ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 3 ΑΑΔ 644
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2343.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Δ.Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Εφεσείοντε ς-Καθ΄ ων η αίτηση
ν.
Μιλτιάδη Μιλτιάδου,
Εφεσίβλητο υ-Αιτητή.
__________________
16 Σεπτεμβρίου, 1998
.Για τους Εφεσείοντες: Λ. Κουρσουμπά (κα.), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.
Για τον Εφεσίβλητο: Γ. Τριανταφυλλίδης.
Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο - Λοΐζος Κωνσταντίνου παρών.
__________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.
: Στην Χ" Γεωγίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 34/96/8.11.96 υιοθέτησα τις αρχές που τέθηκαν στις υποθέσεις Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας Υποθ. 1160/16.7.93 και Παπασταύρου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 932/92/29.7.94.Αφού παράθεσα αποσπάσματα από τις δύο αποφάσεις κατέληξα ως εξής:
"Υιοθετώ τις αρχές που έχουν τεθεί στις δύο πιο πάνω υποθέσεις. Ωστόσο στην παρούσα υπόθεση, αντίθετα με την υπόθεση Μιλτιάδους, το ενδιαφερόμενο μέρος θα αφυπηρετούσε σε διάστημα σχεδόν 7 μηνών. Υπήρχαν, επομένως, χρονικά περιθώρια ουσιαστικής άσκησης των καθηκόντων της θέσης στην πράξη. Το ποιός είναι ο κατάλληλος χρόνος πριν την αφυπηρέτηση μετά από τον οποίο δεν επιτρέπεται η προαγωγή του υπό αφυπηρέτηση υπαλλήλου δεν μπορεί να τεθεί κάτω από άκαμπτες χρονικές προθεσμίες. Πρέπει να γίνεται προσπάθεια εξισορρόπισης δύο παραγόντων, του συμφέροντος της δημόσιας υπηρεσίας από την μια και της επιβράβευσης του υπαλλήλου από την άλλη. Στην κρινόμενη περίπτωση θα εξυπηρετείτο το συμφέρον της δημόσιας υπηρεσίας σε μεγάλο βαθμό από την άσκηση των καθηκόντων της θέσης από το ενδιαφερόμενο μέρος στη διάρκεια της πιο πάνω περιόδου. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί να πετύχει."
Στη Μιλτιάδους (πιο πάνω) ο Πογιατζής Δ. κατά τη διαδικασία ερμηνείας του άρθρου 34(9) του Νόμου 1/90 έλαβε καθοδήγηση από την ελληνική νομολογία. Παράθεση του σχετικού αποσπάσματος από την απόφαση του θα βοηθήσει στην πληρέστερη κατανόηση του λόγους της (ratio):
"Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959 αναφέρονται τα ακόλουθα:
Στη σελ. 323:
'Θεμελιώδης της διοικητικής νομοθεσίας αρχή απαιτεί κατά τον διορισμόν εις δημοσίας θέσεις την επιλογήν των καταλληλοτέρων τόσον εν τω συμφέροντι των δημοσίων υπηρεσιών, όσον και εκ λόγων δικαιοσύνης προς τους επιζητούντας την κατάληψιν δημοσίων θέσεων ΄Ελληνας.'
Στη σελ. 349:
'Εγένετο, επίσης, δεκτόν ότι αι προαγωγαί των δημοσίων υπαλλήλων δεν σκοπούσι μόνον την προσωπικήν αυτών ικανοποίησιν, αλλ΄ ενεργούνται εν τω συμφερόντι της δημοσίας υπηρεσίας εις ο πρωτίστως αποβλέπουσιν.'
Στο σύγγραμμα του Κυριακόπουλου 'Διοικητικό Δίκαιον των Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων', έκδοση 1954, αναφερόνται τα ακόλουθα:
Στη σελ. 302:
'Δεδομένου όμως, ότι πάσα τοιαύτη μεταβολή πρέπει να ενεργήται, κατά κύριον λόγον, προς το συμφέρον της υπηρεσίας και διά τούτο, η περί αυτής κρίσις επιβάλλεται να είναι αντικειμενική, ούτως ώστε να αποκλείηται πάσα υπόνοια ευνοίας ή διώξεως του υπαλλήλου ...'
Στη σελ. 303:
'Αλλ΄ άμα διά του συστήματος των προαγωγών και η δημόσια διοίκησις διασφαλίζει την χρησιμοποίησιν ικανών και πεπειραμένων υπαλλήλων, και ούτοι επιτυγχάνουσι την επιβράβευσιν μακράς και ευδοκίμου προσφοράς εκ μέρους των υπηρεσιών εις το κράτος.'
Στην υποσημείωση αρ. (59) της σ. 303:
'Η εν νέα θέσει προαγωγή συνεπάγεται και άσκησιν των εις την θέσιν ταύτην αντιστοιχούντων καθηκόντων. Σ.Ε. 499/1941, 47/1947.'
Στη σ. 305:
'(δ) η συνδρομή των απαιτουμένων ουσιαστικών προσόντων, περί των οποίων κρίνει το υπηρεσιακόν συμβούλιον. Τούτο ου μόνον δικαιούται αλλά και υποχρεούται να λάβη υπ΄ όψιν και σταθμίση την όλην υπηρεσιακήν σταδιοδρομίαν του υπαλλήλου και να κρίνη αν η υπηρεσία αυτού υπήρξεν ευδόκιμος, ήτοι αν αύτη επιτρέπη την συναγωγήν τεκμηρίου ικανότητος του κρινομένου δια την επαρκή παρ΄ αυτού άσκησιν των εις τον ανώτερον βαθμόν αντιστοιχούντων καθηκόντων.'
Στη σελ. 311:
'Και ναι μεν η κρίσις περί των κατ΄ εκλογήν προακτέων τεκμαίρεται γενομένη προς το συμφέρον της υπηρεσίας, ουχ ήττον αναγκαίον τυγχάνει όπως εν το πρακτικώ του συμβουλίου μνημονεύωνται ποία των υπό του νόμου απαιτουμένων στοιχείων ελήφθησαν υπ΄ όψιν εν εκάστη συγκεκριμένη περιπτώσει.'
Από τα ανωτέρω συνάγεται το συμπέρασμα ότι η επιλογή του κατάλληλου υποψηφίου για διορισμό ή προαγωγή σε θέση της Δημόσιας Υπηρεσίας σκοπεύει και στην επιβράβευση των δημοσίων υπαλλήλων, κατά κύριο όμως λόγο, γίνεται για το συμφέρον της υπηρεσίας.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η έννοια 'του καταλληλότερου υποψηφίου' είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ικανότητα του υποψηφίου αυτού να ασκήσει κατά τρόπο επαρκή τα καθήκοντα που αντιστοιχούν στη θέση για την οποία θεωρείται ο καταλληλότερος να διοριστεί ή προαχθεί, χάριν της καλύτερης εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος, και ότι η φράση αυτή, στο κείμενο του εδαφίου (9) του ΄Αρθρου 34 του Νόμου αρ. 1/90, πρέπει να τύχει ανάλογης ερμηνείας. Οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία που θα έχει ως συνέπεια την επιλογή ως του καταλληλότερου υποψήφιου
για διορισμό ή προαγωγή υπαλλήλου ο οποίος, λόγω νομοθετικών διατάξεων, αδυνατεί πλήρως να εκτελέσει τα καθήκοντα της θέσης αυτής έστω και για μια μόνο μέρα, θα αφαιρούσε από το διορισμό ή την προαγωγή του υπαλλήλου αυτού το στοιχείο της εξυπηρέτσης του δημόσιου συμφέροντος το οποίο πρέπει να χαρακτηρίζει, και στο οποίο οφείλει να αποβλέπει, η πλήρωση οποιασδήποτε κενής θέσης στη δημόσια υπηρεσία, είτε με διορισμό είτε με προαγωγή. Παρόλο που ο Λοϊζος Κωνσταντίνου, ομολογουμένως, κατέχει όλα τα απαραίτητα προσόντα που προβλέπει το Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, δεν μπορεί να λεχθεί ότι είναι ο καταλληλότερος υποψήφιος, ούτε καν κατάλληλος υποψήφιος, για την πλήρωση της εν λόγω θέσης, εν όψει της απαγόρευσης που υφίσταται στην από μέρους του εκτέλεση των καθηκόντων που αντιστοιχούν στη θέση αυτή για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα πριν την αφυπηρέτησή του. ΄Επεται ότι η προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους Λοΐζου Κωνσταντίνου στην επίδικη κενή θέση πρέπει, ως εκ του λόγου αυτού, να ακυρωθεί."Στην Παπασταύρου (πιο πάνω) ο Κωνσταντινίδης, Δ., αφού παρέθεσε το πιο πάνω απόσπασμα από την Μιλτιάδους, συνέχισε ως ακολούθως:
"Υιοθετώ την αρχή της υπόθεσης Μιλτιάδους (ανωτέρω). Κρίνω ότι εφαρμόζεται και στην περίπτωση προαγωγών στο πλαίσιο του Νόμου 10/69 που ορίζει ως έργο της ΕΕΥ 'την επιλογή των καλύτερων υποψηφίων'. (Βλ. άρθρο 35 (β) (10) όπως θεσπίστηκε με το Νόμο 65/87). Η διαφοροποίηση που επιχείρησαν οι καθ΄ ων η αίτηση ότι δεν ισχύει εδώ η επισήμανση στη Μιλτιάδους ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν θα ασκούσαν τα καθήκοντα τους ούτε μια μέρα δεν είναι ουσιαστική αλλά αμελητέας σημασίας. Δεν υπήρχαν χρονικά περιθώρια για ουσιαστική άσκηση καθηκόντων από τους προαχθέντες στην πράξη.
Δεν παραγνωρίζω πως ενυπάρχει ως αποδεκτός στόχος στη βαθμολογική ανέλιξη ή επιβράβευση του άξιου λειτουργού. Θα πρόσθετα μάλιστα πως η προοπτική αυτής της επιβράβευσης δεν αφορά μόνο στον ίδιο το λειτουργό αλλά επενεργεί και υπέρ του γενικότερου συμφέροντος. Δεν δικαιολογείται όμως να είναι ο αποκλειστικός στόχος. Η προαγωγή δεν αποτελεί είδος αμοιβής. Αποβλέπει κατ΄ εξοχήν στην κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών. Στην προκειμένη περίπτωση οι ορισμένες υπηρεσιακές ανάγκες ήταν όρος για τον προσδιορισμό των ειδικοτήτων από τις οποίες έπρεπε να προέρχονται οι υποψήφιοι. (Βλ. τη σημείωση του σχεδίου υπηρεσίας). Στο έγγραφο του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας προς τον Πρόεδρο της ΕΕΥ ημερομηνίας 14 Ιουλίου 1992 ορίζονται οι ειδικότητες 'σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας'. Θεωρώ, επομένως, ως αντινομικό προς την ίδια την πράξη της προκήρυξης της θέσης και των κριτηρίων που οδήγησαν στον προσδιορισμό των ειδικοτήτων την απόφαση για προαγωγή υποψηφίων οι οποίοι εκ των πραγμάτων δεν ήταν δυνατό να καλύψουν οποιεσδήποτε ανάγκες της υπηρεσίας."
Δεν έχω πεισθεί από την επιχειρηματολογία της ευπαίδευτης συνήγορου της εφεσείουσας ότι μπορώ να αποστώ από την θέση που έχω διατυπώσει στη Χ" Γεωργίου (πιο πάνω).
Ο όρος "καταλληλότερος υποψήφιος" που συναντούμε στο άρθρο 34(9) του Νόμου 1/90 είναι δημιούργημα του διοικητικού δικαίου. Πολύ πριν από τη θέσπιση του Νόμου 1/90 έχει νομολογιακά καθιερωθεί ως αρχή του διοικητικού δικαίου ότι το πρωταρχικό μέλημα του διορίζοντος οργάνου κατά τη διενέργεια προαγωγών είναι η επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου για τη συγκεκριμένη θέση (Βλ. Papazachariou v. R
epublic (1972) 3 C.L.R. 486, Partellides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 407, Michanicos & Another v. Republic (1976) 3 C.L.R. 237) και ότι σκοπός μιας προαγωγής είναι η τοποθέτηση του καταλληλότερου υποψηφίου στη συγκεκριμένη θέση (Βλ. Georghiades & Another v. Republic (1966) 3 C.L.R. 827).Σύμφωνα με την νομολογία η έννοια του καταλληλότερου υποψηφίου είναι συνυφασμένη με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της δημόσιας υπηρεσίας και κατ΄ επέκταση - θα έλεγα - του δημοσίου συμφέροντος (Βλ.
Andreou v. Republic (1979) 3 C.L.R. 379 στην οποία λέχθηκε ότι "δεν μπορεί να αποκλειστεί από την έννοια 'του καταλληλότερου υποψηφίου' η βασική προϋπόθεση ως προς το πως θα εξυπηρετηθούν καλύτερα τα συμφέροντα του συγκεκριμένου κλάδου της δημόσιας υπηρεσίας").΄Εχω λοιπόν την άποψη πως κατά τη διαδικασία επιλογής του "καταλληλότερου υποψηφίου" πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα συμφέροντα του συγκεκριμένου κλάδου της δημόσιας υπηρεσίας. Το συμφέρον της δημόσιας υπηρεσίας αποτελεί ζήτημα δημοσίου συμφέροντος. Θεωρώ λοιπόν ότι τα συμφέροντα της υπηρεσίας αποτελούν ουσιώδη και σχετικό παράγοντα ο οποίος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη διαδικασία επιλογής του "καταλληλότερου υποψηφίου".
Στην κρινόμενη περίπτωση η προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους άρχιζε από τις 15.11.91 και η ημερομηνία αφυπηρέτησης του ήταν η 1.3.92. Το παρακτικό της Ε.Δ.Υ. που σχετίζεται με την άδεια ανάπαυσης του και την διάρκεια της απασχόλησης του μετά την προαγωγή του είναι πολύ διαφωτιστικό. Το παραθέτω:
"Ο Κωνσταντίνου πήρε πριν από την 1.3.92, που ήταν η ημερομηνία αφυπηρέτησής του, το ανώτατο όριο άδειας ανάπαυσης που εδικαιούτο, δηλαδή 70 μέρες. Οι 70 αυτές μέρες κατανεμήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους και, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της επιστολής, ο Κωνσταντίνου εργάστηκε μετά τη 15.11.91 για
Πρόκειται για θέση πολύ ψηλή στην ιεραρχία - βρίσκεται στην κλίμακα Α14. Για την εκτέλεση των καθηκόντων της επίδικης θέσης απαιτούνται πανεπιστημιακά προσόντα και πολυετής πείρα. Τα καθήκοντα της θέσης περιλαμβάνουν, ανάμεσα σ΄ άλλα, τον προγραμματισμό, συντονισμό και εποπτεία της εργασίας ενός ή περισσότερων τομέων του Τμήματος. ΄Εχω την άποψη ότι κατά την περίοδο των 17 ημερών, η οποία βρισκόταν στο ενδιάμεσο δύο περιόδων άδειας ανάπαυσης, το ενδιαφερόμενο μέρος δεν μπορούσε να εκτελέσει τα υψηλά και υπεύθυνα καθήκοντα της επίδικης θέσης με τρόπο που να εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της δημόσιας υπηρεσίας. Οι αρχές του διοικητικού δικαίου επιβάλλουν, όπως έχω προαναφέρει, να λαμβάνονται υπόψη και τα συμφέροντα της δημόσιας υπηρεσίας κατά τη διαδικασία επιλογής του καταλληλότερου υποψηφίου, δυνάμει του άρθρου 34(9) του Νόμου 1/90. Στην κρινόμενη περίπτωση η Ε.Δ.Υ. έχει αγνοήσει τα συμφέροντα της δημόσιας υπηρεσίας, τα οποία, όπως υποδεικνύεται πιο πάνω, αποτελούν ένα ουσιώδη και σχετικό παράγοντα ο οποίος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη διαδικασία επιλογής του "καταλληλότερου υποψηφίου". ΄Εχει, επομένως, αγνοήσει ένα ουσιώδη και σχετικό παράγοντα κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά παράβαση των αρχών του διοικητικού δικαίου, με συνέπεια να έχει ασκήσει τη σχετική διακριτική της ευχέρεια με πλημμελή τρόπο. Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί με τρόπο αντίθετο προς το Νόμο, δηλαδή τις σχετικές αρχές του διοικητικού δικαίου και καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας και πρέπει για το λόγο αυτό ν΄ ακυρωθεί (Βλ. Iordanou v. Republic (1967) 3 C.L.R. 245, Christou v. Republic (1969) 3 C.L.R. 134, Soteriou v. Republic (1966) 3 C.L.R. 83, Makris v. Republic (1968) 3 C.L.R. 508, Carayiannis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 341, Christides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 732, και Kyprianides v. Republic (1965) 3 C.L.R. 5
19). Η Ε.Δ.Υ. έχει επίσης ενεργήσει με τρόπο αντίθετο προς το δημόσιο συμφέρον και η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει και γι΄ αυτό το λόγο (Βλ. Efstathios Kyriacou & Sons Ltd and Others v. Republic (1970) 3 C.L.R. 136, 166).Είναι κατανοητό ότι η προαγωγή αποτελεί επιβράβευση του υπαλλήλου και είναι φυσικό για τον κάθε υπάλληλο να προσβλέπει προς την επιβράβευση αυτή και να αναμένει την πραγμάτωση της μέχρι και την τελευταία ημέρα της σταδιοδρομίας του. Από την άλλη όμως πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της δημόσιας υπηρεσίας αποτελεί ζήτημα δημοσίου συμφέροντος. Σε περίπτωση που το ατομικό συμφέρον συγκρούεται με το δημόσιο συμφέρον επικρατεί το τελευταίο (Βλ. Hadjikyriakou (No. 1) v. Republic (1968) 3 C.L.R. 1, Iordanou v. Republic (1966) 3 C.L.R. 696 και Xenophontos v. Republic (1979) 3 C.L.R. 546).
Σ. ΝΙΚΗΤΑΣ,
Δ.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.