ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 3 ΑΑΔ 549
26 Νοεμβρίου, 1993
[ΠΙΚΗΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στές]
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΕΖΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1008).
Εκπαιδευτικοί υπάλληλοι — Διορισμοί — Προσόντα — Σχέδιο Υπηρεσίας — Πρόσθετο προσόν — Προσόν που καθορίζετο στο Σχέδιο Υπηρεσίας δεν θεωρήθηκε ότι συνιστούσε πρόσθετο προσόν — Παράλειψη να τεθεί η απόκτησή του ως όρος διορισμού δεν καθιστά τον διορισμό άκυρο.
Εκπαιδευτικοί υπάλληλοι — Διορισμοί — Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας—Δέουσα έρευνα αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων — Η διεξαγωγή της συμπεραίνεται από το κείμενο του σχετικού πρακτικού το οποίο πρέπει να είναι εύλογα σαφές — Δικαστικός έλεγχος.
Ο εφεσείων και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν μεταξύ των τεσσάρων υποψηφίων μεταξύ των οποίων περιορίστηκε η επιλογή για διορισμό στη θέση Επιθεωρητή Α' Μέσης Εκπαίδευσης. Λόγω του ότι η επίδικη θέση ανήκε στην τεχνική εκπαίδευση δεν ήταν απαραίτητο να κατέχουν οι υποψήφιοι τη μεταπτυχιακή εκπαίδευση που προβλέπετο από την παράγραφο 2 του σχεδίου υπηρεσίας, νοουμένου ότι σε περίπτωση διορισμού τους θα υποχρεούντο να το αποκτήσουν μέσα σε πέντε χρόνια από την έγκριση του σχεδίου υπηρεσίας.
Ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους από την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ.) έγινε μετά τη διεξαγωγή έρευνας και αξιολόγησης των προσόντων του.
Ο αιτητής αμφισβήτησε την κατοχή του προσόντος M.Sc. στη Μηχανολογία του Πανεπιστημίου Λουμούμπα της Μόσχας από το ενδιαφερόμενο μέρος.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επεκύρωσε τον διορισμό αφού έκρινε ότι η έρευνα στη διαπίστωση των προσόντων του ενδιαφερόμενου μέρους υπήρξε πλήρης και η αξιολόγησή τους στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας ορθή. Επίσης αποφάνθηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε στην αξία σε μεγάλο βαθμό από τον αιτητή.
Η πρωτόδικη απόφαση εφεσιβλήθηκε για τους εξής δύο λόγους:
1. Η αξιολόγηση των προσόντων του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν εσφαλμένη και εσφαλμένα κρίθηκε ότι κατείχε πρόσθετα προσόντα, και
2. Η απόφαση της Ε.Ε.Υ. εσφαλμένα κρίθηκε αιτιολογημένη.
Ο αιτητής υποστήριξε ότι η Ε.Ε.Υ. εσφαλμένα έκρινε ότι ο κύκλος σπουδών του ενδιαφερόμενου μέρους ικανοποιούσε, εκτός από το προσόν της παραγράφου 1 του σχεδίου υπηρεσίας, και την παράγραφο 2.
Στο πρακτικό της Ε.Ε.Υ., στο οποίο αναφέρθηκε ο εφεσείων προς υποστήριξη των ισχυρισμών του δεν αναφέρετο ότι ο αιτητής κατείχε τη μετεκπαίδευση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του σχεδίου υπηρεσίας ούτε ότι το πτυχίο του συνιστούσε πανεπιστημιακό κύκλο B.Sc. και μεταπτυχιακό τίτλο M.Sc. Αντίθετα το κείμενο της επίδικης διοικητικής απόφασης ανέφερε ρητά ότι όλοι οι υποψήφιοι ήταν κάτοχοι του απαραίτητου πανεπιστημιακού κύκλου στη Μηχανολογία.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου απέρριψε την έφεση κατά πλειοψηφία και αποφάνθηκε ότι:
Α. Υπό Πική Δ., συμφωνούντων και των Χατζητσαγγάρη Δ., Χρυσοστομή Δ. και Αρτέμη Δ.:
1. Το προσόν της παραγράφου 2 δεν συνιστούσε πρόσθετο αλλά απαραίτητο προσόν. Όρος για διορισμό τόσο για τον αιτητή όσο και για το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν η απόκτηση και όχι η κατοχή του προσόντος της παραγράφου αυτής. Το γεγονός ότι δεν τέθηκε ως όρος διορισμού η απόκτησή του μέσα στην πενταετή περίοδο δεν αναιρεί την απόφαση ούτε δημιουργεί αμφιβολίες για το βάθρο στο οποίο στηρίχτηκε. Το ενδιαφερόμενο μέρος απόκτησε μέσα στην καθορισμένη περίοδο το προβλεπόμενο αυτό προσόν.
2. Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Ε.Ε.Υ. δεν πλανήθηκε ως προς το νόμο ή τα πράγματα αναφορικά με τα προσόντα του διορισθέντος είναι ορθή.
Β. Υπό Πογιατζή Δ.,:
Η Ε.Ε.Υ. είχε υποχρέωση να προβεί στη δέουσα έρευνα για διαπίστωση των γεγονότων για την απόκτηση του διπλώματος του ενδιαφερόμενου μέρους και αφού τα αξιολογήσει να αποφανθεί κατά πόσο το επίδικο δίπλωμα συνιστά μεταπτυχιακό δίπλωμα, Επίσης η Ε.Ε.Υ. είχε καθήκον να διαπιστώσει κατά πόσο το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε ή όχι το προσόν της παραγράφου 2 του σχεδίου υπηρεσίας ή κατά πόσο κρίθηκε προσοντούχος, όπως και ο εφεσείων, με βάση τη σημείωση 2 του σχεδίου υπηρεσίας. Το ενδιαφερόμενο μέρος θα υπερείχε σε προσόντα έναντι του εφεσείο-ντα αν διαπιστώνετο ότι κατείχε τίτλο M.Sc. ανάλογο με τον τίτλο M.Sc. των Αγγλικών Πανεπιστημίων.
Στην υπόθεση Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας με βάση την οποία αιτιολογήθηκε η παρούσα πρωτόδικη απόφαση, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι εύλογα η Ε.Δ.Υ. απεφάνθηκε ότι το δίπλωμα M.Sc. του Πανεπιστημίου Λουμούμπα που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος διεκρίνετο σε B.Sc. και M.Sc. και ήταν ως εκ τούτου μεταπτυχιακό.
Τόσο οι διάδικοι όσο και το πρωτόδικο Δικαστήριο στην παρούσα υπόθεση θεώρησαν σαν δεδομένο ότι εκείνο που προκύπτει από το κείμενο του πρακτικού της Ε.Ε.Υ. είναι ότι η Ε.Ε.Υ. αξιολόγησε το δίπλωμα M.Sc. του ενδιαφερόμενου μέρους με τον ίδιο τρόπο που η Ε.Δ.Υ. αξιολόγησε το δίπλωμα M.Sc. στην υπόθεση Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω).
Η πρωτόδικη απόφαση στην Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) ανατράπηκε κατά πλειοψηφία από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης στην παρούσα έφεση. Όσον αφορά την επάρκεια της έρευνας της Ε.Δ.Υ. γύρω από τα σχετικά γεγονότα για την απόκτηση του πτυχίου M.Sc. του πανεπιστημίου Λουμούμπα και τον τρόπο αξιολόγησης του εν λόγω πτυχίου από την ΕΛ.Υ. η Ολομέλεια απεφάνθηκε ομόφωνα ότι υπήρξε πλήρης ασάφεια και ότι η Ε.Δ.Υ. δεν προέβη στη δέουσα έρευνα για να διακριβώσει με επάρκεια την κατοχή του μεταπτυχιακού προσόντος εκ μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους.
Στην παρούσα υπόθεση υπάρχει πλήρης ασάφεια για τον λόγο ότι στο πιστοποιητικό του Πανεπιστημίου Λουμούμπα, όπως και στην Αναθεωρητική Έφεση Αργυρίδης (ανωτέρω), δεν διευκρινίζεται κατά πόσο ένας φοιτητής μετά την διακοπή τεσσάρων χρόνων από την απόκτηση του διπλώματος B.Sc. αν επιθυμεί μπορεί να συνεχίσει τις σπουδές του για την απόκτηση του τίτλου M.Sc. Η πλήρης ασάφεια επί του προκειμένου, που εξακολουθούσε να υπάρχει λόγω της ανεπάρκειας της έρευνας της Ε.Ε.Υ. ήταν αρκετή για ακύρωση της επίδικης απόφασης.
Η μεταγενέστερη ανατροπή, από την Ολομέλεια της πρωτόδικης απόφασης στην υπόθεση Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) έχει στερήσει την εκκαλούμενη, με την παρούσα έφεση, πρωτόδικη απόφαση από το νομικό της έρεισμα.
Το επίδικο πρακτικό της Ε.Ε.Υ. είναι τόσο ασαφές που επιδέχεται διπλή ερμηνεία ότι δηλ. το δίπλωμα του ενδιαφερόμενου μέρους δεν θεωρήθηκε ποτέ ότι διακρίνεται σε B.Sc. και M.Sc. αλλά ότι έχει αξιολογηθεί ως ισότιμο με το δίπλωμα B.Sc. του εφεσείο-ντα, όπως ισχυρίστηκε η ΕΑΥ. και υιοθετήθηκε ως διαζευκτική εισήγηση από το ενδιαφερόμενο μέρος στην έφεση, όσο και την ερμηνεία με βάση την οποία διεξήχθηκε η πρωτόδικη διαδικασία και που υποστηρίζεται από τον εφεσείοντα.
Το ερώτημα που τίθεται προς απάντηση, ενόψει των συνθηκών της παρούσας υπόθεσης, είναι κατά πόσο η Ε.Ε.Υ. προέβη στη δέουσα έρευνα αναφορικά με τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους και αν στη συνέχεια έχει εφαρμόσει τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας πάνω στα επί του προκειμένου ευρήματα ή διαπιστώσεις της, όπως είχε υποχρέωση να πράξει.
Η διεξαγωγή της απαιτούμενης επαρκούς έρευνας στην κάθε περίπτωση είναι κάτι που συμπεραίνεται από το κείμενο του σχετικού πρακτικού που τηρήθηκε γι' αυτό τον σκοπό, το οποίο πρέπει να είναι εύλογα σαφές για να καθίσταται εφικτή η εξαγωγή κατά το δικαστικό έλεγχο συμπεράσματος αναφορικά με την επάρκεια της έρευνας που έχει διεξαχθεί.
Η επίδικη απόφαση είναι προϊόν άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της Ε.Ε.Υ. κατά τρόπο ελαττωματικό και λήφθηκε, ως εκ τούτου, καθ' υπέρβαση των εξουσιών της.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσβαλλόμενη πράξη προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους πρέπει να ακυρωθεί με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσιβλήτων τόσο στην πρωτόδικη όσο και στην κατ' έφεση διαδικασία.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας. Αναθεωρητική έφεση ημερ. 11/9/92-
Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 22/2/1989·
Μιλτιάδους & Άλλοι ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 30/5/1989·
Tourpeki v. Republic (1973) 3 C.L.R. 592·
Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 16/7/1993.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Α. Λοΐζου, Πρ.) που δόθηκε στις 11 Οκτωβρίου, 1989 (Προσφυγή αρ. 140/87) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντα εναντίον της απόφασης των εφεσιβλήτων με την οποία διόρισαν το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Επιθεωρητή Α' Μέσης Εκπαίδευσης αντί του εφεσείοντα.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον εφεσείοντα.
Ε. Λοϊζίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους εφεσίβλητους.
Μ. Παπαπέτρου, για το Ε/Μ Ε. Ερωτοκρίτου.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Δ.: Με την απόφαση την οποία πρόκειται να εκδώσω, συμφωνούν και οι Δικαστές Χατζητσαγγάρης, Χρυσοστομής και Αρτέμης. Ο Δικαστής Πογιατζής διαφωνεί και θα δώσει ξεχωριστή απόφαση. Επομένως η απόφαση που ακολουθεί είναι η κατά πλειοψηφία απόφαση του Δικαστηρίου.
ΠΙΚΗΣ, Δ. : Κατά την έναρξη της ακρόασης οι λόγοι έφεσης περιορίστηκαν σε δύο, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από την αποτίμηση των προσόντων του ενδιαφερόμενου μέρους από το διορίζον σώμα, την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ.). Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης εγκαταλείφθηκαν. Ο εφεσείων και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν μεταξύ των τεσσάρων υποψηφίων, μεταξύ των οποίων περιορίστηκε η επιλογή για διορισμό στη θέση Επιθεωρητή Α' Μέσης Εκπαίδευσης. Η θέση που θα πληρωνόταν ανήκε στην τεχνική εκπαίδευση και επομένως οι υποψήφιοι δεν ήταν απαραίτητο να έχουν μεταπτυχιακή εκπαίδευση στα Παιδαγωγικά ή σε θέμα συναφές με τα καθήκοντα της θέσης, ενός τουλάχιστο ακαδημαϊκού έτους, που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του σχεδίου υπηρεσίας ως προσόν για διορισμό στη θέση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η έρευνα της Ε.Ε.Υ. στη διαπίστωση των προσόντων του ενδιαφερόμενου μέρους υπήρξε πλήρης, ενώ η αξιολόγησή τους στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας δεν άφηνε πεδίο για επέμβαση. Το δικαστήριο κατέληξε: "Μια λοιπόν και έγινε η δέουσα έρευνα προς τον σκοπό αυτό δεν θα ήταν νομικά ορθό να υπεισέλθω και να αντικαταστήσω την απόφαση του διοικητικού οργάνου." Ως προς τους άλλους λόγους οι οποίοι είχαν προβληθεί κατά την πρωτόδικη διαδικασία για ακύρωση του διορισμού του ενδιαφερόμενουμέρους, αναγομένους στη συγκριτική αξία των δυο υποψηφίων, το δικαστήριο έκρινε ότι τα στοιχεία αποκάλυψαν ".... καθαρά ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε του αιτητή κατά πολύ σε αξία."
Οι δύο εναπομείναντες λόγοι έφεσης έχουν ως εξής :
"(4) Εσφαλμένα αξιολογήθηκαν τα προσόντα του ενδιαφ. προσώπου και εσφαλμένα κρίθηκε σαν προσοντούχος και κάτοχος πρόσθετων προσόντων."
Και
"(6) Εσφαλμένα κρίθηκε ότι η απόφαση της Ε.Ε.Υ. ήταν αιτιολογημένη."
Και ο λόγος που αφορά την αιτιολογία, όπως διευκρινίστηκε κατά την ακρόαση, αναφερόταν στην επάρκεια της αιτιολογίας ως προς τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους και τη βάση πάνω στην οποία διενεργήθηκε ο διορισμός του.
Ο αιτητής υποστήριξε ότι το πρακτικό της απόφασης αποκαλύπτει σφάλμα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του ενδιαφερόμενου μέρους. Το σφάλμα προέκυψε, όπως εισηγήθηκε, από τη λανθασμένη θεώρηση του κύκλου σπουδών και του προσόντος του M.Sc. που απονεμήθηκε από το Πανεπιστήμιο Lumumba στο ενδιαφερόμενο μέρος. Σύμφωνα με τον αιτητή η Ε.Ε.Υ. εσφαλμένα έκρινε ότι ο κύκλος αυτών των σπουδών ικανοποιούσε, εκτός από το προσόν που απαιτείται από την παράγραφο 1 των προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας, και την παράγραφο 2. Αφετηρία για το σφάλμα αποτέλεσε πιστοποιητικό του Πανεπιστημίου Lumumba - και αναφορά σ' αυτό στο πρακτικό της Ε.Ε.Υ. - στο οποίο αναφέρεται ότι ο πενταετής κύκλος σπουδών του αιτητή, ο οποίος απέληξε στην απονομή σ' αυτόν του τίτλου M.Sc, εκάλυπτε-
(α) τετραετή κύκλο σπουδών για τη συμπλήρωση τουκύκλου σπουδών που συνδέεται με το δίπλωμα B.Sc.".. the course of studies with the degree of B.Sc." και
(β) μονοετή κύκλο σπουδών για τη μεταπτυχιακή έρευνα στο επιλεγέν θέμα και την υποβολή και υπεράσπιση της πτυχιακής διατριβής (Thesis) και υπεράσπισης του περιεχομένου της ενώπιον της αρμόδιας κρατικής επιτροπής.
Σε κανένα σημείο του πρακτικού της Ε.Ε.Υ. δεν αναφέρεται ότι ο αιτητής κατείχε, εκτός από τον πανεπιστημιακό τίτλο και τη μετεκπαίδευση που προβλέπεται από την παράγραφο 2, ούτε ότι το πτυχίο το οποίο του απονεμήθηκε από το Πανεπιστήμιο Lumumba έχει διπλή υπόσταση, δηλαδή συνιστά ταυτόχρονα πανεπιστημιακό τίτλο B.Sc. και μεταπτυχιακό τίτλο M.Sc. Αντίθετα, το κείμενο της επίδικης διοικητικής απόφασης ρητά υποδηλώνει ότι, τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος, όσο και ο αιτητής και οι άλλοι υποψήφιοι, ήταν κάτοχοι του απαραίτητου πανεπιστημιακού τίτλου στη Μηχανολογία. Αυτό ήταν το μόνο προσόν με το οποίο πιστώθηκαν οι υποψήφιοι, όπως ορθά υπέδειξε η δικηγόρος των εφεσιβλήτων και ο δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους, για σκοπούς αποδοχής της υποψηφιότητάς τους για διορισμό στην επίμαχη θέση. Αυτό προκύπτει ευθέως από την ακόλουθη παράγραφο στην οποία συνοψίζονται τα προσόντα των τεσσάρων υποψηφίων:
"Από την παράθεση των προσόντων που γίνεται σε προηγούμενη παράγραφο των πρακτικών αυτών, προκύπτει ότι οι τέσσερις υποψήφιοι κατέχουν πανεπιστ. τίτλο στη Μηχανολογία (οι μεν κ.κ. Κούντουρος και Ερωτοκρίτου M.Sc, οι δε κ.κ. Πρέζας και Αλιούρης B.Sc.)."
Ο "Ερωτοκρίτου" είναι το ενδιαφερόμενο μέρος. Εξυπακούεται από την απόφαση της Ε.Ε.Υ. και την παράθεση των προσόντων που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας, περιλαμβανομένης και της σημείωσης, ότι τόσο ο εφεσείων, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος έγιναν δεκτοί ως υποψήφιοι βάσει της Σημείωσης και ότι στην περίπτωσή τους δεν ήταν απαραίτητη η κατοχή του προσόντος που καθορίζεται στην παράγραφο 2, αλλά ο διοριζόμενος θα ήταν υπόχρεος να αποκτήσει το προσόν που καθορίζεται στην παράγραφο 2 μέσα σε 5 χρόνια από την έγκριση του σχεδίου υπηρεσίας. Το προσόν το οποίο καθορίζεται στην παράγραφο 2 δε συνιστά πρόσθετο προσόν, όπως αφήνεται η εντύπωση με την ειδοποίηση έφεσης, αλλά απαραίτητο προσόν. Η Σημείωση προβλέπει εξαίρεση στην οποία ενέπιπτε τόσο ο εφεσείων όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος. Το γεγονός ότι δεν τέθηκε η απόκτηση των προβλεπομένων από τη Σημείωση προσόντων μέσα στην 5ετή περίοδο, ως όρος του διορισμού, δεν αναιρεί την απόφαση ούτε δημιουργεί αμφιβολίες για το βάθρο στο οποίο στηρίχθηκε. Η απόκτηση των προβλεπόμενων προσόντων αποτελεί υποχρέωση, η εκπλήρωση της οποίας εντάσσεται στα πλαίσια της εκπαιδευτικής υπηρεσίας του ενδιαφερόμενου μέρους.
Δεν καλούμεθα να απαντήσουμε στην προκείμενη περίπτωση, ούτε αποτελούν επίδικο θέμα οι πιθανές συνέπειες από τη μη συμμόρφωση του διορισθέντος με την επιφύλαξη της Σημείωσης. Άλλωστε, όπως έχει αναφερθεί από το δικηγόρο του ενδιαφερόμενου μέρους κατά την ακρόαση, το ενδιαφερόμενο μέρος απόκτησε μέσα στην τασσόμενη περίοδο το προβλεπόμενο από την παράγραφο 2 προσόν.
Κρίνουμε ότι η διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι το διορίζον σώμα δεν πλανήθηκε είτε ως προς το νόμο ή τα πράγματα αναφορικά με τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους, και ότι η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους δε στηρίζεται σε λανθασμένη βάση, είναι σωστή. Γι' αυτό, δεν ευρίσκουμε λόγο που να δικαιολογεί παραμερισμό ή ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.
Επομένως, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ: Αντίθετα με την πλειοψηφία, κρίνω ότι η πρωτόδικη απόφαση πρέπει να ανατραπεί, η δε επίδικη προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους πρέπει να ακυρωθεί.
Όπως θα φανεί στη συνέχεια, η διαφωνία μου με την πλειοψηφία επικεντρώνεται κυρίως στην ερμηνεία του πρακτικού της συνεδρίας της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (εφεξής οι "Εφεσίβλητοι"), ημερομηνίας 14/1/ 1987, κατά την οποία αποφασίστηκε η προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους Ε. Ερωτοκρίτου στη θέση Επιθεωρητή Α' Μέσης Εκπαίδευσης για τη Μηχανολογία, κατά προτίμηση του Εφεσείοντα Ι. Πρέζα, η οποία, ακολούθως, επικυρώθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Το επίμαχο μακροσκελές πρακτικό παρατίθεται αυτούσιο στην πρωτόδικη απόφαση. Για τους σκοπούς της έφεσης είναι αναγκαίο να παραθέσω τρία μόνο αποσπάσματά του στα οποία αντικατοπτρίζονται η έρευνα και οι διαπιστώσεις των Εφεσιβλήτων αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων. Δεν επιβάλλεται να παραθέσω το υπόλοιπο μέρος του εν λόγω πρακτικού, εφόσον, όπως έχει εξελιχθεί η έφεση, μετά την απόσυρση από τον Εφεσείοντα πολλών από τους λόγους έφεσης, το βασικό επίδικο θέμα που εγείρεται άπτεται της επάρκειας της έρευνας των Εφεσιβλήτων, αναφορικά με τα ακαδημαϊκά προσόντα του Ενδιαφερόμενου Μέρους και της βάσης πάνω στην οποία αξιολογήθηκε η υποψηφιότητά του ως προς το κριτήριο των προσόντων.
Στις σσ.4 και 5 του πρακτικού, μετά που οι εφεσίβλητοι εξετάζουν τα προσόντα άλλων υποψηφίων τους οποίους κρίνουν ως μη προσοντούχους, αναφέρουν τα εξής:
"Οι υπόλοιποι υποψήφιοι κατέχουν τα προσόντα που απαιτούν τα Σχέδια Υπηρεσίας, Συγκεκριμμένα:
(1) Πρέζας Ιωάννης |
Πτυχίο Παιδ. Ακαδημίας B.Sc. (Engineering) από Πανεπιστήμιο του Ισραήλ |
(2) Αλιούρης Σωτήριος |
Πτυχίο Διδασκαλικού Κολλεγίου B.Sc. (Engineering) από Πανεπιστήμιο του Ισραήλ |
(3)Ερωτοκρίτου Ερωτόκριτος |
M.Sc. (Μηχανολογία) από Πανεπιστήμιο της Σοβιετικής Ένωσης |
Σύμφωνα με πιστοποιητικό του Πανεπιστημίου από το οποίο ο κ. Ερωτοκρίτου αποφοίτησε, και το οποίο υπάρχει στο φάκελλο του αιτητή, αυτός έχει συμπληρώσει το 1967 'the course of Studies with the degree of Bachelor of Science' και ότι vfrom 1967 to 1968 carried out his postgraduate research studies and worked for an M.Sc. degree thesis' και ότι 'του απονεμήθηκε ο τίτλος M.Sc. στην Μηχανολογία'.
(4)Κούντουρος Ζαχαρίας |
Πτυχίο ΠΑΚ M.Sc. (Μιχανολογία) από Πανεπιστήμιο της Σοβιετικής Ένωσης |
Τα αναφερθέντα για το M.Sc. του κ.Ερωτοκρίτου ισχύουν και για τον κ. Κούντουρο."
Ακολουθούν σχόλια και διαπιστώσεις των Εφεσιβλήτων αναφορικά με την αξία των πιο πάνω τεσσάρων υποψηφίων, και στη σ.6 του πρακτικού επιλαμβάνονται και πάλιν των προσόντων των υποψηφίων και αναφέρουν τα εξής:
"Προσόντα
Σύμφωνα με τα Σχέδια Υπηρεσίας που ίσχυαν κατά το χρόνο της πλήρωσης της θέσης τα απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα ήσαν:
1. Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στο θέμα της ειδικότητάς του, που να δίνει σ'αυτόν δικαίωμα κατάταξης στη θέση καθηγητή/ εκπαιδευτή στις κλ.Α8-Α10.
2. Μεταπτυχιακή εκπαίδευση στα παιδαγωγικά ή σε θέμα συναφές με τα καθήκοντα της θέσης διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους.
6. Πολύ καλή γνώση μιας τουλάχιστον από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες.
Σημ: 2. Ειδικά για την τεχνική εκπαίδευση, δικαίωμα υποψηφιότητας θα έχουν και αυτοί που δεν ικανοποιούν το προσόν (2), νοουμένου ότι αν διοριστούν, θα υποχρεούνται να το αποκτήσουν μέσα σε πέντε χρόνια από την έγκριση του Σχεδίου Υπηρεσίας".
Ακολουθεί αναφορά στην αρχαιότητα των υποψηφίων και οι Εφεσίβλητοι καταλήγουν ως εξής στη σ.7:
"Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας αφού έλαβε υπόψη την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων, συνεκτιμώντας τα κριτήρια αυτά και δίδοντας στο καθένα τους τη δέουσα βαρύτητα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο κ. Ερωτόκριτος Ερωτοκρίτου παρουσιάζεται ως επικρατέστερος για προαγωγή στην υπό πλήρωση θέση. Η ελαφρά υπεροχή των κ.κ. Πρέζα (κατά 2 χρόνια) και Αλιούρη (κατά 1 χρόνο) σε αρχαιότητα από τον κ. Ερωτοκρίτου δεν μπορεί να υπερισχύσει της υπεροχής του τελευταίου σε αξία (εκθέσεις και σύσταση) δεδομένου ότι οι μη επιλεγόμενοι δεν υπερέχουν σε προσόντα.
Με βάση τα πιο πάνω η Επιτροπή Εκπαιδευτικής αποφασίζει ομόφωνα να προσφέρει προαγωγή στον κ.Ερωτόκριτο Ερωτοκρίτου στη θέση Επιθεωρητή Α' (Μέση Εκπαίδευση), για τη Μηχανολογία από 1/7/84."
Ο Εφεσείων, ομολογουμένως, δεν ικανοποιεί το δεύτερο προσόν του σχεδίου υπηρεσίας, εφόσον δεν έχει την απαιτούμενη μεταπτυχιακή εκπαίδευση. Κατά τον ουσιώδη χρόνο κατείχε μόνο Δίπλωμα B.Sc. (Engineering) από το Πανεπιστήμιο του Ισραήλ. Επειδή, όμως, ανήκε, όπως και το Ενδιαφερόμενο Μέρος, στην Τεχνική Εκπαίδευση, η περίπτωσή του εμπίπτει στην ειδική πρόνοια της Σημείωσης (2) του σχεδίου υπηρεσίας και ήταν, ως εκ τούτου, προσοντούχος υποψήφιος για την πλήρωση της επίδικης θέσης. Αυτή ήταν η βάση πάνω στην οποία αξιολογήθηκε η υποψηφιότητα του Εφεσείοντα προς το κριτήριο των προσόντων.
Ο κ. Ερωτοκρίτου κατείχε Δίπλωμα M.Sc. (Μηχανολογία) από το Patrice Lumumba Peoples' Friendship University της Μόσχας. Ομολογουμένως, δεν είχε οποιαδήποτε άλλη εκπαίδευση, οποιασδήποτε διάρκειας, μεταγενέστερη της απονομής σ' αυτόν του πιο πάνω διπλώματος M.Sc. (Μηχανολογία). Ήταν, όμως, από την αρχή, ο ισχυρισμός του ότι ο κύκλος των σπουδών του για απόκτηση του προσόντος του M.Sc. του πανεπιστημίου Lumumba, ικανοποιούσε, εκτός από το προσόν που απαιτείται από την παράγραφο 1 των Προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας, και το προσόν της παραγράφου 2 του εν λόγω σχεδίου. Προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού του αυτού, ο κ. Ερωτόκριτος επικαλέστηκε σχετικό πιστοποιητικό από το πανεπιστήμιο του, ημερομηνίας 3/5/1984, το οποίο ήταν ενώπιον των Εφεσίβλητων κατά τον ουσιώδη χρόνο και το οποίο έχει ως εξής:
"This is to certify that Mr. EROTOCRITOU EROTOCRITOS (Cyprus) was admitted in 1963 to the Engineering Faculty of the Patrice Lumumba Peoples' Friendship University and in 1967 completed the course of studies with the degree of Bachelor of Science.
From 1967 to 1968 Mr. EROTOCRITOU EROTO-CRITOS carried out his postgraduate research studies on the selected subject and worked for an M.Sc. degree thesis. The thesis was publicly defended before the State Examination Commission which awarded him the degree of Master of Science in Mechanical Engineering."
Εκ πρώτης όψεως, ο πανεπιστημιακός τίτλος M.Sc. συνιστά μεταπτυχιακό προσόν και είναι ανώτερος του πανεπιστημιακού τίτλου B.Sc. Πολύ σχετικό επί του προκειμένου είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση* του αδελφού Δικαστή Πική στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 904 Ρένος Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (απόφαση ημερομ. 11/9/1992 που δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί):
"Ο πανεπιστημιακός τίτλος παρέχει ενδείξεις για την υπόσταση του πτυχίου και το επίπεδο των σπουδών του κατόχου· δεν είναι όμως αφεαυτού καθοριστικός για κανένα από τα δύο θέματα. Εφόσο τα γεγονότα για την απόκτηση του πτυχίου γίνουν γνωστά μετά τη δέουσα αναζήτησή τους, αυτά αξιολογούνται για να διαπιστωθεί αν αυτά ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας. Ο τίτλος "M.Sc." συνιστά εκ πρώτης όψεως μεταπτυχιακό προσόν επειδή, κατά κανόνα, έπεται του πρώτου πανεπιστημιακού πτυχίου ή διπλώματος που συνήθως χαρακτηρίζεται ως "B.Sc." Στην προκειμένη περίπτωση δεν απονεμήθηκε άλλος τίτλος στο ενδιαφερόμενο μέρος από εκείνο του "M.Sc." Συμφωνώ με την πρωτόδικη απόφαση ότι η αξιολόγηση του προσόντος αυτού σε άλλη διοικητική διαδικασία δεν ήταν δεσμευτική για την Ε.Δ.Υ., και ότι εναπόκειτο στο ίδιο το σώμα να κρίνει και αποφασίσει αν ο τίτλος αυτός συνιστούσε μεταπτυχιακό προσόν [βλ. μεταξύ άλλων, Μιλτιάδους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (Α.Ε. 789 κ.α., αποφασίστηκε στις 30/5/89 και θα δημοσιευθεί στους τόμους (1989) 3 Α.Α.Δ.]. Το πιστοποιητικό της 26/12/85, του Πανεπιστημίου Λουμούμπα, στο οποίο βάσισε την απόφασή της η Ε.Δ.Υ., απλώς αναφέρει ότι τα πρώτα τρία χρόνια του πενταετούς κύκλου
* Το μέρος αυτό της απόφασης αφορά Θέμα πάνω στο οποίο η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ήταν ομόφωνη.
σπουδών για την απόκτηση του "M.Sc" αντιστοιχούν με το "B.Sc." Δε διευκρινίζεται όμως και παραμένει ασαφές αν η διακοπή του κύκλου σπουδών στα πρώτα τρία χρόνια οδηγεί, μετά από επιτυχή δοκιμασία, στην απονομή του πρώτου πανεπιστημιακού πτυχίου του "B.Sc", και αν η απονομή του τίτλου "M.Sc." εξυπακούει και την απονομή του πτυχίου "B.Sc". Εάν αυτό συνέβαινε, η Ε.Δ.Υ. θα μπορούσε να καταλήξει ότι το "M.Sc" που απονεμήθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος, συνιστούσε μεταπτυχιακό προσόν. Το θέμα αυτό δε διερευνήθηκε, ενώ αφήνεται σκοτεινό από τα στοιχεία που κατατέθηκαν."
Προκύπτει από τα πιο πάνω ότι οι Εφεσίβλητοι είχαν υποχρέωση να προβούν στη δέουσα έρευνα για να διαπιστώσουν τα γεγονότα για την απόκτηση του διπλώματος του κ. Ερωτοκρίτου και αφού τα αξιολογήσουν, να αποφανθούν κατά πόσο το επίδικο αυτό δίπλωμα συνιστά, όντως, μεταπτυχιακό δίπλωμα, με την έννοια ότι έπεται του πρώτου πανεπιστημιακού πτυχίου που συνήθως χαρακτηρίζεται ως B.Sc, το οποίο κατείχε ο Εφεσείων. Ήταν επίσης καθήκον των Εφεσιβλήτων να προβούν στη συναφή διαπίστωση κατά πόσο ο κ. Ερωτοκρίτου κατείχε ή όχι το προσόν που απαιτείται από την παράγραφο 2 των Προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας ή κατά πόσο κρίθηκε προσοντούχος, όπως και ο Εφεσείων, με βάση τη Σημείωση 2 του σχεδίου υπηρεσίας. Οι πιο πάνω διαπιστώσεις ενέχουν ουσιαστική σημασία, γιατί μόνο με αυτές μπορούσε να καθοριστεί η βάση πάνω στην οποία αξιολογήθηκε η υποψηφιότητα του κ. Ερωτοκρίτου ως προς το κριτήριο των προσόντων. Στην περίπτωση που ήθελε διαπιστωθεί, κατόπιν δέουσας έρευνας ότι ο τίτλος M.Sc του Πανεπιστημίου Lumumba όντως συνιστά μεταπτυχιακό δίπλωμα που ακολουθεί την απονομή του πρώτου διπλώματος, γνωστού ως B.Sc, όπως συμβαίνει με τον τίτλο M.Sc που απονέμουν τα Αγγλικά π.χ. πανεπιστήμια, ο κ. Ερωτοκρίτου σαφώς υπερέχει σε προσόντα έναντι του Εφεσείοντα ο οποίος, μπορεί να λεχθεί, ότι κρίθηκε υποψήφιος "κατ' οικονομία" και με τον όρο ότι, αν επιλεγεί, θα πρέπει να αποκτήσει το απαιτούμενο προσόν της παραγράφου 2 των προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας, μέσα σε πέντε χρόνια από 16/12/1982 που το σχέδιο υπηρεσίας εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Στο στάδιο αυτό είναι χρήσιμο να αναφερθώ στις θέσεις και εισηγήσεις των δικηγόρων των διαδίκων ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η θέση του ευπαίδευτου δικηγόρου του Εφεσείοντα ήταν ότι οι Εφεσίβλητοι υπέπεσαν σε πλάνη όσον αφορά τη βάση πάνω στην οποία αξιολόγησαν την υποψηφιότητα του κ. Ερωτοκρίτου ως προς τα προσόντα του και ότι από το επίδικο πρακτικό προκύπτει ότι λανθασμένα εξέλαβαν το πανεπιστημιακό δίπλωμα του κ. Ερωτοκρίτου ότι ικανοποιούσε τα προσόντα τόσο της παραγράφου 1 όσο και της παραγράφου 2 των Απαιτούμενων Προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας. Η θέση του ευπαίδευτου δικηγόρου του Ενδιαφερόμενου Μέρους, το οποίο έλαβε ενεργό μέρος τόσο την πρωτόδικη όσο και στην παρούσα διαδικασία, ήταν ότι οι Εφεσίβλητοι διεξήγαγαν τη δέουσα έρευνα και ότι ορθά αξιολόγησαν το δίπλωμα του κ. Ερωτοκρίτου ότι ικανοποιούσε και τα δυο πιο πάνω προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας, εν όψει του πιστοποιητικού του Πανεπιστημίου Lumumba, στο οποίο έχω αναφερθεί. Η θέση της ευπαίδευτης δικηγόρου των εφεσίβλητων ήταν ότι οι Εφεσίβλητοι προέβησαν στη δέουσα έρευνα και ορθά ερμήνευσαν και εφάρμοσαν τις σχετικές πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την πιο πάνω εισήγηση του Εφεσείοντα με το γενικό αιτιολογικό ότι η "μη κατοχή του προσόντος (2) δεν εμπόδιζε οποιονδήποτε εκπαιδευτικό να είναι υποψήφιος", και την υπόδειξη που περιέχεται στο ακόλουθο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση, στη σ.131 των πρακτικών:
"Αξίζει να υποδειχθεί ότι η Επιτροπή εξέτασε το θέμα των προσόντων και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ' οι υπόλοιποι υποψήφιοι κατέχουν τα προσόντα που απαιτούν τα Σχέδια Υπηρεσίας', και δίνει τους λόγους γι'αυτό, όπως φαίνεται από το σχετικό απόσπασμα των πρακτικών της που παράθεσα πιο πάνω. Σχετική είναι η απόφαση Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας Υπ. Αρ.23/88, ημερομηνίας 22 Φεβρουαρίου, 1989.
Μια λοιπόν και έγινε η δέουσα έρευνα προς τον σκοπό αυτό δεν θα ήταν νομικά ορθό να υπεισέλθω και να αντικαταστήσω την απόφαση του διοικητικού οργάνου."
Αξίζει να σημειωθεί, στο στάδιο αυτό, και να τονιστεί το γεγονός ότι η απόρριψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο της πιο πάνω εισήγησης του Εφεσείοντα δεν έγινε με το αιτιολογικό ότι οι Εφεσίβλητοι δεν αξιολόγησαν το δίπλωμα M.Sc. του Ενδιαφερόμενου Μέρους ως μεταπτυχιακό, ή ότι το αξιολόγησαν ως ισότιμο με το δίπλωμα B.Sc. που κατείχε ο Εφεσείων.
Εφόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο αιτιολόγησε την εκ-καλούμενη απόφασή του με αναφορά στην πρωτόδικη απόφαση που είχε εκδοθεί στις 22/2/1989 στην υπόθεση Αργνρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), επιβάλλεται να γίνει σύντομη αναφορά στα γεγονότα της υπόθεσης εκείνης και στην προσέγγιση του Δικαστηρίου πάνω σ' αυτά. Στην υπόθεση εκείνη το ενδιαφερόμενο μέρος Ακκελίδου κατείχε δίπλωμα M.Sc. στη Χημεία του πανεπιστημίου Lumumba της Μόσχας, το οποίο η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας έκρινε ότι διεκρίνετο σε B.Sc. και σε M.Sc. και ικανοποιούσε, ως εκ τούτου, τόσο το απαραίτητο προσόν της κατοχής πανεπιστημιακού διπλώματος στη χημεία, όσο και το μεταπτυχιακό προσόν στη χημεία, που αποτελούσε πλεονέκτημα, σύμφωνα με το ισχύον σχέδιο υπηρεσίας της θέσης Ανώτερου Χημικού. Η προαγωγή της κας Ακκελίδου προσβλήθηκε, μεταξύ άλλων, και για το λόγο ότι η ΕΔΥ λανθασμένα και αυθαίρετα αξιολόγησε κατά τον ως άνω τρόπο το εν λόγω δίπλωμα M.Sc. του πανεπιστημίου Lumumba. Στην πρωτόδικη διαδικασία, το Δικαστήριο απέρριψε ως ανυπόστατο τον πιο πάνω λόγο ακύρωσης της προαγωγής της κας Ακκελίδου, με το αιτιολογικό ότι εύλογα η ΕΔΥ αποφάνθηκε ότι το δίπλωμα M.Sc. του πανεπιστημίου Lumumba διεκρίνετο σε B.Sc. και M.Sc. και ήταν, ως εκ τούτου, μεταπτυχιακό. Ενώπιον της ΕΔΥ υπήρχε επεξηγηματικό πιστοποιητικό του εν λόγω Πανεπιστημίου, με περιεχόμενο παρόμοιο με εκείνο του πιστοποιητικού που παρουσίασε και επικαλέστηκε το Ενδιαφερόμενο Μέρος στην παρούσα υπόθεση.
Στην παρούσα υπόθεση, η αναφορά από το πρωτόδικο Δικαστήριο στο σκεπτικό μέρος της εκκαλούμενης απόφασης του, στην υπόθεση Αργνρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), σε συνδυασμό με τις θέσεις και τις εισηγήσεις των διαδίκων στη διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας, δεν αφήνει, κατά τη εκτίμησή μου, περιθώρια αμφιβολίας ότι τόσο οι διάδικοι όσο και το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησαν σαν δεδομένο ότι εκείνο που προκύπτει από το κείμενο του πρακτικού της συνεδρίας των Εφεσιβλήτων, ημερομηνίας 14/1/1987, είναι ότι οι Εφεσίβλητοι αξιολόγησαν το επίδικο δίπλωμα M.Sc. του Ενδιαφερόμενου Μέρους Ερωτοκρίτου, με τον τρόπο που η ΕΔΥ είχε αξιολογήσει το δίπλωμα M.Sc. της κας Ακκελίδου στην υπόθεση Αργνρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), ότι, δηλαδή, το δίπλωμα αυτό διεκρίνετο σε δύο χωριστά αυτοτελή διπλώματα, το πρώτο και βασικό B.Sc. και το μεταπτυχιακό M.Sc.
Μετά την έκδοση της απόφασης που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας έφεσης, στις 11/10/1989, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση στην υπόθεση Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), με την έκδοση, στις 11/9/1992, της απόφασής της στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 904, Ρένος Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας, στην οποία έχω ήδη αναφερθεί. Όσον αφορά την επάρκεια της έρευνας της ΕΔΥ γύρω από τα σχετικά γεγονότα για την απόκτηση του πτυχίου M.Sc. του Πανεπιστημίου Lumumba και τον τρόπο αξιολόγησης του εν λόγω πτυχίου από την ΕΔΥ, η απόφαση της Ολομέλειας ήταν ομόφωνη. Την απόφαση της πλειοψηφίας εξέδωσε ο αδελφός Δικαστής Χρυσοστομής ο οποίος αναφέρει τα εξής στις σσ. 11 και 12:
"Εξετάσαμε με προσοχή τα όσα ειπώθηκαν από όλες τις πλευρές, καθώς και το υλικό που τέθηκε ενώπιον μας. Ειδικότερα, από το πιστοποιητικό ημερ. 26.12.85, που είναι και βάση επεξήγησης του διπλώματος του ενδιαφερόμενου μέρους, εξετάσαμε κατά πόσο τεκμηριώνεται η ύπαρξη μεταπτυχιακού προσόντος, που θεωρείται πλεονέκτημα.
Όπως είναι διατυπωμένη η επιστολή αυτή, πραγματεύεται την αντιστοιχία των προσόντων και δεν διευκρινίζει ότι τα βασικά προσόντα αποκτούνται στα πρώτα τρία χρόνια και όταν διακόψει ο φοιτητής σε αυτό το στάδιο τις σπουδές του, απονέμεται σε αυτόν δίπλωμα και μετά, αν επιθυμεί, μπορεί να προχωρήσει για να αποκτήσει το πρόσθετο προσόν του MSc. Εξάλλου, είναι η αξιολόγηση του ιδίου του Πανεπιστημίου και όχι της Επιτροπής μετά από έρευνα.
Επί του προκειμένου, υπάρχει πλήρης και απόλυτη ασάφεια και η εφεσίβλητη δεν προέβη στη δέουσα έρευνα για να διακριβώσει με επάρκεια την κατοχή του μεταπτυχιακού προσόντος από μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους."
Όπως στην Αναθεωρητική Έφεση Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), έτσι και στην παρούσα υπόθεση, στο πιστοποιητικό του Πανεπιστημίου Lumumba, που προσκόμισε το Ενδιαφερόμενο Μέρος, δε διευκρινίζεται κατά πόσο ο φοιτητής μπορεί να διακόψει τις σπουδές του μετά τα τέσσερα πρώτα χρόνια φοίτησης, οπότε απονέμεται σ'αυτόν το δίπλωμα B.Sc, και μετά, εάν επιθυμεί, μπορεί να συνεχίσει τις σπουδές του για απόκτηση του τίτλου M.Sc. Η πλήρης και απόλυτη ασάφεια επί του προκειμένου, που εξακολουθούσε να υπάρχει λόγω της ανεπάρκειας της έρευνας των Εφεσιβλήτων, ήταν αρκετή για να οδηγήσει την επίδικη απόφαση σε ακύρωση.
Η μεταγενέστερη ανατροπή, από την Ολομέλεια, της πρωτόδικης απόφασης στην υπόθεση Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), έχει στερήσει, κατά την εκτίμησή μου, την εκκαλούμενη, με την παρούσα έφεση, πρωτόδικη απόφαση, από το νομικό της έρεισμα. Το γεγονός αυτό εξηγεί, προφανώς, και την αιφνίδια αλλαγή στις θέσεις των Εφεσιβλήτων και του Ενδιαφερόμενου Μέρους, που παρατηρήθηκε κατά την ακρόαση της έφεσης αυτής, στη διάρκεια της οποίας προβλήθηκε από αυτούς, για πρώτη φορά, η θέση ότι το πρακτικό της συνεδρίας των Εφεσιβλήτων, ημερομηνίας 14/1/1987, ορθά ερμηνευόμενο, αποκαλύπτει ότι οι Εφεσίβλητοι δεν έχουν ποτέ θεωρήσει ότι το επίδικο δίπλωμα του κ. Ερωτοκρίτου διακρίνεται σε B.Sc. και σε M.Sc, αλλά το έχουν αξιολογήσει ως ισότιμο με το δίπλωμα B.Sc. που κατείχε ο Εφεσείων.
Έχω διεξέλθει επανηλειμμένα το κείμενο του επίδικου πρακτικού, στο σύνολό του, και, παρά το γεγονός ότι μερικές από τις παραγράφους του, ιδιαίτερα αν απομονωθούν, δυνατό να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η νέα εκδοχή των Εφεσιβλήτων ως προς την ερμηνεία του επίδικου πρακτικού, είναι ορθή, εκείνο που μπορεί, κατά τη γνώμη μου, σίγουρα να λεχθεί είναι ότι το εν λόγω πρακτικό είναι τόσο ασαφές που επιδέχεται τόσο την ερμηνεία που πρόσφατα έχει προβληθεί από τους Εφεσίβλητους και υιοθετηθεί ως διαζευκτική εισήγηση από το Ενδιαφερόμενο Μέρος, όσο και την ερμηνεία με βάση την οποία διεξήχθηκε η πρωτόδικη διαδικασία και που υποστηρίζεται από τον Εφεσείοντα.
Εν όψει της ασάφειας και της διπλής ερμηνείας που επιδέχεται το κείμενο του επίδικου πρακτικού, το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο οι Εφεσίβλητοι προέβησαν ή όχι στην επιβαλλόμενη από τις περιστάσεις έρευνα αναφορικά με τα προσόντα του κ. Ερωτοκρίτου και κατά πόσο έχουν, στη συνέχεια, εφαρμόσει τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας πάνω στα επί του προκειμένου ευρήματα ή διαπιστώσεις τους, όπως είχαν υποχρέωση να πράξουν, ή όχι.
Στις υποθέσεις Vasso Tourpeki v. Republic (1973) 3 C.L.R. 592, και Μιλτιάδης Μιλτιάδονς ν. Δημοκρατίας (Υποθ. αρ. 1160/91, 16/7/1993), αφού επαναλήφθηκε η γνωστή αρχή ότι κατά πόσο η έρευνα της Διοίκησης θεωρείται επαρκής ή όχι είναι θέμα που εξαρτάται από τη φύση του ζητήματος που διερευνάται, τονίστηκε ιδιαίτερα ότι κατά πόσο έχει διεξαχθεί ή όχι η απαιτούμενη επαρκής έρευνα στην κάθε περίπτωση, είναι κάτι που συμπεραίνεται από το κείμενο του σχετικού πρακτικού που τηρήθηκε για το σκοπό αυτό. Εξυπακούεται ότι το πρακτικό πρέπει να είναι εύλογα σαφές για να καθίσταται εφικτή η εξαγωγή, κατά το δικαστικό έλεγχο, συμπεράσματος αναφορικά με την επάρκεια της έρευνας που έχει διεξαχθεί, και όχι να χαρακτηρίζεται από ασάφεια και να επιδέχεται, όπως συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση, δύο αντίθετων λογικών ερμηνειών με αποτέλεσμα την πιθανολόγηση πλάνης της Διοίκησης ως προς ουσιώδη γεγονότα, όπως είναι το εκπαιδευτικό αντίκρυσμα του διπλώματος B.Sc. του Πανεπιστημίου Lumumba της Μόσχας, το οποίο κατέχει ο κ. Ερωτοκρίτου.
Ο νομικός ισχυρισμός του Εφεσείοντα ότι η επίδικη διοικητική απόφαση λήφθηκε χωρίς να διεξαχθεί από τους Εφεσίβλητους η απαιτούμενη δέουσα έρευνα έχει, κατά τη γνώμη μου, τεκμηριωθεί. Η επίδικη απόφαση είναι προϊόν άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των Εφεσιβλήτων κατά τρόπο ελαττωματικό και λήφθηκε, ως εκ τούτου, καθ'υπέρβαση των εξουσιών τους.
Για τους λόγους που έχω επεξηγήσει πιο πάνω, αδυνατώ να συμφωνήσω με την πλειοψηφία του Δικαστηρίου και κρίνω ότι η πρωτόδικη απόφαση πρέπει να ανατραπεί, η δε προσβαλλόμενη πράξη της προαγωγής του Ενδιαφερόμενου Μέρους Ερωτοκρίτου πρέπει να ακυρωθεί με έξοδα υπέρ του Εφεσείοντα και εναντίον των Εφεσιβλήτων, τόσο στην πρωτόδικη όσο και στην κατ' έφεση διαδικασία, τα οποία να ψηφιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.