλές αποφάσεις της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Δεν υπάρχουν καθορισμένα, αριθμητικά, κριτήρια.  Κάθε υπόθεση κρίνεται με τα δικά της γεγονότα και περιστατικά.  Μερικά από τα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται ως αντικειμενικά έχουν καταγραφεί από τη νομολογια και αναφέρθησαν στην απόφαση Κτηματική Εταιρεία Α. Χ"Σάββα Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 593. Τα πλείστα από τα κριτήρια αυτά συμπίπτουν με τα αντικειμενικά γεγονότα της παρούσας υπόθεσης τα οποία ο εφεσίβλητος έλαβε υπόψη και αιτιολόγησε την απόφασή του. (Βλέπε επίσης: Droussiotis ν. The Republic (1967) 3 C.L.R. 15 και Δημοκρατία ν. Ακίνητα Στ. Ιωαννίδη (1991) 3 Α.Α.Δ. 398).

Τέλος με τον τέταρτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα προσβάλλει το εύρημα του Δικαστηρίου ότι οι τόκοι που επιβαρύνθηκε για την παραχώρηση δανείου για την αποπληρωμή δανείου της συγγενικής εταιρείας Σ. Π. Εσπερίδες Λτδ. δεν αποτελούσαν δαπάνη εισοδηματικής φύσεως. Ισχυρίζεται ότι οδηγήθηκε στην πράξη αυτή για την προστασία των συμφερόντων της.

Ο Έφορος στην τελική του απόφαση έδωσε την εξής αιτιολογία:-

"4.Σ' ότι αφορά τους διεκδικούμενους τόκους που επιβαρύνθηκε η εταιρεία σας για την αποπληρωμή των υποχρεώσεων της εταιρείας Σ.Π. Εσπερίδες Λτδ., στην οποία ήταν μέτοχος, η απόφασή μου είναι ότι δεν επιτρέπονται για τους πιο κάτω λόγους:-

α) Με βάση τα άρθρα 11 και 13 των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων οι πιο πάνω τόκοι δεν αποτελούν έξοδο το οποίο έγινε εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για την παραγωγή του εισοδήματός σας.

β) Η παραχώρηση εγγυήσεων προς την Τράπεζα Κύπρου για να δανειοδοτηθεί η εταιρεία Σ.Π. Εσπερίδες Λτδ., δεν έγινε πάνω σε εμπορική βάση ούτε ήταν εμπορική πράξη.".

Το Δικαστήριο αφού ανέλυσε την επί του θέματος νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και τη σχετική αγγλική νομολογία (Βλέπε: Α. Λ. Μαντοβάνη & Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 902, Strong & Co. of Romsey Ltd. v. Woodfled 5 T.C. 215, Bentleys, Stokes & Lowless v. Beeson [1952] 2 All E.R. 82, Δώρα Χόλτιγκς Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 1597 και Cooke v. Quick Shoe Repair Service 30 T.C. 460) κατέληξε στο συμπέρασμα πως "η επίδικη απόφαση του Εφόρου δεν εκφεύγει των ορίων της λογικής στάθμισης και εκτίμησης των γεγονότων και της ορθής υπαγωγής τους στο νόμο".

Τα άρθρα 11(1) και 13(ε) επί των οποίων στηρίζεται η απόφαση του Εφόρου έχουν ως  εξής:-

"11(1)         Προς εξεύρεσιν του φορολογητέου εισοδήματος παντός προσώπου θα εκπίπτωνται άπασαι αι δαπάναι ας το τοιούτον πρόσωπον υπέστη εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς προς κτήσιν του εισοδήματος .......".

"13.    Προς εξεύρεσιν του φορολογητέου εισοδήματος προσώπου τινός δεν θα εκπίπτωνται τα ακόλουθα:

          ............................................................................................

          .............................................................................................

(ε)      Πάσα δαπάνη ή έξοδον όπερ δεν αντιπροσωπεύει ποσόν εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς διατεθέν ή δαπανηθέν προς τον σκοπόν κτήσεως του εισοδήματος.".

Τόσο η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου όσο και η αγγλική νομολογία καθιέρωσε την αρχή ότι η ερμηνεία κάθε διάταξης νόμου που καθιερώνει φορολογικήν απαλλαγή να είναι στενή.  Στο σύγγραμμα Μαθήματα Δημοσιονομικού Δικαίου, 3η Έκδοση, 1966, στη σελίδα 246 ο Μ. Δ. Στασινόπουλος αναφέρει τα εξής:-

"Στενή ερμηνεία επιβάλλεται αναμφιβόλως εις τας διατάξεις, αίτινες θεσπίζουν φορολογικάς απαλλαγάς ή εξαιρέσεις, διότι η φορολογική εξαίρεσις ή απαλλαγή, αποτελεί παρέκκλισιν από τον κανόνα της καθολικότητος του φόρου και άρα αι θεσπίζουσαι εξαιρέσεις ή απαλλαγάς διατάξεις είναι διατάξεις εξαιρετικαί, οι δε εξαιρετικής φύσεως διατάξεις συμφώνως προς γενικούς ερμηνευτικούς κανόνας, δέον να ερμηνεύονται στενώς."

Η εισήγηση της εφεσείουσας απολήγει τελικά σε ευρεία και ελαστική ερμηνεία της σχετικής διάταξης του νόμου εκτός των πλαισίων που έθεσε η νομολογία.  Η σχετική δαπάνη δεν έγινε "εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς προς κτήσιν του εισοδήματος".  Η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Shoemex (πιο πάνω), είναι καταλυτική και για την τύχη της παρούσας έφεσης.

Η απόφαση του Εφόρου και η αιτιολογία που παρέθεσε ήταν εύλογος ενόψει των δεδομένων της υπόθεσης και κατά συνέπεια και η εφεσιβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο