ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 3 ΑΑΔ 537

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2190

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ/στών

1. Κοινότης Λυσού, μέσω Συμβουλίου Βελτιώσεως Λυσού,

2. Σύνδεσμος Αποδήμων Λυσού,

Εφεσείοντες-Αιτητές

- ν -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπουργού Εσωτερικών και/ή

Υπουργικού Συμβουλίου και/ή

Υπουργικής Επιτροπής,

Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η Αίτηση

------------------------

29 Ιουνίου, 1998

Για τους Εφεσείοντες - Αιτητές: Κ. Ευσταθίου.

Για τους Εφεσίβλητους - Καθ' ων η αίτηση: Γ. Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος

της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

Για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο: Ι. Νικολάου.

------------------------

Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.

------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΙΚΗΣ, Π.: Στη Μαυρουδής & άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 123, διαπιστώσαμε ότι η άσκηση προσφυγής, εκ μέρους αρχής ή συλλογικού οργάνου, από μη εξουσιοδοτημένα κατά το νόμο άτομα, θέτει την προσφυγή εκ ποδών. Στην προκείμενη περίπτωση, η προσφυγή, εξ ονόματος του Συμβουλίου Βελτιώσεως Λυσού, ασκήθηκε από πρόσωπα, τα οποία δεν είχαν την ιδιότητα των εξουσιοδοτημένων για την άσκηση της προσφυγής αντιπροσώπων του Συμβουλίου Βελτιώσεως Λυσού. Το ΄Αρθρο 56 του περί Χωρίων (Διοίκηση και Βελτίωση) Νόμου, ΚΕΦ. 243, προβλέπει ότι Συμβούλιο Βελτιώσεως, όπως το Συμβούλιο Βελτιώσεως Λυσού, μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο μέσω του Προέδρου, ή του Γραμματέα του, ή οποιουδήποτε άλλου μέλους, ή υπαλλήλου του, γενικά ή ειδικά εξουσιοδοτημένου για το σκοπό αυτό.

Η παρούσα προσφυγή ασκήθηκε, εκ μέρους του Συμβουλίου Βελτιώσεως Λυσού, από τέσσερα αιρετά μέλη του Σώματος, στην απουσία ειδικής ή γενικής εξουσιοδότησης για το σκοπό αυτό. Αντικείμενο της προσφυγής είναι η απόφαση των Πολεοδομικών Αρχών για τη χορήγηση άδειας στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, για τη δημιουργία χοιροστασίου μέσα στα γεωγραφικά όρια της κοινότητας. Η προσφυγή θεμελιώνεται στο συμφέρον του Συμβουλίου Βελτιώσεως Λυσού στη διαμόρφωση του φυσικού περιβάλλοντος της κοινότητας. (Σχετικές με το συμφέρον τοπικής αρχής να προσβάλει αποφάσεις που άπτονται του περιβάλλοντος της κοινότητας είναι: Κοινότητα Πυργών κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 671/91, 7/11/91. Δημοκρατία κ.ά. ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά., Α.Ε. 1518 και 1521, 1/11/96. Improvement Board Strovolos v. Republic (1983) 3 C.L.R. 434. Δήμος ΄Εγκωμης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1988, 30/9/97. Δημοκρατία κ.ά ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου κ.ά., Α.Ε. 2156 και 2158, 27/2/98.)

Με το Συμβούλιο Βελτιώσεως ομοδικεί ο Σύνδεσμος Αποδήμων Λυσού, οι δεύτεροι εφεσείοντες, (δεύτεροι αιτητές), με κοινό αίτημα την αναθεώρηση, προς το σκοπό ακύρωσης της άδειας για τη δημιουργία του χοιροστασίου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε την προσφυγή, εξ ονόματος του Συμβουλίου Βελτιώσεως, ατελέσφορη και το αίτημα των εφεσειόντων 2, (αιτητών 2), απαράδεκτο, λόγω απουσίας του νενομισμένου συμφέροντος. Τίποτε δεν τέθηκε στην προσφυγή, το οποίο να καταδεικνύει το ιδιαίτερο συμφέρον των εφεσειόντων 2 στην προσβαλλόμενη απόφαση ή το δυσμενή επηρεασμό ορατού συμφέροντος.

Στην Irr. Division 'Katzilos' v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1068, (απόφαση Στυλιανίδη, Δ.), κρίθηκε ότι οι πρόνοιες του ΄Αρθρου 29 του περί Αρδευτικών Τμημάτων (Χωριά) Νόμου, ΚΕΦ. 342, οι οποίες διέπουν την εκπροσώπηση αρδευτικού τμήματος σε δικαστική διαδικασία, δεν προσκρούουν σε οποιαδήποτε συνταγματική διάταξη. Παρατηρήσεις στη Μαυρουδής & άλλοι ν. Δημοκρατίας, (ανωτέρω), υποστηρίζουν την ίδια θέση.

Προκύπτει από τη Μαυρουδής & άλλοι ν. Δημοκρατίας, (ανωτέρω), ότι προσφυγή στο δικαστήριο, εκ μέρους συλλογικής αρχής ή οργάνου, είναι δεκτή, μόνο εφόσο ασκείται από πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο, κατά το νόμο ο οποίος διέπει τη σύσταση και λειτουργία τους. Αφέθηκε ανοικτό το ερώτημα, κατά πόσο η άρνηση, εκ μέρους αξιωματούχου της Αρχής, να παράσχει την έγκρισή του για την άσκηση προσφυγής θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης, βάσει του ΄Αρθρου 29 ή του ΄Αρθρου 155.4 (mandamus) του Συντάγματος.

Ο κ. Ευσταθίου υπέβαλε ότι οι εφεσείοντες, παρά την τυπική απουσία εξουσιοδότησης για την άσκηση προσφυγής εκ μέρους του Συμβουλίου Βελτιώσεως Λυσού, είχαν, στην ουσία, την εξουσιοδότηση του Συμβουλίου να το πράξουν και ότι στερήθηκαν της ευκαιρίας να το αποδείξουν, με ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου.

Η απόφαση, για την οποία παραπονούνται, σχετίζεται, όπως αποκαλύπτεται από τα πρακτικά του Δικαστηρίου, με τη συνεδρία του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου, 1994. Κατά τη συνεδρία εκείνη, τα τέσσερα αιρετά μέλη του Συμβουλίου, τα οποία κατέθεσαν την προσφυγή εκ μέρους του, διατύπωσαν την ένστασή τους, κατ' αντίθεση προς προηγούμενη απόφαση του Σώματος, στην παροχή της συγκατάθεσης του Συμβουλίου για την έκδοση της άδειας για τη δημιουργία του χοιροστασίου. Ο ΄Επαρχος ανέλαβε να διαβιβάσει τις θέσεις των τεσσάρων μελών στις αρχές που θα επιλαμβάνονταν του αιτήματος.

Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν ήταν αναγκαία η προσαγωγή μαρτυρίας για τα αποφασισθέντα στις 12 Ιουλίου, 1994, εν όψει, όπως συνάγεται, της κατάθεσης των πρακτικών της συνεδρίας. Στη συνεδρία εκείνη δεν αποφασίστηκε προσφυγή στο δικαστήριο, ούτε μπορούσε να είχε τεθεί τέτοιο ζήτημα. Η απόφαση των Πολεοδομικών Αρχών, η οποία προσβάλλεται, λήφθηκε δύο σχεδόν μήνες αργότερα.

Ο κ. Ευσταθίου υποστήριξε, στην αγόρευσή του, ότι υπήρχε και άλλη μεταγενέστερη συνεδρία του Σώματος, στην οποία αποφασίστηκε, χωρίς να τηρηθούν πρακτικά, η προσφυγή στο δικαστήριο, την οποία ανέκοψε ο ΄Επαρχος, με την άρνησή του να παράσχει τη συγκατάθεσή του.

Στη συνεδρία εκείνη, δε γίνεται καμιά αναφορά στα γεγονότα της προσφυγής, ούτε τέθηκε ο,τιδήποτε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο να επιμαρτυρεί τη συγκλησή της ή τα αποφασισθέντα. Ούτε τέθηκε τέτοιο ζήτημα με τους λόγους έφεσης.

Η διαπίστωσή μας είναι ότι η προσφυγή των εφεσειόντων 1 ήταν ατελέσφορη και η απόρριψή της αναπόφευκτη.

Το συμφέρον των εφεσειόντων 2 και ο επηρεασμός του από την προσβαλόμενη απόφαση δε στοιχειοθετούνται στην προσφυγή, ούτε αποκαλύπτονται από οποιοδήποτε στοιχείο, το οποίο τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου.

Ο κ. Ευσταθίου υποστήριξε ότι το συμφέρον τους επιμαρτυρείται από το καταστατικό του Συνδέσμου, στις πρόνοιες του οποίου επιχείρησε να αναφερθεί κατά την ακρόαση της έφεσης.

Η αγόρευση, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση, δεν αποτελεί μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επιδίκων θεμάτων - (βλ. Μισιρλής v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1995) 3 Α.Α.Δ. 379).

Τα γεγονότα, τα οποία στοιχειοθετούν τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου να επιληφθεί της προσφυγής και τα επίδικα θέματα, προσδιορίζονται στη δικογραφία - (βλ., μεταξύ άλλων, Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, Υπόθεση Αρ. 1061/94, 30/6/95. Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ., ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 380/94, 31/8/95 και Κυριακίδης και άλλος ν. Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 212/95 και 259/95, 31/1/97).

Ελλείπει ολοσχερώς η στοιχειοθέτηση του συμφέροντος των εφεσειόντων 2 να επιζητήσουν την αναθεώρηση της απόφασης, που προσδιορίζεται με την προσφυγή. Και στη δική τους περίπτωση, η απόρριψη της προσφυγής, ως απαράδεκτης, ήταν αναπόφευκτη.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Π.

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο