ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 3 ΑΑΔ 408
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗ ΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2081
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΔΔ.
Γιάννης Τουμαζής, από τη Λεμεσό,
Εφεσείων-Αι τητής,
- ν -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργείου Οικονομικών,
2. Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών διά του Προέδρου αυτού
Γενικού Λογιστή,
3. Υπουργείου Εσωτερικών,
4. Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας Οικήσεως,
Εφεσιβλήτων -Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - - - - - -
16 Οκτωβρίου, 1997
.Για τον εφεσείοντα: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους: κα Τ. Πολυχρονίδου.
Για το ενδ. μέρος: κ. Δ. Παπαδόπουλος.
- - - - - - - - - -
ΠΙΚΗΣ, Π
.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κραμβής.
- - - - - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Εφεσιβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση του Δικαστηρίου η οποία επικύρωσε απόφαση των εφεσιβλήτων για ανάκληση της προκήρυξης μειοδοτικού διαγωνισμού προσφορών για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Σύντομη αναφορά στα γεγονότα της υπόθεσης θα καταστήσει ευκολότερη την κατανόηση των επίδικων θεμάτων.
O εφεσείων καθώς και άλλα πρόσωπα μεταξύ των οποίων και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν προσφοροδότες σε μειοδοτικό διαγωνισμό που προκήρυξε στις 15.1.1993 το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως για τη γενική συντήρηση των κυβερνητικών οικισμών των επαρχιών Λάρνακας, Αμμοχώστου. Η προσφορά του εφεσείοντα ήταν η φθηνότερη.
Το άρθρο 9(1) του περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών και Οικοδόμων Νόμου του 1973 (Ν. 97/73 όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 32/82) προβλέπει:
"9(1) Ουδείς εργολήπτης δύναται να αναλάβει εργασίαν εν σχέσει προς οικοδομικόν ή τεχνικόν έργον εκτός εάν αυτός είναι κάτοχος ετήσιας άδειας, ως προβλέπεται υπό του παρόντος νόμου αναφορικώς προς την τάξιν του τοιούτου οικοδομικού ή τεχνικού αναλόγως της περιπτώσεως, έργου."
Η παράγραφος 1.22 των γενικών όρων του διαγωνισμού προέβλεπε ότι δικαίωμα υποβολής προσφοράς είχαν οι ακόλουθοι εργολήπτες:
(α) Αυτοί που κατείχαν ετήσια άδεια του Συμβουλίου Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών, ανανεωμένη για το τρέχον έτος, δηλαδή το 1993 για την εκτέλεση οικοδομικών έργων τάξης Γ ή ανώτερης
(β) αυτοί που κατείχαν ετήσια άδεια κατώτερης τάξης ανανεωμένη για το τρέχον έτος, αλλά που τους παρέχει το δικαίωμα να προσφοροδοτούν για οικοδομικά έργα Γ τάξης.
Κατά το χρόνο υποβολής της προσφοράς του ο εφεσείων ήταν κάτοχος ανανεωμένης άδειας εργολήπτη που τον καθιστούσε υποψήφιο προσφοροδότη καθόσον αφορά τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1.22 των γενικών οδηγιών (όρων) του διαγωνισμού.
Κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των προσφορών το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Εργων με διαδοχικές γραπτές παρεμβάσεις του κάλεσε στην αρχή τους εφεσίβλητους 4 να μη προβούν στην κατακύρωση της προσφοράς στον εφεσείοντα επειδή ο εφεσείων στη δήλωσή του για εργοδότηση μόνιμου τεχνικού προσωπικού είχε δηλώσει άτομα άλλης εταιρείας. Πληροφορούσε επίσης τους εφεσίβλητους 4 ότι είχε ανακαλέσει την απόφασή του για έκδοση
άδειας για το 1993 Β τάξης στον εφεσείοντα και πως με επιστολή του ζητούσε επιστροφή της ήδη εκδοθείσας άδειας για ακύρωση.Το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών με νέα επιστολή του προς τους εφεσίβλητους 4 και με κοινοποίηση προς τους εφεσίβλητους 2 το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών ζήτησε μεταξύ άλλων όπως "δοθεί κάποια παράταση χρόνου ως προς την κατακύρωση του συγκεκριμένου έργου αφού το Συμβούλιο μελετά την περίπτωση να εκδοθεί ετήσια άδεια Δ Τάξης με πείρα Α Τάξης στον κ. Γιάννη Τουμαζή".
Με άλλη νεώτερη επιστολή του το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών πληροφορούσε τα ίδια όργανα ότι ".... στον κ. Γιάννη Τουμαζή έχει εκδοθεί ετήσια άδεια Δ τάξης με πείρα Β τάξης".
Στη συνέχεια κοινοποιήθηκε στους εφεσίβλητους 2 αντίγραφο πρακτικών συνεδρίας του Συμβουλίου Εγγραφής και Ελέγχου Εργολητπών. Το πρακτικό αφορούσε συζήτηση θέματος έναρξης της ισχύος της άδειας που εξέδοσε το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών στον εφεσείοντα. Στην άδεια φαίνεται ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος της άδειας η 17.3.1993 ενώ στο πρακτικό του Συμβουλίου αναφέρεται ότι δεν καθορίστηκε ο χρόνος έναρξης της άδειας από το Συμβούλιο και διευκρινίζεται ότι η ημερομηνία 17.3.93 ήταν η ημερομηνία έκδοσης της άδειας. Αναφέρεται επίσης ότι κατόπιν τούτου
το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών αποφάσισε ότι η ισχύς της ετήσιας άδειας του εφεσείοντα αρχίζει από 31.12.1992.Οι εφεσίβλητοι 2 αφού έθεσαν ως υπόβαθρο την πιο πάνω εξέλιξη των γεγονότων, ζήτησαν νομική γνωμάτευση "κατά πόσο μπορεί να γίνει κατακύρωση του Συμβολαίου στον κο. Τουμαζή, έχοντας υπόψη πιθανήν αντίδραση κι απαιτήσεις των άλλων προσφοροδοτών."
Λειτουργός του γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα για τους λόγους που εξηγούνται στη γνωμάτευσή του κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προσφορά του εφεσείοντα ήταν αντίθετη προς τις πρόνοιες της παραγράφου 1.22 των γενικών οδηγιών (όρων) του διαγωνισμού. Συνακόλουθα, οι εφεσίβλητοι 2 αποφάσισαν να κατακυρώσουν την προσφορά στο δεύτερο φθηνότερο προσφοροδότη.
Η κατακύρωση της προσφοράς στο δεύτερο φθηνότερο προσφοροδότη αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης νέας συνεδρίας των εφεσίβλητων 2 οι οποίοι αποφάσισαν την ακύρωση της κατακύρωσης της προσφοράς επειδή ο δεύτερος φθηνότερος προσφοροδότης δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1.22 των γενικών οδηγιών (όρων) του διαγωνισμού και συνάμα αποφάσισαν και την ακύρωση του διαγωνισμού των προσφορών για λόγους δημοσίου συμφέροντος δοθέντος ότι η τιμή του τρίτου πιο φθηνού προσφοροδότη ήταν κατά £28.000 πιο ψηλή από εκείνη του φθηνότερου προσφοροδότη.
Η απόφαση των εφεσιβλήτων 2 για ακύρωση του διαγωνισμού προσφορών κοινοποιήθηκε στους εφεσίβλητους 4 και στη συνέχεια προκηρύχθηκε νέος μειοδοτικός διαγωνισμός προσφορών για το ίδιο αντικείμενο.
Η απόφαση των εφεσιβλήτων να ανακαλέσουν την προκήρυξη του μειοδοτικού διαγωνισμού προσφορών συνιστά μονομερή διοικητική πράξη. Η ανάκληση ή μη ανάκληση μιας διοικητικής πράξης δεν επαφίεται στην απεριόριστη εξουσία της Διοίκησης. Τόσο η έκδοση όσο και η ανάκληση μιας διοικητικής πράξης υπόκειται σε νομικούς περιορισμούς και επιταγές. Πρόκειται για τους κανόνες οι οποίοι προκύπτουν από το Σύνταγμα και γενικά την έννομη τάξη στο σύνολό της και έχουν διατυπωθεί από την επιστήμη και τη νομολογία. Η διάπλαση των κανόνων αυτών αποτελεί μια σύνθεση των εξής κυρίως αρχών που στη συγκεκριμένη εφαρμογή τους μπορεί να έρχονται σε σύγκρουση:
(α) Της αρχής της νομιμότητας που επιβάλλει στη διοίκηση την ανάκληση κάθε παράνομης πράξης.
(β) Της αρχής της καλής πίστης και ιδιαίτερα της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη έναντι των διοικητικών πράξεων που επιβάλλει τη διατήρηση των ευμενών από αυτές.
(γ) Της αρχής της υπεροχής του δημοσίου συμφέροντος κατά την άσκηση διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης σχετικά με την ανάκληση των πράξεων της που μπορεί να επιβάλλει άλλοτε τη διατήρηση και άλλοτε την ανάκληση. (Σχετικά με τα πιο πάνω βλ. εκτενέστερα Π.Δ. Δαγτόγλου - Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Γ΄ έκδοση, σσ. 303 και επ.)
Στην προκείμενη περίπτωση η ανάκληση του διαγωνισμού των προσφορών έγινε για λόγους δημοσίου συμφέροντος και η συγκεκριμένη διοικητική πράξη της ανάκλησης επικυρώθηκε με την υπό εξέταση απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου.
Ο όρος 1.22 των γενικών οδηγιών των προσφορών είχε ως στόχο τη διασφάλιση συμμετοχής στο διαγωνισμό εργοληπτών που είχαν τα προσόντα που προδιαγράφουν οι παράγραφοι (α) και (β) του ίδιου όρου. Σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του όρου 1.22 οι προσφοροδότες έπρεπε να είχαν τα απαιτούμενα προσόντα κατά το χρόνο υποβολής της προσφοράς.
Ο όρος 1.22 των γενικών οδηγιών των προσφορών αναντίλεκτα συνιστά ουσιώδη όρο των προδιαγραφών για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό των προσφορών. Προσφορά η οποία δεν πληρεί και δεν ανταποκρίνεται σε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού είναι άκυρη και κατ΄ επέκταση δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης. Βλ.
Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας, (1992) 3 ΑΑΔ 60 και Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Bulk Oil A.G., ΑΕ 1705, 19.5.1997.Στην προκείμενη περίπτωση ο εφεσείων κατά το χρόνο υποβολής της προσφοράς του ήταν κάτοχος άδειας εργολήπτη η οποία τον καθιστούσε προσοντούχο υποψήφιο προσφοροδότη στο συγκεκριμένο μειοδοτικό διαγωνισμό. Το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Εργων για λόγους που δεν έτυχαν δικαστικού ελέγχου ώστε να διαπιστωθεί το βάσιμο ή η ορθότητα της αιτιολογίας που προβλήθηκε, αποφάσισε να ανακαλέσει την άδεια εργολήπτη του εφεσείοντα, γεγονός το οποίο έφεραν στη γνώση των εφεσιβλήτων προτού οι εφεσίβλητοι αποφασίσουν ο,τιδήποτε σε σχέση με την κατακύρωση των προσφορών. Στο μεταξύ, το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών γνωστοποίησε στους εφεσίβλητους την απόφασή του ότι εξέδωσε στον εφεσείοντα άλλη άδεια με αναδρομική ισχύ από 31.12.92 η οποία διατηρούσε τον εφεσείοντα προσοντούχο προφοροδότη στο μειοδοτικό διαγωνισμό.
Το κενό που δημιουργήθηκε εξαιτίας της ανάκλησης της άδειας του εφεσείοντα συμπληρώθηκε μέσα σε σύντομο χρόνο χωρίς πιθανότητα κινδύνου επηρεασμού του κύρους ή της αξιοπιστίας του διαγωνισμού.
Η κατάσταση που δημιουργήθηκε ενδεχομένως να συνιστούσε επουσιώδη παρατυπία. Αυτή η επουσιώδης παρατυπία θα έπρεπε να είχε εξεταστεί σε συνάρτηση προς το γεγονός ότι η προσφορά του εφεσείοντα ήταν η φθηνότερη. Οι εφεσίβλητοι είχαν καθήκον να εξετάσουν το θέμα με ευρύτερο πνεύμα στα πλαίσια εφαρμογής της αρχής της νομιμότητας και της αρχής της υπεροχής του δημόσιου συμφέροντος.
Είναι καθιερωμένη αρχή ότι απλή επίκληση του δημοσίου συμφέροντος δεν αποτελεί αιτιολογία. Αν πρόκειται η επίκληση του δημοσίου συμφέροντος να προσφέρει στήριξη σε μια διοικητική ενέργεια θα πρέπει να συγκεκριμενοποιείται με αναφορά σε περιστατικά, έτσι που να αποκτά το απαραίτητο περιεχόμενο που θα αποκαλύπτει το συλλογισμό και θα επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο. Η εξειδίκευση του δημοσίου συμφέροντος επιβάλλεται από της πλευράς της προστασίας του ατομικού συμφέροντος του επηρεαζομένου. Βλ. Στεφανίδης & άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ, σ. 367.
Το δημόσιο συμφέρον δεν μπορεί να οριστεί εκ των προτέρων κατά τρόπο απαλλαγμένο από αοριστολογίες, σφάλματα και μονομέρειες. Το δημόσιο συμφέρον είναι μια εικόνα που αποκτά πρακτική χειροπιαστή σημασία με τη συγκεκριμενοποίησή της. Η έννοια του δημοσίου συμφέροντος δεν αποτελεί κατηγορία ευρισκόμενη εκτός και πέρα της περιοχής του δικαίου και της αρχής της νομιμότητας αλλά ενστάσσεται σ΄ αυτήν. Η αρχή της νομιμότητας, στην οποία θεμελιώνεται το κράτος δικαίου, περιορίζει την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται στα κρατικά όργανα, στους λόγους και μόνο για τους οποίους μπορεί σύννομα να ασκηθεί. Βλ. υπόθ. αρ. 947/96 κ.α., Παναγιώτης Αντωνιάδης κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 16.7.1997.
Εχοντας υπόψη όλα τα στοιχεία που οι εφεσίβλητοι είχαν ενώπιόν τους διαπιστώνουμε ότι ο εφεσείων κατά πάντα ουσιώδη χρόνο ήταν προσοντούχος υποψήφιος προσφοροδότης στο μειοδοτικό διαγωνισμό και πως η απόφαση των εφεσιβλήτων ότι η προσφορά του εφεσείοντα ήταν αντίθετη προς τον όρο 1.22 των γενικών οδηγιών των προσφορών και ότι αυτή δεν θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη είναι λανθασμένη. Συνακόλουθα διαπιστώνουμε ότι ο εφεσείων διατηρούσε έννομο συμφέρον προσβολής της απόφασης των εφεσιβλήτων με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Η απόφαση αποκλεισμού της συμμετοχής του εφεσείοντα στο διαγωνισμό αποτέλεσε το βάθρο για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης που ακολούθησε. Μεταξύ των δύο αποφάσεων υπάρχει στενή συνάφεια η οποία καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση τρωτή ως ληφθείσα κάτω από την πλάνη ότι η προσφορά του εφεσείοντα δεν πληρούσε τον όρο 1.22 των γενικών οδηγιών.
Σύμφωνα με τους όρους της προσφοράς η Διοίκηση έχει απεριόριστη διακριτική ευχέρεια να μη δεχθεί οποιαδήποτε έγκυρη προσφορά ή να ματαιώσει το διαγωνισμό. Ωστόσο, όπως έχει νομολογηθεί, η άσκηση μιας τέτοιας εξουσίας υπόκειται στους περιορισμούς που θέτουν οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου περιλαμβανομένων εκείνων της χρηστής διοίκησης. Βλ. Odyssey Agricultural Air Spaying Ltd v. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 5
83, 595, Leisureland Hotel Enterprises v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 538.Εχουμε ήδη καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κάτω από πλάνη σε σχέση με την εγκυρότητα της προσφοράς του αιτητή. Η πλάνη ήταν ουσιώδης επειδή επηρέασε ουσιωδώς την τελική κρίση. Βλ. Παπαϊωάννου κ.α. (αρ. 2) ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 713, 723, 724 και Γαλανού κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1317/12.2.96.
Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει επειδή λήφθηκε κάτω από συνθήκες ουσιώδους πλάνης και ως τέτοια είναι αντίθετη προς τις αρχές του διοικητικού δικαίου.
Κατόπιν των ανωτέρω η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ακυρώνεται στην ολότητά της με βάση το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος. Εκδίδεται προς όφελος του εφεσίβλητου διαταγή για έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και της έφεσης. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Π.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
ΑΦ.
FONT>