ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 3 ΑΑΔ 270

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2021.

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Δ.

 

Στέφανος Φράγκου,

Εφεσείων

ν.

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων,

Εφεσιβλήτων.

_______________

27 Μαρτίου, 1998.

Για τον Εφεσείοντα: Λ. Ν. Κληρίδης.

Για τους Εφεσίβλητους: Γ. Κυριακίδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας

εκ μέρους του Γεν. Εισ.

_______________

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Π. Καλλής.

________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Π. ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου με αρ. εγγραφής WP 262 ("το επίδικο όχημα"). Ο ΄Εφορος Μηχανοκινήτων Οχημάτων ("ο ΄Εφορος") απεφάσισε την ανάκληση της εγγραφής του επίδικου οχήματος καθώς και της άδειας κυκλοφορίας του. Πληροφόρησε σχετικά τον αιτητή με επιστολή του, ημερ. 21.9.92.

Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του αιτητή η οποία είχε ασκηθεί εναντίον της ανάκλησης. ΄Εκρινε ότι η εγγραφή του οχήματος ήταν το αποτέλεσμα ραδιουργιών, τεχνασμάτων και απατηλών ενεργειών του αιτητή. Η δε απόφαση του Εφόρου ήταν πλήρως δικαιολογημένη και αιτιολογημένη.

Η έφεση.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα έχει επιδιώξει τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης για δύο βασικά λόγους:

Ο πρώτος λόγος στρέφεται κατά της διαπίστωσης του πρωτόδικου δικαστηρίου για το αιτιολογημένο της απόφασης. Ο δεύτερος λόγος στρέφεται κατά της διαπίστωσης του πρωτόδικου δικαστηρίου με την οποία αποδίδονται τεχνάσματα, ραδιουργίες και απατηλές ενέργειες στον εφεσείοντα.

Πριν πραγματευθούμε τους λόγους της έφεσης πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ο φάκελος της διοίκησης δεν είχε τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου. Τονίζουμε ότι η διοίκηση βαρύνεται με την υποχρέωση όπως θέτει υπ΄ όψη του δικαστηρίου ολόκληρο το πραγματικό υλικό το οποίο κατά τον νόμο στηρίζει την προσβαλλόμενη πράξη και τυγχάνει αναγκαίο για τον υπό του Δικαστηρίου ακυρωτικό έλεγχο (Βλ. Δημοκρατία ν. Ακίνητα Στέφανου Ιωαννίδη Λτδ. (1991) 3 Α.Α.Δ. 398, C.D. Hay Properties Ltd. ν. Δημοκρατίας κ.α. (Αρ. 1) (1992) 3 Α.Α.Δ. 238 και Απόφαση Στ.Ε. 19/1958). Τούτου λεχθέντος θα προχωρήσουμε στην εξέταση του πρώτου λόγου της έφεσης.

Σειρά αποφάσεων της Νομολογίας μας σε πλήρη ταύτιση με την θέση της Ελληνικής Νομολογίας έχει τονίσει την ανάγκη για αιτιολογία των ατομικών διοικητικών πράξεων (Βλ. ανάμεσα σ΄ άλλα Papadopoulos v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1070, 1079, J M C Polytrade v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 301, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας, 1929-59, σελ. 183, 186, 187).

Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια. Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου. Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν. Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (Βλ. Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, 1992, παρα. 636, 646 και 647).

Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130).

Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (Βλ. Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476).

Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου. Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία. "Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μή εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν" (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω)).

΄Εχουμε παραθέσει το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης. Διαπιστώνουμε πως δεν παρέχει τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για τη διακρίβωση της νομιμότητας της. ΄Επεται πως τυγχάνει αναιτιολόγητη και ο σχετικός λόγος έφεσης επιτυγχάνει. Η απουσία του διοικητικού φακέλου δεν μας παρέχει τη δυνατότητα να εξετάσουμε κατά πόσο η ελλείπουσα αιτιολογία αναπληρούται από τα στοιχεία του φακέλου (Βλ. Alexandra Rent a Car Ltd v. Republic (1984) 3 C. L.R. 1105, 1108, Demetriou and Others v. Republic (1988) 3 C.L.R. 91, Παντελούρης κ.α. ν. Υπουργικού Συμβουλίου (1991) 3 Α.Α.Δ. 78, Κυριακίδης (πιο πάνω), Πιπερίδης (πιο πάνω), Vassiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 220 και Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 185-186: "... η εκ του φακέλλου αναπλήρωσις της ελλειπούσης αιτιολογίας δύναται να χωρήσει μόνον, εφ΄ όσον ευθέως και αμέσως προκύπτει τοιαύτη εκ των στοιχείων του φακέλλου, διότι άλλως, το Στ.Ε. θα έπρεπε ν΄ αναζητήσει και σταθμίσει αυτό τα στοιχεία ταύτα, οπότε θα υποκαθίστατο εις την αρμοδίαν διοικητικήν αρχήν εν τη κατ΄ ουσίαν εκτιμήσει των αποδεικτικών και λοιπών στοιχείων: 267/45, 1144/46".).

Τελικά πρέπει να υποδείξουμε ότι τα γεγονότα πάνω στα οποία βασίζεται η ένσταση των εφεσιβλήτων, καθώς και το περιεχόμενο της γραπτής αγόρευσης του δικηγόρου τους, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης. Αποτελούν απλώς ισχυρισμούς και επιχειρήματα που προβάλλονται από το δικηγόρο του διοικητικού οργάνου και δεν μπορούν να πληρώσουν το κενό της έλλειψης αιτιολογίας η οποία πρέπει να δίδεται στον ουσιώδη χρόνο της έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλ. Polytrade, πιο πάνω, σελ. 301, Droussiotis v. Republic (1967) 3 C. L.R. 15, Metalock (Near East) Limited v. Republic (1969) 3 C. L.R. 351, 359, Morris v. Registrar of Trade Marks (1985) 3 C. L.R. 732, 737, Georghiou & Another v. Republic (1986) 3 C. L.R. 2354 και Liberty P.L.C. v. Registrar of Trade Marks (1986) 3 C. L.R. 2564).

Η επιτυχία του πρώτου λόγου της έφεσης σφραγίζει την μοίρα της τελευταίας. Δεν θεωρούμε σκόπιμο να εξετάσουμε τον δεύτερο λόγο της έφεσης για να μην προδικάσουμε την ετυμηγορία της διοίκησης σε περίπτωση που η τελευταία θα προχωρήσει σε επανεξέταση της υπόθεσης.

 

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της.

 

 

 

 

 

Π.

 

 

Δ.

 

 

Δ.

 

Δ.

 

 

Δ.

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο