ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 3 ΑΑΔ 326
11 Ιουνίου, 1999
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑOY, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
1. ΠΕΤΡΟΣ Α. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ,
2. ΠΑΥΛΟΣ Α. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
v.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Eφεσιβλήτου-Καθ' ου η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2274)
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού — Δικαιώματα παροχής νερού — Άρθρο 6Β των περί Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού Κανονισμών — Για παροχή νερού σε γη που είναι μεγαλύτερη από την έκταση ενός οικοπέδου εφαρμόζεται η επιφύλαξη του Άρθρου 6Β — Για παροχή νερού σε γη που είναι διαχωρισμένη σε κανονικά οικόπεδα εφαρμόζεται το Άρθρο 6Β(α)-(δ).
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού — Δικαιώματα παροχής νερού — Υπολογισμός και επιβολή τους από το Διευθυντή του Συμβουλίου — Αρμόδια επιβλήθηκαν, εφόσον ο Διευθυντής δεν άσκησε διακριτική ευχέρεια — Ως εκτελεστικό όργανο ενήργησε.
Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Η επάρκειά της εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης — Επιβολή δικαιωμάτων υδατοπρομήθειας — Ο Κανονισμός καθορίζει τα τέλη με βάση οριζόμενα στοιχεία — Με δεδομένα τα στοιχεία της υπόθεσης, ενώπιον του οργάνου απαιτείται μόνο μαθηματική πράξη.
Οι περί Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού Κανονισμοί - Δικαιώματα παροχής νερού — Άρθρο 6Β — Ισχυρισμός περί θέσπισής του καθ' υπέρβαση των εξουσιοδοτικών διατάξεων του περί Υδατοπρομήθειας (Δημοτικές και Άλλες περιοχές) Νόμου, Κεφ. 350 με τις οποίες καθορίζεται το τέλος ως ανταποδοτικό για κάλυψη των εξόδων — Ελλείψει στοιχείων, ο ισχυρισμός παρέμεινε ατεκμηρίωτος.
Εφεσιβάλλοντας την πρωτόδικη δικαστική απόφαση, με την οποία η προσφυγή τους κατά της απόφασης επιβολής δικαιωμάτων παροχής νερού, είχε απορριφθεί, οι εφεσείοντες πρόβαλαν τέσσερις λόγους ακύρωσης της διοικητικής απόφασης, τους οποίους είχαν προβάλει και πρωτοδίκως:
(α) Λανθασμένα εφαρμόστηκε η επιφύλαξη του Άρθρου 6Β του Νόμου, που αναφέρεται σε ανάπτυξη γης, ενώ το κτήμα τους ήταν διαιρεμένο σε ένα οικόπεδο, οπότε εφαρμογή είχε το Άρθρο 6Β (α) - (δ),
(β) Η απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο, το Διευθυντή, αντί το Συμβούλιο,
(γ) Η απόφαση ήταν αναιτιολόγητη, και
(δ) Ο Κανονισμός 6Β θεσπίστηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας των εξουσιοδοτικών Άρθρων 40 και 30 του Κεφ. 250, εφόσον τα τέλη από ανταποδοτικά μετατρέπονται σε πηγή πλουτισμού του Συμβουλίου.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Οι εφεσείοντες προέβησαν σε αξιοποίηση της γης τους, έκτασης 49.950 τ.π., ως ενιαίο σύνολο. Δεν τη διαίρεσαν σε οικόπεδα. Αν η εισήγηση των δικηγόρων των εφεσειόντων γινόταν αποδεκτή, τότε ιδιοκτήτες όποιας έκτασης γης, ακόμη και τετραγωνικών μιλίων, θα μπορούσαν να υποβάλουν αίτηση "διαίρεσής" της σε ένα οικόπεδο ώστε, αφενός να αποφύγουν το ύψος των δικαιωμάτων όπως αυτά καθορίζονται στους Κανονισμούς μα, και ταυτόχρονα, να τυγχάνουν του ευεργετήματος των αναγκαίων εγκαταστάσεων και παροχής νερού σ' ολόκληρο το κτήμα τους. Προστίθεται η εξής παρατήρηση. Όταν ο Κανονισμός μιλά για διαχωρισμό σε "οικόπεδα", ο όρος που χρησιμοποιείται δεν είναι τυχαίος. "Οικόπεδα" όπως μεταδίδει και η ετυμολογία της λέξης, είναι η έκταση τεμαχίου γης πάνω στο οποίο χτίζεται το σύνηθες οικογενειακό σπίτι. Γι' αυτό και στην περίπτωση εφαρμογής της επιφύλαξης του Κανονισμού, όπου έχουμε ανάπτυξη γης, τα δικαιώματα ορίζονται με τη διαίρεση του εμβαδού της υπό αξιοποίηση γης διά 8.000 τ.π..
2. Ο Διευθυντής δεν άσκησε οποιαδήποτε διακριτική εξουσία. Απλώς εφάρμοσε, ως εκτελεστικό το όργανο του Συμβουλίου, το σχετικό Κανονισμό στον οποίο ορίζονται τα τέλη και δικαιώματα.
3. Αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός των εφεσειόντων πως η επίδικη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη. Η κρίση αν μια διοικητική πράξη περιέχει επαρκή αιτιολογία, όπως επιβάλλεται από τις αρχές του διοικητικού δικαίου, εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Εδώ, τα τέλη και δικαιώματα για την εγκατάσταση υδατοπρομήθειας και παροχής νερού καθορίζονται από τον Κανονισμό, στη βάση επίσης οριζομένων στοιχείων. Όταν υποβλήθηκε η αίτηση των εφεσειόντων περιέχονταν σ' αυτή όλα τα απαραίτητα στοιχεία που αφορούσαν στην έκδοση της άδειας, και κυρίως το εμβαδόν του κτήματος, που με απλή αριθμητική πράξη, δηλαδή της διαίρεσής του με το 8.000, έδωσε το καταβλητέο ποσό δικαιωμάτων και τελών.
4. Οι καθ' ων η αίτηση καθόρισαν τα τέλη έχοντας υπόψη τα προϋπολογισμένα, και εκ της πείρας τους, πραγματικά έξοδα για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ενώπιον του Δικαστηρίου, που να αποδεικνύει πως οι καθ' ων η αίτηση καταχρώνται της άσκησης των αρμοδιοτήτων τους και πλουτίζουν με αποθεματικά κέρδη τα ταμεία τους, όπως μια ιδιωτική επιχείρηση. Ελλείψει σταθερών στοιχείων περί του αντιθέτου, θα ήταν παράλογο, και πρακτικώς αδύνατο, να αναμένεται από τους καθ' ων η αίτηση, ή οποιοδήποτε άλλο διοικητικό όργανο βρισκόταν σε παρόμοια θέση, να υποχρεώνεται να αποδεικνύει σε κάθε περίπτωση, με όγκους ίσως βιβλίων και λογαριασμών, πως το τέλος, φερειπείν Λ.Κ.10 που επέβαλε σε κάποιο πολίτη, δεν ενέχει τη φύση του ανταποδοτικού τέλους, αλλά εισπράττεται για να δημιουργηθεί ταμειακό κέρδος.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Καλλής, Δ.) που δόθηκε στις 22 Μαρτίου, 1996 (Προσφυγή Αρ. 562/92) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή των εφεσειόντων εναντίον της απόφασης του εφεσίβλητου -καθ' ου η αίτηση να επιβάλει σ' αυτούς το ποσό των £1.500 σαν προκαταβολή για εκτέλεση εργασίας παροχής νερού και το ποσό των £3.000 σαν δικαιώματα προμήθειας νερού σε ακίνητό τους.
Π. Αναστασιάδης, για τους Εφεσείοντες.
Μ. Καλλίγερου για Γ. Αγαπίου, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες είναι ιδιοκτήτες χωραφιού στην περιοχή Κάψαλος, επαρχία Λεμεσού έκτασης 49.950 τ.π. Υπέβαλαν αίτηση στο Δήμο Λεμεσού, την αρμόδια αρχή, για την έκδοση άδειας διαίρεσης του κτήματος τους σε οικόπεδα. Στις 9.1.89 έδωσε ο Δήμος τη σχετική άδεια για διαίρεση του κτήματος σε δυο οικόπεδα. Με μεταγενέστερη αίτηση τους οι εφεσείοντες ζήτησαν τροποποίηση της εκδοθείσας άδειας, ώστε το κτήμα τους να διαιρεθεί σε μόνο ένα εγκεκριμένο οικόπεδο.
Στις 15.4.92 οι εφεσείοντες υπέβαλαν αίτηση στους καθ' ων, το Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, για την εγκατάσταση αρδευτικού συστήματος στο υπό διαίρεση κτήμα τους, η οποία και εγκρίθηκε στις 19.5.92. Οι εφεσείοντες επιβαρύνθηκαν με £1.500 για τη δαπάνη της εγκατάστασης του αρδευτικού συστήματος, και £3.000 δικαιώματα παροχής του νερού. Οι εφεσείοντες πλήρωσαν τα πιο πάνω τέλη και δικαιώματα υπό διαμαρτυρία, και ακολούθως καταχώρισαν την υπό συζήτηση προσφυγή στην οποία πρόσβαλαν την επιβολή των πιο πάνω τελών και δικαιωμάτων ως νομικά άκυρη.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τις εισηγήσεις των δικηγόρων των εφεσειόντων, που βασίζονταν κατά κύριο λόγο σε νομικά σημεία. Στην παρούσα έφεση επανέλαβαν τις νομικές θέσεις που προώθησαν πρωτοδίκως, καλώντας μας να ανατρέψουμε την απόφαση ως νομικά εσφαλμένη.
Το πρώτο σημείο, που εγείρεται στον ταυτάριθμο λόγο έφεσης, είναι πως ο Καν.6Β των περί Συμβουλίου Υδατοπρομηθείας Λεμεσού Κανονισμών, ερμηνεύθηκε εσφαλμένα από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο προέβη επίσης σε λαθεμένη υπαγωγή των γεγονότων της υπόθεσης στις διατάξεις του, με αποτέλεσμα να εκφράσει αστήρικτη κατά νόμο ετυμηγορία. Ο πιο πάνω Κανονισμός έχει ως εξής:
«6Β. Έκαστον πρόσωπον εις το οποίον χορηγείται δικαίωμα προμηθείας οικιακού ύδατος εκ της υδατοπρομηθείας του Συμβουλίου δια να χρησιμοποιηθή εντός της περιοχής Υδατοπρομηθείας ως πηγή υδατοπρομηθείας της γης του δια σκοπούς αξιοποιήσεως και ή διαχωρισμού της εις οικόπεδα ή διά να μεταφερθή εις ανεγερθησομένην οικοδομήν του, δέον όπως πληρώνη προς το Συμβούλιον, επιπροσθέτως οιουδήποτε ποσού πληρωνομένου δυνάμει οιουδήποτε ετέρου Κανονισμού, και τα ακόλουθα δικαιώματα ήτοι:
(α) μέχρι δύο οικόπεδα δικαίωμα Λ.Κ.100 για κάθε οικόπεδο·
(β) από τρία μέχρι τέσσερα οικόπεδα δικαίωμα Λ.Κ.500 για κάθε οικόπεδο·
(γ) από πέντε μέχρι δέκα οικόπεδα, δικαίωμα Λ.Κ.500 για κάθε οικόπεδο·
(δ) πέραν των δέκα οικοπέδων, δικαίωμα Λ.Κ.600 για κάθε οικόπεδο:
Νοείται ότι σε περίπτωση αναπτύξεως γης, χωρίς να προηγηθεί διαχωρισμός της σε οικόπεδα, ο αριθμός των οικοπέδων για σκοπούς υπολογισμού των ως άνω δικαιωμάτων θα υπολογίζεται αφού διαιρεθεί η ολική έκταση της αξιοποιούμενης γης διά 8.000τ.π.»
Ο συνάδελφος είπε πρωτοδίκως πως ο πιο πάνω Κανονισμός αφορά σε δυο τάξεις δικαιωμάτων, ανάλογα με τη φύση της διαίρεσης του κτήματος. Η πρώτη αφορά στη διαίρεση σε οικόπεδα, οπόταν και εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού 6Β(α)-(δ), ενώ η δεύτερη στην ανάπτυξη της γης. Έκρινε δε συναφώς πως οι εφεσείοντες δεν διαίρεσαν τη γη τους σε οικόπεδα, αλλά την αξιοποίησαν ως ενιαίο σύνολο και επομένως η περίπτωση εμπίπτει στην επιφύλαξη του Καν.6Β.
Οι εφεσείοντες εισηγούνται πως διαίρεσαν τη γη τους σ΄ένα οικόπεδο, και γι' αυτό ο καθορισμός των δικαιωμάτων έπρεπε να γίνει με βάση τις πρόνοιες του Καν.6Β(α) και όχι κατ' εφαρμογή της επιφύλαξης, που όπως είπαμε ήδη, αφορά στην αξιοποίηση γης.
Μαζί με το συνάδελφο, που δίκασε πρωτοδίκως την προσφυγή, απορρίπτουμε την εισήγηση των δικηγόρων των εφεσειόντων ως νομικά εσφαλμένη. Οι εφεσείοντες προέβησαν σε αξιοποίηση της γης τους, έκτασης 49.950 τ.π., ως ενιαίο σύνολο. Δεν τη διαίρεσαν σε οικόπεδα. Αν η εισήγηση των δικηγόρων των εφεσειόντων γινόταν αποδεκτή, τότε ιδιοκτήτες όποιας έκτασης γης, ακόμη και τετραγωνικών μιλίων, θα μπορούσαν να υποβάλουν αίτηση «διαίρεσης» της σε ένα οικόπεδο ώστε, αφενός να αποφύγουν το ύψος των δικαιωμάτων όπως αυτά καθορίζονται στους Κανονισμούς μα, και ταυτόχρονα, να τυγχάνουν του ευεργετήματος των αναγκαίων εγκαταστάσεων και παροχής νερού σ' ολόκληρο το κτήμα τους. Θα προσθέταμε και την εξής παρατήρηση. Όταν ο Κανονισμός μιλά για διαχωρισμό σε «οικόπεδα», ο όρος που χρησιμοποιείται δεν είναι τυχαίος. «Οικόπεδα», όπως μεταδίδει και η ετυμολογία της λέξης, είναι η έκταση τεμαχίου γης πάνω στο οποίο χτίζεται το σύνηθες οικογενειακό σπίτι. Γι' αυτό, και στην περίπτωση εφαρμογής της επιφύλαξης του Κανονισμού, όπου έχουμε ανάπτυξη γης, τα δικαιώματα ορίζονται με τη διαίρεση του εμβαδού της υπό αξιοποίηση γης διά 8.000τ.π.
Ηγέρθη επίσης ζήτημα αρμοδιότητας του διευθυντή των εφεσιβλήτων να εκδώσει την προσβαλλόμενη πράξη γιατί, σύμφωνα με τον περί Υδατοπρομήθειας (Δημοτικαί και Άλλαι Περιοχαί) Νόμο Κεφ.350, άρθρα 3(1) και 13(γ) αρμόδιο για την επιβολή των δικαιωμάτων και τελών είναι το συλλογικό όργανο, οι καθ' ων η αίτηση δηλαδή.
Και επί αυτού του σημείου η προσέγγισης μας είναι η ίδια με του πρωτόδικου δικαστή. Ο διευθυντής δεν άσκησε οποιαδήποτε διακριτική εξουσία. Απλώς εφάρμοσε, ως εκτελεστικό το όργανο του Συμβουλίου, τον σχετικό Κανονισμό, στον οποίο ορίζονται τα τέλη και δικαιώματα.
Αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός των εφεσειόντων πως η επίδικη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη. Η κρίση αν μια διοικητική πράξη περιέχει επαρκή αιτιολογία, όπως επιβάλλεται από τις αρχές του διοικητικού δικαίου, εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Εδώ, τα τέλη και δικαιώματα για την εγκατάσταση υδατοπρομήθειας και παροχής νερού καθορίζονται από τον Κανονισμό, στη βάση επίσης οριζομένων στοιχείων. Τα έχουμε παραθέσει πιο πάνω. Όταν υποβλήθηκε η αίτηση των εφεσειόντων περιέχονταν σ' αυτή όλα τα απαραίτητα στοιχεία που αφορούσαν στην έκδοση της άδειας, και κυρίως το εμβαδόν του κτήματος, που με απλή αριθμητική πράξη, δηλαδή της διαίρεσης του με το 8.000, έδωσε το καταβλητέο ποσό δικαιωμάτων και τελών.
Συνυφασμένος, με την αμέσως προηγούμενη εισήγηση των δικηγόρων των εφεσειόντων, είναι και ο ισχυρισμός τους πως ο Καν.6Β, θεσπίστηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας (ultra vires) των εξουσιοδοτικών άρθρων 40, και ιδιαίτερα 30 Κεφ.350. Οι συνήγοροι λέγουν πως ο τρόπος υπολογισμού των δικαιωμάτων και δαπανών, που γίνονται στη βάση αριθμού οικοπέδων και εμβαδού του κτήματος, είναι νομικά ανεπίτρεπτος γιατί εκτρέπεται από το θεμέλιο υπολογισμού που θέτει ο νόμος, και που είναι η κάλυψη των ετήσιων εξόδων των εφεσιβλήτων, και τίποτε άλλο. Με απλά λόγια διατείνονται πως ο Νόμος καθορίζει τέλη και δικαιώματα ανταποδοτικά των υπηρεσιών που παρέχουν οι καθ' ων η αίτηση, ενώ, με τον τρόπο που οι ίδιοι τα επιβάλλουν, δυνατό να εισπράττουν ποσά πολύ μεγαλύτερα απ' αυτά που χρειάζονται για την κάλυψη των εξόδων τους για τις συγκεκριμένες παροχές.
Η πιο πάνω εισήγηση μπορεί να φαίνεται με μια πρώτη ματιά ελκυστική. Δεν είναι όμως ορθή. Ως Διοικητικό Δικαστήριο στη βάση του τεκμηρίου πως η διοίκηση λειτουργεί νόμιμα, κρίνουμε πως οι καθ' ων η αίτηση καθόρισαν τα τέλη έχοντας υπόψη τα προϋπολογισμένα, και εκ της πείρας τους, πραγματικά έξοδα για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ενώπιον μας που να αποδεικνύει πως οι καθ' ων η αίτηση καταχρώνται της άσκησης των αρμοδιοτήτων τους και πλουτίζουν με αποθεματικά κέρδη τα ταμεία τους, όπως μια ιδιωτική επιχείρηση. Ελλείψει σταθερών στοιχείων περί του αντιθέτου, θα ήταν παράλογο, και πρακτικώς αδύνατο, να αναμένεται από τους καθ' ων η αίτηση, ή οποιοδήποτε άλλο διοικητικό όργανο βρισκόταν σε παρόμοια θέση, να υποχρεώνεται να αποδεικνύει σε κάθε περίπτωση, με όγκους ίσως βιβλίων και λογαριασμών, πως το τέλος, φερειπείν £10 που επέβαλε σε κάποιο πολίτη, δεν ενέχει τη φύση του ανταποδοτικού τέλους, αλλά εισπράττεται για να δημιουργηθεί ταμειακό κέρδος.
Ενόψει της πιο πάνω ανάλυσής μας η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.