ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 3 ΑΑΔ 798
30 Νοεμβρίου, 1999
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ Μ. ΛΑΪΦΗΣ ΛΤΔ.,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων-Καθ'ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2356)
Φορολογία — Φόρος Προστιθέμενης Αξίας — Ιεραρχική Προσφυγή/ Ένσταση — Άρθρο 52(1) του περί Προστιθέμενης Αξίας Νόμου (Ν. 246/90) — Αρμόδιο όργανο εξέτασής της ο Υπουργός Οικονομικών — Η αναζήτηση πληροφοριών από το γραφείο του Εφόρου δεν συνεπάγεται εκχώρηση των εξουσιών του Υπουργού.
Φορολογία — Φόρος Προστιθέμενης Αξίας — Ιεραρχική Προσφυγή/ Ένσταση — Η αναζήτηση πληροφοριών από το γραφείο του Εφόρου δεν αποτελεί οδηγία για νέα έρευνα — Ο Υπουργός έλαβε υπόψη τόσο τα γεγονότα όσο και τις παραστάσεις της ενισταμένης.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Έξοδα — Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου — Κατά κανόνα ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης.
Η εφεσίβλητη εταιρεία, της οποίας η ένσταση κατά της επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας, είχε απορριφθεί από τον αρμόδιο Υπουργό, εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία η προσφυγή της κατά της απόφασης αυτής είχε απορριφθεί.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστήριου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Όπως έχει νομολογηθεί αυτό που έχει σημασία στις περιπτώσεις ιεραρχικής προσφυγής, είναι ότι η τελική ευθύνη λήψης της απόφασης πρέπει πάντοτε να επαφίεται στον Υπουργό και στον Υπουργό μόνο. Είναι πρόδηλο από τα γεγονότα της υπόθεσης, ότι η ευθύνη για λήψη της απόφασης παρέμεινε σε όλα τα στάδια στον Υπουργό και λήφθηκε αποκλειστικά από τον ίδιο. Ο Υπουργός προέβηκε στη δέουσα κάτω από τις περιστάσεις έρευνα της υπόθεσης και έλαβε υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες περιλαμβανομένης και της θέσης της εφεσείουσας. Δεν έχει με οποιοδήποτε τρόπο απεμπολήσει ή εκχωρήσει την εξουσία του.
Το γεγονός ότι ζήτησε από τον Έφορο ΦΠΑ να θέσει υπόψη του τα γεγονότα της υπόθεσης δεν ισοδυναμεί με εκχώρηση εξουσίας. Ο Υπουργός έκαμε καλή χρήση των γεγονότων αφού τα έλαβε υπόψη σε συνδυασμό με τα γεγονότα όπως αυτά παρουσιάστηκαν από την εφεσείουσα. Περαιτέρω νόμιμα μπορούσε να κατατοπιστεί από τον αρμόδιο Λειτουργό του Υπουργείου και να ζητήσει τις απόψεις του. Δεν αναμένεται από ένα Υπουργό να προβαίνει ο ίδιος σε συλλογή στοιχείων. Μπορεί νόμιμα να αναθέσει αυτό το ρόλο σε λειτουργούς του Υπουργείου του. Αρκεί η τελική απόφαση να ληφθεί από τον ίδιο.
Η εισήγηση της αιτήτριας ότι δεν πληροφορήθηκε ποτέ τα στοιχεία που είχαν ληφθεί υπόψη στην έρευνα που διεξήγαγε ο Έφορος κατόπιν οδηγιών του Υπουργού, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η σχετική επιστολή του Υπουργού δεν έδινε οδηγίες για τη διεξαγωγή νέας έρευνας και τη συγκομιδή νέων στοιχείων. Αντίθετα ο Υπουργός ζήτησε από τον Έφορο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας να επιβεβαιώσει ότι η εφεσείουσα είχε αποστείλει τις φορολογικές της δηλώσεις και ότι κατέβαλε τους σχετικούς φόρους σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 52(1) και επιπρόσθετα ζήτησε "να ετοιμαστεί η σχετική έκθεση γεγονότων". Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι δεν είχαν δοθεί οδηγίες για τη διεξαγωγή νέας έρευνας, παρά μόνο οδηγίες για την ετοιμασία μιας έκθεσης αναφορικά με τα γεγονότα της υπόθεσης. Πρόσθετα, ο Υπουργός έλαβε υπόψη και τα γεγονότα της υπόθεσης όπως αυτά παρουσιάστηκαν από την εφεσείουσα.
Η επιδίκαση εξόδων είναι θέμα το οποίο ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Τα έξοδα κατά κανόνα ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης. Το θέμα εξόδων σε αιτήσεις που καταχωρούνται με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος εξετάστηκε σε αριθμό υποθέσεων.
Ο κανόνας είναι ότι το αποτέλεσμα της δίκης ασκεί στις πλείστες των περιπτώσεων αποφασιστική επίδραση. Στην παρούσα περίπτωση το Δικαστήριο δεν έχει πεισθεί ότι συντρέχουν λόγοι που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν παρέκκλιση από τον κανόνα ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Solea Car Company Ltd a.o. v. Republic (No. 2) (1976) 3 C.L.R. 385,
Efstathios Kyriakou & Son Ltd a.o. v. Republic (1970) 3 CLR 106,
Caritona Ltd v. Commissioners of Works a.o. [1943] 2 All E.R. 560,
Lewisham Borough Council a.o. v. Robers [1949] 1 All E.R. 815,
Κασάπης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 3 A.A.Δ. 43,
Αντωνίου v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 85,
Χατζηγεωργίου v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 23.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Νικολαΐδης, Δ.) που δόθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου, 1996 (Προσφυγή Αρ. 227/95) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή των εφεσειόντων-αιτητών κατά της βεβαίωσης φόρου ΦΠΑ στην οποία προέβη ο Έφορος και κατά της επιδίκασης ποσού £300 ως εξόδων από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.
Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα εταιρεία, που είναι εγγεγραμμένη στο Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), είχε ως εμπορική δραστηριότητα τη διαχείριση ενός κέντρου αναψυχής στην Αγία Νάπα. Κατόπιν ελέγχου που διεξήχθη από το Επαρχιακό Γραφείο Φ.Π.Α. Λάρνακας προέκυψε ότι οι φορολογικές δηλώσεις που υποβλήθηκαν για την περίοδο 1/7/92 - 30/9/93 ήταν ανακριβείς και δεν έγιναν αποδεκτές. Και τούτο γιατί,
(α) Από την ανάλυση των στοιχείων της επιχείρησης είχαν προκύψει διαφοροποιημένα στοιχεία σχετικά με τις εκροές και το φόρο εκροών από εκείνα που είχαν καταχωρηθεί στις φορολογικές δηλώσεις και
(β) Στις κορδέλες των ταμειακών μηχανών υπήρχε μεγάλος αριθμός καταχωρίσεων με το χαρακτηριστικό "NO SALE" και εκπρόσωπος της εφεσείουσας είχε αποδεχθεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις δεν είχε κτυπήσει τις εισπράξεις στην ταμειακή μηχανή.
Με βάση τα πιο πάνω το Επαρχιακό Γραφείο Φ.Π.Α. αφού έλαβε υπόψη,
(α) το ποσοστό εισπράξεων από αναψυκτικά και χυμούς σε σύγκριση με τις ολικές εισπράξεις,
(β) το αποτέλεσμα ελέγχου αγορών αναψυκτικών, χυμών και μπύρων σύμφωνα με τα τιμολόγια αγοράς και τιμές πώλησης που ήταν 300% και
(γ) το αποτέλεσμα συνολικών εισπράξεων που αναμένονταν με βάση το περιθώριο κέρδους για αναψυκτικά, χυμούς και μπύρες (που ήταν 300%) και το περιθώριο κέρδους για φαγώσιμα (που ήταν 100%),
καθόρισε το ποσό των £794.29 ως φόρο για την πιο πάνω περίοδο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση του Εφόρου Φ.Π.Α. και αφού απέρριψε την προσφυγή καταδίκασε την εφεσείουσα όπως καταβάλει ποσό £300 υπό τύπο εξόδων.
Η εφεσείουσα προσβάλλει την εγκυρότητα της πρωτόδικης απόφασης γιατί,
(α) Ο Υπουργός Οικονομικών δεν είχε εξουσία να αναθέσει στην ίδια Αρχή που επέβαλε το φόρο προστιθέμενης αξίας να εξετάσει την ένσταση που υποβλήθηκε στον Υπουργό,
(β) Ο Έφορος Φ.Π.Α. παρέλειψε να παραθέσει τα στοιχεία πάνω στα οποία στήριξε την απόφαση του, με αποτέλεσμα η εφεσείουσα να μην μπορεί να υποστηρίξει την ένσταση της προς τον Υπουργό Οικονομικών και
(γ) Η επιδίκαση εξόδων είχε τιμωρητικό χαρακτήρα.
(α) Εκχώρηση αρμοδιοτήτων από τον Υπουργό
Η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 52 που προνοεί ότι η αρμόδια αρχή είναι ο Υπουργός Οικονομικών, ο τελευταίος εκχώρησε το δικαίωμα εξέτασης της ένστασης που υποβλήθηκε στον Έφορο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.
Είναι η θέση της εφεσείουσας ότι υπήρξε "μεταβίβαση" ή "εκχώρηση" εξουσίας κατά παράβαση των προνοιών του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών και Απορρεουσών εκ τινός Νόμου αρ. 23/62 και του άρθρου 52 του περί Προστιθέμενης Αξίας Νόμου αρ. 246/90, που δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο.
Το άρθρο 52(1) προνοεί ότι,
"(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να υποβάλει ένσταση στον Υπουργό για οποιαδήποτε απόφαση, διαταγή, ειδοποίηση ή άλλη πράξη του Εφόρου, αναφορικά με τα θέματα που καθορίζονται στους κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου. Η ένσταση υποβάλλεται μέσα σε τριάντα ημέρες από την ημερομηνία της κοινοποίησης στο πιο πάνω πρόσωπο της εν λόγω απόφασης, διαταγής, ειδοποίησης ή άλλης πράξης του Εφόρου:
Νοείται ότι ο Υπουργός δεν επιλαμβάνεται οποιασδήποτε ένστασης εκτός εάν ο Έφορος βεβαιώσει ότι το πρόσωπο που υποβάλλει την ένσταση απέστειλε όλες τις φορολογικές δηλώσεις που απαιτούνται δυνάμει του παρόντος Νόμου και κατέβαλε όλα τα ποσά που αναφέρονται σ' αυτές ως πληρωτέα από το ίδιο ή οποιοδήποτε ποσό που ο Διευθυντής καθόρισε ως πληρωτέο φόρο ή ότι κατέθεσε ανάλογη χρηματική παρακαταθήκη στον Έφορο.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει την ένσταση και αποφασίζει, το αργότερο μέσα σε εξήντα ημέρες από την υποβολή της, κατά πόσο αυτή θα πρέπει να γίνει δεκτή ή να απορριφθεί ή κατά πόσο η απόφαση, διαταγή, ειδοποίηση ή άλλη πράξη του Εφόρου εναντίον της οποίας υποβλήθηκε η ένσταση πρέπει και σε ποιό βαθμό να τροποποιηθεί."
Οι λόγοι έφεσης καθιστούν επιβεβλημένη την παράθεση των σχετικών με την εξέταση της ένστασης πραγματικών περιστατικών. Μετά την υποβολή της ένστασης ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών ζήτησε από τον Εφορο Φ.Π.Α.,
(α) να βεβαιώσει ότι η εφεσείουσα απέστειλε όλες τις φορολογικές δηλώσεις που απαιτούνται από τη νομοθεσία και κατέβαλε το σχετικό φόρο όπως προνοείται στην επιφύλαξη του εδαφίου (1) του άρθρου 52 της νομοθεσίας περί Φ.Π.Α. και
(β) να ετοιμάσει σχετική έκθεση γεγονότων.
Ο Έφορος Φ.Π.Α. ανταποκρίθηκε. Με επιστολή του ημερομηνίας 19/7/94 προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών "επεσύναψε σχετική έκθεση γεγονότων, σχόλια και απόψεις επί του θέματος". Ταυτόχρονα επιβεβαίωσε ότι η εφεσείουσα είχε αποστείλει όλες τις φορολογικές δηλώσεις που απαιτούντο από τη Νομοθεσία και ότι είχε καταβάλει όλα τα ποσά που ο Έφορος είχε καθορίσει ως πληρωτέα.
Στη συνέχεια ετοιμάσθηκε σημείωμα προς τον Υπουργό από Λειτουργό του Υπουργείου Οικονομικών. Η έκθεση αναφέρεται στις πρόνοιες του σχετικού Νόμου, στη θέση της Νομολογίας, στους λόγους της ένστασης και στα σχετικά με την υπό εξέταση γεγονότα, καταλήγει δε με την πρόταση, "παρακαλώ για την απόφασή σας".
Ακολούθησε η απόφαση του Υπουργού. Περιέχεται σε κείμενο δύο σελίδων. Αναφέρει ότι λήφθηκαν υπόψη,
(1) Ο περί Φ.Π.Α. Νόμος και ειδικά το άρθρο 34(1),
(2) Η Αγγλική Νομοθεσία με βάση την οποία οι "Επίτροποι" (Commissioners), οφείλουν να προβούν στην πράξη της βεβαίωσης "κατά την καλύτερη δυνατή τους κρίση" (to the best of their judgment).
(3) Διάφορες αποφάσεις Αγγλικών Δικαστηρίων αναφορικά με τη δυνατότητα του Εφόρου να μπορεί να κρίνει ορισμένα στοιχεία,
(4) Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως παρουσιάζονται τόσο από την πλευρά της εταιρείας Ανδρέας Μ. Λαΐφης Λτδ., όσο και από την πλευρά της Υπηρεσίας Φ.Π.Α. και ορισμένα ειδικά γεγονότα (όπως αυτά αναφέρονται στις παραγράφους (ι) - (ιιι) της απόφασης).
Η απόφαση του Υπουργού καταλήγει με την απόρριψη της ένστασης αφού (όπως το έθεσε) ο Έφορος Φ.Π.Α. χρησιμοποίησε ορθά την κρίση του και προχώρησε στη βεβαίωση του οφειλόμενου φόρου προς την εταιρεία Ανδρέας Μ. Λαΐφης Λτδ.
Όπως έχει νομολογηθεί αυτό που έχει σημασία στις περιπτώσεις ιεραρχικής προσφυγής είναι ότι η τελική ευθύνη λήψης της απόφασης πρέπει πάντοτε να επαφίεται στον Υπουργό και στον Υπουργό μόνο. Οπως έχει τεθεί στην υπόθεση Solea Car Company Ltd and another (No. 2) v. The Republic (1976) 3 C.L.R. 385, 388),
"The ultimate responsibility for reaching a decision should at all times remain with the Minister, and with the Minister only."
Είναι πρόδηλο από τα γεγονότα της υπόθεσης, τα οποία έχουμε εκθέσει πιο πάνω, ότι η ευθύνη για λήψη της απόφασης παρέμεινε σε όλα τα στάδια στον Υπουργό και λήφθηκε αποκλειστικά από τον ίδιο. Ο Υπουργός προέβηκε στη δέουσα κάτω από τις περιστάσεις έρευνα της υπόθεσης και έλαβε υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες περιλαμβανομένης και της θέσης της εφεσείουσας. Δεν έχει με οποιοδήποτε τρόπο απεμπολήσει ή εκχωρήσει την εξουσία του.
Το γεγονός ότι ζήτησε από τον Έφορο Φ.Π.Α. να θέσει υπόψη του τα γεγονότα της υπόθεσης δεν ισοδυναμεί με εκχώρηση εξουσίας. Ο Υπουργός έκαμε καλή χρήση των γεγονότων αφού τα έλαβε υπόψη σε συνδυασμό με τα γεγονότα όπως αυτά παρουσιάσθηκαν από την εφεσείουσα. Περαιτέρω νόμιμα μπορούσε να κατατοπισθεί από τον αρμόδιο Λειτουργό του Υπουργείου και να ζητήσει τις απόψεις του. Όπως αναφέρεται στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, σελ. 193):
"Η υπό οργάνου αποφασιστικής αρμοδιότητος συγκρότησις συλλογικού συμβουλευτικού οργάνου προς κατατόπισιν και γνωμοδότησιν επί θεμάτων της αρμοδιότητός του, εις ουδεμίαν διάταξιν νόμου αντίκειται ουδέ και η υπ' αυτού αποδοχή της γνώμης του συμβουλευτικού τούτου οργάνου: 1062/51".
Δεν αναμένεται από ένα Υπουργό να προβαίνει ο ίδιος σε συλλογή στοιχείων. Μπορεί νόμιμα να αναθέσει αυτό το ρόλο σε λειτουργούς του Υπουργείου του. Αρκεί η τελική απόφαση να ληφθεί από τον ίδιο. (Βλ. Efstathios Kyriacou & Son Ltd and Others v. Republic (1970) 3 C.L.R. 106, 114, 115, Carltona Ltd. v. Commissioners of Works and Others [1943] 2 All E.R. 560, 563 και Lewisham Borough Council and Another v. Roberts [1949] 1 All E.R. 815, 828).
Για τους πιο πάνω λόγους ο α΄ λόγος έφεσης δεν ευσταθεί.
(β) Παράλειψη παράθεσης στοιχείων έτσι που η εφεσείουσα δεν μπορούσε να στηρίξει την ένστασή της
Είναι η εισήγηση της αιτήτριας ότι η τελευταία δεν πληροφορήθηκε ποτέ και δεν γνώριζε τα στοιχεία που είχαν ληφθεί υπόψη στην έρευνα που διεξήγαγε ο Έφορος κατόπιν οδηγιών του Υπουργού. Το γεγονός ότι η αιτήτρια δεν γνώριζε το αποτέλεσμα της έρευνας και δεν της δόθηκε η ευχέρεια να ακουστεί στη νέα έρευνα που έλαβε χώρα, καθιστά την απόφαση τρωτή αφού παραβιάζονται οι αρχές της χρηστής διοίκησης. Η εισήγηση αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η σχετική επιστολή του Υπουργού δεν έδινε οδηγίες για τη διεξαγωγή νέας έρευνας και τη συγκομιδή νέων στοιχείων. Αντίθετα ο Υπουργός ζήτησε από τον Έφορο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας να επιβεβαιώσει ότι η εφεσείουσα είχε αποστείλει τις φορολογικές της δηλώσεις και ότι κατέβαλε τους σχετικούς φόρους σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 52(1) και επιπρόσθετα ζήτησε "να ετοιμαστεί η σχετική έκθεση γεγονότων". Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι δεν είχαν δοθεί οδηγίες για τη διεξαγωγή νέας έρευνας, παρά μόνο οδηγίες για την ετοιμασία μιας έκθεσης αναφορικά με τα γεγονότα της υπόθεσης. Πρόσθετα, όπως έχουμε υποδείξει πιο πάνω, ο Υπουργός έλαβε υπόψη και τα γεγονότα της υπόθεσης όπως αυτά παρουσιάσθηκαν από την εφεσείουσα. Και αυτός ο λόγος της έφεσης δεν ευσταθεί.
(γ) Έξοδα
Η εφεσείουσα εισηγείται ότι η επιδίκαση ποσού £300 για έξοδα εναντίον της "είναι τιμωρητική και αχρείαστη αφού με τον τρόπο αυτό δεν υπήρξε παρά τομή στο δίκαιο και προσδιορισμός δημόσιων δικαιωμάτων και όχι ιδιωτικού δικαίου αντιδικία".
Η πιο πάνω εισήγηση δεν μας βρίσκει σύμφωνους.
Η επιδίκαση εξόδων είναι θέμα το οποίο ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Τα έξοδα κατά κανόνα ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης. Το θέμα εξόδων σε αιτήσεις που καταχωρούνται με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος εξετάστηκε σε αριθμό υποθέσεων. (Ίδε Κασάπης και άλλοι v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 43, Αντωνίου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 85 και Χ''Γεωργίου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 23. Στην υπόθεση Χ''Γεωργίου (πιο πάνω) μετά από μια λεπτομερή εξέταση της νομολογίας, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου τονίζοντας ότι το αποτέλεσμα της δίκης είναι ο κυριαρχικός παράγων στο θέμα εξόδων, παρατήρησε ότι,
"Ο κανόνας παραμένει ότι τα έξοδα της αναθεωρητικής δίκης αφίενται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Όπως προκύπτει, στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα, το αποτέλεσμα ασκεί σήμερα, σε αντίθεση με το παρελθόν (για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει), μεγαλύτερη επίδραση και, στις πλείστες των περιπτώσεων, αποφασιστική."
Στην παρούσα περίπτωση δεν έχουμε πεισθεί ότι συντρέχουν λόγοι που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν παρέκκλιση από τον κανόνα ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.