ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 3 ΑΑΔ 179
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2394.
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΑΡΤΕΜΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ, Δ.Δ.
Μεταξύ:
1. Ανδρέα Τηλεμάχου,
2. Ανδρέα Μακκούφη,
Εφεσειόντων
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Εφεσιβλήτων.
__________________
12 Απριλίου, 2000
.Για τους εφεσείοντες: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους: Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γεν. Εισ.
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Α. Κωνσταντίνου.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Μειοψηφίας)ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την απόφαση αυτή συμφωνεί και ο Νικολάου, Δ.
Η έφεση στρέφεται κυρίως κατά του μέρους της πρωτόδικης απόφασης που σχετίζεται με τη σύσταση του Διευθυντή. Υποστηρίχθηκε ότι εσφαλμένα κρίθηκε πρωτόδικα ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν ορθή και αιτιολογημένη και ότι δεν συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων.
Από μια απλή ανάγνωση της σύστασης του Διευθυντή προκύπτει ότι οι κύριοι λόγοι για τους οποίους ο Διευθυντής σύστησε το Ε.Μ. είναι οι πιο κάτω:
1. Η υπεροχή του Ε.Μ. έναντι των άλλων υποψηφίων "από απόψεως
εργατικότητας, ανάληψης πρωτοβουλιών, ικανότητος διεύθυνσης και
καθοδήγηση προσωπικού και κρατουμένων".
2. Η απόδοση του στον τομέα εργασίας του (θεωρήθηκε αναντικατάστατος
στον τομέα όπου εργάζεται λόγω των πολλών του ειδικοτήτων).
3. Η φροντίδα του για να εμπλουτίσει τις γνώσεις και τις ικανότητες του στον τομέα της εργασίας του.
Το άρθρο 35(4) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου, 1990 (1/90) υπαγορεύει όπως οι συστάσεις του Διευθυντή είναι αιτιολογημένες. ΄Εχει νομολογηθεί ότι η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου (Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 387, 399
).Η Ε.Δ.Υ. σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου όχι μόνο μπορεί αλλά πρέπει να παραγνωρίζει τις συστάσεις στην έκταση που είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου (Βλ. Τριανταφυλλίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 454)
.Στη Δημοκρατία ν. Στυλιανού κ.α., Α.Ε. 1028, 1029, 1034/10.7.90 το θέμα έχει τεθεί ως πιο κάτω:
"Ο Προϊστάμενος του Τμήματος είναι σε θέση να εκτιμήσει τις απαιτήσεις της θέσης που πρόκειται να πληρωθεί και τις ικανότητες του υποψηφίου για να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης. Οι συστάσεις του, όμως, αν είναι ασύμφωνες με την εικόνα που παρουσιάζεται στις εμπιστευτικές εκθέσεις, πρέπει να παραγνωρίζονται ή να τους αποδίδεται περιορισμένη βαρύτητα, ανάλογα με την έκταση της ασυμφωνίας. (Βλ. Lardis v. Republic (1967) 3 C.L.R. 64, Odysseas Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74, 84 (Απόφαση Ολομέλειας), Niki Ioannou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 431, 432, Ioannou v. Republic (1977) 3 C.L.R. 61, Savva v. Republic (1980) 3 C.L.R. 675, 696, και Republic v. Koufettas (1985) 3 C.L.R. 1950)
Οι εμπιστευτικές εκθέσεις αποτελούν αντικειμενικό στοιχείο κρίσεως της αξίας. Η σημασία των συστάσεων εξασθενίζει ανάλογα με το βαθμό διάστασης τους προς τις εμπιστευτικές εκθέσεις, που καθορίζουν αντικειμενικά την αξία του υπαλλήλου."
Οι τομείς στους οποίους, σύμφωνα με την σύσταση του Διευθυντή, το Ε.Μ. υπερτερεί βαθμολογούνται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Σε ότι αφορά τα στοιχεία της πρωτοβουλίας, της διεύθυνσης και καθοδήγησης προσωπικού και του εμπλουτισμού των γνώσεων, στα οποία η σύσταση φέρει το Ε.Μ. να υπερτερεί και οι τρεις υποψήφιοι έχουν αξιολογηθεί με τον ίδιο βαθμό κατά τα τελευταία 4 έτη.
Σε ότι αφορά το στοιχείο της εργατικότητας στο οποίο και πάλιν σύμφωνα με τη σύσταση το Ε.Μ. υπερτερεί, με εξαίρεση το έτος 1992, οι εφεσείοντες και το Ε.Μ. έχουν αξιολογηθεί με την ίδια βαθμολογία. Κατά το 1992 οι εφεσείοντες βαθμολογήθηκαν με το βαθμό "πολύ ικανοποιητικά" στο στοιχείο της απόδοσης ενώ το Ε.Μ. με το βαθμό "εξαίρετα".
Προκύπτει από όλα τα πιο πάνω ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν συνάδει με το περιεχόμενο των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Η σύσταση φέρει το Ε.Μ. να υπερτερεί σε 4 τομείς (εργατικότητα, ανάληψη πρωτοβουλιών, διευθυντική ικανότητα, εμπλουτισμός γνώσεων) ενώ οι υπηρεσιακές εκθέσεις δεν δίνουν τέτοια υπεροχή. ΄Οπως λέχθηκε στην Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2374/15.9.99
:"Ούτε ο διευθυντής ούτε οι προϊστάμενοι και οι αξιολογούντες λειτουργοί μπορούν, έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και με δοσμένες έγκυρες ετήσιες αξιολογήσεις, να διαμορφώνουν εκ των υστέρων νέα κατάσταση αναφορικά με την αξιολογηθείσα ποιότητα των λειτουργών."
Τα νομολογηθέντα στην Χριστοδουλίδου (πιο πάνω) έχουν υιοθετηθεί στην Κουάλη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2402/11.11.99 στην οποία λέχθηκε:
"΄Οπως προκύπτει από τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων τόσο των αιτητών όσο και των ενδιαφερομένων προσώπων όλοι είναι περίπου ισάξιοι. Κρίνουμε ότι το αποτέλεσμα της σύστασης του Διευθυντή καταλήγει σε ανατροπή των αξιολογήσεων αυτών, αφού για θέματα που έχουν ήδη αξιολογηθεί παρόμοια όλοι, διαχωρίζονται ορισμένοι οι οποίοι συστήνονται με γενικές παρατηρήσεις που στην ουσία ανατρέπουν την αξιολόγηση αυτή.
.................................. .................................................. ............
΄Ετσι όπως και στη Χριστοδουλίδου (ανωτέρω) κρίνουμε ότι η σύσταση πάσχει όχι αναφορικά με την επάρκεια της αιτιολογίας σε συνάρτηση με την αποκάλυψη των πηγών των πληροφοριών για τη διαμόρφωση της κρίσης αλλά γιατί ο Διευθυντής δεν θα μπορούσε έξω από το πλαίσιο των ετήσιων αξιολογήσεων να διαμορφώνει εκ των υστέρων νέα κατάσταση αναφορικά με την ίδια αξιολογούμενη ποιότητα των υποψηφίων. Καθήκον του Διευθυντή είναι με βάση τις γνώσεις που έχει για το τι απαιτεί η θέση
να επισημαίνει τις αρετές εκείνες του συγκεκριμένου υποψηφίου, στις οποίες με βάση τις αξιολογήσεις υπερέχει, και να συστήνει με βάση την υπεροχή αυτών τον καταλληλότερο υποψήφιο."Στην Κωνσταντίνου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 1047/97 και 5/98/21.3.2000 ο Νικολάου, Δ. παρατήρησε ότι ο Διευθυντής δεν μπορεί με τη σύσταση του "να διαφοροποιεί την εικόνα που προκύπτει από τη βαθμολογημένη αξία: ανεβάζοντας τον ένα και συνακόλουθα κατεβάζοντας τον άλλο". Αφού παρέθεσε το πιο πάνω απόσπασμα από την Χριστοδουλίδου (πιο πάνω) ο Νικολάου, Δ. συνέχισε ως εξής:
"Αν μέσα από τα βαθμολογημένα στοιχεία ο Διευθυντής διακρίνει διαφορά μεταξύ του ενός και του άλλου υποψηφίου σε κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο που αποκτά ιδιαίτερη, κατά την εκτίμηση του, σημασία ενόψει των όσων απαιτεί η νέα θέση, πρέπει να το εντοπίζει και να το εξηγεί για να φαίνεται γιατί προτίμησε τον ένα αντί τον άλλο. Χωρίς έτσι να μεταβάλλεται συγκριτικά η υπηρεσιακή αξία των υπαλλήλων από στοιχεία που φέρνει ο ίδιος ο Διευθυντής βάσει των όσων λέει ότι γνωρίζει προσωπικά ή ότι πληροφορήθηκε από άλλους. Με τη σύσταση υποδεικνύεται, όπου τα δεδομένα το επιτρέπουν, ποιος είναι ο καταλληλότερος για τη θέση. Από αυτή την άποψη και σε αυτό το βαθμό είναι που η σύσταση αποτελεί αυτοτελές, ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης."
Καθώς έχει ήδη διαπιστωθεί η σύσταση του Διευθυντή δεν συνάδει με το περιεχόμενο των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Επομένως ο Διευθυντής έχει, με τη σύσταση του, διαμορφώσει νέα κατάσταση υπεροχής των Ε.Μ. έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο των ετήσιων αξιολογήσεων. ΄Εχει αναφέρει ότι οι προαχθέντες υπερέχουν σε σχέση με στοιχεία τα οποία έχουν αξιολογηθεί στις υπηρεσιακές εκθέσεις, οι οποίες, όμως, δεν τους εμφανίζουν ότι υπερέχουν.
Τυγχάνουν, επομένως, πλήρους εφαρμογής τα νομολογηθέντα στην Χριστοδουλίδη και στην Κουάλη και τα οποία έχουν επεξηγηθεί στην Κωνσταντίνου (πιο πάνω).
Για τους λόγους που υποδεικνύονται σε εκείνες τις αποφάσεις η σύσταση πάσχει. Η διαπίστωση αυτή οδηγεί στην επιτυχία της έφεσης την οποία και επιτρέπουμε.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.