ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 3 ΑΑΔ 171

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2553

(Υ ποθ. Αρ. 656/95)

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Π. ΑΡΤΕΜΗ, Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ,

Α. ΚΡΑΜΒΗ, Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, ΔΔ.

1. Ανδρέας Κοφτερός

2. Ευριπίδης Δημητριάδης,

3. Μιχαήλ Αντωνίου,

Εφεσείοντες-Αι τητές,

και

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω

1. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

2. Υπουργικού Συμβουλίου,

Εφεσίβλητοι-Κα θ΄ων η αίτηση.

- - - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 1.3.01

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για τους εφεσείοντες-αιτητές: κ. Ξ. Ξενόπουλος

Για τους εφεσίβλητους-καθ΄ων η αίτηση: κα Λ. Κουρσουμπά, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

Για το ενδιαφερόμενο μέρος 1, Ανδρέα Φυλακτού: κ. Α.Σ. Αγγελίδης

Για το ενδιαφερόμενο μέρος 3, Θάνο Μιχαήλ: κα Μ. Σπανού

Για τα ενδιαφερόμενα μέρη 2 και 4: Ουδεμία εμφάνιση

 

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ

Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Οι τρεις αιτητές προσέβαλαν πρωτόδικα την απόφαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 5.5.95, με την οποία προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη Ανδρέας Φυλακτού, Βάσος Πύργος, Θάνος Μιχαήλ και Συμεών Μάτσης στις μόνιμες θέσεις Γενικού Διευθυντή, Υπουργικό Συμβούλιο, από την 1.5.95, αντί των αιτητών.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε ένα προς ένα τους λόγους ακυρότητας που προβλήθηκαν, θεώρησε όλους αβάσιμους και απέρριψε την προσφυγή. Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης καταχώρησαν έφεση μόνο οι αιτητές 2 και 3, δηλαδή οι Ευριπίδης Δημητρίου και Μιχαήλ Αντωνίου αντίστοιχα. Σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας ο εφεσείων-αιτητής 3, Mιχαήλ Αντωνίου, απέσυρε την έφεση εναντίον των ενδιαφερομένων μερών Μιχαήλ και Πύργου, η οποία και απορρίφθηκε.

Με τους λόγους έφεσης οι εφεσείοντες προσβάλλουν στην ουσία την απορριπτική κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί όλων των λόγων ακυρότητας που πρόβαλαν ως αιτητές. Οι λόγοι αυτοί ήταν ουσιαστικά ότι οι αιτητές είχαν έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών, ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση, ότι η διαδικασία ήταν άκυρη γιατί πληρώθηκε και τέταρτη θέση επιπρόσθετα με τις αρχικά προκηρυχθείσες τρεις θέσεις χωρίς προκήρυξη, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Θάνος Μιχαήλ δεν είχε τα απαιτούμενα προσόντα και ότι κακώς η ΕΔΥ δεν έλαβε υπόψη υπηρεσιακές εκθέσεις ορισμένων ετών.

Θα προχωρήσω τώρα να εξετάσω τους λόγους έφεσης επί των πιό πάνω σημείων, έχοντας ταυτόχρονα υπόψη ότι επίδικο θέμα ενώπιόν μας είναι πάντοτε η νομιμότητα της διοικητικής πράξης. Τους λόγους ακυρότητας, πάντοτε σε συνάρτηση με την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί τούτων, θα εξετάσω με σειρά που θεωρώ λογική και ορθή εν όψει της προβληθείσας επιχειρηματολογίας και όχι αναγκαστικά με τη σειρά που εγείρονται με τους λόγους έφεσης.

(α) Η παράλειψη προκήρυξης της 4ης θέσης

Ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη διαδικασία για την πλήρωση των θέσεων, μετά από γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, στις 2.2.95 ο Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου υπέβαλε εκ μέρους της αρμόδιας αρχής πρόταση πλήρωσης ακόμη μίας μόνιμης θέσης Γενικού Διευθυντή, που θα κενωνόταν από 1.8.95 λόγω αφυπηρέτησης του κατόχου της. Ως αποτέλεσμα τούτου η ΕΔΥ αποφάσισε όπως πληρωθεί και αυτή η τέταρτη θέση μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας που είχε αρχίσει χωρίς προκήρυξη. Οι εφεσείοντες πρόβαλαν το επιχείρημα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ΄έφεση, ότι η διαδικασία αυτή ήταν παράνομη αφού το άρθρο 34(1) του Περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν.1/90), προνοεί πως θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής που είναι κενές δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Τα εδάφια (11), (12), (13) και (14) του ιδίου άρθρου προνοούν τα ακόλουθα:

"(11) Θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής μπορεί να δημοσιευτεί, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 29, σ΄οποιοδήποτε χρόνο μέσα στη χρονική περίοδο των έξι μηνών πριν αυτή κενωθεί, όταν αναμένεται η κένωση της εξαιτίας αφυπηρέτησης του κατόχου της.

(12) Θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής μπορεί να δημοσιευτεί, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 29, σ΄οποιοδήποτε χρόνο μέσα στη χρονική περίοδο των έξι μηνών πριν αυτή κενωθεί, όταν αναμένεται η κένωση της επειδή βρίσκεται σ΄εξέλιξη διαδικασία για την πλήρωση ανώτερης θέσης Προαγωγής στον ίδιο κλάδο ή υποδιαίρεση της δημόσιας υπηρεσίας.

(13) Κάθε φορά που μια θέση δημοσιεύεται δυνάμει των εδαφίων (11) ή (12) του άρθρου αυτού, η θέση πληρούται στην περίπτωση του εδαφίου (11), όταν ο κάτοχος της βρίσκεται με άδεια αφυπηρέτησης και στην περίπτωση του εδαφίου (12), όταν αυτή κενωθεί.

(14) Θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής μπορεί να πληρωθεί από την Επιτροπή χωρίς να δημοσιευτεί, όταν αυτή κενούται ή δημιουργείται κατά τη χρονική περίοδο κατά την οποία βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία για την πλήρωση άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο. Σε τέτοια περίπτωση η θέση θεωρείται ότι δημοσιεύτηκε την ημέρα κατά την οποία δημοσιεύτηκε η άλλη θέση."

Ο πρωτόδικος Δικαστής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όταν συνερμηνευθούν τα εδάφια (11) και (14) επιτρέπουν την πλήρωση θέσης χωρίς δημοσίευση μέσα στα πλαίσια της υπό εξέλιξη διαδικασίας πλήρωσης άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο, νοουμένου ότι ισχύει πάντοτε ο χρονικός περιορισμός των 6 μηνών που θέτει το εδάφιο (11).

Οι εφεσείοντες διαφωνούν με τη θέση αυτή προβάλλοντας το επιχείρημα ότι η θέση έπρεπε να είχε προκηρυχθεί για να δοθεί ίση ευκαιρία και σε άλλους υποψηφίους που δυνατόν να υπέβαλλαν αίτηση αν προκηρύσσετο η θέση. Αυτό απαιτούσε η χρηστή διοίκηση για ίση μεταχείριση όλων των πιθανών υποψηφίων.

Δεν θεωρώ αναγκαίο να αποφανθώ τελικά επί της θέσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την ερμηνεία των εδαφίων (11) και (14). Το γεγονός ότι οι αιτητές θεωρήθηκαν και αυτοί υποψήφιοι για την τέταρτη θέση καταδεικνύει ότι κανένα έννομο συμφέρον τους δεν επηρεάστηκε αρνητικά από τη μη προκήρυξη της θέσης. Αντίθετα, προκήρυξη της θέσης πιθανόν να διεύρυνε τον κύκλο των υποψηφίων, γεγονός που δυνατόν να επενεργούσε αρνητικά γι΄αυτούς. Έτσι, όπως επεσήμανε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, η μη δημοσίευση της θέσης είχε ευνοϊκή επίδραση για τους αιτητές και γι΄αυτό δεν μπορούσαν να προσβάλουν την πράξη. Η θέση αυτή υποστηρίζεται και από την παραπομπή του πρωτόδικου Δικαστηρίου στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929 - 1959) σελ.260.

Κατά συνέπεια ο λόγος αυτός της έφεσης πρέπει να απορριφθεί.

(β) Υπηρεσιακές Εκθέσεις

Η ΕΔΥ κατά την εξέταση των υποψηφιοτήτων αποφάσισε να μη λάβει υπόψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις 7 υποψηφίων για τα έτη 1991 και 1992, μεταξύ των οποίων και του εφεσείοντα Ευριπίδη Δημητριάδη, καθώς και τις υπηρεσιακές εκθέσεις για τα έτη 1990, 1991, 1992 του ενδιαφερομένου μέρους Θάνου Μιχαήλ. Ο λόγος που κατέληξε σε αυτή την απόφαση η ΕΔΥ ήταν το γεγονός ότι οι υπηρεσιακές αυτές εκθέσεις υποβλήθηκαν στην Επιτροπή στις 31.1.95 και έτσι το μεγάλο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας και η πιθανότητα να έχουν υπεισέλθει στην κρίση των αξιολογούντων στοιχεία που δεν θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη, υπέβαλλε τέτοιο αποκλεισμό. Κρίνω ότι κάτω από τα γεγονότα όπως τα εξέθεσα, η κατάληξη της ΕΔΥ ήταν λογική και επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις. Επίσης ορθή ήταν και η απόφαση της να μη λάβει υπόψη τις εκθέσεις για το 1994 αφού γι΄αυτή τη χρονιά δεν είχαν υποβληθεί εκθέσεις για όλους τους υποψηφίους. Εν πάση περιπτώσει, σημειώνω πως έστω και αν λαμβάνονταν υπόψη οι πιο πάνω εκθέσεις η κατάσταση δεν θα άλλαζε και τούτο δεν θα είχε καμμιά σημασία αφού όλοι είχαν αξιολογηθεί ως εξαίρετοι. Έτσι και αυτός ο λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί.

(γ) Προσόντα Ενδιαφερομένου Μέρους Θάνου Μιχαήλ

Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η ΕΔΥ παρέλειψε να κάμει τη δέουσα έρευνα και ενήργησε με πλάνη περί τα πράγματα αναφορικά με την κατοχή από το ενδιαφερόμενο μέρος Θάνο Μιχαήλ του αναγκαίου πανεπιστημιακού και του μεταπτυχιακού διπλώματος στα οικονομικά.

Υπάρχει στο φάκελο του ενδιαφερομένου μέρους Θάνου Μιχαήλ (ερυθρό 23) μετάφραση πρωτότυπου διπλώματος από τα Γερμανικά στα Αγγλικά και στο κάτω μέρος πιστοποίηση του Επίτιμου Προξένου της Αυστρίας στην Κύπρο για την πιστότητα της μετάφρασης. Με βάση το έγγραφο αυτό καθώς και άλλα έγγραφα που υποστηρίζουν την κατοχή του διπλώματος που βρίσκονται στο φάκελο η ΕΔΥ εύλογα θα μπορούσε να θεωρήσει την κατοχή από το ενδιαφερόμενο μέρος του διπλώματος χωρίς να χρειάζεται η διεξαγωγή οποιασδήποτε περαιτέρω έρευνας.

Όσον αφορά το μεταπτυχιακό δίπλωμα του αιτητή τούτο επιβεβαιώνεται από τα ερυθρά 47 και 48 του φακέλου του καθώς και από άλλα έγγραφα που βρίσκονται στο φάκελο.

Ασχέτως όμως των πιο πάνω, η προηγούμενη θέση την οποία κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ από 15.2.82, δηλαδή η θέση του Οικονομικού Διευθυντή στο Υπουργείο Οικονομικών, απαιτούσε, σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, τους πιο πάνω τίτλους. Έτσι, η κατοχή των πανεπιστημιακών προσόντων δεν θα μπορούσε στο στάδιο αυτό να αμφισβητηθεί σύμφωνα με την απόφαση στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 422 σελ. 428-429. Κατά συνέπεια ούτε αυτή η θέση των εφεσειόντων μπορεί να ευσταθήσει.

(δ) Συνεντεύξεις

(ε) Έκδηλη Υπεροχή

Θα εξετάσω μαζί τους λόγους έφεσης και τους συναφείς λόγους ακυρότητας, που αφορούν τα θέματα αυτά.

Παραπονούνται οι εφεσείοντες-αιτητές ότι η ΕΔΥ απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική συνέντευξη των υποψηφίων, κατά παράβαση νομολογημένων αρχών που καθορίζουν πως η συνέντευξη λαμβάνεται υπόψη μόνο ως συμπληρωματικό στοιχείο. Σύμφωνα με την υπόθεση Republic v. Panayiotides (1987) 3 C.L.R. 1081, η βαρύτητα που δίδεται στις συνεντεύξεις μπορεί να θεωρηθεί ως υπέρμετρη στις περιπτώσεις που οδηγεί σε λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της ΕΔΥ. Είναι επίσης νομολογημένο (δέστε μεταξύ άλλων The Public Service Commission v. Marina Potοudes and Others (1987) 3 C.L.R. 1591 και Paschalis v. The Republic (1988) 3 C.L.R. 1897) ότι όπου πρόκειται για πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής ψηλά στην ιεραρχία πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα στις συνεντεύξεις.

Όσον αφορά "έκδηλη υπεροχή", σύμφωνα με τη νομολογία, η υπεροχή αυτή πρέπει να είναι αυταπόδεικτη και προφανής, προκύπτουσα αντικειμενικά από τους φακέλους των υποψηφίων ως αναντίρρητο γεγονός και η οποία τεκμηριώνεται ως έκδηλη αφού γίνει σύγκριση μεταξύ αιτητή και ενδιαφερομένου προσώπου. Το βάρος δε της απόδειξης έκδηλης υπεροχής φέρει πάντοτε ο αιτητής.

Όπως λέχθηκε στην Papadopoulos v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 1070, στη σελ. 1075, "Striking superiority must arise as an inevitable result from the assessment of the overall merits of the canditates. In order to be striking, superiority must be self-evident and strike one at first sight, so compelling as it ignoring it would lead inexorably to a case of manifest injustice to a canditate's suitability for promotion."

Τέτοια έκδηλη υπεροχή δεν έχει αποδειχθεί ούτε προκύπτει από τα ενώπιον μας στοιχεία. Όπως σωστά επισημαίνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν εξαίρετες βαθμολογίες, κατέχουν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα και το πλεονέκτημα της υπηρεσίας στη διευθυντική θέση. Ούτε έχω ικανοποιηθεί πως οι εφεσείοντες υπερέχουν σε πείρα, γεγονός που θα προσέθετε στην αξία τους.

Τα ενδιαφερομένα μέρη είχαν αξιολογηθεί ως "εξαίρετοι" στις συνεντεύξεις ενώ οι δύο εφεσείοντες ως "πολύ καλός" ο ένας και "πάρα πολύ καλός" ο άλλος. Αφού δε δεν υπάρχει οποιοδήποτε παράπονο κατά τα άλλα για πλημμέλεια στη διεξαγωγή των συνεντεύξεων, ήταν δικαιολογημένη η ΕΔΥ και ενήργησε ορθά εντός των πλαισίων της διακριτικής της ευχέρειας να επιλέξει εκείνους που επέλεξε.

Τέλος, επισημαίνω ότι, όπως ορθά παρατηρεί το πρωτόδικο Δικαστήριο, η αναφορά από την ΕΔΥ σε ορισμένα μεταπτυχιακά προσόντα για ορισμένους και μη αναφορά σε παρόμοια προσόντα που κατέχουν άλλοι, δεν καθιστά την απόφαση της τρωτή, γιατί αυτή δεν έχει υποχρέωση να αναφέρεται σε όλα τα πιο πάνω, διότι θεωρείται ότι όλα λήφθηκαν υπόψη αφού περιέχονταν στους φακέλους των υποψηφίων.

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, θα απέρριπτα την έφεση με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

 

 

Π. Αρτέμης,

Δ.

/Χ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο