ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 959
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑP. 2860
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΑΡΤΕΜΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Δ.
1. Κώστας Σολωμού,
2. Γεώργιος Σάββα,
3. Παντελάκης Λοΐζου,
4. Κοινοτικό Νερό Κύκκου-Αυλώνας,
FONT>Εφεσείοντες
- και -
1. Κυπριακής Δημοκρατίας,
2. Επαρχιακής Διοίκησης Λευκωσίας,
FONT>Εφεσιβλήτων
---------------------------
15 Νοεμβρίου 2001
Για τους εφεσείοντες: Α.Σ. Αγγελίδης με Χρ. Παρπόττα
για Α. Παπαχαραλάμπους.
Για τους εφεσίβλητους: Ε. Κλεόπα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος: Απ. Ντορτζής.
---------------------------
ΠΙΚΗΣ, Π
.: Την απόφαση του Δικαστηρίουθα δώσει ο Νικολάου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Με προσφυγή που καταχώρισαν την 31 Δεκεμβρίου 1997 οι εφεσείοντες προσέβαλαν την απόφαση του Επάρχου Λευκωσίας, ημερ. 11 Απριλίου 1997, με την οποία εκδόθηκε προς όφελος του Αρδευτικού Τμήματος "Ρυάτικο" Ακακίου, καλυπτική άδεια για την ανόρυξη φρέατος. Υπήρξε, προτού ακόμα εκδοθεί η άδεια, διαμαρτυρία προς διάφορες κατευθύνσεις για την ανόρυξη και, με επιστολή ημερ. 14 Απριλίου 1997 του Κοινοτικού Νερού Κύκκου-Αυλώνας, στο οποίο ανήκουν οι υπόλοιποι εφεσείοντες, έγινε καταγγελία στον Επίτροπο Διοικήσεως. Στην απάντηση του, που δόθηκε με επιστολή, ημερ. 5 Σεπτεμβρίου 1997, εκτίθεντο τα όσα συνέθεταν την περίπτωση, περιλαμβανομένου και του γεγονότος ότι στις 11 Απριλίου 1997 ο Έπαρχος εξέδωσε, με τη συγκατάθεση του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, καλυπτική άδεια. Ο Επίτροπος Διοικήσεως εξηγούσε δε πως αυτός αδυνατούσε, λόγω κωλύματος, να ενεργήσει. Απευθύνθηκαν τότε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με επιστολή, ημερ. 26 Σεπτεμβρίου 1997, την οποία συνόδευε η απάντηση του Επιτρόπου Διοικήσεως. Ως αποτέλεσμα τους αποστάληκε επεξηγηματικά, εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, η επιστολή ημερ. 13 Νοεμβρίου 1997 στην οποία δεν σημειωνόταν ο,τιδήποτε νέο. Οι εφεσείοντες προέβαλαν όμως ότι με αυτή την επιστολή ήταν που πληροφορήθηκαν για την έκδοση της άδειας.
Ο συνάδελφος που επιλήφθηκε πρωτόδικα της υπόθεσης απέρριψε την προσφυγή ως εκπρόθεσμη αφού, καθώς επεσήμανε, οι εφεσείοντες είχαν λάβει επαρκή γνώση για την έκδοση της άδειας με την επιστολή του Επιτρόπου Διοικήσεως. Η χρονική διάσταση είναι προφανής.
Με την έφεση τίθεται υπό αμφισβήτηση η πρωτόδικη κατάληξη αναφορικά με το χρονικό σημείο της γνώσης. Η θέση των εφεσειόντων εκτίθεται στο ακόλουθο απόσπασμα του περιγράμματος αγόρευσης του συνηγόρου τους:
"Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι η προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου σχετικά με την έναρξη της προθεσμίας των 75 είναι λανθασμένη διότι δεν καθορίζει επακριβώς από πότε άρχισε η προθεσμία των 75 ημερών και ούτε στηρίζεται σε οιονδήποτε γεγονός που αποδεικνύει ότι πράγματι από συγκεκριμένη ημερομηνία οι εφεσείοντες γνώριζαν το γεγονός της έκδοσης της άδειας από τον Έπαρχο.
Οι εφεσείοντες δηλώνουν απερίφραστα ότι επίσημα έλαβαν γνώση για την απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση με την επιστολή τους ημερ. 13.11. 1997 γι΄ αυτό και η αίτησή τους δεν μπορεί να θεωρηθεί εμπρόθεσμη αφού καταχωρήθηκε στις 31.12.1997."
Η πρωτόδικη απόφαση είναι, κατά την άποψή μας, ορθή. Οι εφεσείοντες είχαν ήδη πλήρη γνώση το αργότερο στις 26 Σεπτεμβρίου 1997 που απευθύνθηκαν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και από αυτή την ημερομηνία μέχρι την καταχώριση της προσφυγής παρήλθε διάστημα μεγαλύτερο των 75 ημερών. Η δική τους
δήλωση αναφορικά με το πότε έλαβαν γνώση συγκρούεται με τα στοιχεία που έχουμε αναφέρει. Η πρώτη επιστολή περιείχε ό,τι χρειαζόταν για πλήρη γνώση της διοικητικής πράξης ώστε να μπορεί να προσβληθεί: βλ. Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας Α.Ε. 1989 ημερ. 27 Φεβρουαρίου 1998. Η επιστολή εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή δεν ήταν πιο επίσημη από την επιστολή του Επιτρόπου Διοικήσεως και ούτε περιείχε περισσότερες λεπτομέρειες. Είναι άλλωστε αρκετή η γνώση που λαμβάνεται με οποιοδήποτε τρόπο, εφόσον αυτή προκύπτει από βάσιμη πληροφόρηση ως προς τα στοιχεία που ενδιαφέρουν.Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Π.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.