ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 804
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2818
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Γ. ΠΙΚΗ, ΧΡ. ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ,Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Ρ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Δ.
Δημοσθένης Φικάρδου, από τη Λεμεσό
Εφεσείων
- και -
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Εφεσίβλητοι
_______
20 Σεπτεμβρίου, 2001
Για τον εφεσείοντα : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους : κ. Ξ. Ευσταθίου, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα της
Δημοκρατίας.
_______
ΠΙΚΗΣ, Π.
: Tην απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει οΦρ. Νικολαΐδης, Δ.
_______
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Πρωτόδικα ο εφεσείων προσέβαλε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), ημερ. 28.6.1995, με την οποία προήχθη το ενδιαφερόμενο μέρος στη μόνιμη θέση Ανώτερου Λειτουργού Εισπράξεως Φόρων, Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων.
Στην ειδοποίηση έφεσης η επιχειρηματολογία επικεντρώθηκε στο επιχείρημα ότι η σύσταση του Διευθυντή υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένη ή αξιοκρατική. Στο περίγραμμα αγόρευσης παράπονο περί προσωπικής γνώσης του Διευθυντή και λήψης πληροφοριών από τους άμεσα προϊστάμενους των υποψήφιων εγκαταλείφθηκε.
Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι με τη σύστασή του ο Διευθυντής τον θυματοποιεί με βάση τα ανατεθέντα στο ενδιαφερόμενο μέρος καθήκοντα, στα οποία ενώπιον της Επιτροπής έκανε εκτενή αναφορά. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η αναφορά του σε διάφορες ικανότητες του ενδιαφερόμενου μέρους, όπως προθυμία, διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες, θετικότητα και ευρεία πείρα, με τρόπο που να δείχνει ότι οι άλλοι υστερούσαν ή ως να μη αξιολογούντο ετησίως στις υπηρεσιακές εκθέσεις, καθιστά τη σύσταση τρωτή.
Ο εφεσείων τονίζει ότι με τον τρόπο αυτό η σύσταση υποβαθμίζει την αρχαιότητα και επιπλέον δημιουργεί την εντύπωση ότι υπάρχει υπεροχή στην αξία. Σημειώνεται ότι ο Διευθυντής επικαλείται ως λόγο προτίμησης του ενδιαφερόμενου μέρους, προσόν μη προβλεπόμενο στο σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα. Ο εφεσείων καταλήγει ότι η διαμόρφωση υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους δημιουργείται σαφώς έξω από τα νόμιμα και υπαρκτά στοιχεία και κριτήρια.
Προτού προχωρήσουμε θεωρούμε αναγκαίο να αναφερθούμε στα ουσιώδη σημεία της σύστασης του Διευθυντή όπως φαίνονται στο σχετικό πρακτικό:
« .................................................. ........................................
Προτού προβώ στη σύστασή μου θέλω να δηλώσω ότι πήρα πληροφορίες από τους άμεσα προϊστάμενους των υποψηφίων και έχω και σχετική προσωπική γνώση γι΄ αυτούς.
΄Οσον αφορά την προσφορά των υποψηφίων για το 1994, δηλώνω ότι αυτή ήταν περίπου στα ίδια επίπεδα με τον προηγούμενο χρόνο.
΄Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω, καθώς και όλα τα σχετικά στοιχεία, συστήνω για προαγωγή στην κενή θέση Ανώτερου Λειτουργού για τις Εισπράξεις Φόρων το Νικολαΐδη Χαράλαμπο ως τον καταλληλότερο για να καταλάβει τη θέση. Ο Νικολαΐδης εκτελεί προσωρινά καθήκοντα Προϊστάμενου Επαρχιακού Γραφείου Είσπραξης Φόρων στην Πάφο λόγω ασθένειας του εκεί Προϊστάμενου Χρίστου Δημητριάδη. Ο Νικολαΐδης, λόγω ακριβώς της κλονισμένης υγείας του Δημητριάδη και της συνεχούς απουσίας του από το Γραφείο, τα τελευταία χρόνια ανέλαβε πρωτοβουλία και, με την ιδιαίτερη δραστηριότητά του και ικανότητα που διαθέτει, συνέβαλε στην αποφυγή προβλημάτων και στη συνέχιση της εύρυθμης λειτουργίας του γραφείου τούτου. Ο Νικολαΐδης διακρίνεται για
τη μεγάλη προθυμία του για προσφορά, για τις διοικητικές και οργανωτικές του ικανότητες και για τη θετικότητα που χαρακτηρίζει τις εισηγήσεις που υποβάλλει. Επιπλέον έχει αποκτήσει ευρεία πείρα όλου του φάσματος των εργασιών που σχετίζονται με τη λειτουργία ενός Επαρχιακού Γραφείου Είσπραξης Φόρων.Ο Νικολαΐδης, αν και υστερεί στο κριτήριο αρχαιότητα έναντι του Φικάρδου και πολύ οριακά έναντι των άλλων υποψηφίων (λόγω ημερομηνίας γέννησης), υπερέχει τόσο έναντι του Φικάρδου όσο και έναντι των λοιπών υποψηφίων στο κριτήριο αξία. Από πλευράς προσόντων είναι ο μόνος προάξιμος υποψήφιος που κατέχει το πιστοποιητικό της Ανώτερης Εξέτασης στη Λογιστική του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου, το οποίο, αν και δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε και αποτελεί πλεονέκτημα, εν τούτοις αξιοποιώντας το, όπως συμβαίνει και στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν παύει από του να βοηθά τον κάτοχό του στην καλύτερη εκτέλεση των καθηκόντων του.»
Πριν προχωρήσουμε στην εξέταση των θεμάτων που εγείρονται θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι το επιχείρημα του εφεσείοντα που βασίζεται στην αναφορά από το Διευθυντή στην προσφορά των υποψήφιων για το 1994, χρονιά για την οποία δεν υπήρχαν εμπιστευτικές εκθέσεις, δεν μπορεί να εξεταστεί γιατί δεν είχε εγερθεί ούτε πρωτόδικα, αλλά ούτε και με την ειδοποίηση έφεσης.
Αλλά και οι υπόλοιποι ισχυρισμοί του εφεσείοντα θα πρέπει να απορριφθούν. Ο εφεσείων δεν μας έχει πείσει ότι θα πρέπει να αποστούμε από την ορθή αιτιολογία της πρωτόδικης απόφασης. Δεν έδειξε για παράδειγμα ότι θυματοποιήθηκε από την αναφορά στα καθήκοντα που ανατέθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος. Ο Διευθυντής αναφέρτηκε στα καθήκοντα που εκτελούσε το ενδιαφερόμενο μέρος, χωρίς να προσδώσει οποιαδήποτε βαρύτητα στη φύση τους, αλλά να αναδείξει τις ιδιότητές του που αποδεικνύουν την καταλληλότητά του για τη θέση.
Η αναφορά του στο κριτήριο της αξίας και η σύγκριση στην οποία προβαίνει μεταξύ του ενδιαφερόμενου μέρους και του εφεσείοντα, δεν γίνεται με βάση τα ανατεθέντα καθήκοντα, αλλά με βάση την αξία όπως προκύπτει από τις εμπιστευτικές εκθέσεις.
Το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε αξία. Χαρακτηριστικά σημειώνεται ότι για μεν το 1992 βαθμολογείται με 4 εξαίρετος και 4 πολύ ικανοποιητικά, σε αντίθεση με τον εφεσείοντα που βαθμολογείται με 3 και 5 αντίστοιχα, ενώ για το 1993 το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε εξαίρετος σε 5 κατηγορίες και σε 3 πολύ ικανοποιητικά, σε αντίθεση με τον εφεσείοντα που κρίθηκε σε 1 κατηγορία εξαίρετος, σε 6 πολύ ικανοποιητικά και 1 ικανοποιητικά.
Ούτε το επιχείρημα ότι με τον τρόπο αυτό υποβαθμίζεται η αρχαιότητα του εφεσείοντα είναι ορθό. Ο Διευθυντής σαφώς αναφέρεται στη σχετική υπεροχή του εφεσείοντα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Τέλος η αναφορά του στο πιστοποιητικό ανώτερης εξέτασης στη λογιστική του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου γίνεται αφού τονιστεί ότι το προσόν δεν απαιτείται με το σχέδιο υπηρεσίας, ούτε και αποτελεί πλεονέκτημα, αλλά δεν παύει από του να βοηθά τον κάτοχό του στην καλύτερη εκτέλεση των καθηκόντων του.
Πριν τελειώσουμε θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η παρούσα υπόθεση σαφώς διαφοροποιείται από την υπόθεση Κούλη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2384, ημερ. 22.12.1999 και από τη Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2434, ημερ. 20.3.2000, στις οποίες έγινε αναφορά από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα. Εις μεν την υπόθεση Κούλη, ανωτέρω, γίνεται σαφής αναφορά στην προσφορά των υποψήφιων για το 1994 για το οποίο δεν είχαν συνταχθεί οι ετήσιες εκθέσεις, κάτι που κρίθηκε ότι δεν ήταν επιτρεπτό, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με την ασαφή δήλωση του Διευθυντή ότι μέσα από κάποιες αλλαγές στην κατανομή καθηκόντων που έγιναν στην ίδια περίοδο, διαφάνηκε ότι κάποιοι υποψήφιοι προσέφεραν αξιόλογη υπηρεσία και υπέδειξαν ιδιαίτερο ζήλο, εις δε την υπόθεση Σταυρινίδη, η σύσταση του Διευθυντή δεν ήταν σύμφωνη με την εικόνα που παρουσιαζόταν στις εμπιστευτικές εκθέσεις, κάτι που δεν ισχύει εδώ.
Εν όψει όλων των πιο πάνω η παρούσα έφεση θα πρέπει να απορριφθεί και απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα τα οποία υπολογίζουμε και επιδικάζουμε στις £500. Ο τρίτος λόγος έφεσης που αναφέρεται στα έξοδα θα πρέπει να απορριφθεί. Πάγια νομολογία ρυθμίζει το θέμα και επανάληψή της σε τίποτε δεν θα εξυπηρετήσει.
Γ. Πικής, Π.
Χρ. Αρτεμίδης, Δ.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
Τ. Ηλιάδης, Δ.
Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.
/ΜΔ