ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
PETRAKIS PANAYIDES ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1973) 3 CLR 378
PITSILLOS ν. C.B.C. (1982) 3 CLR 208
AMERICANOS ν. REPUBLIC (1985) 3 CLR 540
KRITIOTIS ν. M'TY OF PAPHOS AND OTHERS (1986) 3 CLR 322
Παπαχρυσοστόμου ν. Δημοτ. Επ. Λ/σίας (1989) 3 ΑΑΔ 656
Οικονομίδης ν. Επιτρ. Δημ. Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας κ.ά. (1990) 3 ΑΑΔ 928
Κοινότητα Πυργών κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1991) 4 ΑΑΔ 3498
Νίκολας ν. Δημοκρατίας (1995) 4 ΑΑΔ 227
Παππαρίδης ν. Α.Η.Κ. (1995) 4 ΑΑΔ 539
Πετρώνδας ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λευκωσίας (1995) 4 ΑΑΔ 1602
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2001) 3 ΑΑΔ 868
15 Οκτωβρίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
1. ΜΙΧΑΗΛ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,
2. ΕΛΛΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,
Εφεσιβλήτων-Καθ΄ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2904)
Έννομο Συμφέρον ― Περίοικου απαλλοτριωθέντος κτήματος, να προσβάλει την ανάκληση της απαλλοτρίωσης, από την οποία ωφελήθηκε ― Δεν έχει άμεσο αλλά μόνο κατ' αντανάκλαση έννομο συμφέρον ― Δεν νομιμοποιείται στην καταχώριση προσφυγής κατά της ανάκλησης.
Οι εφεσείοντες προσέβαλαν την πρωτόδικη απόφαση, με την οποία αποφασίστηκε πως στερούντο εννόμου συμφέροντος προσβολής της απόφασης ανάκλησης της απαλλοτρίωσης γειτονικού τους κτήματος.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας κατά πλειοψηφία την έφεση με αποφάσεις των Γαβριηλίδη Δικαστή (συμφωνούντος του Ηλιάδη Δικαστή) και Αρτεμίδη Δικαστή, αποφάσισε ότι:
Η εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο. Η απόφαση της Ολομέλειας στην Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας (1990) 3 Α.Α.Δ. 928, την οποία και επικαλέσθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δίδει την απάντηση. Ο εφεσείων, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης περίκλειστου κτήματος με δικαίωμα διαβάσεως μέσω άλλου κτήματος προς δημόσιο μονοπάτι, κρίθηκε ότι δεν είχε άμεσο έννομο συμφέρον να προσβάλει την ανάκληση της απαλλοτρίωσης μέρους παρόμοιων κτημάτων, η οποία είχε γίνει για τη μετατροπή του μονοπατιού σε δημόσιο δρόμο. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση (Νικήτας, Δ.):
«Η ιδιότητα του περίοικου καθαυτή δεν φτάνει για να μπορεί να επικαλεσθεί την ακυρωτική δικαιοδοσία του δικαστηρίου με προσφυγή, γιατί η σύγχρονη έννομη τάξη δεν αναγνωρίζει τη λαϊκή αγωγή. Το στοιχείο της αμεσότητας αναλύει ο Δένδιας «Διοικητικόν Δίκαιον» τόμος Γ, σελ. 277.
«Το έννομον προσωπικόν συμφέρον πρέπει να είναι άμεσον υπό την έννοιαν, ότι, κατά την μεταξύ της εκδόσεως της πράξεως και της εξ αυτής προκαλουμένης εις τον προσφεύγοντα ζημίας αιτιώδη σχέσιν, δεν πρέπει να παρεμβάλληται συμφέρον τρίτου εις τρόπον ώστε η ζημία του προσφεύγοντος να εμφανίζηται ως κατ' αντανάκλασιν συνέπεια της ήν υφίσταται ο αμέσως εκ της πράξεως θιγόμενος.»
Στην περίπτωση των εφεσειόντων, όπως παρατήρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η πράξη της ανάκλησης δεν εσχετίζετο άμεσα με αυτούς, αλλά με τους ιδιοκτήτες του κτήματος τεμ. 729, το οποίο αφορούσε η απαλλοτρίωση, και τα οποιαδήποτε δυσμενή για τους εφεσείοντες αποτελέσματα της ανάκλησης δεν ήσαν άμεση, αλλά κατ' αντανάκλαση, συνέπεια της ανάκλησης.
Με την απόφαση της πλειοψηφίας, διαφώνησαν οι Πικής Πρόεδρος και Νικολαΐδης Δικαστής, οι οποίοι εξέδωσαν ξεχωριστές αποφάσεις μειοψηφίας με αντίθετο αποτέλεσμα.
Η έφεση απορρίπτεται κατά πλειοψηφία με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Οικονομίδης v. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλια (1990) 3 Α.Α.Δ. 928.
Έφεση.
Έφεση από τους αιτητές εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 730/97) ημερομηνίας 5/8/99 με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή τους κατά του διατάγματος ανάκλησης της απαλλοτρίωσης του γειτνιάζοντος προς το κτήμα τους τεμαχίου 729 για το λόγο ότι αυτοί δεν είχαν άμεσο έννομο συμφέρον προσβολής της σχετικής πράξης.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.
Γ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η έφεση απορρίπτεται κατά πλειοψηφία με £500 έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων. Το σκεπτικό της πλειοψηφίας περιέχεται στην απόφαση του Γαβριηλίδη, Δ., με την οποία συμφωνεί ο Ηλιάδης, Δ. και στην απόφαση του Αρτεμίδη, Δ. Το σκεπτικό της μειοψηφίας περιέχεται στις αποφάσεις που θα δοθούν από εμένα και το Νικολαΐδη, Δ..
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες είναι ιδιοκτήτες του κτήματος Φ/Σ XLVII/IIE.I.E. τεμ. 740 στις Πάνω Πλάτρες. Με την κατασκευή του παρακαμπτήριου δρόμου Πλατρών εξέλειπε η πρόσβαση του εν λόγω κτήματος, η οποία συνιστούσε μονοπάτι, και έτσι, το 1988, κατασκευάστηκε, από το Τμήμα Δημοσίων Έργων, νέα πρόσβαση η οποία όμως, όπως προέκυψε αργότερα, επηρέαζε μέρος του γειτονικού κτήματος τεμ. 729. Επειδή το μέρος αυτό δεν είχε περιληφθεί στην απαλλοτρίωση για την κατασκευή του παρακαμπτήριου δρόμου, απαλλοτριώθηκε με τη ΔΠ1692/4.11.1994 και ΔΠ59/20.1.1995 για να νομιμοποιηθεί η πρόσβαση στο κτήμα των εφεσειόντων. Εν τω μεταξύ, το 1994, οι ιδιοκτήτες του τεμ. 729, οι οποίοι δεν είχαν λάβει γνώση της σκοπούμενης απαλλοτρίωσης, ώστε να υποβάλουν εμπρόθεσμα ένσταση, εξασφάλισαν άδεια οικοδομής στο κτήμα τους. Όταν, μετά τη δημοσίευση του διατάγματος απαλλοτρίωσης, αντελήφθησαν ότι η αξιοποίηση του κτήματός τους, σύμφωνα με την άδεια οικοδομής, επηρεάζετο ποικιλοτρόπως από την απαλλοτρίωση, διαμαρτυρήθηκαν επανειλημμένα ζητώντας την ανάκλησή της. Στις 15.7.1997 και, αφού απέβησαν άκαρπες επανειλημμένες προσπάθειες για εξεύρεση λύσης, οι εφεσίβλητοι αποφάσισαν την ανάκληση του διατάγματος απαλλοτρίωσης και εξέδωσαν σχετικό διάταγμα ΔΠ998/14.8.1997. Ακολούθως οι εφεσείοντες πρόσβαλαν την εγκυρότητα του διατάγματος με την προσφυγή 730/97 η οποία και απορρίφθηκε πρωτόδικα με το σκεπτικό ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν «άμεσο» έννομο συμφέρον.
Η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης είναι το αντικείμενο της ενώπιόν μας έφεσης.
Σύμφωνα με το δικηγόρο των εφεσειόντων, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι οι εφεσείοντες εστερούντο άμεσου εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν την ανάκληση της απαλλοτρίωσης. Είναι η εισήγησή του ότι η απαλλοτρίωση του τεμ. 729 διαμόρφωσε συγκεκριμένη επωφελή κατάσταση για το γειτονικό τεμ. 740 των εφεσειόντων, η δε κατάσταση αυτή διαμόρφωσε ένα εξυπηρετικό για τους εφεσείοντες κεκτημένο το οποίο δεν μπορούσε να ανατραπεί από τους εφεσίβλητους είτε γιατί το επιθυμούσαν οι ιδιοκτήτες του τεμ. 729 είτε για οποιοδήποτε άλλο λόγο.
Η εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η απόφαση της Ολομέλειας στην Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας (1990) 3 Α.Α.Δ. 928, την οποία και επικαλέσθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δίδει την απάντηση. Ο εφεσείων, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης περίκλειστου κτήματος με δικαίωμα διαβάσεως μέσω άλλου κτήματος προς δημόσιο μονοπάτι, κρίθηκε ότι δεν είχε άμεσο έννομο συμφέρον να προσβάλει την ανάκληση της απαλλοτρίωσης μέρους παρόμοιων κτημάτων η οποία είχε γίνει για τη μετατροπή του μονοπατιού σε δημόσιο δρόμο. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση (Νικήτας, Δ.):
«Η ιδιότητα του περίοικου καθαυτή δεν φτάνει για να μπορεί να επικαλεσθεί την ακυρωτική δικαιοδοσία του δικαστηρίου με προσφυγή, γιατί η σύγχρονη έννομη τάξη δεν αναγνωρίζει τη λαϊκή αγωγή. Το στοιχείο της αμεσότητας αναλύει ο Δένδιας «Διοικητικόν Δίκαιον» τόμος Γ, σελ. 277.
'Το έννομον προσωπικόν συμφέρον πρέπει να είναι άμεσον υπό την έννοιαν, ότι, κατά την μεταξύ της εκδόσεως της πράξεως και της εξ αυτής προκαλουμένης εις τον προσφεύγοντα ζημίας αιτιώδη σχέσιν, δεν πρέπει να παρεμβάλληται συμφέρον τρίτου εις τρόπον ώστε η ζημία του προσφεύγοντος να εμφανίζηται ως κατ' αντανάκλασιν συνέπεια της ήν υφίσταται ο αμέσως εκ της πράξεως θιγόμενος'.»*
Στην περίπτωση των εφεσειόντων, όπως παρατήρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η πράξη της ανάκλησης δεν εσχετίζετο άμεσα με αυτούς, αλλά με τους ιδιοκτήτες του κτήματος τεμ. 729, το οποίο αφορούσε η απαλλοτρίωση, και τα οποιαδήποτε δυσμενή για τους εφεσείοντες αποτελέσματα της ανάκλησης δεν ήσαν άμεση, αλλά κατ' αντανάκλαση, συνέπεια της ανάκλησης.
Η έφεση απορρίπτεται.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Συμφωνώ με το αποτέλεσμα της απόφασης που έχει εκδώσει ο αδελφός Δικαστής Γαβριηλίδης και με τη σκέψη της απόφασης της Ολομέλειας στην Γεώργιος Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλια, κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 928· που εφαρμόζεται στα γεγονότα της ενώπιον μας έφεσης. Η δική μου όμως προσέγγιση στο ζήτημα, του εννόμου δηλαδή συμφέροντος στις περιπτώσεις απαλλοτρίωσης, είναι ακόμη πιο διευρυμένη από την πιο πάνω απόφαση, για τους λόγους που ακολουθούν. Είναι αναγνωρισμένο πως η απαλλοτρίωση ιδιωτικής ιδιοκτησίας είναι επαχθές μέτρο. Γι΄αυτό και το Σύνταγμα μας περιέχει ειδικές ρυθμίσεις στο άρθρο 23 που διασφαλίζει το δικαίωμα ιδιοκτησίας, με τις οποίες παρέχεται αφενός η δυνατότητα απαλλοτρίωσης στη Δημοκρατία (και στις άλλες αρχές που ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου) και αφετέρου ρυθμίζονται τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη ή του έχοντος συμφέρον ή δικαίωμα στην απαλλοτριούμενη ιδιοκτησία και τον τρόπο διεκδίκησης τους. Έχω επομένως τη γνώμη πως δεν υπεισέρχεται ζήτημα οποιουδήποτε άλλου συμφέροντος «εξ αντανακλάσεως». Ο μόνος που έχει έννομο συμφέρον υπέρ ή εναντίον της απόφασης απαλλοτρίωσης είναι ο ιδιοκτήτης ή ο έχων συμφέρον ή δικαίωμα στην ιδιοκτησία αντικείμενο της απαλλοτρίωσης. Δεν νοείται συμφέρον άλλου ατόμου στη βάση του οποίου να επιζητεί την απαλλοτρίωση ιδιοκτησίας που ανήκει σε άλλον, ή τη διατήρηση διατάγματος απαλλοτρίωσης, στην περίπτωση που η διοίκηση αποφασίσει να την ανακαλέσει. Οι πιθανές ευμενείς ή δυσμενείς επιπτώσεις σε τρίτους, από απαλλοτρίωση ιδιοκτησίας, δεν γεννούνται άμεσα από το διάταγμα της απαλλοτρίωσης, αλλά πιθανώς από το σκοπό για τον οποίο γίνεται. Είναι παράλογο και αντινομικό να αντλεί κάποιος συμφέρον και να επιδιώκει την απαλλοτρίωση από τη Δημοκρατία ιδιοκτησίας που ανήκει σε άλλον, την οποία μάλιστα ο τελευταίος δικαιούται να προσβάλει, ή να επιδιώκει την ακύρωση απαλλοτρίωσης την οποία ο ιδιοκτήτης του απαλλοτριούμενου κτήματος ενδεχομένως αποδέχεται. Aν ίσχυε τέτοια σκέψη, τότε θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως ενδιαφερόμενα μέρη, και να παρεμβαίνουν στη δίκη προσφεύγοντος εναντίον διατάγματος απαλλοτριώσεως που τον αφορά, όσοι ισχυρίζονται ότι ευνοούνται από την απαλλοτρίωση, υποστηρίζοντάς την. Κάτι βεβαίως, στη δική μου αντίληψη, αδιανόητο.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Στην απόφαση του Γαβριηλίδη, Δ., γίνεται αναφορά στην προϊστορία διατάγματος απαλλοτρίωσης, η απόφαση για την ανάκληση του οποίου τέθηκε προς αναθεώρηση από τον εφεσείοντα. Βάσει του διατάγματος απαλλοτρίωσης εδημιουργείτο πρόσβαση (δρόμος) από το περίκλειστο κτήμα του προς το νεοδημιουργηθέντα παρακαμπτήριο δρόμο Πλατρών. Πριν τη δημιουργία του ο εφεσείων είχε πρόσβαση στο δημόσιο δρόμο μέσω μονοπατιού.
Ύστερα από παραστάσεις του ιδιοκτήτη του ακινήτου του οποίου απαλλοτριώθηκε η γη για τη δημιουργία της πρόσβασης, η απόφαση για την απαλλοτρίωση ανακλήθηκε.
Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε απαράδεκτη την προσφυγή του εφεσείοντος λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος. Με την έφεσή του αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης αυτής. Υποστηρίζεται ότι με την ανάκληση της απαλλοτρίωσης, η οποία στοιχειοθετεί τις προϋποθέσεις σύνδεσης του κτήματός του με δημόσιο δρόμο, επηρεάζεται άμεσα το συμφέρον του, κατ΄ εξοχή υλικό, λόγω των συνεπειών που ενέχει η ανάκληση στην αξία του κτήματος και των προοπτικών ανάπτυξής του.
Έρεισμα για την απόφαση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου αποτέλεσε η απόφαση της Ολομέλειας στην Γεώργιος Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας, κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 928. Στην υπόθεση εκείνη η προσφυγή του ιδιοκτήτη γειτονικού κτήματος για την ανάκληση διατάγματος απαλλοτρίωσης που είχε ως αντικείμενο τη μετατροπή μονοπατιού (δικαιώματος διάβασης) σε δρόμο, το οποίο συνέδεε την περιουσία του με κύριο δρόμο, κρίθηκε απαράδεκτη για το λόγο ότι η ανάκληση δεν επέφερε άμεσο επηρεασμό του συμφέροντος του προσφεύγοντος. Ως συνάγεται από το σχετικό απόσπασμα της απόφασης, που δόθηκε από το Νικήτα, Δ., και παρατίθεται πιο κάτω, θεωρήθηκε ότι ο επηρεασμός του συμφέροντος του αιτητή προέκυψε εξ αντανακλάσεως του επηρεασμού του συμφέροντος του άμεσα επηρεαζόμενου, και ως εκ τούτου η προσφυγή του κρίθηκε απαράδεκτη. Το απόσπασμα έχει ως ακολούθως:
"Η ιδιότητα του περίοικου καθαυτή δεν φτάνει για να μπορεί να επικαλεσθεί την ακυρωτική δικαιοδοσία του δικαστηρίου με προσφυγή, γιατί η σύγχρονη έννομη τάξη δεν αναγνωρίζει τη λαϊκή αγωγή. Το στοιχείο της αμεσότητας αναλύει ο Δένδιας "Διοικητικόν Δίκαιον" τόμος Γ, σελ. 277.
'Το έννομον προσωπικόν συμφέρον πρέπει να είναι άμεσον υπό την έννοιαν, ότι, κατά την μεταξύ της εκδόσεως της πράξεως και της εξ αυτής προκαλουμένης εις τον προσφεύγοντα ζημίας αιτιώδη σχέσιν, δεν πρέπει να παρεμβάλληται συμφέρον τρίτου εις τρόπον ώστε η ζημία του προσφεύγοντος να εμφανίζηται ως κατ΄ αντανάκλασιν συνέπεια της ην υφίσταται ο αμέσως εκ της πράξεως θιγόμενος.'"
Αφήνεται να νοηθεί ότι ενδεχομένως άλλη θα ήταν η απόφαση του δικαστηρίου αν δεν υπήρχε η σύνδεση του κτήματος του εφεσείοντος με το δημόσιο δρόμο μέσω του υπάρχοντος δικαιώματος διαβάσεως. Αυτό φαίνεται από το απόσπασμα της απόφασης του δικαστηρίου που ακολουθεί το προρηθέν:
"Στην κρινόμενη περίπτωση δεν θεμελιώνεται ίδιο και άμεσο συμφέρον του εφεσείοντα αφού η ζημία που ζητά να αποτρέψει δεν προξενήθηκε αμέσως από τα προσβαλλόμενα διατάγματα. Η κτήση δουλείας στο τεμ. 107 εξυπηρετεί ιδιωτικό συμφέρον του εφεσείοντα διότι του παρέσχε διέξοδο στο δημόσιο μονοπάτι. Η περαιτέρω ζημία που μπορούσε να υποστεί εμφανίζεται κατά τη φράση του Δένδια 'ως κατ' αντανάκλασιν συνέπεια' των ανακλητικών πράξεων που δεν στοιχειοθετεί άμεσο έννομο συμφέρον."
Η Ολομέλεια δεν απέβλεψε στον περιορισμό του συμφέροντος το οποίο μπορεί να νομιμοποιήσει το διοικούμενο να προσφύγει κατά αποφάσεως διοικητικής αρχής ή οργάνου η οποία επηρεάζει δυσμενώς και άμεσα το συμφέρον του. Αυτό φαίνεται από την παρακάτω περικοπή στην απόφαση Οικονομίδης (ανωτέρω), την οποία και παραθέτουμε:
«Η έννοια του εννόμου συμφέροντος προσδιορίζεται από το άρθρ. 146.2 του Συντάγματος. Τα στοιχεία που το συνθέτουν ως και ο βαθμός του απαιτούμενου συμφέροντος αποτελεί αντικείμενο πλήθους αποφάσεων. Δεν θα εξυπηρετούσε, πιστεύουμε, ευρεία αναφορά σ' αυτές. Για το λόγο ότι η διαπίστωση του συμφέροντος είναι έργο του δικαστηρίου με τα δεδομένα κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης. Αθηνά Βακανά και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1987) 3 Α.Α.Δ. 316.)»
Στη Vakana (απόφαση μονομελούς δικαστηρίου), το δικαστήριο έκρινε ότι ενομιμοποιούντο οι ιδιοκτήτες περιουσίας εφαπτόμενης σε δρόμο να προσφύγουν κατά απόφασης επαγόμενης το κλείσιμο της πρόσβασης από τη μια μεριά της οδού προς τον κύριο δρόμο. Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση εκείνη διαγράφει τις παραμέτρους προσδιορισμού του συμφέροντος το οποίο βάσει του Άρθρου 146.2 δικαιολογεί προσφυγή στο δικαστήριο:
«The interest contemplated by Art. 146.2 necessary to legitimize a recourse need not spring from prejudice to private rights. It originates from the general interest of members of the public in the legality of administrative action in the domain of public law. Though to be justiciable the applicant must be directly affected by the decision because of specific prejudice resulting from administrative action. (Halslbury's Laws of England, 4th Ed., Vol. 21, paras. 120-121. See, inter alia, Pitsillos v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 308.) Prejudice may be of financial or moral character. Whether the interest of a particular applicant is more prominent than the interest of members of the public in general in the legality of administrative action, is a question of fact. It seems to me that the interest of owners or occupants of property in the amenity to use every part of the street onto which their property abuts, is more prominent than that of members of the general public, because of financial repercussions and particular inconvenience arising from the limitation of their public law right to use every part of the particular public road.» (σ.319-320)
Στη Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1996)3 Α.Α.Δ. 73 (απόφαση Ολομέλειας), κρίθηκε παραδεκτή η προσφυγή του εφεσείοντος κατά απόφασης της αρμοδίας αρχής, για τη χορήγηση άδειας στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο να εγκαταστήσει πτηνοτροφικές μονάδες στο κτήμα του στην κοινότητα Μεσόγης σε απόσταση 550 μέτρων από την υπό ανέγερση κατοικία του. Όπως διαπίστωσε το δικαστήριο πιθανολογήθηκε αρκούντως από τον εφεσείοντα ο επηρεασμός των ανέσεων χρήσεως του ακινήτου του, με βέβαιο παράλληλα το ενδεχόμενο μείωσης της οικονομικής αξίας της περιουσίας του. Στην ίδια απόφαση γίνεται αναφορά στο Άρθρο 24 του Ελληνικού Συντάγματος (Καθήκον για Προστασία του Περιβάλλοντος), την ευαισθησία που επιδεικνύεται σε θέματα του περιβάλλοντος στην Ελλάδα και την επίδειξη ανάλογης ευαισθησίας επί του ιδίου θέματος από την Κυπριακή Νομολογία, πλην από άλλη οπτική γωνία. - Κοινότητα Πυργών κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1991) 4(Δ) Α.Α.Δ. 3498 - (χωρίς το Δικαστήριο να υπεισέλθει στην ουσία των αρχών τις οποίες θέτει).
Προκύπτει από τη Χαραλάμπους ότι ο επηρεασμός συμφέροντος περιοίκου από εκτελεστή διοικητική απόφαση ή πράξη η οποία αφορά σε τρίτο, νομιμοποιεί την προσφυγή του στο δικαστήριο για τη θεώρηση της νομιμότητάς της. Όπως υποδείξαμε στην Pitsillos v. C.B.C (1982) 3 C.L.R. 208, 215 (απόφαση Ολομέλειας):
«There must be legitimatio ad causum in contrast to a general complaint of maladministration, to sustain a recourse.»
Γενική είναι η τάση θεώρησης του νομιμοποιητικού για την άσκηση προσφυγής συμφέροντος από ευρεία οπτική γωνία, ιδίως σε θέματα περιβάλλοντος λόγω της διεύρυνσης της γνώσης ως προς τις επιπτώσεις από τη διαταραχή του. Στη Γεωργίου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 81, εξηγήσαμε:
«Το συμφέρον το οποίο επηρεάζεται πρέπει να έχει νομικό έρεισμα, δηλαδή, πρέπει να εκπορεύεται από τα νομικά δικαιώματα του προσφεύγοντος. Δεν εξομοιώνεται όμως με αγώγιμο δικαίωμα. Το αντικείμενο του επηρεασμού κάτω από το Άρθρο 146, είναι το συμφέρον και όχι αποκρυσταλλωμένο νομικό δικαίωμα. Το συμφέρον το οποίο επηρεάζεται μπορεί να είναι υλικό ή ηθικό. Και στις δύο περιπτώσεις, πρέπει να διακρίνεται από το γενικό συμφέρον και να συσχετίζεται με την ιδιαιτερότητα της θέσης του προσφεύγοντα.» (σ.88)
Σε άλλο σημείο της ιδίας απόφασης υπογραμμίζεται:
«Η ιδιαιτερότητα της σχέσης του προσφεύγοντος προς την απόφαση η οποία προσβάλλεται, ενέχει μεγάλη σημασία για τον προσδιορισμό του συμφέροντος του αιτητή. Ιδιαίτερη μνεία μπορεί να γίνει στις ακόλουθες τρεις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου.» (Νίκολας ν. Δημοκρατία (1995) 4 Α.Α.Δ. 227, Παππαρίδης ν. Α.Η.Κ. (1995) 4 Α.Α.Δ. 539, Petrakis Panayides v. Republic (Public Service Commission) (1973) 3 C.L.R. 378, Πετρώνδας ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λευκωσίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1602.) (σελ.89)
Στην προκείμενη περίπτωση η βλάβη την οποία επικαλείται ο εφεσείων δεν προκύπτει ως αντανάκλαση οποιασδήποτε βλάβης του προσώπου του οποίου η περιουσία απαλλάσσεται από την απαλλοτρίωση. Το πρόσωπο το οποίο επηρεάζεται άμεσα από την ανάκληση της απόφασης ευεργετείται από αυτή.
Στην Οικονομίδης δεν μεταβλήθηκαν οι αρχές που διέπουν τον προσδιορισμό και την τεκμηρίωση του εννόμου συμφέροντος προσώπου να προσφύγει κατά διοικητικής απόφασης· παραμένουν οι ίδιες. Το Δικαστήριο μάλιστα αφήνει να νοηθεί ότι δεν επήλθε βάσιμος επηρεασμός του συμφέροντος του προσφεύγοντος λόγω του ότι υπήρχε δίοδος από το κτήμα του προς τον κύριο δρόμο. Συναρτάται τοιουτοτρόπως το αποτέλεσμα της Οικονομίδης με τα ιδιαίτερα γεγονότα της υπόθεσης, τα οποία διακρίνονται από τα γεγονότα της παρούσας, στην οποία ο εφεσείων ως τρίτος, δηλαδή πρόσωπο προς το οποίο δεν απευθύνεται η πράξη, έχει πιθανολογήσει τον επηρεασμό της αξίας της περιουσίας του ως αποτέλεσμα της εκτελεστής απόφασης η οποία προσβάλλεται και της δυνατότητας χρήσης της. Πρόδηλο είναι ότι με την απαλλοτρίωση η Διοίκηση σκοπούσε να θεραπεύσει τις περιβαλλοντικές συνέπειες για τους περιοίκους από τη δημιουργία του παρακαμπτήριου δρόμου Πλατρών. Η ανάκληση της απόφασης είχε δυσμενείς συνέπειες για τον εφεσείοντα. Παραδεκτή είναι η προσφυγή του.
Για όλους τους λόγους που έχουμε εκθέσει θα επέτρεπα την έφεση και θα παραμέριζα την πρωτόδικη απόφαση με επακόλουθο τη διερεύνηση της ουσίας της προσφυγής.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες είναι ιδιοκτήτες κτήματος στις Πάνω Πλάτρες το οποίο, ύστερα από απαλλοτρίωση μέρους γειτονικού ακίνητου, απέκτησε πρόσβαση σε δημόσιο δρόμο. Αργότερα η απαλλοτρίωση ανακλήθηκε και οι εφεσείοντες καταχώρησαν την παρούσα προσφυγή υποστηρίζοντας ότι η ανάκληση τους προξένησε ζημιά. Το πρωτόδικο δικαστήριο με βάση την υπόθεση Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας (1990) 3 Α.Α.Δ. 928 έκρινε ότι η πράξη της ανάκλησης δεν σχετιζόταν άμεσα με τους εφεσείοντες, αλλά με τον ιδιοκτήτη του ακίνητου που αφορούσε η απαλλοτρίωση, ενώ τα οποιαδήποτε δυσμενή αποτελέσματά της στους εφεσείοντες δεν ήταν άμεσα, αλλά κατ' αντανάκλαση. Το Δικαστήριο κατέληξε ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν αποκτήσει οποιοδήποτε δικαίωμα που στη συνέχεια, λόγω της ανάκλησης, απώλεσαν.
Με όλο το σεβασμό διαφωνώ με την πιο πάνω προσέγγιση. Τα γεγονότα της Οικονομίδης, ανωτέρω, την διαφοροποιούν από την παρούσα υπόθεση. Η απαλλοτρίωση που ανακλήθηκε, εκεί σκοπό είχε τη δημιουργία δημόσιου δρόμου ο οποίος όμως δεν έφτανε μέχρι το ακίνητο του εφεσείοντα που παρέμενε περίκλειστο. Πρόσβαση, το τεμάχιο του εφεσείοντα, απέκτησε δυνάμει δικαιώματος διόδου το οποίο είχε εξασφαλιστεί διά μέσου γειτονικού τεμαχίου το οποίο εφαπτόταν στο δημόσιο δρόμο που δημιούργησε η ανακληθείσα απαλλοτρίωση. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η ζημιά που ο εφεσείων ζητούσε να αποτρέψει δεν προκλήθηκε άμεσα από την ανάκληση γιατί η δουλεία διόδου που παρείχε την πρόσβαση εξυπηρετούσε ιδιωτικό συμφέρον του εφεσείοντα. Η ζημιά που μπορούσε να υποστεί από την ανάκληση, σύμφωνα πάντα με την απόφαση του Δικαστηρίου, εμφανίζεται "ως κατ' αντανάκλασιν συνέπεια" της ανάκλησης και συνεπώς δεν στοιχειοθετείται άμεσο έννομο συμφέρον (βλέπε σχετικά Μ. Δένδια, Διοικητικόν Δίκαιον, τόμος Γ, σελ. 277).
Οι διαφορές με την παρούσα υπόθεση είναι φανερές. Αντίθετα με την υπόθεση Οικονομίδης, όπου το κτήμα του εφεσείοντα δεν αποκτούσε με την απαλλοτρίωση άμεση πρόσβαση σε δρόμο, αλλά μέσω ιδιωτικού δικαιώματος δουλείας διάβασης, στην παρούσα υπόθεση, η απαλλοτρίωση έδωσε άμεση πρόσβαση στο κτήμα των εφεσειόντων οι οποίοι και αναμφίβολα επηρεάστηκαν δυσμενώς από την ανάκληση της απόφασης αυτής.
Έχει ήδη αποφασιστεί ότι έννομο συμφέρον μπορούν να έχουν όχι μόνο ιδιοκτήτες γειτονικών ακινήτων, αλλά και ακινήτων που βρίσκονται στην ίδια περιοχή (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1996) 3 Α.Α.Δ. 73). Όμως, επίκληση της ιδιότητας του περίοικου αφ' εαυτής δεν δημιουργεί έννομο συμφέρον. Απαιτείται όπως τα δικαιώματά του επηρεάζονται άμεσα και δυσμενώς. Μάλιστα θα πρέπει να προσδιορίζεται αν και σε ποιο βαθμό βλάπτονται ειδικώς τα συμφέροντά του (Β. Σκουρής, Η Άσκηση Αιτήσεων Ακυρώσεως από Τρίτους, Τόμος Τιμητικός του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1979, Τόμος Ι, σελ. 384).
Για να διαπιστωθεί άμεσο έννομο συμφέρον θα πρέπει η ζημία που πηγάζει από την προσβαλλόμενη πράξη να μην προκύπτει διαμέσου του δυσμενούς επηρεασμού τρίτου προσώπου (Private Tutorial School Americanos Secretarial Centre and Others v. Republic (1985) 3 C.L.R. 540, 544).
Για το δικαίωμα ατόμου που αντλεί από την ιδιότητα του περίοικου έννομο συμφέρον να ζητήσει θεραπεία καθοδήγηση μπορεί να αντληθεί από τις αποφάσεις Kritiotis v. The Municipality of Paphos and Other (1986) 3 C.L.R. 322 και Παπαχρυσοστόμου ν. Δημοτικής Επιτροπής Λευκωσίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 656.
Στην Ελλάδα ως άμεσο αναγνωρίζεται το έννομο συμφέρον ακόμα και αν η αμεσότητά του δεν διαγράφεται πάντοτε προφανής, στην περίπτωση που η βλάβη που υφίσταται ο προσβάλλων, θεμελιώνεται σε συμβατικές σχέσεις ιδιωτικού δικαίου με άλλο πρόσωπο, ασχέτως με το αν υφίσταται βλάβη και το ίδιο (Γλ. Π. Σιούτη, Το Έννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως, παραγρ. 124, σελ. 142). Χαρακτηριστικά κρίθηκε (ΣτΕ 700/86) ότι με έννομο συμφέρον προσβάλλεται ανάκληση της αναθεώρησης οικοδομικής άδειας, βάσει της οποίας είχε επιτραπεί η κατασκευή κύριας εισόδου σε υπόγειο χώρο οικοδομής, από εργολάβο ο οποίος είχε αναλάβει βάσει σύμβασης με τον ιδιοκτήτη την κατ΄ αντιπαροχή ανοικοδόμηση του ακίνητου. Παραδεκτή κρίθηκε ακόμα η αίτηση ακύρωσης και του αγοραστή ακίνητου κατά της απόφασης που διέτασσε την απαλλοτρίωση του ακίνητου, γιατί η εξαφάνισή της θα επέτρεπε στον αιτούντα να αξιώσει από τον πωλητή και ιδιοκτήτη την εκπλήρωση της σύμβασης και τη μεταβίβαση του ακίνητου (ΣτΕ 1085/1961 και ΣτΕ 2123/1972).
Άμεσο είναι το συμφέρον όταν η προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη θίγει απ' ευθείας τον αιτούντα, χωρίς να απαιτείται η προσβαλλόμενη πράξη να τον αφορά. Αρκεί προς τούτο να υφίσταται αιτιώδης σχέση μεταξύ της πράξης που προσβάλλεται και της ζημιάς του αιτουμένου την ακύρωση, χωρίς παρεμβολή στην αιτιώδη αυτή σχέση συμφέροντος τρίτου (Θ. Τσάτσος, Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη Έκδοση, σελ. 53. Βλέπε επίσης μεταξύ άλλων και ΣτΕ 883/52).
Καταλήγω ότι η βλάβη που υφίστανται οι εφεσείοντες δεν είναι κάτω από τις περιστάσεις "συνέπεια ως κατ' αντανάκλασιν", αλλά άμεση. Τα συμφέροντά τους βλάπτονται, αφού με την ανάκληση χάνουν την απ' ευθείας πρόσβαση σε δημόσιο δρόμο που είχαν αποκτήσει με την απαλλοτρίωση. Οι εφεσείοντες κέκτηνται εννόμου συμφέροντος, νομιμοποιούνται να καταχωρήσουν την παρούσα προσφυγή και συνεπώς θα επέτρεπα την παρούσα έφεση.
Η έφεση απορρίπτεται κατά πλειοψηφία με έξοδα.