ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1991) 3 ΑΑΔ 537
25 Οκτωβρίου 1991
[Α. ΛΟΪΖΟΥ, ΠΡ., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στές]
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Εφεσείοντες - Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 929, 932, 933).
Αστυνομική Δύναμη — Προαγωγές — Ισχυρισμός για υπεροχή σε αξία λόγω αντίστασης κατά του πραξικοπήματος του 1974 — Παράγοντας που προσθέτει στην αξία — Όλα τα σχετικά στοιχεία ήταν ενώπιον των αρμοδίων οργάνων — Τίποτα δεν παρουσιάστηκε που να αποδεικνύει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την λήψη της επίδικης απόφασης — Το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει γιατί δεν αποδείχτηκε πως η απόφαση ελήφθη καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
Με την έφεση αυτή οι εφεσείοντες στράφηκαν κατά της νομιμότητας της πρωτόδικης απόφασης με την οποία είχε αποφασιστεί ότι η διαδικασία προαγωγών ήταν απόλυτα σύμφωνη με τους περί Αστυνομίας (Προαγωγαί) Κανονισμούς του 1958 και ότι οι διορισθέντες πράγματι υπερτερούσαν των αιτητών.
Οι δικηγόροι των εφεσειόντων επανέλαβαν τα όσα υποστήριξαν στην πρωτόδικη διαδικασία και ζήτησαν αναθεώρηση της πρωτόδικης απόφασης αναφορικά με την αξία των υποψηφίων.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα Π. Μιχαηλίδη ισχυρίστηκε πως ο πελάτης του ήταν περίπου ίσος με τους διορισθέντες και επομένως θάπρεπε να υπερισχύσει η αρχαιότητά του. Επίσης ισχυρίστηκε πως ο υπουργός ενέκρινε τον κατάλογο που υποβλήθηκε σ' αυτόν από τον αρχηγό της Αστυνομίας χωρίς καμιά έρευνα
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα Στ. Χαραλάμπους ισχυρίστηκε πως ο πελάτης του ήταν υπέρτερος όλων των υποψηφίων γεγονός που αποδεικνύεται από την αντίσταση που πρόβαλε στην κατάληψη του Αστυνομικού Σταθμού Δευτεράς από τους Πραξικοπηματίες το 1974.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την έφεση αποφάσισε ότι:
(1) Τα ενώπιόν μας στοιχεία καταδεικνύουν ότι η επίδικη απόφαση ήταν όχι μόνο εύλογα εφικτή για τα αρμόδια όργανα, αλλά και ορθή γιατί πράγματι εμφαίνεται από αυτή πως οι διορισθέντες ήσαν οι επικρατέστεροι υποψήφιοι.
(2) Όλα τα στοιχεία του εφεσείοντα Στ. Χαραλάμπους ήσαν ενώπιον των οργάνων που προέβησαν στην αξιολόγησή τους και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ελήφθησαν υπόψη στη λήψη της επίδικης απόφασης. Δεν έχει παρουσιαστεί τίποτε που να καταδεικνύει πως στη λήψη της επίδικης απόφασης όλα τα στοιχεία που αφορούν στη δράση του εφεσείοντα κατά το πραξικόπημα για την κατίσχυση του νόμιμου κράτους δεν αξιολογήθηκαν ορθά. Κατά συνέπεια δεν μπορούμε να επέμβουμε για να ακυρώσουμε την επίδικη απόφαση γιατί δεν έχει αποδειχθεί πως ελήφθη καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
Εφέσεις απορρίπτονται.
Εφέσεις.
Εφέσεις εναντίον της απόφασης του Δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου Κύπρου (Πική, Δ.) που δόθηκε στις 31 Μαρτίου, 1989 (Αριθμός Προσφυγής 738/86) με την οποία οι προσφυγές των εφεσειόντων κατά της απόφασης των εφεσιβλήτων να προάξουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Ανώτερου Υπαστυνόμου αντί των εφεσειόντων απορρίφθηκαν.
Χρ. Κληρίδης, για τον εφεσείοντα στην Α.Ε. 929.
Ζ. Κατσούρης και Α. Μάγος, για τον εφεσείοντα στην Α.Ε. 932.
Α. Παναγιώτου, για τον εφεσείοντα στην Α.Ε. 933.
Μ. Φλωρέντζος, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας και Γ. Γιωργαλλής, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους εφεσίβλητους.
Ι. Τυπογράφος, για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Γ. Φιλίππου, Στ. Γεωργιάδη και Β. Αριστοκλέους.
Cur. adv. vult.
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα διαβάσει ο δικαστής κ. Χρ. Αρτεμίδης. Ο Πρόεδρος Α. Λοΐζου, που απουσιάζει για υπηρεσιακούς λόγους και ο Δικαστής Χρυσοστομής, που είναι με αναρρωτική άδεια, συμφωνούν με την απόφαση.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Οι τρεις εφεσείοντες ήσαν μεταξύ των 15 αιτητών που πρόσβαλαν πρωτοδίκως την απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας, 26.9.86, που εγκρίθηκε από τον υπουργό εσωτερικών και εδημοσιεύθη στις εβδομαδιαίες διαταγές στις 29.9.86, σύμφωνα με την οποία είχαν προαχθεί τα 35 ενδιαφερόμενα πρόσωπα, που κατονομάζονταν στις προσφυγές, στη θέση του ανώτερου υπαστυνόμου. Τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη, που κατείχαν τη θέση του υπαστυνόμου, συγκαταλέγονταν στον κατάλογο των 190 υποψηφίων που συστήθηκαν για Ι προαγωγή σε ανώτερο υπαστυνόμο. Οι εφεσείοντες ενώπιόν μας είναι: Π. Μιχαηλίδης, Στ. Χαραλάμπους και Γ. Παναγιώτου τα δε ενδιαφερόμενα μέρη, που έλαβαν μέρος στην κατ' έφεση διαδικασία: Γιαννάκης Φιλίππου, Στ. Γεωργιάδης και Βάσος Αριστοκλέους.
Το αρμόδιο όργανο, σύμφωνα με το άρθρο 13 (2) του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 285, για τη διενέργεια των προαγωγών είναι ο Αρχηγός της Αστυνομίας. Η αξιολόγηση όμως των υποψηφίων έγινε σε πρώτο στάδιο από το Συμβούλιο Επιλογής Προαγωγών, ενώπιον του οποίου τέθηκαν οι συστάσεις των αστυνομικών διευθυντών και των διοικητών μονάδων στις οποίες υπηρετούσαν οι υποψήφιοι, καθώς επίσης και οι προσωπικοί τους φάκελοι. Ο αρχηγός της Αστυνομίας αφού συνεκτίμησε τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του με βάση τα κριτήρια, αξία, προσόντα και αρχαιότητα κατέληξε στην απόφαση πως τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν οι καταλληλότεροι για προαγωγή και πρότεινε στον υπουργό εσωτερικών την έγκριση της προαγωγής τους. Ο υπουργός επικύρωσε την απόφαση του αρχηγού αφού μελέτησε όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του.
Ο πρωτόδικος δικαστής ασχολήθηκε με κάθε λεπτομέρεια στην απόφασή του με τα νομικά ζητήματα που ήγειραν οι δικηγόροι των αιτητών καθώς επίσης και με τις εισηγήσεις τους σε ότι αφορά την ουσία της υπόθεσης, ότι δηλαδή οι αιτητές ήσαν έκδηλα υπέρτεροι των διορισθέντων. Το Δικαστήριο έκρινε πως η διαδικασία προαγωγών που ακολουθήθηκε ήταν απόλυτα σύμφωνη με τους περί Αστυνομίας (Προαγωγαί) Κανονισμούς του 1958 και ότι η κρίση των αρμοδίων οργάνων αναφορικά με την αξιολόγηση των υποψηφίων δεν μπορούσε να προσβληθεί. Σχολιάζοντας μάλιστα το ίδιο το Δικαστήριο την επίδικη απόφαση κατέληξε, από τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του, στο συμπέρασμα πως οι διορισθέντες πράγματι υπερτερούσαν των αιτητών.
Οι δικηγόροι των εφεσειόντων επανέλαβαν ουσιαστικά ενώπιόν μας αυτά που εισηγήθηκαν και στον αδελφό πρωτόδικο δικαστή χωρίς να προσθέσουν τίποτε το καινούργιο. Καλούμεθα στην πραγματικότητα να αναθεωρήσουμε την πρωτόδικη απόφαση με το να υιοθετήσουμε άλλη άποψη από αυτή που εκφράστηκε πρωτοδίκως, ειδικώτερα αναφορικά με την αξία των υποψηφίων. Λέγουμε ειδικώτερα σε σχέση με την κρίση για την αξιολόγηση των υποψηφίων, γιατί το νομικό υπόβαθρο της υπόθεσης, όπως έχει προσδιοριστεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν αποτέλεσε αντικείμενο σοβαράς συζήτησης ενώπιόν μας.
Ο βασικός ισχυρισμός του δικηγόρου του εφεσείοντα Π. Μιχαηλίδη, είναι πως ο πελάτης του είναι περίπου ίσος στην αξία με τους διορισθέντες και για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του ίδιου "δεν είναι πολύ χειρότερος ούτε και καλύτερος από τους διορισθέντες". Επομένως, καταλήγει η εισήγηση του συνηγόρου, θάπρεπε να υπερισχύσει η αρχαιότητα του αιτητή, που δεν ελήφθη καθόλου υπόψη. Ο ίδιος εφεσείων, και ο Παναγιώτου, ισχυρίζονται επίσης πως ο υπουργός δεν προέβη σε καμιά έρευνα προτού εγκρίνει τον κατάλογο που υποβλήθηκε σ' αυτόν από τον αρχηγό της Αστυνομίας, δεδομένου ότι την τρίτη ημέρα από την υποβολή σημείωσε σ' αυτόν πως εγκρινόταν. Λειτούργησε δηλαδή ο υπουργός, κατά την εισήγηση των δικηγόρων των εφεσειόντων, ως απλή σφραγίδα στον υποβληθέντα κατάλογο.
Δεν συμφωνούμε με τις εισηγήσεις των δικηγόρων των εφεσειόντων. Έχουμε την ίδια ακριβώς άποψη όπως αυτή που εξέφρασε ο πρωτόδικος δικαστής. Τα ενώπιόν μας στοιχεία καταδεικνύουν ότι η επίδικη απόφαση ήταν όχι μόνο εύλογα εφικτή για τα αρμόδια όργανα, αλλά και ορθή γιατί πράγματι εμφαίνεται από αυτή πως οι διορισθέντες ήσαν οι επικρατέστεροι υποψήφιοι.
Μας απασχόλησε ιδιαίτερα, όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο, η περίπτωση του εφεσείοντα Στέφανου Χαραλάμπους ο οποίος εισηγείται πως όχι μόνο συγκεντρώνει τα απαραίτητα προσόντα για προαγωγή, σύμφωνα με τους κανονισμούς, αλλά είναι και υπέρτερος όλων των υποψηφίων γιατί του έχουν δοθεί 19 υλικές και ηθικές αμοιβές, ο διπλάσιος αριθμός από τον επόμενο πρώτο υποψήφιο. Σαν απόδειξη, παραπέρα της αξίας του, μνημονεύει το γεγονός πως πρόβαλε σχεδόν μόνος αντίσταση στην κατάληψη του Αστυνομικού Σταθμού Δευτεράς από τους πραξικοπηματίες το 1974, πράξη που επιμαρτυρεί την αφοσίωσή του στο νόμιμο κράτος.
Τα πιο πάνω στοιχεία ήσαν βέβαια ενώπιον των οργάνων που προέβησαν στην αξιολόγηση τους και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ελήφθησαν υπόψη στη λήψη της επίδικης απόφασης. Το ερώτημα που προβάλλεται είναι κατά πόσο τα αρμόδια όργανα υπερέβησαν τα ακραία όρια της διακριτικής τους ευχέρειας με το να μην προσδώσουν σ' αυτά την οφειλόμενη βαρύτητα. Η θέση του κ. Φλωρέντζου - δικηγόρου της Δημοκρατίας, πάνω στο ζήτημα είναι πως η δράση του εφεσείοντα εναντίον των πραξικοπηματιών στην εκτέλεση του καθήκοντος του, ελήφθη υπόψη σε προηγούμενες προαγωγές. Δεν μπορούσε, ως εκ τούτου, να αποτελεί κατ' επανάληψη στοιχείο σε όλες τις επόμενες προαγωγές, στις οποίες ασφαλώς κρίνεται και η αξία των άλλων υποψηφίων.
Έχουμε τη γνώμη πως τα αρμόδια όργανα συνεκτίμησαν, μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία, και αυτό το πολύ σοβαρό εις πίστη του εφεσείοντα. Πράγματι η αφοσίωση των οργάνων της τάξεως στο νόμιμο κράτος και η έμπρακτη απόδειξή της, είναι το σημαντικότερο στοιχείο που προσθέτει στην αξία τους, που ασφαλώς και πρέπει να μετρά στις προαγωγές. Δεν έχει όμως παρουσιαστεί τίποτε ενώπιόν μας που να καταδεικνύει πως στη λήψη της επίδικης απόφασης όλα τα στοιχεία, που αφορούν στη δράση του εφεσείοντα κατά το πραξικόπημα για την κατίσχυση του νόμιμου κράτους, δεν αξιολογήθηκαν ορθά. Κατά συνέπεια, δεν μπορούμε να επέμβουμε για να ακυρώσουμε την επίδικη απόφαση, γιατί δεν έχει αποδεικτεί πως ελήφθη καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
Με βάση τα πιο πάνω κρίνουμε πως δεν έχει παρουσιαστεί τίποτε ενώπιόν μας που να υποστηρίζει την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. Οι εφέσεις επομένως απορρίπτονται.
Εφέσεις απορρίπτονται.