ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 3 ΑΑΔ 540
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2058
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΚΑΛΛΗ,ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΔΔ.
Δημοκρατία της Κύπρου, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Εφεσείουσα ς-Καθ΄ης η αίτηση
- ν -
Μυροφόρας Αλεξάνδρου, Λευκωσία
Εφεσίβλητη ς-Αιτήτριας
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 28.11.1997ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
:Για την εφεσείουσα: Α. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της
Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Για την εφεσίβλητη: Κ. Ευσταθίου.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος: Α. Σ. Αγγελίδης.
- - - - - -
ΠΙΚΗΣ, Π.: Με την απόφαση που θα δώσω συμφωνούν οι Δικαστές Νικήτας, Κραμβής και Γαβριηλίδης. Ο Καλλής, Δ., καταλήγει σε διαφορετικό αποτέλεσμα για τους λόγους που αναφέρει στη χωριστή απόφασή του.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η εφεσίβλητη αποκλείστηκε ως μη δικαιούχος να τύχει προαγωγής στη θέση Ανώτερου Τεχνικού Χημείου για το λόγο που καθορίζεται και με το σκεπτικό που εκτίθεται στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση της ΕΔΥ:
"Επειδή η υποψήφια Αλεξάνδρου, σύμφωνα με τη δήλωση της Διευθύντριας, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντα των υποπαραγράφων (α) και (β) του Σχεδίου Υπηρεσίας, η Επιτροπή με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία αποφάσισε ότι η ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Μυροφόρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δικαιούχα υποψήφια για προαγωγή και αποκλείεται από την παραπέρα διαδικασία."
Αδιαμφισβήτητο είναι ότι η εφεσίβλητη κατείχε τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα και υπηρεσία για προαγωγή στην υπό πλήρωση θέση. Επίσης είχε τη σύσταση της Προϊσταμένης του Τμήματος. Προέκυψε θέμα αποκλεισμού της μετά τη διαπίστωση ότι λόγω του περιορισμένου κύκλου των καθηκόντων που της είχαν ανατεθεί στη θέση που κατείχε δεν απέκτησε την αναγκαία πείρα και γνώσεις για την εκτέλεση μέρους των καθηκόντων της θέσης στην οποία διεκδικούσε προαγωγή. Το κενό στις λειτουργικές δυνατότητες της εφεσίβλητης θα μπορούσε να πληρωθεί μετά από σύντομη εκπαίδευσή της, όπως εξήγησε η Προϊσταμένη. Υπάρχουν, όπως το έθεσε, "εργαστήρια και τύποι αναλύσεων που μπορεί η Αλεξάνδρου σε μικρό χρονικό διάστημα να εκπαιδευτεί να τα κάμνει". Θα είχε, όμως, όπως επεσήμανε στην ΕΔΥ η Διευθύντρια του Γενικού Χημείου, μεγαλύτερη ευχέρεια εκπλήρωσης των άλλων καθηκόντων της θέσης, ενόψει της πείρας που απέκτησε λόγω των καθηκόντων που της είχαν ανατεθεί στη θέση που κατείχε.
Χωρίς αυτό να είναι ουσιώδες, μπορεί να σημειωθεί ότι η εφεσίβλητη υπέβαλλε, κατά καιρούς, ενστάσεις στον περιορισμό των καθηκόντων σ΄ εκείνα τα οποία της ανατίθεντο. Στα διαβήματά της δεν υπήρξε ανταπόκριση. Προκύπτει ότι η αδυναμία της να εκτελέσει μέρος των καθηκόντων της θέσης του Ανώτερου Τεχνικού Χημείου οφειλόταν αποκλειστικά στον περιορισμό, από την προϊσταμένη αρχή,
των καθηκόντων τα οποία εκτελούσε στη θέση όπου υπηρετούσε.Το πρώτο και βασικό ερώτημα αφορά την ορθότητα της διαπίστωσης της ΕΔΥ ότι η εφεσίβλητη εστερείτο του δικαιώματος να προαχθεί. Το δικαίωμα προαγωγής συναρτάται αποκλειστικά με την κατοχή των προσόντων τα οποία προβλέπει το σχέδιο υπηρεσίας. Η απόφαση της ΕΔΥ και η συμβουλή του γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα επί του ιδίου θέματος, ότι η αδυναμία της εφεσίβλητης να εκτελέσει ορισμένα από τα καθήκοντα της θέσης την αποστερούσε του δικαιώματος να προαχθεί ή ακριβέστερα των προσόντων να τύχει προαγωγής, είναι νομικά εσφαλμένη. Η νομολογία επί του θέματος είναι σαφής. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Α. Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Αρ. Υπ. 524/88 - 31.8.1990, Α. Γεωργίου και Άλλοι ν. ΕΔΥ, Αρ. Υπ. 1040/87, 46/88 - 12.12.1990, και Γ. Φιλιαστίδη ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Αρ. Υπ. 633/94 - 27.4.1995.) Η κατοχή των προσόντων που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας στοιχειοθετεί το δικαίωμα για προαγωγή. (Βλ.
Republic v. Pericleous and Others (1984) 3 C.L.R. 577, Δημοκρατία ν. Ανδρέου & άλλων (1993) 3 Α.Α.Δ. 153, Χριστοδουλίδης ν. Ε.Δ.Υ. (1995) 3 Α.Α.Δ. 158). Η δυνατότητα και επάρκεια των υποψηφίων να εκπληρώσουν τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης ανάγεται στην καταλληλότητα των υποψηφίων και τη συγκριτική τους αξία.Το σφάλμα το οποίο έχουμε διαπιστώσει καθιστά άκυρη τόσο την απόφαση για τον αποκλεισμό της εφεσίβλητης όσο και το διορισμό του ενδιαφερομένου προσώπου. Μπορεί να προσθέσουμε ότι και ως προς την ουσία του ζητήματος η απόφαση της ΕΔΥ είναι εσφαλμένη. Κενό στην πείρα ή τις γνώσεις υποψηφίου για προαγωγή που ανάγεται στον περιορισμό των καθηκόντων που του ανατέθηκαν στη θέση που κατέχει, δεν μπορεί να προσμετρήσει αρνητικά στις διεκδικήσεις του για προαγωγή. Η Ελληνική νομολογία σταθερά ορίζει ότι οι διεκδικήσεις υπαλλήλου για προαγωγή δεν μπορεί να επηρεαστούν δυσμενώς από το γεγονός ότι ο κύκλος των καθηκόντων που του ανατίθεντο μέσα στα πλαίσια της υπηρεσίας του ήταν περιορισμένος. Αντίθετη θέση θα απέληγε σε θυματοποίησή του για λόγους ανεξάρτητους από την ετοιμότητα να εκτελέσει κάθε πτυχή των καθηκόντων της θέσης που κατέχει. (Βλ., Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, σελίδα 267). Επίσης, θα άφηνε στη διακριτική ευχέρεια του Προϊσταμένου την παροχή της πρέπουσας ευκαιρίας στους υπαλλήλους του Τμήματος να αποκτήσουν τα δέοντα για προαγωγή, γεγονός που θα είχε δυσμενείς προεκτάσεις στη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας. Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακολουθεί κατά γράμμα την Ελληνική νομολογία στο επίμαχο ζήτημα. (Βλ., Ανδρούλλα Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Υπ. αρ. 524/88 - 31.8.1990, Ανδρόνικου Γεωργίου και Άλλοι ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπ. αρ. 1040/87 και 46/88 - 12.12.1990, Γρηγόρη Φιλιαστίδη ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπ. αρ. 633/94 - 27.4.1995)
Κρίνουμε, ότι οι διαπιστώσεις και κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ορθά. Παράνομα αποκλείστηκε η εφεσίβλητη ως υποψήφια για προαγωγή.
Παραμένει να εξετάσουμε τις συνέπειες του διαχωρισμού, στο διατακτικό μέρος της δικαστικής απόφασης, του μέρους που αφορά τον αποκλεισμό της εφεσίβλητης από την επακολουθείσα απόφαση για την προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου. Γιατί γίνεται ο διαχωρισμός, δεν εξηγείται στην απόφαση. Αντικείμενο της προσφυγής ήταν η τελική απόφαση για την προαγωγή του ενδιαφερομένου προσώπου. Εφόσον η εφεσίβλητη αποκλείστηκε ως υποψήφια για ανυπόστατους λόγους τρωτή καθίσταται και η τελική απόφαση της ΕΔΥ.
Οι διαπιστώσεις του Δικαστηρίου και η ακύρωση της προκαταρκτικής πράξης αποκλεισμού της εφεσίβλητης συνεπιφέρει την ακυρότητα της πράξης που προσβάλλεται. Η πράξη αποκλεισμού της εφεσίβλητης δεν αποσπάται από την τελική πράξη, που αποτελεί το επίδικο θέμα της προσφυγής, ώστε να είναι δυνατό να διαχωρισθεί και να αποτελέσει το αντικείμενο διαταγής για μερική ακύρωση βάσει του Άρθρου 146.4(β). Εάν η πλημμέλεια στην προκαταρκτική πράξη αποκλεισμού της εφεσίβλητης δεν συνεπαγόταν νομοτελειακά και την ακύρωση της τελικής απόφασης, απαρέγκλιτα, θα ήταν αναγκαία η συμπλήρωση της δικαστικής εξέτασης για την ολοκλήρωση της έρευνας για την κρίση της νομιμότητας της επίδικης απόφασης. Τέτοια ανάγκη δεν προκύπτει, εφόσον η ακύρωση της πράξης αποκλεισμού της εφεσίβλητης επάγεται εξ αντικειμένου και την ακύρωση της επίδικης απόφασης. Το κενό στην πρωτόδικη απόφαση συμπληρώνεται με την έκδοση διαταγής για την ακύρωση της επίδικης απόφασης βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Π.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΧΤΘ