ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1999) 3 ΑΑΔ 77

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 57/94

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΑΡΤΕΜΗ,

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ,

ΚΡΟΝΙΔΗ, ΗΛΙΑΔΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΔΔ.

Μεταξύ:

Κώστα Βύρωνα, εκ Λευκωσίας,

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων

Αξιωματικών,

2. Υπουργικού Συμβουλίου,

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------

25 Φεβρουαρίου 1999

Για τον αιτητή: Ν. Παπαευσταθίου για Τ. Παπαδόπουλο.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Α. Μαρκίδης, Γενικός Εισαγγελέας της

Δημοκρατίας, με τον κ. Α. Χριστοφόρου,

Δικηγόρο της Δημοκρατίας Α΄.

---------------------------

Αυτή είναι η απόφαση των Κωνσταντινίδη, Νικολάου, Καλλή

και Κραμβή, ΔΔ.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:

Εισαγωγή:

Κατά τις τακτικές κρίσεις αξιωματικών για το 1993, το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών έκρινε τον αιτητή προακτέο κατ΄ αρχαιότητα αντί κατ΄ εκλογήν. Το Υπουργικό Συμβούλιο κύρωσε τον κατ΄ ακολουθίαν καταρτισθέντα Πίνακα. Ως αποτέλεσμα, προήχθη σε μια κενή θέση Ταξίαρχου άλλος αξιωματικός. Ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή. Το Ανώτατο Δικαστήριο, με απόφαση ημερ. 3 Οκτωβρίου 1995, την ακύρωσε. Δεν υπήρξε έφεση. Όμως η Διοίκηση δυστρόπησε. Η επανεξέταση, στο κάθε στάδιο, καθυστέρησε επί μακρόν. Κι αυτό παρά τις απανωτές διαμαρτυρίες του αιτητή. Συμμόρφωση εν τέλει επήλθε με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 29 Σεπτεμβρίου 1997 η οποία σήμανε τη συμπλήρωση της επανεξέτασης. Με θετικό για τον αιτητή αποτέλεσμα. Καθώς έχει αναφερθεί, ενημερωτική επιστολή ημερ. 30 Οκτωβρίου 1997 στάληκε περί τούτου στους δικηγόρους του αιτητή.

Η παρούσα διαδικασία:

Με αίτηση ημερ. 3 Νοεμβρίου 1997 ο αιτητής ζητεί:

"Α. Όπως οι Καθ΄ ων η Αίτηση τιμωρηθούν με φυλάκιση των μελών τους ή/και με φυλάκιση όσων από τα μέλη τους δεν συμμορφώνονται πλήρως και ενεργώς προς την απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ημερ. 3-10-95, στην πιο πάνω προσφυγή.

Β. Όπως οι Καθ΄ ων η Αίτηση τιμωρηθούν για παράβαση ή/και παρακοή προς την απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ημερ. 3-10-95 ή/και περιφρόνηση του Σεβαστού Δικαστηρίου με φυλάκιση των μελών τους ή/και με φυλάκιση όσων από τα μέλη τους ευθύνονται, μέχρι πλήρους συμμόρφωσης ή/και με την επιβολή προστίμου προς συμμόρφωση ή/και για παρακοή ή/και περιφρόνηση του Σεβαστού Δικαστηρίου.

Γ. Την έκδοση διατάγματος ή/και απόφασης ή/και οδηγίας με τις οποίες να εξαναγκάζονται οι Καθ΄ ων η Αίτηση, με τιμωρία ή/και άλλως πως, σε ενεργό και πλήρη συμμόρφωση προς την απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ημερ. 3-10-95.

Δ. Την έκδοση διατάγματος ή/και απόφασης ή/και οδηγίας με τα οποία να εξαναγκάζονται οι Καθ΄ ων η Αίτηση σε υπακοή προς την απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ημερ. 3-10-95 ή/και σχετικά με τις ενέργειες στις οποίες οφείλουν να προβούν οι Καθ΄ ων η Αίτηση για να συμμορφωθούν άμεσα και ενεργώς προς την απόφαση του Σεβ. Δικαστηρίου ημερ. 3/10/1995.

Ε. Έξοδα της παρούσας αίτησης."

 

Η αίτηση τέθηκε ενώπιον του Δικαστή που είχε επιληφθεί της προσφυγής. Ο Γενικός Εισαγγελέας καταχώρισε ένσταση. Εν συνεχεία οι συνήγοροι του αιτητή υπέβαλαν αίτημα όπως την ακρόαση την αναλάβει η Πλήρης Ολομέλεια. Εξέφρασαν την άποψη ότι "υπάρχουν αποφάσεις κατ΄ έφεση που εκ πρώτης όψεως μπορούν να προβληθούν αντιφατικές". Εξειδίκευσαν ότι επρόκειτο για τις Kyriacou and Others v. The Minister of Interior (1988) 3 C.L.R. 643 και Δημοκρατία ν. Θαλασσινού (1991) 3 Α.Α.Δ. 203. Επικαλέστηκαν το ότι, για τον ίδιο λόγο, την ακρόαση σε παρόμοια αίτηση στη Χριστάκη Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, προσφυγή αρ. 1061/94, την είχε αναλάβει η Πλήρης Ολομέλεια.

Πράγματι αυτό είχε γίνει σε εκείνη την υπόθεση. Στην οποία συζητήθηκε διεξοδικά, με αναφορά στη νομολογία, το κατά πόσο η μη συμμόρφωση με ακυρωτική απόφαση βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, αποτελεί περιφρόνηση του Δικαστηρίου σε σχέση με την οποία παρέχεται δικαιοδοσία για τιμωρία. Σημειώνουμε εν παρόδω ότι οι συνήγοροι του εδώ αιτητή εμφανίστηκαν εκεί εκ μέρους των καθ΄ ων και υποστήριξαν πως δεν υπήρχε δικαιοδοσία. Η απόφαση επιφυλάχθηκε. Αλλά δεν εκδόθηκε. Διότι η αίτηση αποσύρθηκε στο μεταξύ.

Η Πλήρης Ολομέλεια συγκατένευσε να αναλάβει την ακρόαση και της παρούσας αίτησης. Μια κι αυτό ήταν που είχε γίνει στην προηγούμενη περίπτωση.

Η ακρόαση:

Κατά την ημερομηνία ακρόασης υποβλήθηκε εκ μέρους του αιτητή αίτημα για αναβολή επειδή οι συνήγοροι που ετοιμάστηκαν για την υπόθεση δεν μπορούσαν να εμφανιστούν. Είχε από την προηγουμένη καταχωριστεί ειδοποίηση στην οποία εκτίθεντο οι λόγοι. Στο Δικαστήριο εμφανίστηκε ο εκ των συνηγόρων κ. Ν. Παπαευσταθίου για προώθηση του αιτήματος. Το οποίο απορρίφθηκε ομόφωνα. Ο κ. Παπαευσταθίου δήλωσε τότε αδυναμία να ανταποκριθεί. Παραθέτουμε από το πρακτικό ό,τι κυρίως ενδιαφέρει:

"Δεν έχω προετοιμαστεί για την ακρόαση της παρούσας αίτησης έντιμε κ. Πρόεδρε, έντιμοι κ. Δικαστές. Δεν χειρίστηκα σε οποιοδήποτε στάδιο την ακρόαση της παρούσας υπόθεσης λόγω άλλων υποχρεώσεων. Πληροφορήθηκα γι΄ αυτή την υπόθεση χθες το απόγευμα και εμφανίστηκα ενώπιον σας για το μοναδικό λόγο να υποβάλω και υποστηρίξω το αίτημα για την αναβολή. Ως εκ τούτου, αισθάνομαι ότι δεν μπορώ να βοηθήσω το Δικαστήριο στην ακρόαση αυτής της αίτησης.

.................................. .................................................. .......

Δεν γνωρίζω ούτε τα πραγματικά γεγονότα της παρούσας αίτησης, ούτε έχω μελετήσει τα νομικά σημεία τα οποία εγείρονται στην παρούσα υπόθεση. Ως εκ τούτου αισθάνομαι ότι δεν μπορώ να βοηθήσω το Δικαστήριο σε υποστήριξη της αίτησης του αιτητή ως έχει ενώπιόν σας.

.................................. .................................................. .......

Αισθάνομαι ότι δεν μπορώ να βοηθήσω το Δικαστήριο με επιχειρηματολογία σε σχέση με τα νομικά θέματα τα οποία εγείρονται ενώπιόν σας. Δεν μπορώ να προσθέσω σε βοήθεια του Δικαστηρίου με επιχειρηματολογία και ανάπτυξη των νομικών θεμάτων τα οποία εγείρονται, για τους λόγους τους οποίους έχω εκθέσει προηγουμένως. Ως εκ τούτου το μόνο το οποίο μπορώ να πω είναι ότι η αίτηση είναι ενώπιον σας, υποστηρίζεται εκ μέρους του αιτητή και τίποτε περισσότερο."

 

Τον λόγο έπειτα έλαβε ο Γενικός Εισαγγελέας ο οποίος διευκρίνησε ότι εκ των προσώπων που κατανομάζονταν στην αίτηση ως μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών, δεν εκπροσωπούσε κανένα από τους πρώην. Εκ μέρους των οποίων, ας σημειωθεί, δεν υπήρξε εμφάνιση παρά την επίδοση και σε εκείνους.

Προέβαλε ως πρώτη θέση ότι η αίτηση, όπως ήταν διατυπωμένη, δεν είχε αντικείμενο. Κι αυτό διότι, κατά την εισήγηση του, εκείνο στο οποίο αποσκοπούσε η αίτηση ήταν η συμμόρφωση. Σε σχέση με την οποία ζητείται ο εξαναγκασμός των καθ΄ ων με τιμωρία ή άλλως πως. Και αφ΄ ης στιγμής υπήρξε συμμόρφωση πριν από την καταχώριση της αίτησης - ακόμα και αν ο αιτητής δεν το πληροφορήθηκε έγκαιρα - ό,τι επιδιωκόταν με την αίτηση είχε ήδη επέλθει. Δεν μας φαίνεται πάντως να λαμβάνει υπόψη αυτή η θέση τις τελευταίες διαζεύξεις της παραγράφου Β΄ του αιτητικού οι οποίες, όπως τις διαβάζουμε, αναφέρονται σε ήδη τελεσθείσα "παρακοή ή/και περιφρόνηση", για την οποία επιδιώκεται τιμωρία. Ο Γενικός Εισαγγελέας πρόσθεσε εξ άλλου ότι εν πάση περιπτώσει ο αιτητής δεν απέδειξε ο,τιδήποτε συγκεκριμένο σε βάρος κανενός. Έπειτα προχώρησε στο ζήτημα δικαιοδοσίας. Επεσήμανε ότι η Θαλασσινού (ανωτέρω), στην οποία κρίθηκε ότι δεν υπάρχει δικαιοδοσία, ρητά ανέτρεψε την προηγούμενη αντίθετη απόφαση, ήτοι, την Kyriacou (ανωτέρω) η οποία είχε στηριχθεί στη Republic v. Nissiotou (1985) 3 C.L.R. 1335.

Κατάληξη:

Προέχει το ζήτημα δικαιοδοσίας. Δεν μπορεί, στην απουσία δικαιοδοτικού ερείσματος, να εξεταστεί ο,τιδήποτε που αφορά τις εγγενείς ανάγκες της υπόθεσης.

Ακόμα και το κατά πόσο, εν προκειμένω, η αίτηση στερείται αντικειμένου για το λόγο που εισηγήθηκε ο Γενικός Εισαγγελέας, αποτελεί ερώτημα που θα μπορούσε να απαντηθεί μόνο εφόσον το Δικαστήριο θα είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της περίπτωσης για να το εξετάσει.

Είναι πρόδηλο ότι στο υπό κρίση ζήτημα δικαιοδοσίας δεν υπάρχουν αντιφατικές αποφάσεις της Ολομέλειας. Υπάρχει μόνο μια. Η οποία και το διέπει. Είναι η απόφαση της πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας στη Θαλασσινού (ανωτέρω). Στην οποία εξετάστηκε, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την επίλυση τεθέντος θέματος περιφρόνησης Δικαστηρίου, το "κατά πόσο στοιχειοθετείται περιφρόνηση του Δικαστηρίου σε περίπτωση μη συμμόρφωσης σε ακυρωτική απόφαση που εκδίδεται στη δικαιοδοσία του Άρθρου 146". Κατόπιν διεξοδικής συζήτησης, κατά την οποία έγινε ανασκόπηση της νομολογίας, η πλειοψηφία κατηγορηματικά έδωσε στο ερώτημα αρνητική απάντηση και ρητά ανέτρεψε την προηγούμενη αντίθετη περί τούτου νομολογία, ήτοι, την απόφαση της πλειοψηφίας της Ολομέλειας στην Kyriacou (ανωτέρω) και την ομόφωνη απόφαση της διευρυμένης Ολομέλειας στη Nissiotou (ανωτέρω). Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα (σελ. 227-8):

"Έχουμε καταλήξει λοιπόν στο συμπέρασμα οδηγούμενοι από τις αρχές που παραθέσαμε πιο πάνω, ότι οι απόψεις που εξεφράσθησαν στις υποθέσεις Nissiotou πρωτόδικα και κατ΄ έφεση και στην υπόθεση Kyriacou, της Ολομέλειας δεν δικαιολογούνται από το Σύνταγμα και ιδιαίτερα τις διατυπώσεις των άρθρων 146 και 150, όπως επίσης τις διάφορες νομοθετικές διατάξεις και τις Γενικές Αρχές του Δικαίου που ισχύουν στο Ηπειρωτικό Σύστημα και εισήχθησαν με το άρθρο 146, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Βρίσκομε επομένως ότι αυτή είναι η κατάλληλη υπόθεση για να διαφωνήσουμε με αυτές και να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει συνταγματική ή νομοθετική διάταξη που να καθιστά οποιουσδήποτε λειτουργούς ή όργανα που δεν συμμορφώνονται με ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που εκδίδονται κάτω από την Αναθεωρητική Δικαιοδοσία αυτού, όπως καθορίζεται από το άρθρο 146, ως ενόχους του παραπτώματος περιφρονήσεως του Δικαστηρίου και υποκείμενους σε οποιαδήποτε ποινή είτε φυλακίσεως, είτε προστίμου ή άλλη. Εγκαταλείπουμε τα αποφασισθέντα και αφιστάμεθα από αυτά γιατί το θεωρούμε ορθό και επιβεβλημένο να το πράξουμε χάριν της προσήλωσης στην ερμηνεία των συνταγματικών και νομοθετικών κειμένων που ένα δικαστήριο πρέπει να έχει στην άσκηση της ερμηνευτικής του εξουσίας των νομοθετημάτων και όχι της συμπλήρωσης των."

 

Σύμφωνα με την απόφαση της πλειοψηφίας στη Μαυρογένη ν. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.α., Εκλογική Αίτηση αρ. 1/95 ημερ. 26 Μαρτίου 1996, το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται, με βάση το ακόλουθο κριτήριο, να ανατρέψει προηγούμενη απόφαση του:

"Εφόσον διαπιστώνεται ότι προηγούμενη δικαστική απόφαση είναι αδιαμφισβήτητα εσφαλμένη, δικαιολογείται η ανατροπή της και η απόκλιση από το λόγο της. Το σφάλμα πρέπει να έχει αντικειμενική υπόσταση και να καταφαίνεται ως αυταπόδεικτο. Αν χωρούν περισσότερες της μιας άποψης, ως προς την ύπαρξη αρχής δικαίου την οποία ενσωματώνει, το σφάλμα δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως αναντίλεκτο, ώστε να παράσχει βάση για την ανατροπή προηγούμενης απόφασης."

 

Τίποτε δεν τέθηκε στην προκείμενη περίπτωση που να δικαιολογεί συζήτηση της Θαλασσινού (ανωτέρω). Δεν κληθήκαμε να την ανατρέψουμε. Ούτε βέβαια και προσφέρθηκε επιχειρηματολογία προς τέτοια κατεύθυνση. Από πλευράς του αιτητή το κενό ήταν πλήρες. Ακόμα και με την εν τέλει δήλωση του συνηγόρου, ότι ο αιτητής υποστήριζε την αίτηση. Από δικής του πλευράς, ο Γενικός Εισαγγελέας αγόρευσε υπέρ της Θαλασσινού (ανωτέρω).

Με δεδομένο ότι χωρίς εγχείρημα για ανατροπή της Θαλασσινού (ανωτέρω) ο,τιδήποτε ακολουθούσε καθίστατο χωρίς νόημα, θα έπρεπε, ενόψει της δήλωσης αδυναμίας από μέρους του συνηγόρου του αιτητή, να είχε τεθεί τέρμα στην αίτηση. Με απόρριψη λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας. Το οποίο πράττουμε τώρα. Γιατί ο λόγος της Θαλασσινού (ανωτέρω) παραμένει ακλόνητος.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

Γ.Κ. Νικολάου, Δ.

Π. Καλλής, Δ.

Α. Κραμβής, Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο