ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 3 ΑΑΔ 595

3 Σεπτεμβρίου, 1998

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

LOMBARD NATWEST BANK LTD.,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2. ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

3. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

4. ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗ,

Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 2101)

 

Προσφορές — Παράκαμψη της κανονικής διαδικασίας — Παράγραφος 37 του Kανονισμού Aποθηκών — Eρμηνεία και εφαρμογή στην κριθείσα περίπτωση προσυνεννόησης μεταξύ προσφοροδοτών προς υποβολή όμοιας προσφοράς.

Λέξεις και Φράσεις — H λέξη "παράκαμψη" στην παράγραφο 37 του Kανονισμού Aποθηκών.

Διοικητικό Όργανο — Aρμοδιότητα — Eκχώρηση αρμοδιότητας — Διατήρηση του δικαιώματος άσκησης της εκχωρούμενης αρμοδιότητας από το εκχωρόν όργανο — Άρθρο 4 του περί Eκχωρήσεως της Eνασκήσεως των Eξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Nόμου, Nόμος του 1962 (N.23/62).

Προσφορές — Aκύρωση διαγωνισμού — Περιστάσεις της νομιμότητας της ακύρωσης του διαγωνισμού στην κριθείσα περίπτωση αθέμιτης συνεννόησης μεταξύ προσφοροδοτών εις βλάβην του δημόσιου συμφέροντος.

Προσφορές — Πλειοδοτικός διαγωνισμός — Καθορισμός από την αρμόδια αρχή ελάχιστης τιμής και οι συνέπειές της.

H αιτήτρια τράπεζα αμφισβήτησε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης που απέρριψε την προσφυγή της κατά της ακύρωσης πλειοδοτικού διαγωνισμού, για τη μίσθωση καταστημάτων στον αερολιμένα Λάρνακας.

H Oλομέλεια του Aνωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  H παράγραφος 37 του Kανονισμού Aποθηκών φέρει τίτλο "Παράκαμψη της Κανονικής Διαδικασίας Προσφορών". Η λέξη "παράκαμψη" σημαίνει υποσκελισμό. Σημαίνει ακόμη παραμερισμό: βλ. λήμμα "παραγκωνίζω" που είναι συνώνυμο του "παρακάμπτω" στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη (1998). Δεν είναι νοητό να περιοριστεί ερμηνευτικά το νόημα μόνο σε διαδικαστικά θέματα, που έχουν, άλλωστε, δευτερεύουσα σημασία. Δεν πρέπει ακόμη να λησμονείται ότι εκδηλώθηκε διαφορά γνώμης μεταξύ των οργάνων που ασχολήθηκαν με το θέμα.

     Υπάρχει όμως ισχυρότερος - και ανεξάρτητος - λόγος για την ανάληψη αρμοδιότητας από την πρωταρχική πηγή εξουσίας. Στην προκείμενη περίπτωση σημειώθηκε σοβαρή ανωμαλία που πλήττει στη ρίζα του το σύστημα δημοπράτησης. Το δημόσιο συμφέρον μπορεί να διαφυλαχθεί μόνο με άψογες διαδικασίες, στις οποίες οι μετέχοντες οφείλουν συμμόρφωση. Το πλήγμα που επέφερε στο κύρος του διαγωνισμού η στάση των τριών Τραπεζών δικαιολογούσε απόλυτα την ενέργεια του Υπουργικού Συμβουλίου ως του οργάνου με την πρωτογενή αρμοδιότητα. Αυτή βρίσκει έγκυρο έρεισμα στις διατάξεις του Άρθρου 4 του N. 23/62, στις οποίες έγινε ήδη αναφορά, που επιτρέπουν αυτού του είδους την παρέμβαση ελλείψει σαφών αντίθετων διατάξεων.

2.  Δεν είναι σωστό ότι η νομολογία δεν αντιμετώπισε τα θέματα που παρουσιάζει η κρινόμενη έφεση. Η Leisureland Hotel Enterprises Ltd. v. Δημοκρατίας (1993) 3 A.A.Δ. 538 έδωσε απάντηση σε όλα τα σχετικά ερωτήματα. Αποφασίστηκε, υπό όμοιες συνθήκες, ότι η ακύρωση του διαγωνισμού δε συνιστούσε δυσμενή διάκριση σε βάρος του προσφοροδότη με τη μοναδική έγκυρη προσφορά. Ούτε προκλήθηκε παραβίαση οποιασδήποτε αρχής που ρυθμίζει τη διεξαγωγή δημόσιου διαγωνισμού.

     Στην παρούσα υπόθεση χάθηκε ό,τι αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της δημοπράτησης. Η ευχέρεια στοιχειώδους επιλογής. Πέραν τούτου, με το να διατηρεί η αρμόδια αρχή δικαίωμα να μην αποδεχθεί προσφορά αποκλείει το ενδεχόμενο ισχυρισμού πως καθόρισε ό,τι θεωρεί την πιο συμφέρουσα τιμή. Το μίνιμουμ τιμής ασφαλώς δεν μπορεί να ταυτισθεί με την πιο συμφέρουσα. Μόνο με ό,τι θεωρείται στοιχειωδώς αποδεκτό.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Lion Insurance Αgency Limited v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3148,

Leisureland Hotel Enterprises Ltd. v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 538.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Χρυσοστομής, Δ.) που δόθηκε στις 9 Μαΐου, 1995 (Προσφυγή Αρ. 731/93) με την οποία απέρριψε την προσφυγή των εφεσειόντων κατά της απόφασης ακύρωσης δημόσιου διαγωνισμού και επαναπροκήρυξής του.

Ι. Νικολάου για Ε. Μαρκίδου, για την Εφεσείουσα.

Στ. Θεοδούλου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σ. Νικήτας.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η εφεσείουσα Τράπεζα μετείχε σε πλειοδοτικό διαγωνισμό, που έγινε τον Απρίλιο του 1993, για την εκμίσθωση (ακριβέστερα για άδεια χρήσης) από το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας δύο καταστημάτων στον αερολιμένα Λάρνακας, για την παροχή τραπεζικών υπηρεσιών. Η μίσθωση θα ήταν τριετής. Η προσφορά της ήταν για £67.320. Υποβλήθηκαν τρεις ακόμη προσφορές από τις Τράπεζες Κύπρου, Λαϊκή και Ελληνική. Το μίσθωμα που πρόσφερε η καθεμιά, στη χωριστή της προσφορά, ήταν το ίδιο: £69.120. Το γεγονός αυτό οδήγησε την Επιτροπή Αξιολόγησης των προσφορών στο συμπέρασμα πως μεταξύ των τριών Τραπεζών υπήρξε συνεργασία και προσυνεννόηση που κρίθηκε ότι έτεινε "να εξουδετερώσει τις νενομισμένες διαδικασίες ζήτησης προσφορών".

Η εφεσείουσα διαμαρτυρήθηκε γραπτώς για τη στάση αυτή των τριών Τραπεζών, την οποία κατήγγειλε. Ζητώντας ταυτόχρονα κατακύρωση, προς όφελος της, της προσφοράς που υπέβαλε, που αφορούσε τον ένα από τους δύο χώρους, έναντι του παραπάνω ποσού. Είναι γεγονός ότι οι εν λόγω Τράπεζες συνασπίστηκαν για να επιτύχουν συνεκμετάλλευση και των δύο καταστημάτων. Ουσιαστικά το παραδέχθηκαν σε επιστολή τους προς τη διοίκηση ημερ. 15/6/93. Εκεί που αξίζει να σταθεί κανείς είναι η απαράδεκτη θέση πως η προσφορά τους "δεν αντιβαίνει ούτε παραβιάζει οποιουσδήποτε νόμους, όρους ή κανονισμούς".

Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών (Κ.Σ.Π.) έκρινε πως η ενέργεια των παραπάνω Τραπεζών αντέκειτο στην πρόνοια της παραγράφου 37(β) των Κανονισμών Αποθηκών, που ρυθμίζει τη διαδικασία προσφορών [(εγκύκλιος αρ. 935 (Υ.Ο. 639/85/9) ημερ. 8/11/90)]. Η πρόνοια αυτή ρητά συγκαταλέγει στις περιπτώσεις που επιβάλλεται η παράκαμψη της διαδικασίας προσφορών την προσυνεννόηση και συνεργασία προσφοροδοτών. Έτσι, το Κ.Σ.Π. θεώρησε άκυρες τις προσφορές των τριών Τραπεζών και εισηγήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο, στο οποίο παραπέμφθηκε η περίπτωση, την κατακύρωση της προσφοράς της εφεσείουσας (αλλά αντί ποσού £69.120) για το ένα από τα καταστήματα "ως θέμα αρχής και διαφύλαξης του κύρους και της σημασίας του θεσμού των προσφορών". Ο Υπουργός Οικονομικών επικρότησε τη στάση αυτή. Και την επανέλαβε στην Πρόταση του προς το Υπουργικό Συμβούλιο με την εισήγηση να τη δεχθεί.

Το Υπουργικό Συμβούλιο είχε διαφορετική γνώμη, που διαμόρφωσε αφού έλαβε υπόψη τις απόψεις της Επιτροπής Αξιολόγησης, του Προέδρου του Κ.Σ.Π. και του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Συγκεκριμένα έκρινε πως, με βάση την παράγραφο 37(β), οι τρεις ταυτόσημες προσφορές ήταν άκυρες γιατί καταστρατηγείται "η αρχή της εμπιστευτικότητας και του ελεύθερου διαγωνισμού". Και δοθέντος ότι παρέμεινε μια μόνο έγκυρη προσφορά, το δημόσιο στερήθηκε "του δικαιώματος για πραγματική εκλογή της πιο συμφέρουσας προσφοράς". Τελικά ακύρωσε το διαγωνισμό και αποφάσισε την επαναπροκήρυξη του. Η απόφαση λήφθηκε στις 2/7/93 και προσβλήθηκε στη συνέχεια από την εφεσείουσα.

Το πρώτο θέμα που θέτει η έφεση ενώπιόν μας (παρόλο που χρησιμοποιούνται δύο χωριστοί λόγοι για τη διατύπωση του) είναι αν το Υπουργικό Συμβούλιο είχε αρμοδιότητα να προχωρήσει σε ακύρωση του διαγωνισμού. Το επιχείρημα έχει ως βάση την παράγραφο 19(β) των παραπάνω Κανονισμών. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της πρόνοιας η αρμοδιότητα κατακύρωσης κατανέμεται ανάλογα με την αξία των προσφορών. Για ποσά μέχρι £1.000.000 αρμόδιο είναι το Κ.Σ.Π. Στην περίπτωση όμως που η αξία κυμαίνεται μεταξύ £500.000 και £1.000.000 και υπάρχουν διαφωνίες και όταν το ποσό ξεπερνά το £1.000.000, το θέμα παραπέμπεται από τον Πρόεδρο του Κ.Σ.Π., με σχετική έκθεση του, στην Υπουργική Επιτροπή Προσφορών, η οποία ασκεί και την αποφασιστική αρμοδιότητα. Έτσι, κατά την εισήγηση, μια και το ποσό της προσφοράς ήταν οπωσδήποτε κάτω των £500.000 αρμοδιότητα είχε το Κ.Σ.Π. και όχι το Υπουργικό Συμβούλιο.

Μπορεί να παρεμβληθεί στο σημείο αυτό η απόφαση του πρωτόδικου δικαστή ενώπιον του οποίου συζητήθηκε το ίδιο θέμα.  Έκρινε ότι η περίπτωση καλύπτεται από το άρθρ. 4 του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινος Νόμου, Νόμου του 1962 (Ν. 23/62).  Κατά το άρθρ. 4 η εκχώρηση δεν αποκλείει ενάσκηση εξουσιών υπό του εκχωρούντος οργάνου (Υπουργικού Συμβουλίου ή Υπουργού κ.ο.κ.). Ας σημειωθεί ότι το μεταβιβάζον αρμοδιότητες όργανο δεν παύει, με βάση το άρθρ. 4, να είναι σε θέση να τις ασκήσει. Μπορεί να αναλάβει δράση οποτεδήποτε μέσα στον κύκλο των αρμοδιοτήτων του "αυτοπροσώπως".

Ο δικηγόρος της εφεσείουσας δέχθηκε ότι ο Ν. 23/62 επιτρέπει την άσκηση αρμοδιότητας στο προκείμενο από το Υπουργικό Συμβούλιο. Ωστόσο, όπως εισηγείται, η εξουσία αυτή "θα πρέπει να διέπεται από τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και ειδικότερα τους κανόνες της χρηστής διοίκησης". Εννοώντας βασικά την τήρηση των ποσοτικών ορίων που διαγράφει για κάθε όργανο η υποπαράγραφος (β) της παραγράφου 19. Η παράκαμψη των διαδικασιών της παραγράφου 37(β) δεν αφορά την αρμοδιότητα που καθορίζει το άρθρ. 19(β), η οποία παραμένει αναλλοίωτη και ανέπαφη, αλλά τα συναφή με τη διαδικασία θέματα, όπως κρίθηκε στην πρωτόδικη απόφαση Lion Insurance Αgency Limited v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3148. Η αληθινή ερμηνεία της παραγρ. 37(β), σύμφωνα με την ίδια εισήγηση, είναι ότι τότε μόνον είναι δυνατή η παρέκκλιση από το δικαιοδοτικό πλαίσιο της παραγρ. 19(β), αν αποδειχθεί συνεργασία μεταξύ όλων ανεξαίρετα των συμμετεχόντων σε διαγωνισμό. Είναι αυτός ο λόγος που χρησιμοποιείται η διατύπωση αναφορικά με τη συνεννόηση "μεταξύ των προσφοροδοτών". Η ερμηνεία που υιοθετήθηκε θα ήταν δυνατή μόνο αν το κείμενο αναφερόταν σε συνεργασία "μεταξύ προσφοροδοτών".

Η υπόθεση Lion Insurance Agency Ltd., ανωτέρω, έχει κάποια διαφορά από την κρινόμενη. Η απόφαση για κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού λήφθηκε από όργανο που καμιά απολύτως αρμοδιότητα δεν είχε σε τέτοιο θέμα. Το Κ.Σ.Π. είχε παραγνωρισθεί παντελώς. Η σχετική παρατήρηση του δικαστηρίου έγινε με αυτό το υπόβαθρο. Δεν τέθηκε γενικός κανόνας. Ο παραλληλισμός των δύο περιπτώσεων δεν είναι επιτυχής.

Θα υπομνήσουμε στη συνέχεια πως η παράγραφος 37 φέρει τίτλο "Παράκαμψη της Κανονικής Διαδικασίας Προσφορών". Η λέξη "παράκαμψη" σημαίνει υποσκελισμό. Σημαίνει ακόμη παραμερισμό: βλ. λήμμα "παραγκωνίζω" που είναι συνώνυμο του "παρακάμπτω" στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη (1998).  Δεν είναι νοητό να περιοριστεί ερμηνευτικά το νόημα μόνο σε διαδικαστικά θέματα, που έχουν, άλλωστε, δευτερεύουσα σημασία. Δεν πρέπει ακόμη να λησμονείται ότι εκδηλώθηκε διαφορά γνώμης μεταξύ των οργάνων που ασχολήθηκαν με το θέμα.

Υπάρχει όμως ισχυρότερος - και ανεξάρτητος - λόγος για την ανάληψη αρμοδιότητας από την πρωταρχική πηγή εξουσίας.  Στην προκείμενη περίπτωση σημειώθηκε σοβαρή ανωμαλία που πλήττει στη ρίζα του το σύστημα δημοπράτησης. Το δημόσιο συμφέρον μπορεί να διαφυλαχθεί μόνο με άψογες διαδικασίες στις οποίες οι μετέχοντες οφείλουν συμμόρφωση. Το πλήγμα που επέφερε στο κύρος του διαγωνισμού η στάση των τριών Τραπεζών δικαιολογούσε απόλυτα την ενέργεια του Υπουργικού Συμβουλίου ως του οργάνου με την πρωτογενή αρμοδιότητα. Αυτή βρίσκει έγκυρο έρεισμα στις διατάξεις του άρθρ. 4, στις οποίες έγινε ήδη αναφορά, που επιτρέπουν αυτού του είδους την παρέμβαση ελλείψει σαφών αντίθετων διατάξεων.

Οι άλλες επικρίσεις (που αναλύονται στους υπόλοιπους 4 λόγους έφεσης) κατευθύνονται προς την ίδια την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ματαιώσει και επαναλάβει το διαγωνισμό. Καθώς και τα σχετικά ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου που υποστηλώνουν τη νομιμότητά της. Συγκεκριμένα την κρίση του ότι με τον αποκλεισμό των τριών προσφορών δεν υπήρχε πια πραγματική εκλογή από το δημόσιο που θα εξασφάλιζε την πιο συμφέρουσα προσφορά. Και το τελικό του συμπέρασμα:

"Με αυτό τον τρόπο η Κυβέρνηση δεν ενέργησε κατ' αρέσκεια, αλλά για τους λόγους που διατυπώνονται στην προσβαλλόμενη απόφαση περιφρούρησε το Δημόσιο Συμφέρον. Η προσέγγιση αυτή είναι ορθή, γιατί η ύπαρξη μιας προσφοράς δικαιολογεί την άσκηση διακριτικής ευχέρειας για ακύρωση του διαγωνισμού με βάση τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου. (Βλ. Leisureland Hotel Enterprises Ltd. v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 538.)"

Στην υπόθεση Leisureland Hotel Enterprises Ltd. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 538, κατέφυγε και ο δικηγόρος της εφεσείουσας, αλλά για υποστήριξη των δικών του απόψεων ότι:  (1) η ανάκληση της διαδικασίας ήταν τιμωρητική για την εφεσείουσα, η οποία τήρησε τους όρους της προσφοράς, έχοντας τη μόνη έγκυρη συμμετοχή. (2) για λόγους προστασίας των προσφορών και των γενικών αρχών "όσο και για λόγους επιείκειας έναντι της εφεσείουσας" έπρεπε το ένα κατάστημα να κατακυρωθεί σε αυτή. (3) η προσφορά της δεν ήταν ασύμφορη, όπως έμμεσα κρίθηκε, δεδομένου ότι το κατώτατο όριο μισθώματος που προκαθορίστηκε ήταν £55.500, ενώ η προσφορά ήταν κατά 20-25% ψηλότερη. Άλλωστε τη λύση αυτή είχε προκρίνει και άλλο όργανο που είχε ανάμειξη. Τέλος, επικρίθηκε η απόφαση γιατί λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και χωρίς να περιέχει επαρκή αιτιολογία. 

Ο κ. Νικολάου μας παρέπεμψε στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929 έως 1959) σελ. 431, για να υποστηρίξει την παραπάνω άποψη του ότι σε περιπτώσεις μυστικών δημοπρασιών που προκαθορίζεται κατώτατο όριο δεν μπορεί να ακυρωθεί η διαδικασία για το λόγο πως οι προσφορές είναι ασύμφορες. Το θέμα, όπως είπε, δεν καλύπτεται από νομολογιακό προηγούμενο, αλλά εισηγήθηκε πως τα συμφέροντα του δημοσίου προστατεύονται ικανοποιητικά με την πρόνοια για ελάχιστο όριο τιμής, που υπήρχε και σε αυτή την περίπτωση.

Δεν είναι σωστό ότι η νομολογία δεν αντιμετώπισε τα θέματα που παρουσιάζει η κρινόμενη έφεση. Η Leisureland Hotel Enterprises Ltd., ανωτέρω, έδωσε απάντηση σε όλα τα σχετικά ερωτήματα. Αποφασίστηκε, υπό όμοιες συνθήκες, ότι η ακύρωση του διαγωνισμού δε συνιστούσε δυσμενή διάκριση σε βάρος του προσφοροδότη με τη μοναδική έγκυρη προσφορά. Ούτε προκλήθηκε παραβίαση οποιασδήποτε αρχής που ρυθμίζει τη διεξαγωγή δημόσιου διαγωνισμού. Μεταφέρουμε το σχετικό απόσπασμα:

".....η διοίκηση έκρινε ότι εφόσον έμεινε μια έγκυρη προσφορά, εξ αντικειμένου η προσφορά αυτή ήταν ασύμφορος, δεδομένου ότι αντίκειτο προς το δημόσιο συμφέρον η αποδοχή της, αφού η εξασφάλιση της πιο συμφέρουσας προσφοράς δεν μπορούσε να επιτευχθεί.

Η προσέγγιση αυτή της διοίκησης είναι κατά τη γνώμη μας ορθή και νόμιμη, και δεν υπήρχε λόγος να προβεί σε περαιτέρω έρευνα. Η ύπαρξη μιας προσφοράς δικαιολογεί την άσκηση διακριτικής ευχέρειας για ακύρωση του διαγωνισμού με βάση τις αρχές του διοικητικού δικαίου και των περιορισμών που τέθηκαν στον όρο 14 του διαγωνισμού. (ότι, δηλαδή, η διοίκηση δεν έχει υποχρέωση να δεχθεί οποιαδήποτε προσφορά, όπως είναι και η περίπτωση μας)

Στο τέλος της απόφασης υπογραμμίστηκε ότι:

"Έχουμε τη γνώμη ότι οι εφεσίβλητοι δεν ενέργησαν αυθαίρετα, δεδομένου ότι έκριναν το ασύμφορο της προσφοράς με τον τρόπο που έχει επεξηγηθεί ανωτέρω και η ανάκληση και η μη κατακύρωση των προσφορών δικαιολογείται, γιατί έγινε με καλή πίστη, για λόγους εφαρμογής της αρχής του ελεύθερου ανταγωνισμού και με σκοπό την προαγωγή και εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, για να δοθεί η δυνατότητα στο κράτος με τη συμμετοχή μεγαλύτερου αριθμού έγκυρων προσφορών να εξασφαλίσει την πιο συμφέρουσα προσφορά."

Δεν υπάρχει αναλογία με ό,τι περιγράφει το απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας, στη σελ. 431, στο οποίο αναφέρθηκε ο συνήγορος, που έχει ως εξής:

"Αι μυστικαί δημοπρασίαι κατ' αντιδιαστολήν προς τας φανεράς δεν ακυρούνται ή μόνον διά παράτυπον διεξαγωγήν αυτών επηρεάζουσαν το επιτευχθέν αποτέλεσμα. Ακύρωσις μυστικής δημοπρασίας διά το ασύμφορον του αποτελέσματος αυτής δεν είναι νοητή, εφ' όσον διά του συστήματος του οριστικού ορίου εκπτώσεως του εφαρμοζομένου εις πάσας τας μυστικώς διενεργουμένας δημοπρασίας καθορίζεται εκ των προτέρων η συμφέρουσα τιμή, είναι δε αύτη η πλειότερον προσεγγίζουσα το εν εκάστη περιπτώσει καθοριζόμενον οριστικόν όριον εκπτώσεως: 36 (38), 457 (38), 1177 (39), 712 (37)."

Ένα σημαντικό στοιχείο που διακρίνει την παρούσα είναι πως χάθηκε ό,τι αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της δημοπράτησης. Η ευχέρεια στοιχειώδους επιλογής. Το παραπάνω απόσπασμα σαφώς δεν αναφέρεται σε τέτοια κατάσταση πραγμάτων. Πέραν τούτου, με το να διατηρεί η αρμόδια αρχή δικαίωμα να μην αποδεχθεί προσφορά αποκλείει το ενδεχόμενο ισχυρισμού πως καθόρισε ό,τι θεωρεί την πιο συμφέρουσα τιμή. Το μίνιμουμ τιμής ασφαλώς δεν μπορεί να ταυτισθεί με την πιο συμφέρουσα. Μόνο με ό,τι θεωρείται στοιχειωδώς αποδεκτό.

Η έφεση, για τους λόγους που προεκτέθηκαν, απορρίπτεται. Με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο