ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 3 ΑΑΔ 305
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 191/95.
Σύνθεση Δικαστηρίου
: ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ,ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΔΔ.
Χλόη Ιωαννίδου και άλλοι (ως ο συνημμένος κατάλογος)
Αιτητών,
- και -
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - -
1 Σεπτεμβρίου 1997.
Για τους αιτητές: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση. Ελ. Νικολαΐδου (κα) Δικ. Δημ. εκ μέρους
του Γενικού Εισαγγελέα.
- - -
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει
ο Γ. Μ. Πικής, Π.
- - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.: Όπως καθορίζεται στον τίτλο με την αίτηση επιδιώκεται, η αναθεώρηση ενδιάμεσης απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην άσκηση της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας, «κατά το Διαδικαστικό
Κανονισμό 20, των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962». Με την απόφαση της οποίας ζητείται η αναθεώρηση απορρίφθηκε αίτημα των αιτητών που υποβλήθηκε σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας για την τροποποίηση των νομικών σημείων της προσφυγής.Ο Κανονισμός 20, προβλέπει ότι διαταγή ή οδηγίες οι οποίες εκδίδονται από Δικαστή του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ο οποίος επιλαμβάνεται της προδικασίας της υποθέσεως υπόκεινται μετά από αίτηση επηρεαζόμενου διαδίκου σε αναθεώρηση, από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο. Μάλιστα η αίτηση για αναθεώρηση επιφέρει και την αναστολή του διατάγματος ή των οδηγιών που είχαν εκδοθεί, εκτός εάν άλλως διαταχθεί. Ο Κανονισμός 20, συναρτάται προς τον Κανονισμό 9, του Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, ο οποίος προβλέπει τη διεκπεραίωση των προδικαστικών θεμάτων της προσφυγής από μέλος του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και την υποβολή έκθεσης από το Δικαστή που επιλαμβάνεται του θέματος στο Δικαστήριο, στην οποία στοιχειοθετούνται τα επίδικα θέματα και προσάπτεται η προσαχθείσα μαρτυρία. Ο ρόλος του Δικαστή ο οποίος επιλαμβάνεται των προδικαστικών θεμάτων προσομοιάζει προς εκείνο του εισηγητή και εξυπηρετεί ανάλογο σκοπό. Μετά τη θέσπιση του περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου (Εισηγηταί) Νόμου, 1962, (Ν.64/62), και την έκδοση του προβλεπόμενου από το Άρθρο 6, Διαδικαστικού Κανονισμού - Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου (Τροποποιητικός) του 1962, ανάλογα καθήκοντα για την διεκπεραίωση της προδικασίας, και την υποβολή εκθέσεως ανατέθηκαν και στους εισηγητές που διορίστηκαν βάσει των προνοιών του.
Με τον Κ.9 του Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, και την προειρημένη τροποποίησή του καθιερώθηκε σύστημα προδικασίας από Δικαστή ή Εισηγητή του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, δηλαδή από σώμα άλλο από το ίδιο το Δικαστήριο. Δεν αποβάλλεται όμως ο κυριαρχικός ρόλος του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου επί παντός θέματος το οποίο ανάγεται στην δικαιοδοσία του. Αυτός διασφαλίζεται με τις πρόνοιες του Κ.20, του Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962. Αποφάσεις ή οδηγίες που εκδίδονται από το Δικαστή ή Εισηγητή που επιλαμβάνεται της προδικασίας υπόκεινται σε αναθεώρηση από το ίδιο το Δικαστήριο.
Με τον περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμο του 1964, η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου περιήλθε στο Ανώτατο Δικαστήριο και ασκείται σύμφωνα με τις πρόνοιές του. (Βλ. Attorney General v. Ibrahim Mustafa (1964)1 C.L.R. 95. Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1989)2 Α.Α.Δ. 71.) Επιφυλασσομένου του δικαιώματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου να αναλάβει απ΄ ευθείας την εκδίκαση προσφυγής η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ασκείται από Δικαστή ή Δικαστές οι οποίοι ορίζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο. Με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της 6 Αυγούστου 1964, η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ασκείται από ένα μέλος του. H δικαιοδοσία περιλαμβάνει το σύνολο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας που αποθέτει το Άρθρο 146, όπως προκύπτει από το κείμενο του Άρθρου 11(2) του Ν.33/64 και εμφατικά διαπιστώνει η Ολομέλεια στην Ορφανίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1992)3 Α.Α.Δ. 44.
Σχετική με το πλαίσιο των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι και η απόφαση της Ολομέλειας Γενικός Εισαγγελέας ν. Αρτεμίου & άλλου (1991)2 Α.Α.Δ.150.
Εφόσο η διαταγή ή οδηγίες σε σχέση με οποιοδήποτε ενδιάμεσο ζήτημα εκδίδονται από το Δικαστήριο στο οποίο εναποτίθεται η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποκλείεται η εφαρμογή του Κ.20 του Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962. Για τους ίδιους λόγους που δεν θα ήταν εφικτή η αναθεώρηση οποιασδήποτε απόφασης του ίδιου του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου σε σχέση με προδικαστικό θέμα δεν είναι παραδεκτή η αναθεώρηση της απόφασης του Δικαστηρίου στο οποίο περιήλθε η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Το μόνο μέσο αναθεώρησης αποφάσεων που εκδίδονται βάσει του Άρθρου 11(2) του Ν.33/66, όπως η επιφύλαξη του εδαφίου 2 προβλέπει και το εδάφιο 3 καθορίζει, είναι μέσω εφέσεως.
Ούτε οι Κ. 17, 18, 19 και 20 των Διαδικαστικών Κανονισμών του 1962, τους οποίους ο δικηγόρος του αιτητή επικαλείται επικουρικά, προάγουν την αίτηση του. Οι Θεσμοί αυτοί πραγματεύονται τις εξουσίες αρμόδιου δικαστηρίου να εκδώσει διαταγή αρμόζουσα στην περίπτωση. Το μόνο αρμόδιο Δικαστήριο είναι εκείνο το οποίο επιλαμβάνεται της προσφυγής.
Καταλήγουμε ότι το θεμέλιο της αίτησης είναι επισφαλές, δεν έχουμε εξουσία να αναθεωρήσουμε την απόφαση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ούτε παρέχεται από τον Κ.20 εξουσία σε Δικαστήριο επιφορτισμένο με την άσκηση της δικαιοδοσίας η οποία παρέχεται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος να αναθεωρήσει τις αποφάσεις του.
H αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Π.
Δ.
Δ.
Δ
.Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΑυΦ