ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 929
12 Νοεμβρίου, 2001
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
STYLIANIDES COMPUTER SERVICES CO LTD.,
Εφεσείοντες,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Εφεσιβλήτων.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2788)
Προσφορές ― Διαδικασία κατά παρέκκλιση των προσφορών ― Εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου ― Απαιτείται νόμιμη αιτιολογία - Επίκληση στην απόφαση των εξειδικευμένων γνώσεων και πείρας, αντιφατική προς την μαρτυρία που δόθηκε στο Δικαστήριο περί της έλλειψης χρόνου προκήρυξης προσφορών ― Πιθανότητα πλάνης του Υπουργικού Συμβουλίου.
Η εφεσείουσα επεδίωξε ανεπιτυχώς πρωτόδικα την ακύρωση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία ανατέθηκε η επίδικη προσφορά στο ενδιαφερόμενο μέρος χωρίς διαδικασία προσφορών αλλά με ανάθεση.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεκτή την έφεση, αποφάσισε ότι:
Με δεδομένο ότι το Υπουργικό Συμβούλιο είχε εκτελεστική αρμοδιότητα δυνάμει του Άρθρου 54 του Συντάγματος και ανεξάρτητα από τους κανονισμούς να αποφασίσει κατά πόσο η ανάθεση της εργασίας θα εγίνετο σύμφωνα με ή κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία των προσφορών, προκύπτουν ευθέως τα θέματα που εγείρονται στους λόγους έφεσης με ιδιαίτερη αναφορά στο κατά πόσο η απόφαση για παρέκκλιση από τη διαδικασία των προσφορών ήταν νόμιμη. Η Δημοκρατία δεν αρνείται ότι η απόφαση αυτή, που απέκλειε εκ προοιμίου την Εφεσείουσα από του να διαγωνισθεί επί ίσοις όροις, θα συνιστούσε ως εκ τούτου παράβαση της αρχής της ισότητας αν δεν ήταν δικαιολογημένη. Λέγει όμως ότι η απόφαση δικαιολογείται με αναφορά στους λόγους που εδόθησαν, δηλαδή την αντικειμενική αδυναμία καθορισμού προδιαγραφών και προσδιορισμού όρων για προκήρυξη προσφορών και διεξαγωγή διαγωνισμού ως εκ του ότι επρόκειτο "για πολύ εξειδικευμένη εργασία, που προϋποθέτει λεπτούς χειρισμούς και την ύπαρξη ειδικών γνώσεων και την απόκτηση αρκετών σχετικών εμπειριών". Η απάντηση της Εφεσείουσας, που εμπεριέχεται και στο σχετικό λόγο έφεσης, είναι ότι, όχι μόνο ήταν λανθασμένη και πεπλανημένη η πιο πάνω άποψη της Κεντρικής Υπηρεσίας Εκλογών, παραπέμποντας στην προς τούτο τεκμηρίωση που γίνεται στην ένορκη δήλωση που καταχώρησε στα πλαίσια των οδηγιών του Δικαστηρίου, αλλά και είναι αντιφατική ως εκ του ότι στην ίδια την ένορκη δήλωση που καταχώρησε η Δημοκρατία στα πλαίσια των εν λόγω οδηγιών η θέση που υιοθετείται είναι άλλη και συγκεκριμένα ότι ο εξ αντικειμένου λόγος για τον οποίο δεν μπορούσαν να γίνουν προδιαγραφές και όροι για προκήρυξη προσφορών ήταν το περιορισμένο του χρόνου για την ετοιμασία, έκδοση, αξιολόγηση και κατακύρωση προσφοράς.
Η αναφορά στην ίδια την ένορκη δήλωση της Δημοκρατίας ότι ήταν το περιορισμένο του χρόνου που καθιστούσε ανέφικτη τη διαδικασία των προσφορών, και χωρίς να καθίσταται αναγκαίο να αποφανθεί το Δικαστήριο επί του πεπλανημένου ή όχι της θέσης αυτής, το Δικαστήριο οδηγείται στην κατάληξη ότι, ενδεχομένως, επλανήθη το Υπουργικό Συμβούλιο ως προς το πραγματικό υπόβαθρο της εισήγησης για παρέκκλιση από τη διαδικασία των προσφορών, στοιχείο που αντανακλά και στην αιτιολογία της επίδικης απόφασης. Το θέμα αυτό δεν εξετάσθηκε από τον πρωτόδικο δικαστή, εφ' όσον στην απόφαση δεν γίνεται αναφορά στη μαρτυρία που εδόθη με οδηγίες του Δικαστηρίου ως εκ της αμφισβήτησης των δεδομένων βάσει των οποίων ελήφθη η απόφαση που προσεβλήθη με την προσφυγή.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από την αιτήτρια εταιρεία εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 174/96) ημερομηνίας 8/2/99 με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της στρεφόμενη κατά της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου να αναθέσει τη γραφική παρουσίαση από τηλεόρασης των αποτελεσμάτων των βουλευτικών εκλογών του Μαΐου 1996 στην εταιρεία Δέλτα Πληροφορική κατά παρέκκλιση της διαδικασίας προσφορών.
Κ. Κακουλλή, για τους Εφεσείοντες.
Τ. Πολυχρονίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜIΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η Εφεσείουσα προσβάλλει την απόφαση αδελφού μας Δικαστή με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της στρεφόμενη κατά της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου να αναθέσει τη γραφική παρουσίαση από τηλεόρασης των αποτελεσμάτων των βουλευτικών εκλογών του Μαΐου 1996 στην εταιρεία Δέλτα Πληροφορική κατά παρέκκλιση της διαδικασίας προσφορών.
Από το Σεπτέμβριο του 1995 η Εφεσείουσα απευθύνθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών σε σχέση με το θέμα και ακολούθως συμμετείχε σε συσκέψεις του Υπουργείου, εκδηλώνοντας το ενδιαφέρον και τη δυνατότητα και ετοιμότητα της να αναλάβει η ίδια την εν λόγω εργασία και ζητώντας να μην περιορισθεί το Υπουργείο, όπως διεφάνη ότι προτίθετο, στη Δέλτα Πληροφορική ως τη μόνη ικανή εταιρεία ως εκ του ότι αυτή είχε αναλάβει επιτυχώς τέτοια εργασία στο παρελθόν. Η Εφεσείουσα επέμεινε σταθερά στη θέση ότι θα έπρεπε να διεξαχθεί διαγωνισμός προσφορών βάσει προδιαγραφών στον οποίο να μπορέσει να συμμετάσχει, απορρίπτοντας την εισήγηση του Υπουργείου να υποβάλει προσφορά, που να εξετάζετο μαζί με προσφορά που είχε υποβάλει η Δέλτα Πληροφορική, εφ' όσον δεν της είχαν δοθεί οι προδιαγραφές βάσει των οποίων θα μπορούσε να ετοιμάσει την προσφορά της. Στις 10.1.1996 το Υπουργείο πληροφόρησε την Εφεσείουσα ότι το Υπουργικό Συμβούλιο είχε εγκρίνει την ανάθεση της εργασίας στη Δέλτα Πληροφορική κατά παρέκκλιση της διαδικασίας προσφορών, οπότε κατεχωρήθη η προσφυγή.
Στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 4.1.1996 αναφέρεται ότι:
"Το Συμβούλιο αποφάσισε:
......................................................................................................
(β) να ανατεθεί η πιο πάνω εργασία, κατά παρέκκλιση της διαδικασίας των προσφορών, στην Ελληνική Εταιρεία "ΔΕΛΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ", που είναι δοκιμασμένη εδώ και 15 χρόνια για την αξιοπιστία και την εγκυρότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών της, αναφορικά με την έκδοση και παρουσίαση των εκλογικών αποτελεσμάτων των Βουλευτικών Εκλογών στην Ελλάδα και τα τελευταία 5 χρόνια στην Κύπρο.
....................................................................................................."
Η απόφαση ελήφθη στη βάση πρότασης του Υπουργείου στην οποία, αφού γίνεται αναφορά στο υπόβαθρο του θέματος, αναφέρονται τα εξής:
"Η Κεντρική Υπηρεσία Εκλογών θεωρεί ότι δεν μπορούν να καθορισθούν προδιαγραφές και ούτε είναι δυνατό να προσδιορισθούν οι όροι, για την προκήρυξη προσφορών, ώστε να γίνει διαγωνισμός μεταξύ των ενδιαφερόμενων Εταιρειών, για την ανάθεση της εκτέλεσης του πιο πάνω έργου στην πιο συμφέρουσα από οικονομικής άποψης Εταιρεία, γιατί πρόκειται για πολύ εξειδικευμένη εργασία, που προϋποθέτει λεπτούς χειρισμούς και την ύπαρξη ειδικών γνώσεων και την απόκτηση αρκετών σχετικών εμπειριών, για την οπτικοποίηση και παρουσίαση των εκλογικών αποτελεσμάτων των εκάστοτε εκλογών."
Ευάριθμοι λόγοι ακύρωσης προβλήθησαν ενώπιον του αδελφού μας Δικαστή. Επίκεντρο τους ήταν αφ΄ενός η παραβίαση της αρχής της ισότητας, που συναρτήθηκε και προς ισχυρισμούς για κατάχρηση εξουσίας, πλάνη και έλλειψη αιτιολογίας, και αφ΄ετέρου η μη συμμόρφωση με τους κανονισμούς που διέπουν τη διαδικασία της προσφοράς. Στην απόφαση διαπιστώνεται, ως προς το πρώτο, ότι η Εφεσείουσα δεν έτυχε άνισης μεταχείρισης και ότι αιτιολογείτο και δεν ήταν πεπλανημένη η απόφαση να μην ακολουθηθεί η διαδικασία των προσφορών. Και, ως προς το δεύτερο, ότι οι εν λόγω κανονισμοί δεν είναι σχετικοί ως μη έχοντες νομική ισχύ και ότι το Υπουργικό Συμβούλιο ενήργησε δυνάμει του Άρθρου 54 του Συντάγματος, περαιτέρω δε ότι εν πάση περιπτώσει δεν υπήρξε παράβαση των κανονισμών. Η έφεση δεν προσβάλλει την κατάληξη ότι οι κανονισμοί δεν εφαρμόζοντο ως μη έχοντες νομική ισχύ, η οποία και παραμένει. Ακόλουθα, οι λόγοι έφεσης που αφορούν την ορθότητα της κατάληξης ότι δεν υπήρξε παράβαση των κανονισμών καθίστανται άνευ αντικειμένου. Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης ανάγονται στο άλλο σκέλος της απόφασης.
Με δεδομένο ότι το Υπουργικό Συμβούλιο είχε εκτελεστική αρμοδιότητα δυνάμει του Άρθρου 54 του Συντάγματος και ανεξάρτητα από τους κανονισμούς να αποφασίσει κατά πόσο η ανάθεση της εργασίας θα εγίνετο σύμφωνα με ή κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία των προσφορών, προκύπτουν ευθέως τα θέματα που εγείρονται στους λόγους έφεσης με ιδιαίτερη αναφορά στο κατά πόσο η απόφαση για παρέκκλιση από τη διαδικασία των προσφορών ήταν νόμιμη. Η Δημοκρατία δεν αρνείται ότι η απόφαση αυτή, που απέκλειε εκ προοιμίου την Εφεσείουσα από του να διαγωνισθεί επί ίσοις όροις, θα συνιστούσε ως εκ τούτου παράβαση της αρχής της ισότητας αν δεν ήταν δικαιολογημένη. Λέγει όμως ότι η απόφαση δικαιολογείται με αναφορά στους λόγους που εδόθησαν, δηλαδή την αντικειμενική αδυναμία καθορισμού προδιαγραφών και προσδιορισμού όρων για προκήρυξη προσφορών και διεξαγωγή διαγωνισμού ως εκ του ότι επρόκειτο "για πολύ εξειδικευμένη εργασία, που προϋποθέτει λεπτούς χειρισμούς και την ύπαρξη ειδικών γνώσεων και την απόκτηση αρκετών σχετικών εμπειριών". Η απάντηση της Εφεσείουσας, που εμπεριέχεται και στο σχετικό λόγο έφεσης, είναι ότι, όχι μόνο ήταν λανθασμένη και πεπλανημένη η πιο πάνω άποψη της Κεντρικής Υπηρεσίας Εκλογών, παραπέμποντας στην προς τούτο τεκμηρίωση που γίνεται στην ένορκη δήλωση που καταχώρησε στα πλαίσια των οδηγιών του Δικαστηρίου, αλλά και είναι αντιφατική ως εκ του ότι στην ίδια την ένορκη δήλωση που καταχώρησε η Δημοκρατία στα πλαίσια των εν λόγω οδηγιών η θέση που υιοθετείται είναι άλλη και συγκεκριμένα ότι ο εξ αντικειμένου λόγος για τον οποίο δεν μπορούσαν να γίνουν προδιαγραφές και όροι για προκήρυξη προσφορών ήταν το περιορισμένο του χρόνου για την ετοιμασία, έκδοση, αξιολόγηση και κατακύρωση προσφοράς. Τούτο δεν επέτρεπε στο Υπουργείο να διακινδυνεύσει την έγκαιρη και αξιόπιστη ετοιμασία της εργασίας. Η ένορκη δήλωση προχωρά βέβαια να αναφέρει και την ανάγκη, ως εκ της σοβαρότητας και σπουδαιότητας της εργασίας, ανάθεσης της σε δοκιμασμένους ενδιαφερόμενους όπως η Δέλτα Πληροφορική που, σε αντίθεση με την Εφεσείουσα, είχαν την πείρα, εξειδικευμένες γνώσεις, τεχνογνωσία και τεχνολογία που εγγυάτο την επιτυχή παρουσίαση της εργασίας.
Δεν θεωρούμε αναγκαίο να αποφανθούμε επί του κατά πόσο ήταν επί των δικών της όρων πεπλανημένη η άποψη της Κεντρικής Υπηρεσίας Εκλογών ότι δεν ήταν εφικτή η διαδικασία των προσφορών ως εκ της φύσης της εργασίας. Αν τούτο ήταν αναγκαίο, σίγουρα η λεπτομερής μαρτυρία που περιέχεται στην ένορκη δήλωση της Εφεσείουσας θα έπρεπε να σταθμισθεί έναντι της μόνο γενικής αναφοράς που περιέχεται στην ένορκη δήλωση της Δημοκρατίας. Εν πάση περιπτώσει όμως, η αναφορά στην ίδια την ένορκη δήλωση της Δημοκρατίας ότι ήταν το περιορισμένο του χρόνου που καθιστούσε ανέφικτη τη διαδικασία των προσφορών, και χωρίς να καθίσταται αναγκαίο να αποφανθούμε επί του πεπλανημένου ή όχι της θέσης αυτής, μας οδηγεί στην κατάληξη ότι, ενδεχομένως, επλανήθη το Υπουργικό Συμβούλιο ως προς το πραγματικό υπόβαθρο της εισήγησης για παρέκκλιση από τη διαδικασία των προσφορών, στοιχείο που αντανακλά και στην αιτιολογία της επίδικης απόφασης. Το θέμα αυτό δεν εξετάσθηκε από τον αδελφό μας δικαστή, εφ΄όσον στην απόφαση δεν γίνεται αναφορά στη μαρτυρία που εδόθη με οδηγίες του Δικαστηρίου ως εκ της αμφισβήτησης των δεδομένων βάσει των οποίων ελήφθη η απόφαση που προσεβλήθη με την προσφυγή.
Ακόλουθα λοιπόν η έφεση επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη με αυτή απόφαση και διαταγή για έξοδα παραμερίζεται. Η προσβληθείσα με την προσφυγή απόφαση ακυρώνεται. Η Δημοκρατία θα καταβάλει τα έξοδα της Εφεσείουσας σε όλα τα στάδια της διαδικασίας.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.