ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 3 ΑΑΔ 450
30 Οκτωβρίου, 1997
[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ KΥΠΡΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΣΙΑΠΙΤΗ
(Eφεσιβλήτου στην A.E. 1880)
ΓEΩPΓIOY N. TEPΛIKKA,
MAPIOY HΡΑKΛEIΔH,
(Eφεσιβλήτων στην A.E. 1901)
Εφεσιβλήτων.
(Aναθεωρητικές Eφέσεις Aρ. 1880, 1901)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Αίτηση ακυρώσεως — Εξουσία για ακύρωση μέρους προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης — Σύνταγμα, Άρθρο, 146.4 — Εφαρμοστέες αρχές.
Αντικείμενο των εφέσεων, αποτελεί το μέρος της πρωτόδικης απόφασης με την οποία ακυρώθηκε η αναδρομική ισχύς των προαγωγών των ενδιαφερομένων προσώπων. Το μέρος αυτό της απόφασης δεν προσβλήθηκε με την προσφυγή.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου επέτρεψε τις εφέσεις και αποφάνθηκε ότι:
1. Η άποψη, του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι δεν υπήρχε δικονομικό κώλυμα στο διαχωρισμό και ακύρωση της αναδρομικότητας, είναι εσφαλμένη. Το θέμα της αναδρομικότητας δεν έπρεπε να εξεταστεί από το Δικαστήριο αφού δεν εγέρθηκε στις προσφυγές.
2. Η εξουσία του Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146.4 του Συντάγματος, για επικύρωση ή ακύρωση απόφασης εν όλω ή εν μέρει, ασκείται μόνο όπου η απόφαση είναι διαιρετή και εφόσον, σε τέτοια περίπτωση, προσβάλλεται με την προσφυγή το μέρος εκείνο του οποίου σκοπείται η ακύρωση.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Ευθυμίου v. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 281,
Χατζηβασιλείου και Άλλοι ν. Α.ΤΗ.Κ., Προσφυγές Aρ. 923/91 κ.ά., ημερ. 3.11.1992,
Δημητρίου και Άλλοι ν. Α.ΤΗ.Κ., Προσφυγές Aρ. 868/91 κ.ά., ημερ. 25.5.1993.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Πογιατζής, Δ.) που δόθηκε στις 12 Nοεμβρίου, 1993 (Προσφυγή αρ. 866/91) με την οποία ακυρώθηκε το μέρος της απόφασης των εφεσιβλήτων, με το οποίο προσδόθηκε αναδρομική ισχύς στις προαγωγές.
Κ. Χ"Ιωάννου, για την Eφεσείουσα.
Καμιά εμφάνιση, για τους Eφεσιβλήτους.
Cur. adv. vult.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάου.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Επικυρώθηκε πρωτόδικα το μέρος των αποφάσεων της εφεσείουσας με τις οποίες προήχθηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αντί των εφεσιβλήτων αλλά ακυρώθηκε το μέρος με το οποίο προσδόθηκε στις προαγωγές αναδρομική ισχύς. Με τις παρούσες εφέσεις προσβάλλεται η ακύρωση.
Το Δικαστήριο έχει βέβαια εξουσία, δυνάμει του Άρθρου 146.4 του Συντάγματος, να επικυρώσει απόφαση εν όλω ή εν μέρει και να την ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει. Αυτό όμως καθίσταται εφικτό μόνο όπου η απόφαση είναι διαιρετή, αποτελούμενη δηλαδή από αυτοτελή μέρη - βλ. την ανάλυση στο σύγγραμμα "Αι συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως Έναντι της Διοικήσεως" (1988) σελ. 103-121 της Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου - και εφόσον, σε τέτοια περίπτωση, προσβάλλεται με την προσφυγή το μέρος εκείνο του οποίου σκοπείται η ακύρωση: βλ. για τις δικονομικές απαιτήσεις τις πρόσφατες αποφάσεις της Ολομέλειας στην Μαρία Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1883 ημερ. 14 Ιουλίου, 1997.
Στην προκείμενη περίπτωση οι προσβληθείσες διοικητικές αποφάσεις ήταν πρόδηλα διαιρετές. Ο συνήγορος της εφεσείουσας δεν το αμφισβήτησε. Επεσήμανε ωστόσο ότι δεν προσβλήθηκε το μέρος τους που αφορούσε την αναδρομικότητα. Κι αυτό είναι ορθό. Το αίτημα στις προσφυγές ήταν η ακύρωση των αντίστοιχων αποφάσεων μόνο επειδή προήχθησαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αντί των εφεσιβλήτων, χωρίς διατύπωση αντίθεσης ως προς την αναδρομικότητα. Και όλα τα εν συνεχεία εκτεθέντα νομικά σημεία αφορούσαν αποκλειστικά την επιλογή και τη νομιμότητα ή συνταγματικότητα συγκρότησης της εφεσείουσας Αρχής. Που απέτυχαν όλα.
Παρόμοιες ήταν οι περιστάσεις στις υποθέσεις Χ"Βασιλείου και Άλλοι ν. Α.ΤΗ.Κ., προσφυγές 923/91 κ.ά., ημερ. 3 Νοεμβρίου 1992 και Δημητρίου και Άλλοι ν. Α.ΤΗ.Κ., προσφυγές 868/91 κ.ά., ημερ. 25 Μαΐου, 1993, στις οποίες μας παρέπεμψε ο συνήγορος της εφεσείουσας. Θεωρήθηκε πρωτόδικα ότι οι προσφυγές δεν έθεταν για εξέταση ζήτημα αναδρομικότητας και δεν ήταν επομένως δυνατό να απασχολήσει. Στις εκκαλούμενες αποφάσεις επικράτησε ωστόσο η άποψη, κατόπιν συζήτησης της προσέγγισης στις εν λόγω υποθέσεις, ότι δεν υπήρχε "οποιοδήποτε δικονομικό κώλυμα" στο διαχωρισμό και την ακύρωση της αναδρομικότητας. Εσφαλμένα κατά την άποψή μας. Διότι και εδώ δεν εγέρθηκε το ζήτημα στις προσφυγές. Δεν ήταν ως εκ τούτου δυνατό να εξεταστεί. Οι εκκαλούμενες αποφάσεις εξέβαιναν, σε σχέση με αυτό, τα όρια των προσφυγών.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν με έξοδα. Οι πρωτόδικες αποφάσεις, σε ό,τι αφορά την αναδρομικότητα, παραμερίζονται. Το αντίστοιχο μέρος των διοικητικών αποφάσεων επικυρώνεται.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν με έξοδα.