ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1990) 3 ΑΑΔ 2916
31 Αυγούστου, 1990
[ΠΙΚΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 36/89).
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου — Προαγωγές — Κριτήρια — Αξία, προσόντα, αρχαιότητα — Θέση Μηχανικού Ι, κλάδος Τεχνικών Υπηρεσιών — Συμβουλευτική Επιτροπή Προσωπικού — Εμπιστευτικές εκθέσεις — Υπεροχή του αιτητή — Αισθητή αρχαιότητα του ενδιαφερομένου προσώπου έναντι του αιτητή — Ίση απόδοση των δύο υποψηφίων κατά τα τελευταία πέντε χρόνια — Πλάνη ως προς την αξία των δύο υποψηφίων — Παράλειψη καταγραφής των απόψεων του Γενικού Διευθυντή — Οδήγησαν σε ακύρωση της επίδικης απόφασης.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Δικαστικός έλεγχος — Προαγωγές Ρ.Ι.Κ. — Παράλειψη καταγραφής των απόψεων του Γενικού Διευθυντή — Καθιστά αδύνατο το δικαστικό έλεγχο ουσιωδών στοιχείων τα οποία επενέργησαν στη λήψη της απόφασης και κατ' επέκταση την απόφαση υποκείμενη σε ακύρωση.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου — Υπάλληλοι — Εμπιστευτικές εκθέσεις — Αποτελούν το κύριο μέσο κρίσεως στην αξιολόγηση των υποψηφίων.
Αίτηση Ακυρώσεως — Έννομο συμφέρον — Yπάλληλοι — Δεν έχει ο υποψήφιος για προαγωγή εφόσον δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται — Η ύπαρξη ή μη εννόμου συμφέροντος μπορεί να εγερθεί και να εξεταστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Προαγωγή σε βαθμίδα ανώτερη της αμέσως επόμενης από εκείνη την οποία κατέχει ο αιτητής είναι συνυφασμένη με την διαρθρωτική ιεράρχηση των θέσεων και όχι με την επακριβή μισθοδοσία του διορισθησομένου.
Ο αιτητής, που κατείχε τη θέση Μηχανικού στο Ρ.Ι.Κ., ήταν ένας από τους πέντε υποψηφίους που κρίθηκαν ότι κατείχαν τα προσόντα και συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Προσωπικού ως κατάλληλοι για προαγωγή στην επίδικη θέση. Στη θέση διορίστηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια (αξία, προσόντα, αρχαιότητα). Στον προσδιορισμό της αξίας των υποψηφίων, η Συμβουλευτική Επιτροπή και το Συμβούλιο του Ιδρύματος βασίστηκαν στην απόδοση των υποψηφίων τα τελευταία πέντε χρόνια.
Η απόφαση προσβάλλεται ως πεπλανημένη λόγω του ότι βασίζεται σε εσφαλμένη εκτίμηση:
(α) των γεγονότων αναφορικά με την αξία του αιτητή και του ενδιαφερομένου προσώπου και
(β) των καθηκόντων τα οποία εκτελούσε ο αιτητής κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέκτηκε την προσφυγή και αποφάνθηκε ότι:
Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν τα δύο σώματα, αναφορικά με την αξιολόγηση των υποψηφίων, δε δικαιολογείται από τα στοιχεία των εμπιστευτικών εκθέσεων κατά την κρίσιμη περίοδο.
Η έκθεση του Διευθυντή είναι επίσης τρωτή στον τομέα αξιολόγησης των δύο υποψηφίων, αφού δεν επισημαίνεται σ' αυτή η υπεροχή του αιτητή, όπως προκύπτει από τις εμπιστευτικές εκθέσεις.
Η παράλειψη καταγραφής των απόψεων του Γενικού Διευθυντή καθιστά αδύναμη τη διεξαγωγή αποτελεσματικού δικαστικού ελέγχου που προϋποθέτει την τήρηση πρακτικών που να αποκαλύπτουν όλα τα ουσιώδη στοιχεία και περιστατικά που επενέργησαν στη λήψη της απόφασης και οδηγεί στην ακύρωσή της.
Η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Arkatitis and Others v. Republic (Nο.2) (1967) 3 C.L.R. 429,
Republic and Another v. Aristotelous and Others (1982) 3 C.L.R. 497,
Αποστόλου v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (1990) 3 Α.Α.Δ.. 126,
Αngelidou and Others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 520,
Christodoulides and Another v. Educational Service Commission (1986) 3(B) C.L.R. 1637,
Ioannides and Another v. Cyprus Grain Commission (1988) 3 C.L.R. 1250,
Γαβριηλίδης v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 585.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου να προάξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στη θέση Mηχανικού I, στον κλάδο Tεχνικών Yπηρεσιών του Iδρύματος, αντί του αιτητή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Π. Πολυβίου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Δ.: Το αντικείμενο της προσφυγής είναι η απόφαση του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου για την πλήρωση της θέσης του Μηχανικού Ι, στον κλάδο των Τεχνικών Υπηρεσιών του Ιδρύματος, που λήφθηκε στις 4/1/89. Ο αιτητής ήταν ένας από τους πέντε υποψηφίους που κρίθηκαν ότι κατείχαν τα προσόντα και συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Προσωπικού ως κατάλληλοι για προαγωγή στην επίμαχη θέση. Η τελική επιλογή έγινε μεταξύ των πέντε υποψηφίων. Το Συμβούλιο του Ρ.Ι.Κ., το αρμόδιο σώμα για τη διενέργεια προαγωγών, κατέληξε, μετά από τη συνεκτίμηση των στοιχείων που μνημονεύονται στο πρακτικό που περικλείει την απόφαση και με οδηγό τα καθιερωμένα κριτήρια "αξία - προσόντα - αρχαιότητα", στην επιλογή του Γεώργιου Περικλέους, του ενδιαφερόμενου μέρους.
Τα στοιχεία τα οποία λήφθηκαν υπόψη ήταν:
(α) Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Προσωπικού στην οποία αξιολογούνται οι υποψήφιοι. Η υιοθέτηση των πορισμάτων της Συμβουλευτικής Επιτροπής υποδηλώνει και τη συμφωνία του Συμβουλίου του Ιδρύματος με την αξιολόγηση των υποψηφίων.
(β) Το σημείωμα του Γενικού Διευθυντή της 29/12/88 στο οποίο σκιαγραφείται το ιστορικό για την πλήρωση της θέσης, και
(γ) Οι προσωπικοί φάκελοι και οι φάκελοι εμπιστευτικών εκθέσεων των υποψηφίων.
Της λήψης της απόφασης προηγήθηκε, όπως αναγράφεται, το πρακτικό της απόφασης και συζήτηση με το Γενικό Διευθυντή με τον οποίο αντάλλαξαν απόψεις. Το περιεχόμενο αυτής της ανταλλαγής απόψεων δεν καταγράφεται εκτός από το γεγονός ότι ο Γενικός Διευθυντής αναφέρθηκε, κατά τη συζήτηση του θέματος, σε έκθεση του Τμηματάρχη Ραδιοτηλεθαλάμων, ημερομηνίας 4/1/89, το περιεχόμενο της οποίας έχει ως εξής:
"Ύστερα από τη διεξοδική μελέτη των προσωπικών φακέλων των πιο πάνω υποψηφίων και με βάση τη συνέντευξη στη Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής αλλά κυρίως με βάση την αξία, προσόντα και αρχαιότητα των υποψηφίων καθώς και τις εκτιμήσεις τόσο του Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών, όσο και των Τμηματαρχών Πομπών και Ραδιοτηλεθαλάμων, καταλληλότερος θεωρείται ο Γ. Περικλέους."
Τόσο ο Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος όσο και ο Διευθυντής των Τεχνικών Υπηρεσιών μετείχαν της Συμβουλευτικής Επιτροπής Προσωπικού. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην έκθεση της Επιτροπής δε γίνεται συγκεκριμένη αναφορά, ούτε αξιολογείται η απόδοση των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη.
Η απόφαση προσβάλλεται ως πεπλανημένη διότι βασίζεται σε εσφαλμένη εκτίμηση των γεγονότων που προσδιορίζουν την αξία του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους. Η πλάνη βαρύνει τόσο τη Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και το Συμβούλιο του Ιδρύματος.
Η άλλη πλάνη κάτω από την οποία λειτούργησαν, σύμφωνα με τον αιτητή, αφορά τα καθήκοντα τα οποία εκτελούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο, τα οποία ήταν, όπως ισχυρίζεται, πλέον συγγενικά και σε άμεση συνάρτηση με εκείνα της θέσης που πληρώθηκε. Δυο από τα μέλη της Επιτροπής Προσωπικού, οι κ.κ. Α. Κτωρίδης και Γ. Παναγιώτου, ζήτησαν να καταγραφεί ότι τα τελευταία οκτώ χρόνια ο αιτητής ήταν υπεύθυνος της Υπηρεσίας Συντήρησης Τεχνικού Εξοπλισμού των Ραδιοτηλεθαλάμων, διαπίστωση με την οποία διαφώνησαν τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής και θέση η οποία τελικά έγινε δεκτή από το Συμβούλιο του Ιδρύματος, όπως εξυπακούεται από την υιοθέτηση της έκθεσης της Επιτροπής. Άλλο παράπτωμα, το οποίο προβάλλεται ως λόγος για ακύρωση της απόφασης, είναι η δυσμενής τροποποίηση την οποία, σύμφωνα με την εισήγηση του αιτητή, επέφερε ο Γενικός Διευθυντής σε εμπιστευτική έκθεση για τον αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος δε θα μας απασχολήσει επειδή δεν έχει τεκμηριωθεί.
Με την ένστασή τους οι καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν την απόφαση ως νομικά και πραγματικά τεκμηριωμένη, καθόλα παραδεκτή μέσα στα πλαίσια της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Ιδρύματος για την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου για προαγωγή στην επίδικη θέση. Ας σημειωθεί ότι το ενδιαφερόμενο μέρος προηγείτο αισθητά του αιτητή σε αρχαιότητα.
Στην τελική του αγόρευση, ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση πρόβαλε και δεύτερο λόγο ο οποίος, αν γίνει δεκτός, όχι μόνο καθιστά ανεδαφικό αλλά θέτει εκ ποδών το αίτημα του προσφεύγοντος. Διατυπώθηκε η θέση ότι ο αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για προαγωγή και επομένως δεν έχει έννομο συμφέρο να προσβάλει την απόφαση. Παρόλο που η εισήγηση αυτή αντιμάχεται τις διαπιστώσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής Προσωπικού και του Συμβουλίου του Ιδρύματος ως προς της κατοχή των απαιτούμενων προσόντων εκ μέρους του αιτητή για προαγωγή, δε δημιουργείται ή παρεμβάλλεται κώλυμα στην προβολή της ενστάσεως ενόψει του ότι, η ύπαρξη του απαιτούμενου έννομου συμφέροντος αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας και κατά συνέπεια μπορεί να εγερθεί και να εξεταστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Η συγκεκριμένη εισήγηση των καθ' ων η αίτηση στο θέμα αυτό είναι ότι, η θέση η οποία πληρώθηκε ήταν δυο και όχι ένα σκαλοπάτι, πιο ψηλά στην ιεραρχία από τη θέση την οποία κατείχε ο αιτητής και συνεπώς δεν ενομιμοποιείτο να προαχθεί σ' αυτή ενόψει της αρχής του διοικητικού δικαίου η οποία αποκλείει - εκτός αν υπάρχει νομοθετική εξουσιοδότηση περί του αντιθέτου - προαγωγή σε ψηλότερη βαθμίδα απ' την αμέσως ανώτερη εκείνης στην οποία υπηρετεί. Η θέση αυτή δε βασίζεται στη διάρθρωση της ιεραρχίας του Ιδρύματος αλλά στη μισθολογία της θέσης και, πλέον συγκεκριμένα, στο γεγονός ότι η αμοιβή η οποία προσφέρθηκε στον επιλεγέντα ήταν Α12 + 2, δηλαδή, η μισθολογία της κλίμακας Α12 συν δυο προσαυξήσεις.
Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μας ως προς τη διάρθρωση της υπηρεσίας, η θέση Μηχανικού Ι ήταν ιεραρχικά η αμέσως ανώτερη θέση από την οποία κατείχε ο αιτητής, δηλαδή τη θέση του Μηχανικού. Η θέση Μηχανικού Ι δεν υποδιαιρείται σε δυο βαθμίδες "α" και "β", γεγονός το οποίο καταμαρτυρείται και από τη διάρθρωση της ιεραρχίας του Ιδρύματος, όπως απαντάται στον προϋπολογισμό του Ρ.Ι.Κ. (Ν. 80/89). Η μισθοδοσία η οποία παρέχεται στον κάτοχο της θέσης Α12 + 2 αποτελεί προσωπική κλίμακα η οποία δε μεταβάλλει την υπόσταση της θέσης και αφήνει ανεπηρέαστη τη δομή της ιεραρχίας του Ιδρύματος. Ο καθορισμός των προσόντων για προαγωγή στην επίδικη θέση ο οποίος περιέχεται στο σχέδιο υπηρεσίας βασίζεται σε ορθή εκτίμηση της ιεράρχησης των τεχνικών υπηρεσιών και θέτει ως προϋπόθεση για προαγωγή πενταετή υπηρεσία στη βαθμίδα του Μηχανικού, προσόν το οποίο κατείχε ο αιτητής.
Η αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία έγινε αποδεκτή από τη νομολογία* ότι δεν είναι παραδεκτή, εκτός αν γίνεται νομοθετική πρόβλεψη περί του αντιθέτου, προαγωγή σε βαθμίδα ανώτερη της αμέσως επόμενης από εκείνη την οποία κατέχει ο διεκδικών, είναι συνυφασμένη με τη διαρθρωτική ιεράρχηση των θέσεων και όχι με την επακριβή μισθοδοσία η οποία θα απονεμηθεί στο διορισθησόμενο. Ο κ. Αγγελίδης εισηγήθηκε ότι, κι αν ακόμα γινόταν δεκτό ότι η επίδικη θέση ήταν δυο και όχι ένα σκαλοπάτι πιο ψηλά από εκείνη που κατείχε ο αιτητής, παρείχετο η αναγκαία εξουσιοδότηση από τους Κανονισμούς του Ιδρύματος (Κ.Δ.Π. 317/87) για έμμεση ανέλιξη κατά δυο βαθμίδες, εισήγηση που δε θα εξετάσω ενόψει των διαπιστώσεων στις οποίες έχω προβεί.
Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγω στο θέμα αυτό είναι ότι, η εκτίμηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Προσωπικού και του Συμβουλίου του Ιδρύματος ότι ο αιτητής είχε τις προϋποθέσεις για προαγωγή, είναι ορθή.
Στον προσδιορισμό της αξίας των υποψηφίων η Συμβουλευτική Επιτροπή και όπως τεκμηριώνεται από την υιοθέτηση της έκθεσης και το Συμβούλιο του Ιδρύματος, βασίστηκαν στην απόδοση των υποψηφίων τα τελευταία πέντε χρόνια. Η απόδοση και των δυο υποψηφίων την περίοδο εκείνη κρίθηκε ομοιόμορφα "ως πολύ ικανοποιητική προς άρτια". Πρόκειται ουσιαστικά για διαπίστωση που εξισώνει την αξία των υποψηφίων κατά το χρόνο που έκριναν ως ουσιώδη για τον προσδιορισμό της υπηρεσιακής τους απόδοσης.
Εξέταση και σύγκριση των εμπιστευτικών εκθέσεων των δυο υποψηφίων κατά την κρίσιμη περίοδο δε δικαιολογεί το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν τα δυο σώματα που αξιολόγησαν τους υποψηφίους.
Η βαθμολογία για τα έτη 1983, 1984, 1985, 1986 και 1987 για τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος είναι η εξής:
ΑΝΔΡΕΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
8Α 6Β - 1ΔΕ 4Α 10Β - 1ΔΕ - 1983
8Α 6Β - 1ΔΕ 4Α 10Β - 1ΔΕ - 1984
9Α 5Β - 1ΔΕ 6Α 8Β - 1ΔΕ - 1985
9Α 5Β - 1ΔΕ 9Α 5Β - 1ΔΕ - 1986
10Α 4Β - 1ΔΕ 10Α 4Β - 1ΔΕ - 1987
ΔΕ = Δεν εφαρμόζεται (πρόκειται για τη Διοικητική Ικανότητα).
Με οποιοδήποτε μέτρο και αν κριθούν οι δυο υποψήφιοι, ο αιτητής υπερείχε αισθητά σε αξία του ενδιαφερόμενου μέρους. Τούτο καταδεικνύεται τόσο από τη γενική βαθμολογία που έχει παρατεθεί συνοπτικά πιο πάνω, όσο και από την επί μέρους αξιολόγηση των μερών στους τομείς κρίσεως που προσδιορίζονται στις εμπιστευτικές εκθέσεις. Ο αποκλεισμός του στοιχείου της διοικητικής επάρκειας (ΔΕ), ως μέτρου κρίσεως των υποψηφίων, που περιέχεται στο σχετικό πίνακα (Τεκμήριο 2(β)) και όπως μπορεί να υποθέσουμε τέθηκε ενώπιον των αρμόδιων σωμάτων, δεν αιτιολογείται. Η διοικητική ικανότητα και γενικότερα η ευχέρεια διεκπεραίωσης του διοικητικού έργου είναι όπως ορθά παρατηρεί ο δικηγόρος του αιτητή στην αγόρευσή του, ουσιώδες μέτρο κρίσεως, δηλωτικό της επάρκειας των υποψηφίων για την εκτέλεση ανώτερων καθηκόντων.
Προκύπτει ότι τα συμπεράσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής Προσωπικού και κατ' ακολουθία εκείνα του Συμβουλίου ως προς την αξία των υποψηφίων βασίζονται σε πλάνη η οποία είχε επενεργήσει ουσιωδώς στη λήψη της επίδικης απόφασης.
Εξίσου τρωτή στον τομέα της αξιολόγησης της αξίας των δυο υποψηφίων είναι και η έκθεση του Διευθυντή των Τεχνικών Υπηρεσιών της 4/1/89. Στο βαθμό και έκταση που αυτή βασίζεται στα υπηρεσιακά στοιχεία, δεν επισημαίνεται ότι στον τομέα της αξίας, όπως προκύπτει από το κύριο μέσο κρίσεως των υποψηφίων, τις εμπιστευτικές εκθέσεις, ο αιτητής υπερείχε αισθητά του ενδιαφερόμενου μέρους.
Άλλο ερωτηματικό σε σχέση με αυτή την έκθεση πηγάζει από την αξιολόγηση στην οποία κατέληξε ο κ. Αγγελίδης ως προς την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις. Στην έκθεση της Επιτροπής δεν αξιολογείται η απόδοση των υποψηφίων και συνεπώς δεν ήταν επιτρεπτό να γίνει δεκτή, χωρίς μάλιστα το γεγονός αυτό να έχει σημειωθεί στην έκθεση, η κρίση ενός των μελών της Επιτροπής.
Ανεπαρκής υπήρξε επίσης η διερεύνηση των καθηκόντων τα οποία είχε εκτελέσει ο αιτητής· παρόλο που το κενό αυτό ή σφάλμα στις διαπιστώσεις των καθ' ων η αίτηση δεν κρίνεται αποφασιστικής σημασίας για την απόφαση η οποία λήφθηκε.
Η πλάνη κάτω από την οποία οι καθ' ων η αίτηση λειτούργησαν ως προς την αξία των δυο υποψηφίων δεν είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο η απόφασή τους κρίνεται τρωτή. Η παράλειψη καταγραφής των απόψεων του Γενικού Διευθυντή που, εξ αντικειμένου, συνιστά στοιχείο ουσιώδους σημασίας για την επίδικη απόφαση, αποτελεί άλλο ανεξάρτητο λόγο για την ακύρωσή της. Η παράλειψη καθιστά αδύνατο το δικαστικό έλεγχο ουσιωδών στοιχείων τα οποία επενέργησαν στη λήψη της απόφασης και κατ' επέκταση την απόφαση υποκείμενη σε ακύρωση. [Βλέπε μεταξύ άλλων, Angelidou and Others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 520· Christodoulides and Another v. Educational Service Commission (1986) 3(B) C.L.R. 1637· Ioannides and Another v. Cyprus Grain Commission (1988) 3 C.L.R. 1250· Γαβριηλίδης v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 585.] Η αποτελεσματικότητα του δικαστικού ελέγχου και σε συνάρτηση η κατοχύρωση της νομιμότητας είναι συνυφασμένη με την ευχέρεια άσκησης αποτελεσματικού δικαστικού ελέγχου που προϋποθέτει την τήρηση πρακτικών που να αποκαλύπτουν όλα τα ουσιώδη στοιχεία και περιστατικά που επενέργησαν στη λήψη της απόφασης.
Η αίτηση επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στο σύνολό της βάσει του άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.
H προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.