ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1990) 3 ΑΑΔ 1503
30 Απριλίου, 1990
[ΣΑΒΒΙΔΗΣ, Δ/στής]
ROSLA LTD,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 795/87).
Tελωνειακοί Δασμοί και Φόροι Κατανάλωσης — Aξία των υποκειμένων στο δασμό αγαθών — H συμβατική αξία δεν δεσμεύει — Άρθρο 159(1) του N. 82/67 — Eρμηνεία της επιφύλαξης — Περιοριστική εφαρμογή της επιφύλαξης σε άρθρο του Nόμου — Mη εφαρμογή των κανόνων αποδείξεων του περί Aποδείξεως Nόμου στο διοικητικό δίκαιο — Kαθεστώς ως προς την ανάκληση της πράξης επιβολής του δασμού και τον επανακαθορισμό του, μετά την εξέταση δείγματος των εμπορευμάτων.
H αιτήτρια εταιρεία προσέβαλε τη δασμολόγηση των εμπορευμάτων που εισήγαγε με βάση τιμή διπλάσια από την αναγραφόμενη στο τιμολόγιο αγοράς τους.
Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. H Γενική Συμφωνία Δασμών και Eμπορίου (GATT) τέθηκε σε ισχύ μετά τη δασμολόγηση των επίδικων εμπορευμάτων και συγκεκριμένα στις 26.6.1989 και κατά τον ουσιώδη χρόνο ίσχυε το Άρθρο 159 του Nόμου (N. 82/67) το οποίο αντικαταστάθηκε μεταγενέστερα με τον τροποποιητικό Nόμο (N. 98/89) που τέθηκε σε ισχύ στις 22.6.1989.
H επίδικη απόφαση λήφθηκε με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 159(1) του περί Tελωνείων και Φόρων Kαταναλώσεως Nόμου του 1967 (N. 82/67) καθώς και τον Πρώτο Πίνακα του σχετικού νόμου. Oι πρόνοιες τόσο του Nόμου όσο και του σχετικού Πίνακα είναι καθαρές και δεν αφήνουν περιθώρια για αμφιβολία. Σύμφωνα με τις πρόνοιες αυτές ο καθ' ου η αίτηση δεν είναι υπόχρεος στον καθορισμό δασμού να δεχθεί την τιμή που δηλώνεται με βάση τη συμβατική τιμή αλλά έχει το δικαίωμα να καθορίζει την τιμή εισαγόμενων εμπορευμάτων με βάση την τιμή πώλησης τους σε ανοικτή αγορά μεταξύ ανεξάρτητου πωλητή και αγοραστή. Δεν υπάρχει περιοριστική πρόνοια στο νόμο ότι η εξουσία αυτή μπορεί να ασκηθεί μόνο σε περιπτώσεις υπάρξεως δόλου.
2. O δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε πως η επιφύλαξη στο εδάφιο (1) του Άρθρου 159 έχει υπέρτερη ισχύ από τις άλλες πρόνοιες του Nόμου και του Πρώτου Πίνακα και κατά συνέπεια ο καθ' ου η αίτηση όφειλε να εφαρμόσει την επιφύλαξη αυτή και να δεχθεί ως ορθή τη συμβατική τιμή που αναφερόταν στο τιμολόγιο.
H επιφύλαξη στο εδάφιο (1) του Άρθρου 159 όπως είχε κατά τον ουσιώδη χρόνο προνοεί τα εξής:
"Nοείται ότι εν τη περιπτώσει εμπορευμάτων εισαγομένων δυνάμει συμβάσεως πωλήσεως και δηλωθέντων εν τη κατατεθείση διασαφήσει ως προοριζομένων προς εσωτερικήν κατανάλωσιν, ο δασμός λογίζεται καταβληθείς επί της αξίας ταύτης, εάν πριν ή τα εμπορεύματα παραδοθώσιν προς εσωτερικήν κατανάλωσιν, προσφερθή και γενή αποδεκτός δασμός επί δεδηλωμένης αξίας, εδραζομένης επί της εν τη συμβάσει τιμής."
O πιο πάνω ισχυρισμός του ευπαίδευτου δικηγόρου του αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός γιατί σύμφωνα με τους κανόνες ερμηνείας μια επιφύλαξη έχει περιορισμένη εφαρμογή.
H εξουσία του Διευθυντή του Tμήματος Tελωνείων συνάγεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 159 του Nόμου σε συνδυασμό με τις πρόνοιες του Πρώτου Πίνακα του Nόμου. H άποψη αυτή ενισχύεται επίσης από τις πρόνοιες του Άρθρου 161 με το οποίο παρέχεται το δικαίωμα σ' ένα εισαγωγέα να προσφύγει σε διαιτησία για τη διακρίβωση της φορολογητέας αξίας εμπορευμάτων.
3. Aναφορικά με τον ισχυρισμό του δικηγόρου της αιτήτριας ότι το περιεχόμενο των επιστολών των Tελωνειακών Aρχών της Eλλάδας δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη γιατί αποτελεί εξ ακοής μαρτυρία δεν μπορεί να ευσταθήσει γιατί στο διοικητικό δίκαιο, όπως λέχθηκε στην υπόθεση Kyriakides v. The Republic 1 R.S.C.C. 66 δεν εφαρμόζονται οι κανόνες μαρτυρίας και ο Περί Aποδείξεως Nόμος. O καθ' ου η αίτηση στα πλαίσια της έρευνάς του για τη διακρίβωση της πραγματικής αξίας των εμπορευμάτων είχε καθήκον να διερευνήσει τις συνθήκες πώλησης των επίδικων εμπορευμάτων τόσο από στοιχεία που μπορούσε να συλλέξει από την Kυπριακή αγορά όσο και από τις αρμόδιες αρχές της χώρας προέλευσής τους. Mε βάση τα στοιχεία αυτά που συνέλεξε και στα οποία βασίστηκε για να καταλήξει στην επίδικη απόφαση αυτή ήταν εύλογα επιτρεπτή και ο καθ' ου η αίτηση δεν ενήργησε ούτε κάτω από πλάνη γύρω από τα γεγονότα ούτε αυθαίρετα ή κατά παράβαση του Nόμου.
4. Aναφορικά τέλος με τον ισχυρισμό της αιτήτριας για παράνομη ανάκληση προγενέστερης απόφασης ημερομηνίας 10.4.1987 όταν υπολογίστηκε και επιβλήθηκε στην αιτήτρια ο εισαγωγικός δασμός με βάση το τιμολόγιο που προσκόμισε και ο δασμός αυτός εισπράχθηκε, ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί για τους πιο κάτω λόγους:
(α) Στη σχετική αίτηση για τελωνισμό των εμπορευμάτων στην οποία περιέχονται τα στοιχεία που αναφέρονται στην περιγραφή των εμπορευμάτων και την τιμολογημένη αξία τους, υπάρχει καθαρή δήλωση των τελωνειακών αρχών ότι παραλήφθηκε δείγμα των εμπορευμάτων για να εξετασθεί από το Bοηθό Tελώνη για βεβαίωση της αξίας, που κρίθηκε χαμηλή.
Kατά συνέπεια η γνησιότητα των τιμολογίων ήταν αμφισβητούμενη από την αρχή.
(β) Έστω και αν θεωρηθεί ότι λήφθηκε απόφαση για τον πληρωτέο δασμό στις 10.4.1987, δεν υπάρχει κανένα νομικό κώλυμα για τον καθ' ου η αίτηση να ανακαλέσει την προηγούμενή του απόφαση αν διαπιστώσει την ύπαρξη λάθους ή ανακρίβειας στην περιγραφή των εμπορευμάτων, την ταξινόμησή τους ή την τιμολόγησή τους.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Elma Paper Sacks Co. Ltd v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1374,
Cape Brandy Syndicate v. Commissioners of Inland Revenue [1921] 12 T.C. 358,
Lloyds & Scottish Finance Ltd v. Modern Cars & Caravans (Kingston) Ltd [1966] 1 Q.B. 764,
Tabrisky, ex p. Board of Trade [1947] Ch. 565,
Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66,
Director of the Department of Customs and Excise v. Grecian Hotel Enterprises Ltd (1985) 1 C.L.R. 476.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Διευθυντή του Tμήματος Tελωνείων να δασμολογήσει, με βάση τιμή κατά 100% ψηλότερη από εκείνη που αναφέρεται στο τιμολόγιο, εμπορεύματα που η αιτήτρια εταιρεία εισήγαγε στην Kύπρο στις 10 Aπριλίου, 1987.
Α. Λεμονάρης, για την Aιτήτρια.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Kαθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΣΑΒΒΙΔΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή η αιτήτρια εταιρεία προσβάλλει την απόφαση του καθ'ου η αίτηση Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων να δασμολογήσει, με βάση τιμή κατά 100% ψηλότερη από εκείνη που αναφέρεται στο τιμολόγιο, εμπορεύματα που η αιτήτρια εισήγαγε στην Κύπρο στις 10 Απριλίου, 1987.
Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι σε συντομία τα πιο κάτω:
Οι αιτητές τον Απρίλη του 1987, εισήγαγαν από την Ελλάδα αριθμό παιδικών μαγιώ, αξίας 554.000 Δραχμών (ισάξιο Λιρών Κύπρου κατά τον ουσιώδη χρόνο £2,093.60 cent) σύμφωνα με το σχετικό τιμολόγιο αρ. 58 ημερομηνίας 3 Απριλίου, 1987, που εκδόθηκε από την Εταιρεία MEDITERRANEAN HADJIVASSILIOY BROTHERS S.A. από τη Θεσσαλονίκη, που τα προμήθευσε στην αιτήτρια.
Οι τελωνειακές αρχές αμφισβήτησαν τη συμβατική τιμή των πιο πάνω εμπορευμάτων όπως αναφερόταν στο τιμολόγιο και κατά τον τελωνισμό τους ζήτησαν από την αιτήτρια να καταβάλει πέραν του ποσού των £1,681.50 cent δασμού και προσφυγικού τέλους που καταβλήθηκε επί της αξίας των εμπορευμάτων όπως αναφερόταν στο σχετικό τιμολόγιο, το ποσό των £850.- ως εγγύηση για καταβολή πρόσθετου δασμού μέχρις ότου διακριβωθεί η πραγματική αξία των εμπορευμάτων. Η αιτήτρια εταιρεία με επιστολή του δικηγόρου της με ημερομηνία 7 Μαΐου, 1987, αμφισβήτησε τη νομιμότητα της απόφασης αυτής των τελωνειακών αρχών και κατέβαλε υπό διαμαρτυρία το ποσό που της ζητήθηκε.
Ο καθ' ου η αίτηση, στο μεταξύ άρχισε τη διεξαγωγή έρευνας για να διαπιστώσει αν η συμβατική τιμή που αναφερόταν στο σχετικό τιμολόγιο ήταν πραγματική ή κατά πόσο τα εν λόγω εμπορεύματα είχαν υποτιμολογηθεί για σκοπούς καταβολής χαμηλότερου τελωνειακού δασμού. Για το σκοπό αυτό εκτός από τη συλλογή στοιχείων για τη χονδρική και λιανική πώληση των εμπορευμάτων αυτών στην Κύπρο και την τιμή παρόμοιων εμπορευμάτων που εισάγονται από χώρες της Ε.Ο.Κ. αποτάθηκε στις τελωνειακές αρχές της Ελλάδας για την παροχή πληροφοριών.
Οι τελωνειακές αρχές Θεσσαλονίκης ύστερα από έρευνα κατ' εντολή της Διεύθυνσης Τελωνειακών Ερευνών Ελλάδας υπέβαλαν την τελευταία έκθεση για το αποτέλεσμα της έρευνάς τους με ημερομηνία 18.6.1987 στην οποία αναφέρονται σχετικά τα εξής:
"Η εταιρεία MEDITERRANEAN, A/φοί ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ (Βαλαωρίτου 13, Θεσ/νίκη) μας πληροφόρησε ότι για τα εμπορεύματα που εξάγονται στην ΚΥΠΡΟ παρέχονται ειδικές εκπτώσεις, λόγω προσωπικής γνωριμίας που συνδέει τους Αφούς ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ με τον υπεύθυνο της Κυπριακής εταιρίας ROSLA L.T.D.
Οι τιμές όμως αυτές, σε σύγκριση με τις τιμές του επίσημου τιμοκαταλόγου εξωτερικού έτους 1987 της εταιρείας, είναι πολύ χαμηλές και μ' ένα πρόχειρο υπολογισμό που έκανε η Υπηρεσία μας, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αναγραφόμενες τιμές στο αριθ. 58/87 τιμολόγιο της εταιρίας MEDITERRANEAN είναι υποτιμολογημένες κατά ποσοστό 50% περίπου.
Επί πλέον θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι επί του αριθ. 58/87 τιμολογίου αναγραφόμενες τιμές ενδεχομένως να μην καλύπτουν το πραγματικό κόστος κατασκευής του συγκεκριμένου εμπορεύματος.
Επισυνάπτεται ο επίσημος τιμοκατάλογος εξωτερικού της εταιρείας MEDITERRANEAN, στις αναγραφόμενες τιμές του οποίου στηρίχθηκε η Υπηρεσία μας για να συγκρίνει τις τιμές πώλησης, δεδομένου ότι κανένα άλλο στοιχείο για παράνομη συναλλαγή μεταξύ των δύο εταιρειών δε βρέθηκε κατά τον έλεγχο της συγκεκριμένης Ελληνικής εταιρείας."
Δέον να σημειωθεί ότι ταυτόχρονα ο καθ' ου η αίτηση είχε ζητήσει από τις τελωνειακές αρχές της Ελλάδας τη διεξαγωγή έρευνας για άλλα παιδικά είδη που είχε εισάξει η αιτήτρια εταιρεία από την εταιρεία "ΔΑΙΡΗ" Α.Ε. από τη Θεσσαλονίκη με βάση τιμολόγιο αρ. 56/87 και για τα οποία υπήρξε υπόνοια ότι ήταν υποτιμολογημένα. Στα εμπορεύματα αυτά γίνεται επίσης αναφορά στην πιο πάνω έκθεση των Τελωνειακών Αρχών Θεσσαλονίκης όπου αναφέρεται ότι από την έρευνα που διεξάχθηκε "τα εμπορεύματα αυτά κατασκευάσθηκαν κατά τα δυο προηγούμενα έτη και για το λόγο αυτόν τα χαρακτηρίζει ως 'στοκ εμπόρευμα' με αποτέλεσμα να τα διαθέτει σε χαμηλές τιμές προς ρευστοποίηση των αποθεμάτων" και συμπληρωματικά ότι: "Το αριθ. 56/87 τιμολόγιο αντιστοιχεί πλήρως στο τιμολόγιο που κατατέθηκε στο Τελωνείο εξαγωγής". Με βάση τις πιο πάνω επεξηγήσεις ο καθ' ου η αίτηση δέχθηκε σαν ορθή την τιμολόγηση των πιο πάνω εμπορευμάτων.
Η έκθεση της έρευνας των Τελωνειακών Αρχών της Θεσσαλονίκης διαβιβάσθηκε στον καθ' ου η αίτηση από τη Διεύθυνση Τελωνειακών Ερευνών Ελλάδας με επιστολή με ημερομηνία 4 Αυγούστου 1987.
Μετά τη συμπλήρωση των ερευνών του ο καθ'ου η αίτηση κατέληξε στην επίδικη απόφαση του την οποία κοινοποίησε στην αιτήτρια με επιστολή του με ημερομηνία 21 Αυγούστου, 1987, το περιεχόμενο της οποίας είναι το πιο κάτω:
"Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι από διερευνήσεις που έγιναν έχει διαπιστωθεί ότι οι τιμολογιακές τιμές των μαγιώ που καλύπτονται από το τιμολόγιο Αρ. 58 ημερομηνίας 3 Απριλίου, 1987 των προμηθευτών κυρίων Α/φών Χατζηβασιλείου, Θεσσαλονίκη είναι ουσιωδώς χαμηλότερες από τις τιμές άλλων παρομοίων μαγιώ και δεν μπορεί να λογισθεί ότι είναι οι τιμές που θα απεκόμιζαν σε πώληση στην ελεύθερη αγορά μεταξύ πωλητή και αγοραστή που είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους.
Γι' αυτό ο Ανώτερος Τελώνης Λευκωσίας έχει εξουσιοδοτηθεί με αντίγραφο της επιστολής αυτής να διακανονίσει την πιο πάνω χρηματική καταβολή πάνω στη βάση αξίας των Φ.Ο.Π. τιμολογιακών τιμών πλέον 100% (εκατό) πλέον τα δασμολογητέα έξοδα και να εισπράξει τη διαφορά σε δασμό και έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση που ανέρχονται σε £653.44 και £102.23 αντίστοιχα (Σύνολο £755.67).
Καλείσθε λοιπόν όπως επικοινωνήσετε με τον Ανώτερο Τελώνη Λευκωσίας και καταβάλετε σ'αυτόν τα πιο πάνω ποσά εντός 15 ημερών από την ημερομηνία της επιστολής αυτής για διευθέτηση της υποθέσεως διαφορετικά θα ληφθούν δικαστικά μέτρα εναντίον σας για την είσπραξη των."
Στις 31 Αυγούστου, 1987, αποστάληκε από τον Ανώτερο Τελώνη η πιο κάτω ειδοποίηση (DEMAND NOTE) προς την αιτήτρια:
"I beg to inform you that an amount of £827.00 is due by you in respect of duty shortcharged on boys' and girls' swimwear imported from Greece. Director's letter No.V.G/45 of 21.8.87 is relevant.
and I shall be grateful if you will remit the amount at your early convenience and, in any case, not later than 7 days from the date hereof.
If payment is made by cheque, it should be crossed and made payable to Senior Collector of Customs, Nicosia."
Είναι ο ισχυρισμός της αιτήτριας εταιρείας όπως αναφέρεται στην προσφυγή της ότι η επίδικη απόφαση είναι άκυρη γιατί:
(1) Βασίστηκε σε πλάνη πάνω στα πραγματικά γενονότα σχετικά με την τιμή που συμφωνήθηκε και καταβλήθηκε που είναι η τιμή που αναφέρεται στα σχετικά τιμολόγια των πωλητών.
(2) Ο καθ' ου η αίτηση ενήργησε ενάντια στις πρόνοιες του Νόμου 82/67 και καθ' υπέρβαση εξουσίας.
(3) Ο καθ' ου η αίτηση δεν είχε εξουσία βάσει του νόμου να υπερτιμολογήσει την αξία των εμπορευμάτων όπως αναφέρονται στο τιμολόγιο και να επιβάλει δασμό με βάση την υπερτιμολογημένη αξία.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της αιτήτριας αναπτύσσοντας τα επιχειρήματα του πάνω στα νομικά σημεία ισχυρίστηκε τα πιο κάτω:
1. Ο Ανώτερος Τελώνης ο οποίος αποφάνθηκε ότι η αξία των εν λόγω εμπορευμάτων όπως αναφερόταν στο τιμολόγιο δεν ήταν η πραγματική αξία, εσφαλμένα βασίστηκε στις τιμές της Κυπριακής αγοράς για τέτοια εμπορεύματα κι όχι στις τιμές και τις συνθήκες αγοράς στη χώρα της προέλευσης. Παρέλειψε δε να λάβει υπόψη του ενυπόγραφη δήλωση των προμηθευτών ότι τα εμπορεύματα δεν ήταν υποτιμολογημένα.
2. Ο καθ' ου η αίτηση βασίστηκε σε ανεπαρκή και εσφαλμένη έρευνα για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα εμπορεύματα ήταν υποτιμολογημένα.
3. Ο καθ' ου η αίτηση δεν εφάρμοσε ορθά τις πρόνοιες του σχετικού Νόμου και για να καταλήξει στα συμπεράσματα του έλαβε υπόψη εντελώς άσχετα γεγονότα όπως (α) την αξία παρόμοιων εμπορευμάτων που εισάγονται από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, (β) την αξία εμπορευμάτων που κατασκευάζονται επιτοπίως και (γ) τη χονδρική και λιανική πώληση των εμπορευμάτων.
4. Ο καθ' ου η αίτηση ενήργησε κάτω από πλάνη σε σχέση με τα γεγονότα και παρέλειψε να λάβει υπόψη του την πιστοποιημένη έγγραφη δήλωση των προμηθευτών καθώς και πιστοποιητικό της Ελληνικής Πρεσβείας στη Λευκωσία ότι υποτιμολόγηση εμπορευμάτων που προέρχονται από την Ελλάδα αποτελεί παράβαση της Ελληνικής Νομοθεσίας καθώς και της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
5. Ο καθ' ου η αίτηση ενήργησε κατά παράβαση των προνοιών του Περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως, Νόμου του 1967 (Ν.82/67) και καθ' υπέρβαση των εξουσιών που του παρέχει ο Νόμος. Ο καθ' ου η αίτηση δεν είχε εξουσία να απορρίψει τη δήλωση της αιτήτριας αναφορικά με την αγοραία αξία των εμπορευμάτων όπως αναφερόταν στο τιμολόγιο η οποία στηριζόταν σε ελεύθερη σύμβαση για την οποία δεν υπήρχε ισχυρισμός ότι συνάφθηκε κάτω από δόλιες συνθήκες. Ο Νόμος δεν παρέχει εξουσία στο Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων να υπερτιμολογεί την αξία εμπορευμάτων όπως αναφέρονται σε τιμολόγιο που είναι αποτέλεσμα ελεύθερης συναλλαγής μεταξύ δύο εμπορευομένων.
6. Η απόφαση του Διευθυντή ισοδυναμεί με παράνομη ανάκληση προγενέστερης απόφασής του σύμφωνα με την οποία ο εισαγωγικός δασμός λογίσθηκε και πληρώθηκε κατά την εκτελώνιση των εμπορευμάτων την ημέρα της εισαγωγής τους.
7. Τα στοιχεία που αναφέρονται στις επιστολές των Τελωνείων Θεσσαλονίκης δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά γιατί στηρίζονται σε εξ ακοής μαρτυρία και καμιά μαρτυρία δεν προσάχθηκε που να υποστηρίζει τους ισχυρισμούς που περιέχονται σ' αυτές.
8. Ο καθ' ου η αίτηση ενήργησε κατά παράβαση της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) στην οποία η Κύπρος προσχώρησε στις 3.11.1988, σύμφωνα με τις πρόνοιες της οποίας η αξία εισαγωμένων εμπορευμάτων πρέπει να βασίζεται στην τιμολογημένη αξία των εμπορευμάτων.
'Οσον αφορά το τελευταίο επιχείρημα του ευπαίδευτου δικηγόρου της αιτήτριας δέον να σημειωθεί ότι η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (GATT) τέθηκε σε ισχύ μετά τη δασμολόγηση των επίδικων εμπορευμάτων και συγκεγκριμένα στις 26.6.1989 και κατά τον ουσιώδη χρόνο ίσχυε το 'Αρθρο 159 του Νόμου 82/67 το οποίο αντικαταστάθηκε μεταγενέστερα με τον τροποποιητικό Νόμο 98/89 που τέθηκε σε ισχύ στις 22.6.1989.
Η επίδικη απόφαση λήφθηκε με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 159(1) του Περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Νόμος 82/67) καθώς και τον Πρώτο Πίνακα του σχετικού νόμου. Δε θα αναφερθώ σε λεπτομέρεια στις σχετικές πρόνοιες. Οι πρόνοιες τόσο του Νόμου όσο και του σχετικού Πίνακα είναι καθαρές και δεν αφήνουν περιθώρια για αμφιβολία. Σύμφωνα με τις πρόνοιες αυτές ο καθ'ου η αίτηση δεν είναι υπόχρεος στον καθορισμό δασμού να δεχθεί την τιμή που δηλώνεται με βάση τη συμβατική τιμή αλλά έχει το δικαίωμα να καθορίζει την τιμή εισαγόμενων εμπορευμάτων με βάση την τιμή πώλησης τους σε ανοικτή αγορά μεταξύ ανεξάρτητου πωλητή και αγοραστή. Δεν υπάρχει περιοριστική πρόνοια στο νόμο ότι η εξουσία αυτή μπορεί να ασκηθεί μόνο σε περιπτώσεις υπάρξεως δόλου. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Elma Paper Sacks Co.Ltd. v. The Republic (1988) 3(Β) C.L.R. 1374, υιοθετώντας τα λόγια του Rowlatt, J., στην υπόθεση Cape Brandy Syndicate v. The Commissioners of Inland Revenue [1921] 12 T.C. 358, 366.
"in taxation you have to look simply at what is clearly said ...... there is no presumption as to a tax; you read nothing in; you imply nothing, but you look fairly at what is said and at what is said clearly.........".
O ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή ισχυρίστηκε πως η επιφύλαξη στο εδάφιο (1) του άρθρου 159 έχει υπέρτερη ισχύ από τις άλλες πρόνοιες του Νόμου και του Πρώτου Πίνακα και κατά συνέπεια ο καθ' ου η αίτηση όφειλε να εφαρμόσει την επιφύλαξη αυτή και να δεχθεί ως ορθή τη συμβατική τιμή που αναφερόταν στο τιμολόγιο.
Η επιφύλαξη στο εδάφιο (1) του άρθρου 159 όπως είχε κατά τον ουσιώδη χρόνο προνοεί τα εξής:
"Νοείται ότι εν τη περιπτώσει εμπορευμάτων εισαγομένων δυνάμει συμβάσεως πωλήσεως και δηλωθέντων εν τη κατατεθείση διασαφήσει ως προοριζομένων προς εσωτερικήν κατανάλωσιν, ο δασμός λογίζεται καταβληθείς επί της αξίας ταύτης, εάν πριν ή τα εμπορεύματα παραδοθώσιν προς εσωτερικήν κατανάλωσιν, προσφερθή και γενή αποδεκτός δασμός επί δεδηλωμένης αξίας, εδραζομένης επί της εν τη συμβάσει τιμής."
Ο πιο πάνω ισχυρισμός του ευπαίδευτου δικηγόρου του αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός γιατί σύμφωνα με τους κανόνες ερμηνείας μια επιφύλαξη έχει περιορισμένη εφαρμογή και όπως λέχθηκε στην υπόθεση Lloyds & Scottish Finance Ltd v. Modern Cars & Caravans (Kingston) Ltd [l966] l Q.B.764 στη σελ. 780, "The proviso must of necessity be limited in its operation to the ambit of the section which it qualifies".
Επίσης, όπως λέχθηκε στην υπόθεση Re Tabrisky, ex p. Board of Trade [1947] Ch. 565 στη σελ. 568, στις περιπτώσεις που παρέχονται ορισμένες εξουσίες κάτω από ένα άρθρο του νόμου "It would be contrary to the ordinary operation of a proviso to give it an effect which would cut down those powers beyond what compliance with the proviso renders necessary".
Η εξουσία του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων συνάγεται από τις πρόνοιες του άρθρου 159 του Νόμου σε συνδυασμό με τις πρόνοιες του Πρώτου Πίνακα του Νόμου. Η άποψη αυτή ενισχύεται επίσης από τις πρόνοιες του άρθρου 161 με το οποίο παρέχεται το δικαίωμα σ' ένα εισαγωγέα να προσφύγει σε διαιτησία για τη διακρίβωση της φορολογητέας αξίας εμπορευμάτων.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό του ευπαίδευτου δικηγόρου της αιτήτριας ότι το περιεχόμενο των επιστολών των Τελωνειακών Αρχών της Ελλάδας δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη γιατί αποτελεί εξ ακοής μαρτυρία δεν μπορεί να ευσταθήσει γιατί στο διοικητικό δίκαιο, όπως λέχθηκε στην υπόθεση Kyriakides v. The Republic l R.S.C.C.66 δεν εφαρμόζονται οι κανόνες μαρτυρίας και ο Περί Αποδείξεως Νόμος. Ο καθ' ου η αίτηση στα πλαίσια της έρευνας του για τη διακρίβωση της πραγματικής αξίας των εμπορευμάτων είχε καθήκον να διερευνήσει τις συνθήκες πώλησης των επίδικων εμπορευμάτων τόσο από στοιχεία που μπορούσε να συλλέξει από την Κυπριακή αγορά όσο και από τις αρμόδιες αρχές της χώρας προέλευσής τους. Με βάση τα στοιχεία αυτά που συνέλεξε και στα οποία βασίστηκε για να καταλήξει στην επίδικη απόφαση βρίσκω ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή και ο καθ' ου η αίτηση δεν ενήργησε ούτε κάτω από πλάνη γύρω από τα γεγονότα ούτε αυθαίρετα ή κατά παράβαση του Νόμου.
Τέλος θα ήθελα να ασχοληθώ με τον ισχυρισμό της αιτήτριας για παράνομη ανάκληση προγενέστερης απόφασης ημερομηνίας 10.4. 1987 όταν υπολογίστηκε και επιβλήθηκε στην αιτήτρια ο εισαγωγικός δασμός με βάση το τιμολόγιο που προσκόμισε και ο δασμός αυτός εισπράχθηκε. Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί για τους πιο κάτω λόγους:
(α) Στη σχετική αίτηση για τελωνισμό των εμπορευμάτων στην οποία περιέχονται τα στοιχεία που αναφέρονται στην περιγραφή των εμπορευμάτων και την τιμολογημένη αξία τους (αντίγραφο της οποίας έχει επισυναφθεί στη γραπτή αγόρευση του καθ'ου η αίτηση (τεκμήριο "Γ"), υπάρχει καθαρή δήλωση των τελωνειακών αρχών ότι παραλήφθηκε δείγμα των εμπορευμάτων για να εξετασθεί από το Βοηθό Τελώνη για βεβαίωση της αξίας, που κρίθηκε χαμηλή.
Στις σχετικές παρατηρήσεις του Τελωνειακού Λειτουργού που επιλήφθηκε της αίτησης των αιτητών για εκτελώνιση των επορευμάτων αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής: "A sample submitted to Assistant Collector for verifications of values which are considered as low". Κατά συνέπεια η γνησιότητα των τιμολογίων ήταν αμφισβητούμενη από την αρχή.
(β) Έστω και αν θεωρηθεί ότι λήφθηκε απόφαση για τον πληρωτέο δασμό στις 10.4.1987, δεν υπάρχει κανένα νομικό κώλυμα για τον καθ' ου η αίτηση να ανακαλέσει την προηγούμενη του απόφαση αν διαπιστώσει την ύπαρξη λάθους ή ανακρίβειας στην περιγραφή των εμπορευμάτων, την ταξινόμηση τους ή την τιμολόγησή τους.
Στην υπόθεση The Director of the Department of Customs and Excise v. Grecian Hotel Enterprises Ltd. (l985) l C.L.R. 476 λέχθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής στις σελίδες 481 - 482:
"..... The imposition of customs duties is an administrative act and like every administrative act it may, in appropriate circumstances, be revoked. As Triantafyllides, J., as he then was, observed in A. & S. Antoniades & Co. v. The Republic (l965) 3 C.L.R. 673, there is power in administrative law to revoke an erroneous decision and decisions of the customs authorities are no exception. A decision revoking an earlier one, is reviewable under Article l46.l of the Constitution, in accordance with settled principles of administrative law pertaining to the validity of revocatory acts. As explained by Stassinopoulos there is power in administrative law to revoke an illegal administrative act, that is, an act contrary to law. Thus there is amenity on the part of the Administration to recall a decision claimed to be contrary to law."
και στη σελ. 483:
"In the light of the material before the Court it is evident that the initial classification of the goods in question was erroneous, and, therefore, contrary to the relevant legislative provisions, and that the aforesaid 'demand note' was the result of the proper application of such provisions, even belatedly."
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Υπό τα περιστατικά της υπόθεσης δεν κάμνω διαταγή για έξοδα.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.