ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 3 ΑΑΔ 50
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ Π., ΑΡΤΕΜΗ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ
ΚΑΙ ΚΡΟΝΙΔΗ Δ/ΣΤΩΝ
1. ΣΟΥΛΛΑ ΝΑΥΤΗ
2. EΛΕΝΗ ΠΑΝΤΕΛΙΔΟΥ
3. ΘΑΛΕΙΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ
Εφεσεί ουσες
και
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ
Εφεσιβ λήτων
----------------
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 19.2.99.
Για τις εφεσείουσες: Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους: Π. Πολυβίου.
-------------------
ΠΙΚΗΣ, Π:
Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Παναγιώτης Θεοδώρου κ.α. ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, Προσφυγή 725/89 κ.α., ημερομηνίας 10.6.91, ακυρώθηκε η προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων στη θέση Ανώτερου Γραμματειακού Λειτουργού στη Διεύθυνση Διοίκησης και Οικονομικών Υπηρεσιών του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου. Η συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου, ενόψει της απόφασης της Ολομέλειας στην ΡΙΚ ν. Καραγιώργη κ.α. (1991) 3 ΑΑΔ 159, ήταν παράνομη λόγω της παρουσίας παρατηρητών των πολιτικών κομμάτων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο, νόμιμα πλέον συγκροτημένο, κατά την επανεξέταση ασχολήθηκε με την επιλογή μεταξύ όσων είχαν υποβάλει αίτηση, ανταποκρινόμενοι στην αρχική προκήρυξη των θέσεων. Είχε τεθεί ενώπιόν του και η τότε έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στην οποία δόθηκε βαρύτητα, ως εξής: Το Διοικητικό Συμβούλιο "υιοθέτησε" το μέρος της σύμφωνα με το οποίο όλοι οι υποψήφιοι ήταν "κατάλληλοι για τη θέση" και, όπως σημειώνεται, "αγνόησε οποιαδήποτε άλλα σχόλια και κρίσεις της Επιτροπής ή μελών της για την αξία ενός εκάστου των υποψηφίων".
Οι εφεσείουσες αμφισβήτησαν το κύρος των προαγωγών που ακολούθησαν. Πρωτοδίκως οι ισχυρισμοί τους απορρίφθηκαν και εγείρεται, ως μόνο θέμα της έφεσης, η νομιμότητα της διαδικασίας της επανεξέτασης. Κατά τις εφεσείουσες το Διοικητικό Συμβούλιο ενήργησε στο κενό. Δεν υπήρχε έγκυρη προπαρασκευαστική βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να στηρικτεί το έργο της επιλογής ή οτιδήποτε. Η δικαστική διαπίστωση της παράνομης συγκρότησης του Διοικητικού Συμβουλίου ανέτρεχε στην αφετηρία της διαδικασίας. Συμπαρέσυρε κατ΄ανάγκην όσα είχαν προηγηθεί αφού όλα προϋπέθεταν αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου. Τις αποφάσεις εκείνες τις είχε λάβει το παράνομα συγκροτημένο Διοικητικό Συμβούλιο, εξαφανίστηκαν, και σε τελική ανάλυση ότι είχε απομείνει ήταν η ύπαρξη κενών θέσεων. Παρέπεμψαν συναφώς στις αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Mytides v. Republic (1988) 3 CLR 737, και Δημοκρατία κ.α. ν. Χαραλαμπίδη (1995) 3 ΑΑΔ 53. Επίσης στις πρωτόδικες αποφάσεις στις υποθέσεις Αντώνιος Ορθοδόξου κ.α. ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Υπόθεση Αρ. 816/91 κ.α. ημερομηνίας 30.6.1992, Νίκος Δημητριάδης κ.α. ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Προσφυγή 716/91 κ.α. ημερομηνίας 17.7.92, Σπύρος Σπύρου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Προσφυγή 621/91 ημερομηνίας 25.5.93, Γεωργία Ιωάννου ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου Υπόθεση Αρ. 119/92 ημερομηνίας 6.7.93, Ευγενία Αβρααμίδου ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου Προσφυγή 96/92 ημερομηνίας 11.3.94.
Οι εφεσίβλητοι επικέντρωσαν την προσοχή τους κυρίως στο θέμα της προκήρυξης των θέσεων. Πράγματι είχε πραγματωθεί με απόφαση του τότε παράνομα συγκροτημένου Διοικητικού Συμβουλίου αλλά η επαναπροκήρυξη δεν θα εξυπηρετούσε. Η οποιαδήποτε ενδεχόμενη παρατυπία ήταν εντελώς επουσιώδης αφού δεν είχε επίπτωση στη διαδικασία και στην επιλογή που ακολούθησε. Οι εφεσείουσες λήφθηκαν υπόψη ως υποψήφιες και ο στόχος της προκήρυξης συνετελέσθη εκ των πραγμάτων. Επίσης θα ήταν άσκοπη η επανάληψη της διαδικασίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η σύνθεσή της καθορίζεται κατ΄ευθείαν από τους περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος (Διορισμοί και Προαγωγές) Κανονισμούς του 1987 (ΚΔΠ 317/87) και το παράνομα συγκροτημένο Διοικητικό Συμβούλιο δεν είχε συμμετοχή ή ανάμειξη στη διαδικασία της. Η δε απόφαση τώρα του Διοικητικού Συμβουλίου να υιοθετήσει την κρίση της πως όλοι ήταν κατάλληλοι, "σίγουρα θεραπεύει οποιαδήποτε παρατυπία δυνατό να σημειώθηκε προηγουμένως". Παρέπεμψαν στις υποθέσεις Arsalides v. Republic (1966) 3 CLR 706, Sekkides v. Republic (1988) 3 CLR 2136 και Λουκάς Παπαλουκάς κ.α. ν. Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου ΑΕ 1908 ημερομηνίας 16.9.98. Και από τη βιβλιογραφία, σε σχέση με τις επιπτώσεις επουσιωδών παρατυπιών, στους Βεγλερή, Συμμόρφωση της Διοίκησης στις Αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας, Σπηλιωτόπουλο, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Πέμπτη ΄Εκδοση, σελ. 475, Στασινόπουλο, Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών, Τρίτη ΄Εκδοση, σελ. 214 και 217 και Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων. Σχετικές από την πιο πάνω άποψη είναι και οι αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Ανδρέας Γεωργίου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ΑΕ 525 ημερομηνίας 16.6.89 και η πολύ πρόσφατη, Χριστόδουλος Χ. ΧατζηΓεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ΑΕ 2271 ημερομηνίας 29.1.99.
Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, οι θέσεις ήταν Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής. Αποφασίστηκε όμως η πλήρωσή τους ως θέσεων προαγωγής, κατ΄εφαρμογή του Κανονισμού 13(2). Αυτό σήμαινε απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και αυτή τη θεμελειακή απόφαση την πήρε το παράνομα συγκροτημένο Διοικητικό Συμβούλιο. Στηρίχτηκε, ας σημειωθεί, στην κρίση ότι υπήρχαν εκ πρώτης όψεως, όπως προβλέπει ο Κανονισμός, "κατάλληλοι εκ του προσωπικού διά την πλήρωσιν της κενής θέσεως". Ανέκυψε από αυτό ρόλος για τη Συμβουλευτική Επιτροπή. ΄Οπως καθορίζεται στον Κανονισμό 3(1), η Συμβουλευτική Επιτροπή συμβουλεύει για την επιλογή των καλύτερων υποψηφίων "εκ των υπηρετούντων υπαλλήλων" για την πλήρωση θέσεων προαγωγής ή και θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής που το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(2), να πληρωθούν ως θέσεις προαγωγής. Η Συμβουλευτική Επιτροπή υπέβαλε τους υποψηφίους που έκρινε ότι εκ πρώτης όψεως πληρούσαν τα προσόντα, σε προφορική συνέντευξη. Ως στόχος της συνέντευξης καθορίστηκε η εξακρίβωση της δυνατότητάς τους να αναλάβουν και να εκτελέσουν με επιτυχία τα καθήκοντα που προνοεί το σχέδιο υπηρεσίας. Με βάση δε τις εντυπώσεις από τη συνέντευξη τις οποίες κατέγραψε και τα στοιχεία των φακέλλων, έκρινε ότι όλοι οι υποψήφιοι "είναι κατάλληλοι για τη θέση....".
Είδαμε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να στηρικτεί μόνο σ΄αυτή την κρίση και να αγνοήσει "άλλα σχόλια και κρίσεις". Θα ανέκυπτε ερώτημα αναφορικά με το πώς θα ήταν δυνατό να γίνει τέτοια διάσπαση όταν τα "άλλα σχόλια και κρίσεις" εμφανώς αποτέλεσαν την αιτία της άποψης πως όλοι ήταν κατάλληλοι. Επίσης, αναφορικά με το έρεισμα της απόφασης να ενεργήσει το Διοικητικό Συμβούλιο χωρίς συμβουλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή που θα κάλυπτε όλο το εύρος των θεμάτων για τα οποία, κατά τους Κανονισμούς, διατυπώνει άποψη. Οι Κανονισμοί 6 και 7 είναι σχετικοί αλλά θα επισημαίναμε και την πρόνοια του Κανονισμού 8(3) σύμφωνα με την οποία το Διοικητικό Συμβούλιο προβαίνει σε διορισμό/προαγωγή "....εκ του καταλόγου των υποψηφίων όστις υποβάλλεται υπό της Επιτροπής", δηλαδή της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Το θεμελιώδες είναι πως ολόκληρη η διαδικασία, η εμπλοκή της Συμβουλευτικής Επιτροπής και η κρίση της έστω πως όλοι ήταν κατάλληλοι, η οποία ρητά λήφθηκε υπόψη, προϋποθέτει προγενέστερη νόμιμη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Ακόμα και η ίδια η προκήρυξη, ο σκοπός και το είδος της οποίας και πάλιν εξαρτώνται από το εάν μια θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής θα πληρωθεί ή όχι ως θέση προαγωγής. Η ανάγκη τέτοιας απόφασης ήταν όρος για την τροχιοδρόμηση της διαδικασίας που ακολουθήθηκε. Η νομολογία σε σχέση με το επουσιώδες, σε ορισμένες περιπτώσεις, της παράλειψης ή της παράτυπης προκήρυξης και γενικότερα οι αρχές αναφορικά με τις συνέπειες από τη μή τήρηση τύπου, ουσιαστικά ως νομιμοποιητικού ερείσματος για την επίκληση της, δεν βοηθούν τους εφεσίβλητους. Αυτά προϋποθέτουν υπάρχουσα διαδικασία και το πρόβλημα που προκύπτει εδώ δεν εστιάζεται απλώς στην προκήρυξη, ως τύπο. ΄Ο,τι συνετελέσθη από το παράνομα συγκροτημένο Διοικητικό Συμβούλιο ήταν ανύπαρκτο. Η ακυρωτική απόφαση, ως εκ του λόγου της, ανέτρεχε σε κάθε προπαρασκευαστική πράξη που εκπορεύθηκε από αυτό. (Βλ. Νίκος. Δημητριάδη κ.α. ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ανωτέρω), ΄Αρτα Μεταξά κ.α. ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, Προσφυγή 928/91 κ.α. ημερομηνίας 24.7.92, Κώστας Κυπριανίδης κ.α. ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Προσφυγή 820/91 κ.α. ημερομηνίας 27.10.93).
Δεν υπήρχε νόμιμη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου που θα αποτελούσε το υπόβαθρο για την πάρα πέρα διαδικασία και η τελική απόφαση που εκδόθηκε στο πλαίσιο της με ρητό μάλιστα συνυπολογισμό της κρίσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής που συστάθηκε ενόψει της παράνομης απόφασης που προηγήθηκε, είναι άκυρη.
H έφεση επιτυγχάνει, με έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
ΠΙΚΗΣ, Π.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.
/Μσι.