ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 3 ΑΑΔ 311

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2424

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΑΡΤΕΜΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΔΔ.

Αρχή Λιμένων Κύπρου,

Εφεσείουσα,

- ν -

Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας,

Εφεσιβλήτων.

- - - - - - - - - -

17 Μαΐου, 2000.

Για την εφεσείουσα: κ. Γ. Σεραφείμ για κ. Τ. Παπαδόπουλο.

Για τους εφεσίβλητους: κ. Γ. Τριανταφυλλίδης.

- - - - - - - - - -

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Α. Κραμβής.

- - - - - - - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Το Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λάρνακας (στο εξής "το Συμβούλιο") με απόφασή του ημερομηνίας 9.3.1995 καθόρισε τα τέλη αποχετεύσεων για το 1995. Με επιστολή του ημερομηνίας 7.8.1995, πληροφόρησε την εφεσείουσα ότι θα έπρεπε να καταβάλει τα τέλη αποχετεύσεων που της επέβαλε για το 1995 συνολικού ύψους £20324,13.

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης η εφεσείουσα καταχώρησε προσφυγή. Η προσφυγή απέτυχε και το πρωτόδικο Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση του Συμβουλίου. Με την παρούσα έφεση επιδιώκεται η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.

Ο πρώτος λόγος έφεσης αναφέρεται στον ισχυρισμό της εφεσείουσας ότι αυτή δεν υπόκειται στην επίδικη ή οποιαδήποτε άλλη φορολογία. Με το δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός πως δεν υπάρχει απόφαση του Συμβουλίου για επιβολή τελών αποχέτευσης στην εφεσείουσα. Και οι δυο αυτοί ισχυρισμοί είχαν προβληθεί και πρωτόδικα πλην όμως κρίθηκαν αβάσιμοι και απορρίφθηκαν.

Η εφεσείουσα είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου και σ΄ αυτή ο νόμος έχει εναποθέσει την ευθύνη και εξουσίες σε σχέση με τη διαχείριση και λειτουργία των λιμανιών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πρόκειται, καθώς έχει ειπωθεί στην Ναυτικός Ομιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1992) 1 ΑΑΔ 882, περί σημαντικής κρατικής λειτουργίας συνυφασμένης με την κυριαρχία του ιδίου του κράτους.

Η εφεσείουσα, κατ΄ επίκληση της ιδιότητάς της και του σκοπού που εκ του νόμου είναι ταγμένη να υπηρετεί, εισηγείται πως θα πρέπει να θεωρείται ως "agency of the State in consimili casu to servants of the State" και συνεπώς δεν υπόκειται σε φορολογία. Βλ. Ports Authority v. Republic (1983) 3 CLR 385 και Republic v. Cyprus Ports Authority (1986) 3 CLR 117 τις οποίες η εφεσείουσα επικαλείται.

Στην Republic v. Cyprus Ports Authority (ανωτέρω) κρίθηκε πως η εφεσείουσα ως η "consimili casu" προς υπαλλήλους της Δημοκρατίας δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος. Στη σελίδα 129 της απόφασης αναφέρονται τα εξής:

"The respondent authority is entitled to exemption from taxation, its functions being a province of Government as exercising functions required and created by the Government, and should be regarded as in consimili casu with servants of the Republic."

 

Παρόμοια ήταν και η κατάληξη στην Ports Authority v. Republic (ανωτέρω) που και εκείνη είχε ως αντικείμενο τη φορολογία εισοδήματος.

Η υπό εξέταση υπόθεση δεν αφορά φορολογία εισοδήματος και συνεπώς οι αποφάσεις στις Ports Authority v. Republic (ανωτέρω) και Republic of Cyprus ν. Ports Authority (ανωτέρω) δεν βοηθούν την υπόθεση της εφεσείουσας.

Είναι γεγονός ότι με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 29 του Περί Αρχής Λιμένων Νόμου, Ν. 38/73 η εφεσείουσα ρητά απαλλάσσεται της καταβολής ορισμένων φορολογιών και τελών χαρτοσήμου. Με βάση το εδάφιο (γ) του εν λόγω άρθρου η εφεσείουσα απαλλάσσεται "παντός φόρου τοπικής αρχής πλην των υπό του Υπουργικού Συμβουλίου εγκεκριμένων τοιούτων".

Ενόψει των προνοιών της πιο πάνω διάταξης καθίσταται αναγκαία η εξέταση του κατά πόσο το Συμβούλιο αποτελεί τοπική αρχή. Και σε περίπτωση που η απάντηση είναι καταφατική, όπως εισηγείται η εφεσείουσα, προδιαγράφεται και η επιτυχία της έφεσης.

Η νομική υπόσταση του Συμβουλίου προσδιορίζεται στο άρθρο 6 του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου του 1971 (Ν. 1/71) όπου ορίζεται ότι "... κέκτηται νομικήν προσωπικότητα, υπό την επωνυμίαν "Συμβούλιον Αποχετεύσεων ................ " (εντεθειμένης της ονομασίας της περιοχής", φέρον άπαντα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και ιδιότητας νομικού προσώπου."

Η "αρχή τοπικής διοικήσεως" ορίζεται από το άρθρο 2 του περί Δήμων Νόμου του 1985 ως "το συμβούλιο δήμου, συμβούλιο Βελτιώσεως και χωριτική αρχή". Η νομική υπόσταση του εφεσίβλητου Συμβουλίου σαφώς διακρίνεται από αρχές τοπικής διοίκησης που ρητά προσδιορίζονται στο άρθρο 2 του περί Δήμων Νόμου και συνεπώς το Συμβούλιο δεν μπορεί να θεωρείται ως "τοπική αρχή" εν τη εννοία του άρθρου 29(γ) του περί Αρχής Λιμένων Νόμου του 1973.

Ενόψει των όσων έχουν ειπωθεί, η κατάληξη της πρωτόδικης απόφασης επί του θέματος μας βρίσκει σύμφωνους και την παραθέτουμε.

"Ο σκοπός του τέλους σε συσχετισμό προς την ιδιότητα του Συμβουλίου Αποχετεύσεων και των διατάξεων του άρθρου 30 του Ν. 1/71 σύμφωνα με το οποίο αυτό επιβάλλεται επί των ιδιοκτητών ή κατόχων ακίνητης ιδιοκτησίας, αποταυτίζουν τα Συμβούλια από τη Δημοκρατία. Οι αιτητές, ως ιδιοκτήτες/κάτοχοι ακίνητης ιδιοκτησίας, όπως την ορίζουν οι ερμηνευτικές διατάξεις του Νόμου, υπόκεινται σε φορολογία σύμφωνα με το Νόμο και η αναγνωρισθείσα ιδιότητά τους σε σχέση προς τη Δημοκρατία δεν οδηγεί σε απαλλαγή τους."

 

 

Οπως έχει προλεχθεί, ο δεύτερος λόγος έφεσης αναφέρεται σε ισχυρισμό της εφεσείουσας ότι δεν υπάρχει απόφαση του Συμβουλίου με την οποία να της έχουν επιβληθεί τέλη αποχέτευσης. Είναι η θέση της εφεσείουσας ότι η περί του αντιθέτου κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εσφαλμένη.

Το Συμβούλιο, με απόφασή του που λήφθηκε στις 9.3.1995, καθόρισε τα κριτήρια για τον υπολογισμό των τελών αποχέτευσης ανάλογα με τη φύση της ακίνητης ιδιοκτησίας των υποκείμενων στην καταβολή τελών προσώπων. Ο τρόπος με τον οποίο ο Κωνσταντινίδης Δ. προσήγγισε το θέμα στην πρωτόδικη απόφαση συνάδει πλήρως με τις αρχές του διοικητικού δικαίου και τη νομολογία που διέπουν το ζήτημα. Συμφωνούμε με την προσέγγισή του και χωρίς να χρειάζεται να προσθέσουμε ο,τιδήποτε άλλο την παραθέτουμε:

"Η απόφαση όμως της 9 Μαρτίου 1995 ενσωματώνει ό,τι περιγράφεται ως ατομική πράξη γενικής εφαρμογής ή γενική ατομική πράξη. Δεν κατονομάζει οποιονδήποτε αλλά καθορίζει την πραγματική βάση που εξ αντικειμένου εξατομικεύει το αντικείμενό της. Με εναπομένουσα τη μηχανική εργασία της αντιστοίχησης της κάθε περίπτωσης προς τα κριτήρια που τέθηκαν, προς εκτέλεση της απόφασης που ήδη λήφθηκε. (Βλ. Η Διοικητική Πράξη Γενικής Εφαρμογής - Α.Ι. Τάχου, Τόμος Τιμητικός του Συμβουλίου της Επικρατείας 1925 - 1979, Τόμος 1, σελ. 327 κ. επ., Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων - Μιχ. Δ. Στασινόπουλου, Ανατύπωση 1982, σελ. 105 κ. επ., Στέλλα Θεοδουλίδου και άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 689/89 ημερομηνίας 6 Νοεμβρίου 1989, G.C. School of Careers Ltd και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1983) 3 ΑΑΔ 170)".

 

 

 

Καταλήγουμε ότι η εφεσείουσα Αρχή Λιμένων Κύπρου ως ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας εντός των ορίων του εφεσίβλητου Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας, υπόκειται στην επιβολή τελών αποχέτευσης με βάση το άρθρο 30 του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου του 1971 και ότι δεν απαλλάσσεται από αυτή την υποχρέωση με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 29(γ) του περί Αρχής Λιμένων Νόμου του 1973. Τα τέλη αποχέτευσης δεν αποτελούν "φόρο τοπικής αρχής" εφόσον το Συμβούλιο δεν είναι τοπική αρχή εντός της εννοίας του άρθρου 2 του περί Δήμων Νόμου του 1985 (Ν. 111/85) αλλά νομικό πρόσωπο όπως τούτο ορίζεται από το άρθρο 6 του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου του 1971.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.

 

ΣΦ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο