ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 3 ΑΑΔ 122
3 Μαρτίου, 2000
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
ANTHIMOS DEMETRIOU BONDED WAREHOUSE CO LTD,
Εφεσείοντες,
v.
1. ΔΙΕΥΘΥΝΤH ΤΜHΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2407)
Τελωνειακοί Δασμοί και Φόροι Καταναλώσεως ― Εγγύηση για τη διασάφιση εμπορευμάτων ― Αναζήτηση από τον εγγυητή του εισαγωγικού δασμού που δεν κατέλαβε ο εισαγωγέας ― Παράλειψη αμφισβήτησης των γεγονότων, στα οποία βασίστηκε ο Διευθυντής, αναφορικά με τη μη εξαγωγή των εμπορευμάτων, καθιστά την απόφαση ορθή και νόμιμη.
Αμφισβητήθηκε κατ' έφεση, το εύρημα του Δικαστηρίου ότι τα γεγονότα στα οποία βάσισε ο Διευθυντής την απόφασή του, ότι δηλαδή τα εμπορεύματα δεν εξήχθεισαν αλλά διοχετεύτηκαν στην Κυπριακή αγορά, δεν αμφισβητήθηκαν πρωτοδίκως.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Ο Διοικητικός φάκελος στον οποίο έγινε επίκληση δεν κατατέθηκε πρωτόδικα. Στο στάδιο των διευκρινήσεων, η συνήγορος της Δημοκρατίας δήλωσε πως φωτοτυπίες όλων των εγγράφων που ενδιέφεραν είχαν ήδη κατατεθεί με την ένσταση και εξήγησε συνάμα ότι ο ίδιος ο φάκελος είχε γίνει τεκμήριο στην ποινική υπόθεση. Ο συνήγορος που εμφανίστηκε εκ μέρους του συνηγόρου των εφεσειόντων δεν αντιτάχθηκε σε αυτό. Δεν ζήτησε να παρουσιαστεί ο φάκελος. Το Δικαστήριο, που αποδέχθηκε αυτή την άποψη των δικηγόρων, δεν επέμενε στην παρουσίαση και κατάθεση του φακέλου. Μπορούσε βέβαια αν τον χρειαζόταν να τον ζητούσε είτε τότε είτε αργότερα. Το ίδιο και η Ολομέλεια κατά την έφεση. Δεν προέκυψε όμως ανάγκη. Διότι όντως δεν ηγέρθη από τους εφεσείοντες ζήτημα προς εξέταση αναφορικά με την εν λόγω διαπίστωση του Διευθυντή. Τα δε έγγραφα που κατατέθηκαν και που περιλάμβαναν τα εγγυητήρια, δικαιολογούσαν πλήρως την απόφαση του Διευθυντή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση των αιτητών κατά της απόφασης του Δικαστηρίου (Μ. Κρονίδης, Δ.) στην Yπόθεση Aρ. 439/95, ημερ. 23/12/96, με την οποία κρίθηκε ότι ορθά η Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων τους επέβαλε, ως εγγυητές, την καταβολή δασμών και φόρων για εμπορεύματα τα οποία δεν εξήχθησαν εκτός Κύπρου και διατέθηκαν παράνομα στην Κυπριακή αγορά.
Α. Ποιητής με Α.Σ. Αγγελίδη, για τους Εφεσείοντες.
Ε. Κλεόπα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η παρούσα υπόθεση αφορά τρεις διασαφήσεις τις οποίες οι εφεσείοντες κατέθεσαν για διαμετακόμιση εμπορευμάτων από τη Λάρνακα και τη Λεμεσό στο αεροδρόμιο Πάφου για εξαγωγή. Με προορισμό τη Ρωσσία οι δύο και την Αγγλία η άλλη. Η πρώτη, ημερ. 18 Ιανουαρίου 1994 με αρ. 69, κατατέθηκε στο Τελωνείο Λάρνακας για λογαριασμό κάποιου Ε. Γεωργίου και είχε ως αντικείμενο δεκαπέντε κιβώτια που περιείχαν ασύρματα τηλέφωνα. Η δεύτερη, ημερ. 27 Ιανουαρίου 1994 με αρ. D 19, κατατέθηκε στο Τελωνείο Λεμεσού για λογαριασμό της Autohome Co. Ltd και είχε ως αντικείμενο είκοσι κιβώτια τα οποία επίσης περιείχαν ασύρματα τηλέφωνα. Η τρίτη, ημερ. 10 Μαρτίου 1994 με αρ. 45, κατατέθηκε στο Τελωνείο Λάρνακας για λογαριασμό πάλι του Ε. Γεωργίου και είχε ως αντικείμενο 87 κιβώτια με τηλέφωνα και βιντεοκάμερες. Οι εφεσείοντες έθεσαν την πρώτη και την τρίτη διασάφηση υπό την κάλυψη του γενικού εγγυητηρίου με αρ. 45/93 ύψους £100.000· ενώ τη δεύτερη την έθεσαν υπό την κάλυψη του γενικού εγγυητηρίου με αρ. 24/94, ύψους επίσης £100.000. Και τα δύο εγγυητήρια εκδόθηκαν από την Ασφαλιστική Εταιρεία Μινέρβα Λτδ.
Σύμφωνα με το Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων, παρόλο που στο κάτω μέρος του εντύπου C.4 της διασάφησης στην κάθε μια των αυτών περιπτώσεων σημειώθηκε από τελωνειακό λειτουργό του Τελωνείου Πάφου ότι τα κιβώτια φορτώθηκαν σφραγισμένα σε αεροσκάφος για εξαγωγή - 19 Ιανουαρίου 1994, 29 Ιανουαρίου 1994 και 14 Μαρτίου 1994 αντίστοιχα - εντούτοις διαπιστώθηκε πως δεν εξήχθηκαν αφού μέρος τους, που διατέθηκε παράνομα στην Κυπριακή αγορά, βρέθηκε και κατασχέθηκε από το Τελωνείο. Πάντως, ως αποτέλεσμα της διερεύνησης της υπόθεσης τόσο από την Αστυνομία όσο και από το Τμήμα Τελωνείων σχηματίστηκαν δικογραφικοί φάκελοι εναντίον διάφορων προσώπων. Ένας από τους κατηγορουμένους ήταν και ο τελωνειακός λειτουργός ο οποίος είχε σημειώσει πως τα εμπορεύματα φορτώθηκαν για εξαγωγή. Για τα διαπραχθέντα αδικήματα δόθηκε, βάσει των εξουσιών του Διευθυντή, η λύση του συμβιβασμού με τον οποίο συμμορφώθηκαν όλοι εκτός από ένα, ήτοι, τον Ανδρέα Γεωργίου Κωνσταντίνου - αδερφό του Ε. Γεωργίου - εναντίον του οποίου καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση αφού δεν ανταποκρίθηκε σε απαίτηση του Διευθυντή να καταβάλει τα οφειλόμενα στο Κράτος πλέον ποσό £5.000.
Επειδή λοιπόν παρέμειναν απλήρωτοι οι δασμοί, οι επιβαρύνσεις και οι φόροι, ο Διευθυντής στράφηκε προς τους εφεσείοντες ως εγγυητές αλλά και προς την ασφαλιστική εταιρεία που εξέδωσε τα εγγυητήρια. Παραθέτουμε το κείμενο της επιστολής του, ημερ. 15 Μαρτίου 1995, προς τους εφεσείοντες:
"Ασύρματα τηλέφωνα και βιτεοκάμερες που
εδηλώθησαν υπό διαμετακόμιση με τις διασαφήσεις
τελωνείου Λάρνακας με αρ. 69 ημερομηνίας 16.1.1994, D19 ημερομηνίας 27.1.1994 και 45 ημερομηνίας 10.3.1994 και διατέθηκαν παράνομα στην Κυπριακή αγορά
――――――――――――――――
Αναφέρομαι στην πιο πάνω υπόθεση και σας πληροφορώ ότι από διερεύνηση που έγινε διαπιστώθηκε ότι τα πιο πάνω εμπορεύματα που σας παραδόθησαν μετά από αίτησή σας για διαμετακόμιση και επανεξαγωγή των μέσω του αεροδρομίου Πάφου έχουν διατεθεί παράνομα στην Κυπριακή αγορά, μέρος των οποίων ανευρέθηκε και κατασχέθηκε από το Τελωνείο.
Οι δασμοί και φόροι των εμπορευμάτων που διατέθηκαν παράνομα ανέρχεται σε Λ.Κ.13.831.00 (Δεκατρείς χιλιάδες και οκτακόσιες τριάντα μία).
Επειδή ο εισαγωγέας των εμπορευμάτων κ. Ανδρέας Κωνσταντίνου παρέλειψε να καταβάλει μέχρι σήμερα το πιο πάνω ποσό που του εζητήθηκε με σχετική επιστολή μου με τον ίδιο αριθμό και με ημερομηνία 28 Νοεμβρίου 1994, καλείσθε όπως εσείς μέσα σε 21 μέρες από την ημερομηνία της επιστολής αυτής καταβάλετε στο γραφείο μου το ποσό των Λ.Κ.13.831,00 με βάση τα εγγυητήρια με αυξ. αριθμό 45/93 και 24/94 που δηλώθηκαν και κάλυπταν τα εμπορεύματα αυτά και αντίγραφα των οποίων σας επισυνάπτω."
Οι εφεσείοντες προσέβαλαν την απόφαση του Διευθυντή που τους κοινοποιήθηκε με την ανωτέρω επιστολή. Έθεσαν προς εξέταση τα εξής δύο ζητήματα:
"1. Οποιαδήποτε εγγυητικά γραμμάτια για να πληρωθούν πρέπει να συντρέχουν οι όροι υπό τους οποίους εκδίδονται.
2. Εφόσον υπάρχει πιστοποίηση παραλαβής των εμπορευμάτων από το τελωνείο, ο 1ος καθ' ου η αίτηση δεν έχει οποιοδήποτε δικαίωμα να ισχυρίζεται ότι αυτά διατέθησαν παράνομα στην Κυπριακή αγορά πριν παραληφθούν από το τελωνείο."
Τα όσα οι ίδιοι οι εφεσείοντες εξέθεσαν ως τα γεγονότα στα οποία βασίζονταν βρίσκονται στις παραγράφους 4, 5 και 6. Στις παραγράφους 1 έως 3 περιέχεται η αναφορά τους στις διασαφήσεις και τα εγγυητήρια, ενώ η παράγραφος 7, που είναι η τελευταία, δεν εκθέτει γεγονότα αλλά πρόσθετα νομικά ζητήματα που δεν τέθηκαν στο κατάλληλος μέρος. Παραθέτουμε μόνο τις παραγράφους που ενδιαφέρουν:
"4. Με επιστολή τους ημερομηνίας 15.3.95 οι καθ' ων η αίτηση επληροφόρησαν τους αιτητές ότι τα εμπορεύματα αυτά διετέθησαν παράνομα στην Κυπριακή αγορά και μέρος των εμπορευμάτων ανευρέθη και κατεσχέθη από το Τελωνείο.
5. Οι δασμοί και φόροι των εμπορευμάτων που διετέθησαν παράνομα ανέρχονται στις £13.831.-. Επειδή ο εισαγωγέας Ανδρέας Κωνσταντίνου παρέλειψε να καταβάλη το πιο πάνω ποσό εκαλούντο οι αιτητές να το καταβάλουν επί τη βάσει των πιο πάνω εγγυητηρίων τους.
6. Παρά ταύτα είναι προφανές ότι τα έντυπα C4 υπεγράφησαν κανονικά και πιστοποιήθησαν από τις Τελωνειακές Αρχές Πάφου και επεστράφησαν στο Τελωνείο Λάρνακος και αποτελούν απόδειξη ότι τα εμπορεύματα παρελήφθησαν κανονικά στο Τελωνείο Πάφου."
Στην ένσταση της Δημοκρατίας, τα βασικά γεγονότα σε ό,τι αφορά την τύχη των εμπορευμάτων εκτίθεντο όπως ήδη τα περιγράψαμε. Οι εφεσείοντες πρωτόδικα δεν αμφισβήτησαν το ότι τα εμπορεύματα δεν εξήχθηκαν και ότι μέρος τους, που διατέθηκε στην Κυπριακή αγορά, βρέθηκε και κατασχέθηκε. Κεντρικός άξονας της θέσης τους ήταν ότι οι σημειώσεις του τελωνειακού λειτουργού στις διασαφήσεις αποδείκνυαν πως τα εμπορεύματα δεν διατέθηκαν προτού παραληφθούν από το Τελωνείο στην Πάφο και επομένως, όπως προώθησε ο συνήγορος των εφεσειόντων με την αγόρευσή του πρωτόδικα, δεν είχαν αυτοί ευθύνη για ό,τι μπορεί να συνέβηκε μετά. Στην πρωτόδικη απόφαση αναφέρονται σχετικά με αυτό τα εξής:
"Η μεταφορά των εμπορευμάτων από τις αποθήκες αποταμιεύσεως των αιτητών στο Αεροδρόμιο Πάφου επετράπη με βάση τις δηλώσεις τους στα έντυπα διασαφήσεων και τα εγγυητήρια. Η ευθύνη των αιτητών εκτείνεται μέχρι την παράδοση των εμπορευμάτων στο πλοίο ή το αεροσκάφος προς εξαγωγή. Στην προκείμενη περίπτωση τα εμπορεύματα δεν παρεδόθησαν στο αεροσκάφος προς εξαγωγή όπως έχει αποδειχθεί από τα γεγονότα τα οποία δεν αμφισβητήθησαν. Η πιστοποίηση δε του τελωνειακού λειτουργού ότι τα εμπορεύματα εξήχθησαν δεν αναιρεί ούτε απαλλάσσει τους αιτητές και τους εισαγωγείς των εμπορευμάτων, εφόσον τα εμπορεύματα ουδέποτε φορτώθηκαν στο αεροσκάφος προς εξαγωγή. Η μετακίνηση των εμπορευμάτων από τις αποθήκες αποταμιεύσεως προς το αεροδρόμιο Πάφου επετράπη με βάση τις δηλώσεις των αιτητών στα έντυπα διασαφήσεων και τα εγγυητήρια. Η ευθύνη των αιτητών εκτείνεται μέχρι την παράδοση των εμπορευμάτων στο πλοίο ή το αεροσκάφος εξαγωγής. Στην προκείμενη περίπτωση τα εμπορεύματα δεν παρεδόθησαν στο αεροσκάφος για εξαγωγή, όπως είναι αποδεδειγμένο."
Με την έφεση αμφισβητείται τώρα για πρώτη φορά ότι τα εμπορεύματα δεν εξήχθηκαν από την Κύπρο και ότι βρέθηκαν στην Κυπριακή αγορά. Είναι μάλιστα το μόνο ζήτημα που τίθεται. Διατυπώνεται ως εξής:
"Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα ηύρε ότι τα εμπορεύματα δεν εξήχθησαν εκ Κύπρου.
Αιτιολογία: Δεν υπάρχει οποιαδήποτε μαρτυρία που να δείχνη ότι τα εμπορεύματα για τα οποία εξεδόθησαν τα εγγυητήρια ευρέθησαν στην Κύπρο. Αντίθετα, η μόνη μαρτυρία ή και στοιχείο στον φάκελο είναι η πιστοποίηση του τελωνειακού λειτουργού ότι τα εμπορεύματα εξήχθησαν εκτός Κύπρου. Ως εκ τούτου, ο καθ' ου η αίτηση - εφεσίβλητος ενήργησε κατά πλάνη περί τα πράγματα."
Στο περίγραμμα αγόρευσης του πρώτου εκ των ευπαιδεύτων συνηγόρων των εφεσειόντων - ο κ. Α.Σ. Αγγελίδης εμφανίστηκε μόνο κατά την ακρόαση της έφεσης - προβάλλεται για προώθηση της έφεσης ότι η διαπίστωση του Διευθυντή περί διάθεσης των εμπορευμάτων στην Κύπρο δεν υποστηρίζεται από το φάκελο. Έπειτα επικρίνεται η πρωτόδικη άποψη ότι δεν αμφισβητήθηκε η μη εξαγωγή: προβάλλεται ότι υπήρξε αμφισβήτηση και ότι εν πάση περιπτώσει το Δικαστήριο όφειλε να εξέταζε το κατά πόσο αποδείχθηκε η μη εξαγωγή. Παραθέτουμε το σχετικό μέρος του περιγράμματος:
"10. Στην επιστολή του αυτή ο εφεσίβλητος ανέφερε ότι διαπιστώθηκε ότι τα εμπορεύματα έχουν διατεθή παράνομα στην κυπριακή αγορά μέρος των οποίων ανευρέθηκε και κατασχέθηκε από το Τελωνείο. Έτσι ο εφεσίβλητος ζήτησε πληρωμή από τους εφεσείοντες. Πουθενά, όμως, στον φάκελο της διαδικασίας δεν φαίνεται ο,τιδήποτε που να δείχνη ή να αποδεικνύη τον ισχυρισμό του εφεσιβλήτου. Έτσι, αυτός παραμένει κενός ισχυρισμός.
11. Ο Πρωτόδικος Δικαστής στη σελίδα 5 της απόφασής του αναφέρει ότι "στην προκειμένη περίπτωση τα εμπορεύματα δεν παρεδόθησαν στο αεροσκάφος προς εξαγωγή όπως απεδείχθη από τα γεγονότα τα οποία δεν αμφισβητήθησαν".
Όμως, το θέμα (α) αμφισβητήθηκε.
(β) Και αν, ακόμα, δεν είχε αμφισβητηθή, το Δικαστήριο, σαν διοικητικό Δικαστήριο, έπρεπε να εξετάση όλα τα στοιχεία για να δη αν πράγματι αυτό αποδεικνύεται. Το Δικαστήριο, όμως παρέλειψε να το πράξη. Και παρέλειψε να δικαιολογήση το εύρημά του."
Τίποτε από αυτά δεν ευσταθεί. Παρατηρούμε εν πρώτοις πως ο διοικητικός φάκελος στον οποίο γίνεται επίκληση δεν κατατέθηκε πρωτόδικα. Στο στάδιο των διευκρινήσεων η συνήγορος της Δημοκρατίας δήλωσε πως φωτοτυπίες όλων των εγγράφων που ενδιέφεραν είχαν ήδη κατατεθεί με την ένσταση και εξήγησε συνάμα ότι ο ίδιος ο φάκελος είχε γίνει τεκμήριο στην ποινική υπόθεση. Ο συνήγορος που εμφανίστηκε εκ μέρους του συνηγόρου των εφεσειόντων δεν αντιτάχθηκε σε αυτό. Δεν ζήτησε να παρουσιαστεί ο φάκελος. Το Δικαστήριο, που αποδέχθηκε αυτή την άποψη των δικηγόρων, δεν επέμενε στην παρουσίαση και κατάθεση του φακέλου. Μπορούσε βέβαια αν τον χρειαζόταν να τον ζητούσε είτε τότε είτε αργότερα. Το ίδιο και η Ολομέλεια κατά την έφεση. Δεν προέκυψε όμως ανάγκη. Διότι όντως δεν ηγέρθη από τους εφεσείοντες ζήτημα προς εξέταση αναφορικά με την εν λόγω διαπίστωση του Διευθυντή. Τα δε έγγραφα που κατατέθηκαν και που περιλάμβαναν τα εγγυητήρια, δικαιολογούσαν πλήρως την απόφαση του Διευθυντή. Αλλά δεν παρίσταται ανάγκη να επεκταθούμε αφού τίποτε προς τούτο σχετικό δεν τέθηκε με την έφεση.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.