ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(1994) 3 ΑΑΔ 321

9 Ιουνίου, 1994

[ΠΙΚΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ. Δ/στές]

ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Εφεσείοντες - Ενδιαφερόμενα Μέρη,

ν.

ΔΡΑ ΜΙΧΑΛΑΚΗ ΜΗΝΑ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ

Εφεσιβλήτων - Αιτητών.

(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 1821 και 1823).

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Προαγωγές — Θέση Επιμελητή στον κλάδο Καρδιολογίας — Σχέδιο Υπηρεσίας — Προσόντα — Πείρα — Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας — Αξιολόγηση προσόντων υποψηφίων— Διακριτική εξουσία.

Δέουσα έρευνα — Υποχρέωση για διεξαγωγή πλήρους έρευνας από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας — Κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας είναι η δυνατότητα εξαγωγής ασφαλών ευρημάτων από τα στοιχεία τα οποία έχουν γίνει δεκτά και όχι η αναζήτηση περαιτέρω στοιχείων.

Λέξεις και Φράσεις — "Πείρα", αναφορικά με το ιατρικό λειτούργημα.

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η Επιτροπή) διόρισε τον Ε. Νικολαΐδη στη θέση Επιμελητή στον κλάδο της Καρδιολογίας (θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής) αφού έκρινε ότι κατείχε δεκαετή πείρα στην Καρδιολογία και όλα τα απαιτούμενα για διορισμό στην επίδικη θέση προσόντα με βάση το σχέδιο υπηρεσίας.

Ο αιτητής ήταν κάτοχος πτυχίου της Ιατρικής και επίσης του τίτλου MRCP που απέκτησε μετά από πρακτική εξάσκηση στην Ιρλανδία και Αγγλία. Στις 9.5.1986 ενεγράφη στο κυπριακό μητρώο των Ειδικών Ιατρών στον κλάδο της Καρδιολογίας.

Ο αιτητής πήρε το δίπλωμα του στην Ιατρική το 1977. Στη συνέχεια συμπλήρωσε την περίοδο προεγγραφής αφού άσκησε το ιατρικό επάγγελμα για 12 μήνες όπως ισχύει στην Αγγλία και Ιρλανδία και ενεγράφη στο ιατρικό μητρώο. Για 18 μήνες από τον Ιούλιο 1978 μέχρι τον Δεκέμβριο του 1979 υπηρέτησε σαν Ανώτερος Ιατρικός Λειτουργός στην καρδιοαγγειακή Χειρουργική και Καρδιολογία στο νοσοκομείο St. Mary's του Λονδίνου.

Μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουλίου 1980 ο αιτητής υπηρέτησε στην Εθνική Φρουρά και ήταν αποσπασμένος στο νοσοκομείο της Εθνικής Φρουράς όπου ασχολείτο κυρίως με παθολογικά και καρδιολογικά περιστατικά. Αφού αποστρατεύθηκε μετέβη στην Αγγλία όπου εργάστηκε στο νοσοκομείο St. Mary's του Λονδίνου από τον Οκτώβριο του 1980 μέχρι τον Ιανουάριο του 1987 οπότε επέστρεψε στην Κύπρο και διορίστηκε σαν Ειδικός Καρδιολόγος πάνω σε προσωρινή βάση, όπου υπηρέτησε μέχρι την υποβολή αίτησης του στην επίδικη θέση, με εξαίρεση την περίοδο μεταξύ 17.1.1987 και 28.2.1987. Την περίοδο αυτή πήρε άδεια χωρίς απολαβές και μετέβη στην Αγγλία για να συμμετέχει στον καθετηριασμό της καρδίας Κυπρίων ασθενών στο νοσοκομείο St. Mary's του Λονδίνου.

Η Τμηματική Επιτροπή έκρινε ότι ο εφεσείων κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό περιλαμβανομένης και της δεκαετούς πείρας. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και η Ε.Δ.Υ. αφού ερεύνησε τη φύση και τη χρονική διάρκεια της πείρας του εφεσείοντα - ενδιαφερόμενου μέρους. Μετά την απόφαση διορισμού - η οποία δεν κοινοποιήθηκε ούτε εφαρμόστηκε για επαναδιερεύνηση της επάρκειας της πείρας του εφεσείοντα - η Επιτροπή έκρινε ότι ο εφεσείων κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό και επαναβεβαίωσε την προηγούμενη απόφασή της για διορισμό του.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε τον διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους αφού έκρινε ότι η έρευνα της Επιτροπής για διαπίστωση των στοιχείων και της φύσης της πείρας του που απέκτησε στην Ιρλανδία, Αγγλία και Εθνική Φρουρά ήταν πλημμελής. Επίσης κρίθηκε ατελής η έρευνα για την ενασχόληση και την πείρα που απέκτησε το ενδιαφερόμενο μέρος κατά την απουσία του για ένα μήνα στην Αγγλία μετά τον διορισμό του στην κρατική υπηρεσία.

Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης καταχωρήθηκαν οι Α.Ε. 1821 και 1823 από τον εφεσείοντα - ενδιαφερόμενο μέρος και τον Γενικό Εισαγγελέα αντίστοιχα στις οποίες υποστηρίχθηκε ότι η διερεύνηση της Επιτροπής υπήρξε πλήρης και η απόφαση της Επιτροπής λογικά εφικτή ενόψει των στοιχείων που προέκυψαν.

Τα ερωτήματα που τέθηκαν προς εξέταση στην έφεση, ήταν κατά πόσο έχει ερευνηθεί κάθε πτυχή του θέματος που τείνει να αποκαλύψει το διερευνούμενο γεγονός, και τα δεδομένα σχετικά με την υπηρεσία του εφεσείοντα κατά τις τέσσερεις περιόδους που έχουν προσδιοριστεί για να κριθεί η ορθότητα του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την ανεπάρκεια ή το ελλειπές της έρευνας, που συνιστά το επίδικο θέμα της έφεσης.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου επέτρεψε την έφεση για τους πιο κάτω λόγους:

1. Το εύρημα της Επιτροπής, ότι η περίοδος των δώδεκα μηνών κατά τη διάρκεια της οποίας ο εφεσείων υπηρέτησε στο πλαίσιο προεγγραφής του σε νοσοκομείο της Ιρλανδίας, επιμετρούσε ως ιατρική υπηρεσία για την απόκτηση του MRCP και επομένως συνιστούσε πείρα για τους σκοπούς του σχεδίου υπηρεσίας, ήταν εύλογο ενόψει των στοιχείων που είχε ενώπιόν της.

2. Η βεβαίωση του Αρχίατρου της Εθνικής Φρουράς ότι για την περίοδο μεταξύ 19.1.1980 και 10.7.1980, ο εφεσείων ασκούσε το λειτούργημα του ιατρού "ασχολούμενος κυρίως με παθολογικά και καρδιολογικά προβλήματα" που εβεβαιώνετο και από το πιστοποιητικό του δρα Θ. Σπυριδάκι, αξιολογούμενη στο σωστό πλαίσιο, θα μπορούσε να οδηγήσει σε απόφαση ότι κατά τη χρονική αυτή διάρκεια ο εφεσείων απέκτησε πείρα στην καρδιολογία. Η έρευνα της Επιτροπής δεν μπορεί να θεωρείται πλημμελής στην απουσία στοιχείου για παρέμβαση οποιουδήποτε εξωγενή παράγοντα σ' αυτή.

3. Αναφορικά με την υπηρεσία του εφεσείοντα στο Νοσοκομείο St. Mary's Λονδίνου τέθηκαν ενώπιον της Επιτροπής πιστοποιητικά αριθμού ιατρών για την απασχόλησή του κατά την υπό κρίση περίοδο σε τομείς της καρδιολογίας και τη μεγάλη και επωφελή πείρα που απέκτησε στον τομέα αυτό ώστε να προκαλέσει εγκωμιαστικά σχόλια από όλους όσους συνεργάστηκαν μαζί του. Κάποια ερωτηματικά που διατυπώνονται από τον Δρ. Foale για την εκπαίδευση του εφεσείοντα, είναι δύσκολο να συμβιβαστούν με προηγούμενη επιστολή του ιδίου προς τον εφεσείοντα σε σχέση με την πιθανότητα συνεργασίας των δύο για καθετηριασμό της καρδίας ασθενών στην Κύπρο, στην οποία επιβεβαιώνει την αρτιότητα της εκπαίδευσης του εφεσείοντα.

4. Η εκτεταμένη γραπτή μαρτυρία, που υπήρχε στην προκειμένη περίπτωση για τη φύση, το χαρακτήρα και το επίπεδο εκπαίδευσης του εφεσείοντα, καθώς και για τη χρονική της διάρκεια, καθιστούσε λογικά εφικτό για την Επιτροπή, υπό το πρίσμα της αξιολόγησής της, να καταλήξει στο εύρημα ότι η περίοδος των 6 χρόνων και 2 μηνών στο Νοσοκομείο St. Mary's Λονδίνου, συνιστούσε πείρα στην ειδικότητα της καρδιολογίας.

5. Το εύρημα της Επιτροπής για κατοχή από τον εφεσείοντα της προβλεπόμενης από το σχέδιο υπηρεσίας δεκαετούς πείρας, μπορούσε εύλογα να εξαχθεί ενόψει των στοιχείων που είχε ενώπιόν της και επικυρώνεται. Αντίθετα το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για ατελή και ανεπαρκή έρευνα από την Επιτροπή είναι εσφαλμένο και παραμερίζεται.

Η αποδοχή της έφεσης δεν θέτει τέρμα στη διαδικασία δεδομένου ότι παραμένει προς διερεύνηση λόγος έφεσης που δεν διερευνήθηκε πρωτόδικα αναφορικά με την εγκυρότητα της σύστασης του Αναπληρωτή Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Republic v Lefkos Georghiades (1972) 3 C.L.R.  594· Δημοκρατία ν Ορφανίδη & Άλλου (1992) 3 Α.Α.Δ. 205.

Εφέσεις.

Εφέσεις εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου Κύπρου (Κωνσταντινίδης, Δ.) που δόθηκε στις 30 Ιουλίου, 1993 (Προσφυγές Αρ. 218/91 και 225/ 91) με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Επιμελητή στον κλάδο Καρδιολογίας.

Χρ. Κληρίδης, για τον εφεσείοντα - ενδιαφερόμενο μέρος.

Μ. Τριανταφυλλίδης, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και Δ. Παπαδοπούλου (κα.), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους εφεσείοντες - καθ' ων η αίτηση.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους εφεσίβλητους - αιτητές.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Μ. Πικής.

ΠΙΚΗΣ, Δ. : Με ξεχωριστές εφέσεις το ενδιαφερόμενο μέρος (Α.Ε. 1821) και ο Γενικός Εισαγγελέας (Α.Ε. 1823) προσβάλλουν και επιδιώκουν τον παραμερισμό απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην άσκηση της πρωτογενούς αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, βάσει της οποίας ακυρώθηκε ο διορισμός του Ε. Νικολαΐδη στη θέση του Επιμελητή στον κλάδο της Καρδιολογίας (θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής). Το Δικαστήριο έκρινε ότι το εύρημα της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε κατά τον κρίσιμο χρόνο (17/12/88 - τελευταία ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων) δεκαετή πείρα στην Καρδιολογία, ήταν ακροσφαλές εξαιτίας της ανεπάρκειας της έρευνας αφενός, και της ασάφειας των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του σώματος, αφετέρου.

Εκτός από το εσφαλμένο του ευρήματος ως προς την "πείρα" του ενδιαφερόμενου μέρους, η απόφαση για την επιλογή του προσβλήθηκε και για δεύτερο λόγο που αφορούσε τα προσόντα του· συγκεκριμένα, ότι δεν ήταν κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου στην Καρδιολογία "που αναγνωρίζεται στη χώρα που αποκτήθηκε και να θεωρείται ως Ειδικός Ιατρός σύμφωνα με τον περί Εγγραφής Ιατρών Νόμο.". Εκτός από το πτυχίο της Ιατρικής ο αιτητής απέκτησε και τον τίτλο του MRCP ο οποίος κτήθηκε μετά από πρακτική εξάσκηση στην Ιρλανδία και Αγγλία και επιτυχία σε δύσκολες, όπως έχουν χαρακτηρισθεί, εξετάσεις. Ο Ε. Νικολαΐδης ενεγράφη (9/5/86) στο κυπριακό μητρώο των Ειδικών Ιατρών στον κλάδο της Καρδιολογίας.

Το Δικαστήριο επεκύρωσε την απόφαση της Ε.Δ.Υ, ότι το MRCP συνιστούσε μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο στην ειδικότητα της Καρδιολογίας, προσόν που αποτέλεσε και το βάθρο για την εγγραφή του ενδιαφερόμενου μέρους ως Ειδικού Καρδιολόγου.

Η Τμηματική Επιτροπή η οποία διερεύνησε σε πρώτο στάδιο τα προσόντα και την αξία των υποψηφίων, έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος όχι μόνο είχε τα απαραίτητα
προσόντα αλλά υπερτερούσε των ανθυποψηφίων του, με ταξύ των οποίων και οι εφεσίβλητοι,"... λόγω του αρτιότερου και πλέον ολοκληρωμένου κύκλου σπουδών τουστον τομέα της Καρδιολογίας στο εξωτερικό     ". Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το απαιτούμενο μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο, δεν αποτελεί αντικείμενο της έφεσης· αναφορά σ' αυτό το σημείο έγινε για να επισημανθούν τα επίδικα θέματα της πρωτόδικης διαδικασίας.

Ο τρίτος λόγος που είχε προβληθεί για την ακύρωση της επίμαχης απόφασης της Ε.Δ.Υ., ότι η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών για το διορισμό του εφεσείοντα έπασχε και εφόσον επενέργησε ουσιωδώς στη λήψη της επίδικης διοικητικής απόφασης συνιστούσε ανεξάρτητο λόγο για την ακύρωσή της, δεν εξετάστηκε ενόψει της κατάληξης ότι η απόφαση έπρεπε ν' ακυρωθεί λόγω της ανεπάρκειας ή της πλημμέλειας της έρευνας· έπεται ότι, αν η έφεση επιτύχει, η εξέταση του προαναφερθέντος λόγου θ' αποτελέσει, σύμφωνα με την καθιερωμένη διαδικασία, το αντικείμενο διερεύνησης ενώπιόν μας σε μελλοντική ημερομηνία η οποία θα καθορισθεί: Βλ. Republic v. Lefkos Georghiades (1972) 3 C.L.R. 594, 690.

Ο Ευαγόρας Νικολαΐδης απέκτησε το δίπλωμα της Ιατρικής το 1977. Για την εγγραφή στο μητρώο των Ιατρών απαιτείται, σύμφωνα με τα ισχύοντα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος για περίοδο 12 μηνών. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται ως περίοδος προεγγραφής στο μητρώο των Ιατρών. Μετά τη συμπλήρωση της περιόδου προεγγραφής και την εγγραφή του στο ιατρικό μητρώο, ο εφεσείων εργάστηκε, όπως είναι παραδεκτό, για περίοδο 18 μηνών, από Ιούλιο 1978 μέχρι 1/1/80, ως Ανώτερος Ιατρικός Λειτουργός (Locum Senior House Officer) στην καρδιοαγγειακή χειρουργική και καρδιολογία, στο νοσοκομείο St. Mary's του Λονδίνου, κάτω από την επίβλεψη του Ειδικού Καρδιολόγου Edwin Besterman. Ότι η περίοδος των 18 μηνών αφορούσε πείρα στον κλάδο της Καρδιολογίας, δεν έχει αμφισβητηθεί και δε θα μας απασχολήσει.

Μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουλίου του 1980, ο Ε. Νικολαΐδης υπηρέτησε για 6 μήνες στην Εθνική Φρουρά. Σύμφωνα με βεβαίωση του Στρατιωτικού Αρχιάτρου Γ. Παπαδοπούλου, κατά την περίοδο της θητείας του ο εφεσείων αποσπάστηκε στο νοσοκομείο της Εθνικής Φρουράς (Ν.Ε.Φ.) και ασχολείτο"... κυρίως με παθολογικά και καρδιολογικά περιστατικά. ...'*. Βεβαίωση για το ίδιο γεγονός, για μέρος της περιόδου εκείνης, έδωσε και ο Ειδικός Ιατρός στην Καρδιολογία, Θ. Σπυριδάκις, ο οποίος επίσης υπηρέτησε κατά την εκτέλεση της στρατιωτικής του θητείας στο Ν.Ε.Φ., μέχρι την αποστράτευσή του τον Απρίλιο του 1980. Μετά την αποστράτευσή του ο εφεσείων επέστρεψε στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου εργάστηκε, από τον Οκτώβριο του 1980 μέχρι την επιστροφή του στην Κύπρο τον Ιανουάριο του 1987, στο νοσοκομείο St. Mary's του Λονδίνου. Κατά την επιστροφή του στην Κύπρο διορίστηκε πάνω σε προσωρινή βάση ως Ειδικός Καρδιολόγος και υπηρέτησε με αυτή την ιδιότητα - με την εξαίρεση ενός μηνός στη διάρκεια του οποίου απουσίασε με άδεια χωρίς απολαβές - για όλη την περίοδο μέχρι την υποβολή της αίτησής του για την επίμαχη θέση. Η απουσία του μεταξύ 17/1/87 και 28/2/87 οφειλόταν, όπως ο ίδιος ισχυρίστηκε, στη μετάβασή του στο Ηνωμένο Βασίλειο για να συμμετέχει στον καθετηριασμό της καρδίας Κύπριων ασθενών που είχαν αναφερθεί στο νοσοκομείο St. Mary's για το σκοπό αυτό. Πιστοποιητικό του Δρα Vecht βεβαιώνει ότι κατά την παραμονή του στο Ηνωμένο Βασίλειο ασχολήθηκε με καθετηριασμούς της καρδίας.

Με την εξαίρεση της περιόδου που ο εφεσείων υπηρέτησε στο νοσοκομείο St. Mary's μεταξύ του Ιουλίου του 1978 και του Δεκεμβρίου του 1979 και της περιόδου που υπηρέτησε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας (με την εξαίρεση του ενός μηνός), το Δικαστήριο έκρινε ότι τα στοιχεία για την πείρα που απέκτησε ο Ε. Νικολαΐδης, τη φύση και το χαρακτήρα της, ήταν ατελή· η δε έρευνα της Ε.Δ.Υ, για τη διαπίστωση της πείρας του εφεσείοντα όχι η δέουσα· οπόταν το εύρημα για τη κτήση της απαιτούμενης δεκαετούς πείρας στον κλάδο της Καρδιολογίας κρίθηκε ακροσφαλές.

Η φύση και η χρονική διάρκεια της πείρας του εφεσείοντα (ενδιαφερόμενου μέρους) στην Καρδιολογία, αποτέλεσε το αντικείμενο έρευνας από την Ε.Δ.Υ. σε δύο στάδια :

(Α) Κατά την περίοδο πριν την επιλογή του στις 20/3/90 και,

(Β) μετά την επιλογή του, πράξη που δεν εξωτερικεύθηκε εξαιτίας παραστάσεων των ανθυποψηφίων του και, κυρίως του εφεσιβλήτου Μ. Μηνά, ότι ο εφεσείων δεν κατείχε το προβλεπόμενο προσόν της πείρας.

Βάσει του σχεδίου υπηρεσίας προβλέπεται ως απαραίτητο προσόν για πρώτο διορισμό - που ήταν η περίπτωση της υποψηφιότητας του εφεσείοντα - "Δεκαετής τουλάχιστο πείρα στην ειδικότητα που καθορίζεται κατά την πλήρωση της θέσης, περιλαμβανομένου του χρόνου εκπαίδευσης για απόκτηση του διπλώματος ή τίτλου ειδικότητας.".

Η Τμηματική Επιτροπή έκρινε ότι ο εφεσείων κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό, περιλαμβανομένης και της δεκαετούς πείρας. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και η Ε.Δ.Υ. στις 26/1/90. Ακολούθησε η απόφαση της 20/3/90, ημερομηνία κατά την οποία επελέγη ο Ε. Νικολαΐδης. Η απόφαση δεν κοινοποιήθηκε και η εφαρμογή της αναστάληκε για επαναδιερεύνηση της επάρκειας της πείρας του και, κατ' επέκταση, της εγκυρότητας της υποψηφιότητάς του. Μετά την επαναδιερεύνηση του θέματος, περιλαμβανομένων και των νέων στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν της, η Ε.Δ.Υ, έκρινε ότι ο εφεσείων κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό και επαναβεβαίωσε στη συνεδρία της, της 17/12/90, την προηγούμενη απόφασή της για την επιλογή του εφεσείοντα ως του καλύτερου υποψηφίου για διορισμό. Η απόφαση απέληξε στο διορισμό του, οπόταν ασκήθηκε η προσφυγή που αποτέλεσε το αντικείμενο της αναθεώρησης στην οποία προέβη το Ανώτατο Δικαστήριο στην άσκηση της πρωτογενούς αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η έρευνα που διεξήγαγε η Ε.Δ.Υ. για τη διαπίστωση των στοιχείων και της φύσης της πείρας που απέκτησε ο Ε. Νικολαΐδης (α) στο νοσοκομείο Meath του Δουβλίνου κατά την προεγγραφή του (1 έτος) υπήρξε ατελής, (β) στο νοσοκομείο St. Mary's του Λονδίνου μεταξύ 1980 και τέλος 1986 (6 έτη και 2 μήνες) ήταν ελλειπής και (γ) στην Εθνική Φρουρά (Ν.Ε.Φ.) πλημμελής. Επίσης κρίθηκε ατελής η έρευνα για την ενασχόληση και την πείρα που απέκτησε ο εφεσείων κατά την απουσία του για ένα μήνα στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το διορισμό του στην κρατική υπηρεσία.

Σε σχέση με κάθε μια από τις πιο πάνω τέσσερις περιόδους, κρίθηκε ότι τα στοιχεία τα οποία τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. χωρούσαν μεγαλύτερης διευκρίνησης στην απουσία της οποίας η έρευνα δεν μπορούσε να θεωρηθεί η πρέπουσα ή συμπερασματική. Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι τα ερωτήματα που τέθηκαν αναφορικά με τη φύση και το χαρακτήρα της υπηρεσίας του εφεσείοντα στο νοσοκομείο St. Mary's ως αποτέλεσμα επιστολής του Δρα Foale, Ειδικού Καρδιολόγου, προς τον εφεσίβλητο Μ. Μηνά, για τη φύση και το χαρακτήρα των καθηκόντων του προϊσταμένου του εφεσείοντα, Δρ. Vecht, επέβαλλαν περαιτέρω διευκρίνηση των στοιχείων της υπηρεσίας του με την αναζήτηση πληροφοριών από την πλέον επίσημη πηγή στην οποία θα μπορούσαν ν' αποταθούν. Το Δικαστήριο αναφέρει: "... Θα ανέμενα πως η ΕΔΥ, ενόψει αυτής της κατάστασης, θα έβλεπε την ανάγκη για δική της έρευνα πάνω στο θέμα. Η ΕΔΥ, και σ' αυτή την περίπτωση κατά αντίθεση προς όσα έκαμε ως προς το δίπλωμα MRCP, δεν προέβη σε οποιαδήποτε δική της ενέργεια  ". Νωρίτερα το Δικαστήριο είχε επισημάνει ότι θα εξέταζε το θέμα της πείρας "... από την άποψη της επάρκειας της έρευνας και της επακόλουθης δυνατότητας μόρφωσης γνώμης πάνω στη βάση των αντικρουομένων ισχυρισμών που προβλήθηκαν         ". Και σε σχέση με την υπηρεσία του στο νοσοκομείο Meath, το Δικαστήριο διετύπωσε παρόμοια ερωτηματικά αφού επεσήμανε τις έντονες αμφισβητήσεις των ανθυποψηφίων του. Το Δικαστήριο αναφέρει στην απόφασή του: "Το ζητούμενο ήταν συγκεκριμένο και αποτελεί κενό το τί θα απέφερε η αναζήτηση επίσημης πληροφόρησης από την πηγή, δηλαδή από το Meath Hospital του Δουβλίνου". Ως προς την προσφορά ιατρικών υπηρεσιών από τον Εφεσείοντα στο Ν.Ε.Φ., το Δικαστήριο επεσήμανε ότι η περίοδος αυτή δε συγκαταλέγεται στην περίοδο που εξειδικεύεται στην επιστολή του Αν. Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών της 6/6/90 ως πείρα. Η επιστολή εκείνη είχε ως βάση το περιεχόμενο του φακέλου του Ε. Νικολαΐδη. Ο Αναπληρωτής Διευθυντής σε κανένα στάδιο δεν αμφισβήτησε αλλά, αντίθετα, σ' όλα τα στάδια που κλήθηκε να εκφέρει άποψη, υπεστήριξε ότι ο Ε. Νικολαΐδης κατείχε τα προσόντα για διορισμό στη θέση, που αποτελούσε προαπαιτούμενο για τη σύσταση που υπέβαλε για το διορισμό του.

Ο κ. Κληρίδης για τον εφεσείοντα στην Α.Ε. 1821 και ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας για τους εφεσείοντες στην Α.Ε. 1823, υπεστήριξαν ότι η διερεύνηση των θεμάτων που άπτονται του επίμαχου θέματος υπήρξε πλήρης· τα δε στοιχεία τα οποία προέκυψαν, καθιστούσαν κατά το ελάχιστο λογικά εφικτή την απόφαση στην οποία άχθηκε η Ε.Δ.Υ..

Αντίθετα, ο δικηγόρος του εφεσιβλήτου υπεστήριξε την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή και αναπόφευκτη ενόψει του ατελέσφορου της έρευνας ως προς τη διαπίστωση των ουσιωδών γεγονότων σε σχέση με την πείρα του εφεσιβλήτου.

Εξετάσαμε κάθε πτυχή της έφεσης. Το ερώτημα σε κάθε περίπτωση που εξετάζεται το πρέπον και η επάρκεια της έρευνας, είναι κατά πόσο έχει ερευνηθεί κάθε πτυχή του θέματος που τείνει να αποκαλύψει το διερευνούμενο γεγονός. Εφόσον τα στοιχεία που έχουν συλλέγει φωτίζουν κάθε πτυχή του διερευνούμενου θέματος, η αξιολόγησή τους ανάγεται στην αρμοδιότητα της Διοίκησης. Το κριτήριο για την αξιολόγηση εγγράφων από το αρμόδιο διοικητικό όργανο είναι η αυθεντικότητα της προέλευσής τους, αφενός και η σχετικότητα του περιεχομένου τους προς το επίμαχο θέμα, αφετέρου.

Στη συνέχεια θα εξετάσουμε τα δεδομένα σχετικά με την υπηρεσία του εφεσείοντα κατά τις τέσσερις περιόδους που έχουν προσδιοριστεί, για να κριθεί η ορθότητα των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την ανεπάρκεια ή το ελλειπές της έρευνας που συνιστά το επίδικο θέμα της έφεσης.

(Α) ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΜΕΑΤΗ ΤΟΥ ΔΟΥΒΛΙΝΟΥ :

Βάσει του σχεδίου υπηρεσίας, ο χρόνος εκπαίδευσης για απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου που προβλέπεται ως απαραίτητο προσόν, επιμετρά ως πείρα, ανεξάρτητα από το πεδίο της ιατρικής στο οποίο γίνεται η άσκηση. Αυτό προκύπτει άμεσα από το λεκτικό της σχετικής πρόνοιας του σχεδίου υπηρεσίας [Παράγραφος 3.Α(3)] και βεβαιώνεται από την απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Ορφανίδη & Άλλου (1992) 3 Α.Α.Δ. 205, όπου το Δικαστήριο ασχολήθηκε με την ερμηνεία όμοιας διάταξης μ' εκείνη του σχεδίου υπηρεσίας στην προκείμενη περίπτωση.

Η επιστολή του Γραμματέα (Registrar) του Royal College of Physicians της 7/12/90, πιστοποιεί ότι η περίοδος προεγγραφής του Ε. Νικολαΐδη στο μητρώο Ιατρών, μεταξύ του Ιουλίου του 1977 και του Ιουνίου του 1978, μετρά για την απόκτηση του δικαιώματος συμμετοχής στις εξετάσεις για να καταστεί μέλος του Royal College of Physicians. Οι ιατροί καθίστανται μέλη του Βασιλικού αυτού Κολλεγίου Ιατρών μετά την απόκτηση του MRCP..

Το πιστοποιητικό της προκαταρκτικής εγγραφής του εφεσείοντα στο ιατρικό μητρώο (της 28/6/1977), συνιστά την αυθεντικότερη πληροφόρηση για την προεγγραφή του, ενώ οι υπηρεσίες του στο νοσοκομείο Meath και η ενασχόληση του κατά την περίοδο της πρακτικής του εκπαίδευσης, επιμαρτυρούνται από το πιστοποιητικό του Brian Mayne MD FRCP, Επίτιμου Γραμματέα του Ιατρικού Συμβουλίου του νοσοκομείου (το πιστοποιητικό εκδόθηκε στις 14/7/78).

Τέλος, το πιστοποιητικό του Edwin Besterman βεβαιώνει ότι μετά τη συμπλήρωση της περιόδου προεγγραφής τον Ιούνιο του 1978, ο εφεσείων ενεγράφη στο Ιατρικό Μητρώο μετά το οποίο γεγονός προσελήφθη στο νοσοκομείο St. Mary's του Λονδίνου ως "Locum Senior House Officer in Cardiovascular Surgery and Cardiology." (Ανώτερος Εσωτερικός Λειτουργός στην Καρδιοαγγειακή Χειρουργική και Καρδιολογία).

Τα πιο πάνω στοιχεία που ήταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. καθιστούσαν εύλογο, αν όχι αναπόφευκτο, το εύρημα ότι κατά την περίοδο μεταξύ Ιουλίου 1977 και Ιουνίου 1978, ο Ε. Νικολαΐδης υπηρέτησε στο πλαίσιο της προεγγραφής του στο νοσοκομείο Meath και ότι μετά το πέρας της περιόδου του ενός έτους ενεγράφη στο μητρώο ιατρών. Η περίοδος των δώδεκα μηνών επιμετρούσε ως ιατρική υπηρεσία για την απόκτηση του MRCP και επομένως συνιστούσε "πείρα" για τους σκοπούς του σχεδίου υπηρεσίας.

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ:

Η απόκτηση "πείρας" δεν προϋποθέτει επίβλεψη ούτε καθοδήγηση αλλά άσκηση του ιατρικού λειτουργήματος στη συγκεκριμένη ειδικότητα· ούτε προϋποθέτει αποκλειστική ενασχόληση με το συγκεκριμένο τομέα ειδικότητας. Στην περίπτωση του εφεσείοντα υπήρχε βεβαίωση από την πλέον αυθεντική πηγή, τον Αρχίατρο της Εθνικής Φρουράς, ότι για την περίοδο μεταξύ 19/1/80 και 10/7/80 ο εφεσείων ασκούσε το λειτούργημα του ιατρού "... ασχολούμενος κυρίως με παθολογικά και καρδιολογικά περιστατικά. ...". Διαφωτιστικό για το ίδιο θέμα και βεβαιωτικό για τα ίδια γεγονότα, είναι και το πιστοποιητικό του ιατρού Θ. Σπυριδάκι. Τα δεδομένα ενώπιον της Ε.Δ.Υ., αξιολογούμενα στο σωστό πλαίσιο, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απόφαση ότι κατά τη χρονική διάρκεια των έξι περίπου μηνών που καθορίζεται στο πιστοποιητικό του Αρχιάτρου, ο Εφεσείων απέκτησε πείρα στην καρδιολογία· και στην απουσία οποιουδήποτε στοιχείου το οποίο να υποδηλώνει ότι παρεισέφρησε οποιοσδήποτε εξωγενής παράγοντας στην κρίση της Ε.Δ.Υ., η έρευνά της δεν μπορεί να κριθεί πλημμελής.

ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ST. MARY'S ΛΟΝΔΙΝΟΥ :

Αν δεν επρόκειτο για το περιεχόμενο της ιδιωτικής και εμπιστευτικής επιστολής που απέστειλε ο Ειδικός Καρδιολόγος R. Foale στις 31/5/90 στον εφεσίβλητο Μ. Μηνά, την οποίαν ο τελευταίος έθεσε ενώπιον της Ε.Δ.Υ., θα ήταν πράγματι δύσκολο να διατυπωθούν οποιαδήποτε ερωτηματικά για τη φύση της υπηρεσίας του εφεσείοντα στο νοσοκομείο St. Mary's μεταξύ 1980 και 1986 (περίοδος 6 ετών και 2 μηνών) ή τα επακόλουθα της ιατρικής του υπηρεσίας στην κατάρτισή του. Ενώπιον της Ε.Δ.Υ. είχε τεθεί συντριπτική έγγραφη μαρτυρία, συνισταμένη από πιστοποιητικά αριθμού ιατρών, η οποία απεκάλυπτε την απασχόληση του Ε. Νικολαΐδη κατά την υπό κρίση περίοδο σε τομείς της καρδιολογίας, τη μεγάλη και επωφελή πείρα που απέκτησε στον τομέα αυτό ώστε να προκαλέσει εγκωμιαστικά σχόλια απ' όλους όσους συνεργάστηκαν μαζί του. Ο Δρ. R. J. Vecht MD MRCP FACC, Ειδικός Καρδιολόγος, κάτω από τον οποίο υπηρέτησε και του οποίου υπήρξε στενός συνεργάτης, εξέδωσε σειρά πιστοποιητικών με τα οποία βεβαιώνεται η διάρκεια, η φύση και ο χαρακτήρας της υπηρεσίας του Ε. Νικολαΐδη [βλ. Πιστοποιητικά τιτλοφορούμενα "To whom it may concern" (Προς όποιον δει) με ημερομηνία 10/2/86, 17/12/86, 18/5/89, 5/12/90 και την επιστολή του προς τον αιτητή (όχι εμπιστευτική) της 7/12/90].

Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι η επιστολή της 18/5/89 στην οποία βεβαιώνεται ότι από το 1980 που ο Δρ. Vecht είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με τον Ε. Νικολαΐδη μετά το διορισμό του ως Ανώτερου Επιμελητή μέχρις ότου επέστρεψε στην Κύπρο, στις αρχές του 1987, ο Ε. Νικολαΐδης εκπαιδεύθηκε πλήρως σ' όλες τις πτυχές της σύγχρονης καρδιολογίας, συμπεριλαμβανομένων και καθετηριασμών της αριστερής και της δεξιάς καρδίας, τοποθέτησης βηματοδότη, φροντίδας ασθενών προ και μετά την υποβολή τους σε χειρουργική επέμβαση της καρδίας και, αργότερα, αγγειοπλαστική ηχοκαρδιογραφία και υποβολή ασθενών σε δοκιμασία κοπώσεως (stress testing). O ίδιος ο Δρ. Vecht κατείχε από το 1980, όπως επεξηγεί στην επιστολή του, τη θέση του Ειδικού Καρδιολόγου στην Καρδιοαγγειακή Μονάδα της Ιατρικής Σχολής του νοσοκομείου St. Mary's, επικεφαλής της οποίας ήταν ο καθηγητής Η. Dudley και ότι ο ίδιος ήταν υπεύθυνος για τη διερεύνηση και διαχείριση των καρδιοπαθών που εισάγονταν στην ιατρική μονάδα του νοσοκομείου. Τα άλλα πιστοποιητικά του Δρα Vecht πραγματεύονται τα ίδια θέματα και παρέχουν επεξηγήσεις για τη φύση των καθηκόντων του εφεσείοντα και πτυχές της υπηρεσίας του, με κοινό σημείο αναφοράς το ψηλό επίπεδο της εκπαίδευσής του και την αφοσίωσή του στο καθήκον. Επιπρόσθετα με τα καθήκοντά του στο νοσοκομείο St. Mary's, όπως βεβαιώνει ο Δρ. Vecht, ο Ε. Νικολαΐδης τον βοηθούσε δυο φορές τη βδομάδα για τη λειτουργία κλινικής καρδιοπαθών στο νοσοκομείο Manor House του Λονδίνου, το επίσημο νοσοκομείο του συντεχνιακού κινήματος της Αγγλίας και της Ουαλλίας.

Στην επιστολή του Καρδιολόγου Foale, της 31/5/90, διατυπώνεται η θέση ότι υπήρχε ασάφεια ως προς τη θέση που κατείχε στο νοσοκομείο St. Mary's ο Δρ. Vecht και ότι δε μετείχε δράσης στο πεδίο της καρδιολογίας μέσα στο επίσημο καρδιολογικό τμήμα του νοσοκομείου. Διατυπώνεται η άποψη ότι η θέση την οποίαν κατείχε ο Δρ. Vecht στο νοσοκομείο St. Mary's, δεν του παρείχε τη δυνατότητα συμμετοχής στην εκπαίδευση του κατώτερου προσωπικού του τμήματος καρδιολογίας. Τα πιστοποιητικά, εξάλλου, τα οποία εκδόθηκαν για την εκπαίδευση του Ε. Νικολαΐδη χαρακτηρίζονται ως παραπλανητικά διότι ο κ. Νικολαΐδης δεν πήρε ό,τι χαρακτηρίζεται ως "accredited training within the clinical department" (αναγνωρισμένη εκπαίδευση μέσα στο καρδιολογικό τμήμα). Τέλος, εγείρει ερωτηματικά κατά πόσο η εκπαίδευση (training) του Ε. Νικολαΐδη υπήρξε ικανοποιητική.

Τα ερωτηματικά τα οποία διατυπώνει ο Δρ. Foale για την εκπαίδευση του εφεσείοντα, είναι δύσκολο να συμβιβαστούν με προηγούμενη επιστολή του ιδίου προς τον Ε. Νικολαΐδη (19/1/1987) σε σχέση με την πιθανότητα συνεργασίας των δύο για τον καθετηριασμό της καρδίας ασθενών στην Κύπρο. Αναφερόμενος στα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν στη διαδικασία καθετηριασμού της καρδίας και την ανάγκη για εκπαιδευμένο προσωπικό στην κλινική καρδιολογία, επισημαίνει: "Of course, in your time at St Mary's, you have received such training and I would be, as we have discussed previously, very happy indeed to provide a continuing collaboration in my department, particularly with reference to further angiographic technique." Ελληνική μετάφραση: "Βέβαια, όταν ήσουν στο St Mary's πήρες τέτοια εκπαίδευση και θα ήμουν, όπως είχαμε νωρίτερα συζητήσει, πράγματι πολύ ευτυχής να προνοήσω για συνεχή συνεργασία στο τμήμα μου, ιδιαίτερα σε σχέση με περαιτέρω αγγειογραφικές μεθόδους.".

Σ' άλλο σημείο της επιστολής του αναφέρεται στα αγγειακά και αρτηριακά προβλήματα των ασθενών που μπορεί να παρουσιαστούν αλλά, όπως τονίζει, οι επιπλοκές αυτές θα περιοριστούν στο ελάχιστο δοθείσας της εκπαίδευσης του Ε. Νικολαΐδη. Συγκεκριμένα, αναφέρει: "With your training, I am sure that these complications will be minimal, although the unexpected must always be considered.". Σε ελληνική μετάφραση: "Με την εκπαίδευση σου, είμαι βέβαιος ότι τα προβλήματα αυτά θα περιοριστούν στο ελάχιστο παρόλο που το απροσδόκητο πρέπει πάντα να εξετάζεται.".

Εξίσου σημαντικό είναι το περιεχόμενο της επιστολής του Δρα Foale προς τον Ε. Νικολαΐδη στις 10/12/90 η οποία του αποστάληκε μετά από τηλεφωνική συνομιλία, κατά την οποία προφανώς ο εφεσείων διαμαρτυρήθηκε για το περιεχόμενο της επιστολής του προς τον Μ. Μηνά. Στην επιστολή αυτή ο Δρ. Foale επεξηγεί ότι ο ίδιος ανέλαβε καθήκοντα στο νοσοκομείο St. Mary' s το 1985 και ότι εφόσον δεν είχε συνεργαστεί με τον Ε. Νικολαΐδη, δεν ήταν σε θέση να προβεί σε εκτίμηση της εργασίας του και ότι με την επιστολή του στον εφεσίβλητο Μ. Μηνά δε σκοπούσε να εκφράσει οποιαδήποτε δυσμενή άποψη για τις ικανότητες του. Εκείνο το οποίο τον ώθησε να γράψει την επιστολή στον κ. Μηνά, αναφέρει, ήταν η επιθυμία του να προβεί σε διάκριση μεταξύ του καρδιολογικού τμήματος και της καρδιοαγγειακής μονάδας του νοσοκομείου. Και αυτής της επιστολής το περιεχόμενο είναι δύσκολο να συμβιβαστεί με όσα περιέχονται στην επιστολή του Δρα Foale της 31/5/90 προς τον Μ. Μηνά.

Αντίθετα, οι πιστοποιήσεις του Δρα Vecht και οι βεβαιώσεις του για τη φύση, το επίπεδο και το χαρακτήρα της εκπαίδευσης του αιτητή, ενισχύονται από σειρά άλλων πιστοποιητικών στα οποία γίνεται αναφορά πιο κάτω:

(1) Η επιστολή από το Γραμματέα του Royal College of Physicians, της 20/9/90, ότι η αναγνώριση (accreditation) από τη Μεικτή Επιτροπή Ανώτερης Ιατρικής Εκπαίδευσης δεν είναι απαραίτητη για διορισμό στη θέση του Ειδικού ούτε η αναγνώριση συνιστά πρόσθετο προσόν και ότι ο Ε. Νικολαΐδης κατείχε όλα τα προσόντα που του παρείχαν τη δυνατότητα διορισμού ως Ειδικός Ιατρός με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην καρδιολογία.

(2) Η επιστολή του καθηγητή Η. Dudley της 26/5/89 βεβαιώνει ότι το επίπεδο εκπαίδευσης στη μονάδα στην οποία υπηρετούσε ο εφεσείων στο νοσοκομείο St. Mary's ήταν πολύ ψηλό, προσαρμοσμένο στο επίπεδο εκπαίδευσης στο Ηνωμένο Βασίλειο. Και ο D. Α. Pyke CBE MD FRCP του Royal College of Physicians, σε ξεχωριστή πιστοποίηση του της 8/6/90, βεβαιώνει ότι τα προσόντα του Ε. Νικολαΐδη του παρείχαν το δικαίωμα διορισμού ως Ειδικός Παθολόγος/Καρδιολόγος. Παράλληλα, βεβαιώνει ότι η εκπαίδευση του Ε. Νικολαΐδη υπήρξε πλήρης και παρατεταμένη.

Τέλος, ο Κ. W. Colebourne, Ανώτερος Ειδικός Παθολόγος στο νοσοκομείο Manor House του Λονδίνου, βεβαιώνει ότι από το 1984 ο Ε. Νικολαΐδης υπηρετούσε στο νοσοκομείο ως Βοηθός του Δρα Vecht, Ειδικού Καρδιολόγου, δυο φορές τη βδομάδα και, ότι την ίδια περίοδο ο Ε. Νικολαΐδης ήταν υπεύθυνος καρδιολογικού ερευνητικού εργαστηρίου το οποίο λειτουργούσε κάτω από την επίβλεψή του.

Τα στοιχεία ενώπιον της Ε.Δ.Υ. έριπταν φως σε κάθε πτυχή της εκπαίδευσης του Ε. Νικολαΐδη, στο επίπεδο και τη χρονική διάρκειά της. Παρόλο που θεωρητικά είναι σχεδόν πάντα πιθανή η αναζήτηση περαιτέρω στοιχείων για ένα συμβάν, αυτό δεν είναι το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας που διεξάγεται αλλά η δυνατότητα εξαγωγής ασφαλών ευρημάτων απ' αυτά, εφόσον γίνονται δεκτά. Η αξιολόγηση των στοιχείων που τίθενται ενώπιόν του, αποτελεί έργο του διοικητικού οργάνου που είναι επιφορτισμένο με τη λήψη της απόφασης. Στην προκείμενη περίπτωση υπήρχε εκτεταμένη γραπτή μαρτυρία για τη φύση, το χαρακτήρα και το επίπεδο της εκπαίδευσης του Ε. Νικολαΐδη, καθώς και τη χρονική της διάρκεια ώστε να καθίσταται λογικά εφικτό για την Ε.Δ.Υ., υπό το πρίσμα της αξιολόγησης της, να εύρει ότι η υπό εξέταση περίοδος των 6 ετών και 2 μηνών συνιστούσε πείρα στην ειδικότητα της καρδιολογίας.

Κρίνουμε ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι η έρευνα της Ε.Δ.Υ, υπήρξε ατελής ή ανεπαρκής, είναι εσφαλμένο και το παραμερίζουμε. Παρά τη μικρή μόνο σημασία που ενέχει η συμπερίληψη της περιόδου του ενός μηνός που ο εφεσείων απουσίαζε από τα καθήκοντά του μεταξύ Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου 1987, και για εκείνη την περίοδο μπορούσε η Ε.Δ.Υ. εύλογα να αχθεί στο συμπέρασμα ότι η μετάβαση του στο Ηνωμένο Βασίλειο σχετιζόταν με την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος στον τομέα της καρδιολογίας και ότι κατά την παραμονή του στην Αγγλία ασχολήθηκε μ' εκείνο τον κλάδο ιατρικής, ισχυρισμός ο οποίος ενισχύεται και από τη βεβαίωση του Δρα Vecht της 5/12/90.

Καταλήγουμε ότι το εύρημα της Ε.Δ.Υ. ότι ο εφεσείων κατείχε την προβλεπόμενη από το σχέδιο υπηρεσίας δεκαετή πείρα, μπορούσε εύλογα να εξαχθεί ενόψει των στοιχείων που είχε ενώπιόν της και επικυρώνεται. Το εύρημα του Δικαστηρίου περί του αντιθέτου κρίνεται εσφαλμένο και παραμερίζεται.

Η έφεση πρέπει να γίνει δεκτή. Η αποδοχή της έφεσης δε θέτει τέρμα στη διαδικασία δεδομένου ότι παραμένει προς διερεύνηση ο τρίτος λόγος ο οποίος έχει προβληθεί για ακύρωση της επίδικης διοικητικής απόφασης - η εγκυρότητα της σύστασης του Αναπληρωτή Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών, ο οποίος δεν έχει διερευνηθεί πρωτόδικα.

Σύμφωνα με την καθιερωμένη διαδικασία, η διερεύνηση του λόγου αυτού θα γίνει από εμάς προς συμπλήρωση της διαδικασίας.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.

Η υπόθεση ορίζεται για ακρόαση του μέρους των προσφυγών που αφορά το μη επιλυθέν θέμα της σύστασης του Αναπληρωτή Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών, στις 13/6/94, 9.15 π.μ.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο