ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:B385
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 181/2021)
14 Οκτωβρίου, 2022
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΔΗΜΟΣ ΑΓΛΑΝΤΖΙΑΣ
Εφεσείων
v.
1. GML GUΕRILLA MARKETING LIMITED
2. CYMIVA ESTATE LIMITED
Εφεσίβλητων
_________________________
Μ. Φλωρίδης για Μ. Γ. Φλωρίδης & Σία ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.
Ν. Παναγιώτου, για τους Εφεσίβλητους.
__________________________
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Ιωαννίδη, Δ.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.: Η Εφεσίβλητη 1 Εταιρεία κρίθηκε ένοχη, κατόπιν παραδοχής, στην ακόλουθη κατηγορία:
«ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ
Πρώτη Κατηγορία
Ανέγερση Διαφημιστικής Πινακίδας κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 4, 5(1) (2), 7(c) και 14(1) του Περί Εκθέσεως Διαφημίσεων Νόμου Κεφ. 50 ως ετροποποιήθη όπως επίσης και των Κανονισμών 2,3, 4, 6 και 9 του Περί Εκθέσεως Διαφημίσεως Κανονισμών του Δήμου Αγλανζιάς Κ.Δ.Π. 232/2000, όπως επίσης και του άρθρου 20 του Κεφ. 154.
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ
Οι κατηγορούμενοι αρ. 1&2, μεταξύ 09/05/2017 και 15/05/2017 και εις ημερομηνία άγνωστο προς την κατηγορούσα αρχή, στην Αγλαντζιά της Επαρχίας Λευκωσίας και επί του τεμαχίου 4850, Φ/Σχ. 21/63 W2, σύμπλεγμα 2, προέβησαν εις την ανέγερση διαφημιστικής πινακίδας κατά παράβαση των όρων της υπ΄ αριθμόν 5/2017, ημερομηνίας 09/05/2017, αδείας την οποία εξασφάλισαν από το Δήμο Αγλαντζιάς, ήτοι διαστάσεων 12μΧ6μ, αντί 8μΧ3μ και με διαφορετική χωροθέτηση.»
Η Εφεσίβλητη 2 Εταιρεία κρίθηκε ένοχη, επίσης κατόπιν παραδοχής, σε αντίστοιχη κατηγορία που αφορούσε σε «Επιτρέπειν την ανέγερση Διαφημιστικής Πινακίδας». Πρόκειται για την ιδιοκτήτρια Εταιρεία του τεμαχίου επί του οποίου η Εφεσίβλητη 1 Εταιρεία είχε ανεγείρει παράνομα την διαφημιστική πινακίδα.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο στις 11.10.2021 επέβαλε σε κάθε Εφεσίβλητη Εταιρεία ποινή προστίμου €650 στην κατηγορία που αυτή είχε παραδεχθεί. Ενώ η Κατηγορούσα Αρχή αξίωσε και διάταγμα κατάσχεσης και δήμευσης της διαφημιστικής πινακίδας (Άρθρο 14(1) του περί Εκθέσεως Διαφημίσεων (Έλεγχος) Νόμου (Κεφ. 50))[1] το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέδωσε το εν λόγω διάταγμα για τους λόγους που θα εκτεθούν στη συνέχεια. Αρκέστηκε μόνο στην επιβολή προστίμου.
Η υπό εκδίκαση Έφεση, ενώ αρχικά στρεφόταν και εναντίον του ύψους του προστίμου και της παράλειψης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου να επιβάλει ημερήσιο πρόστιμο σύμφωνα με το Άρθρο 14(1) του Νόμου (Κεφ. 50), τελικά περιορίστηκε στην παράλειψη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα κατάσχεσης και δήμευσης της διαφημιστικής πινακίδας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα ανέφερε, ανάμεσα σ' άλλα, πως «Με την άρνηση του το Πρωτόδικο Δικαστήριο να εκδώσει το διάταγμα κατάσχεσης και δήμευσης της πινακίδας άφησε ουσιαστικά μια παράνομη διαφημιστική πινακίδα να συνεχίσει να είναι στη θέση της και έδωσε στους κατηγορούμενους τη δυνατότητα συνέχισης εκμετάλλευσης αυτής παράνομα και χωρίς να καταβάλλουν οποιοδήποτε ετήσιο τέλος αφού η αρμόδια αρχή, δηλαδή η κατηγορούσα αρχή δεν έχει οποιαδήποτε δυνατότητα είσπραξης τελών για ετήσια άδεια από ένα παράνομο κατασκεύσμα».
Από την αντίπερα όχθη, ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εφεσίβλητων ανέφερε πως για να μπορούσε το Πρωτόδικο Δικαστήριο να εκδώσει διάταγμα κατάσχεσης και δήμευσης της διαφημιστικής πινακίδας, θα έπρεπε εν προκειμένω να υπήρχαν προηγούμενες καταδίκες εις βάρος των Εφεσίβλητων που να αφορούσαν σε παραβίαση των διατάξεων του Κεφ. 50. Μόνο αυτό, κατά τον ευπαίδευτο συνήγορο, τεκμηριώνει «persistently contravening the provisions of this Law», απαραίτητη προϋπόθεση για την κατάσχεση και δήμευση (Άρθρο 14 (1) του Κεφ. 50).
Είναι σημαντικό να επαναληφθεί ότι η έκδοση διατάγματος δήμευσης συνιστά μορφή ποινής και συνεπώς δεν πρέπει να είναι δυσανάλογη με τη βαρύτητα του αδικήματος που διαπράττεται (Άρθρο 12.3 του Συντάγματος). Ουδέποτε βεβαίως εδώ υπήρξε ισχυρισμός ότι τυχόν έκδοση τέτοιου διατάγματος θα συνιστούσε υπέρμετρη τιμωρία. Ως ελέχθη, η θέση της Υπεράσπισης ενώπιον μας ήταν πως δεν υπήρχε επίμονη παραβίαση των προνοιών του Νόμου για να δικαιολογείται η δήμευση.
Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Ούζουν κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 25, η δήμευση πρέπει να δικαιολογείται από τα περιστατικά της υπόθεσης. Στην εν λόγω υπόθεση σκάφος είχε χρησιμοποιηθεί για τη διάπραξη αδικημάτων που αφορούσαν σε ναρκωτικά. Το Κακουργιοδικείο που είχε εκδικάσει την υπόθεση, διέταξε την κατάσχεση του σκάφους. Το Εφετείο, σε συμφωνία με το Κακουργιοδικείο, σημείωσε τα ακόλουθα: «Η δήμευση του σκάφους το οποίο χρησιμοποιείται για την διαμετακόμιση ναρκωτικών αποτελεί αναμφίβολα δραστικό μέτρο, αναγκαίο όμως για την αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της μάστιγας των ναρκωτικών. Χωρίς την ευχερή χρήση μεταφορικών μέσων η χρήση και διάδοση των ναρκωτικών θα επεριορίζετο αισθητά. Η δήμευση του σκάφους είναι θέμα το οποίο ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η επιβολή της ποινής αυτής ήταν κάτω από τις περιστάσεις της υποθέσεως δικαιολογημένη».
Οι περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, όπως αυτές είχαν εκτεθεί ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου από τον ευπαίδευτο συνήγορο της Κατηγορούσας Αρχής, όχι μόνον δεν αμφισβητήθηκαν από την Υπεράσπιση, αλλά δηλώθηκε εκ μέρους της πως εάν το θέμα δεν επιλυόταν, οι κατηγορούμενοι θα προέβαιναν σε συμμόρφωση. Τέτοια συμμόρφωση βεβαίως ουδέποτε υπήρξε. Από τις αδιαμφισβήτητες περιστάσεις, προκύπτει πως οι Εφεσίβλητοι από το 2017 που ανήγειραν παράνομα τη διαφημιστική πινακίδα μέχρι και την ημερομηνία επιβολής ποινής από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, δηλαδή μέχρι και τις 11.10.2021, συνέχιζαν να παραβιάζουν τις πρόνοιες της Νομοθεσίας (Κεφ. 50). Όπως προκύπτει από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, η Εφεσίβλητη 1 όχι μόνο ανήγειρε παράνομα την διαφημιστική πινακίδα το 2017 αλλά συνέχισε μέχρι και τις 11.10.2021 να την χρησιμοποιεί παράνομα για σκοπούς των εργασιών της και να παραβιάζει τις πρόνοιες του Νόμου. Και όλα αυτά, όταν είχαν απορριφθεί αιτήματα για εξασφάλιση τροποποιητικής πολεοδομικής άδειας.
Προκύπτει από τα πιο πάνω αδιαμφισβήτητα γεγονότα, πως οι Εφεσίβλητοι για σειρά ετών επιμόνως, συνεχώς και κατ΄ επανάληψη παραβιάζουν τις πρόνοιες του Κεφ. 50, όπως δηλαδή προβλέπεται από το ΄Αρθρο 14 (1). Δεν απαιτείτο η ύπαρξη προηγούμενων καταδικών, ως η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Εφεσίβλητων, για να στοιχειοθετηθεί η επίμονη παραβίαση των προνοιών του Κεφ. 50. Κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται στο Νόμο αλλά και η υιοθέτηση μιας τέτοιας εισήγησης, ενδεχομένως να συνιστούσε και τιμωρία των Εφεσίβλητων για αδικήματα που διέπραξαν στο παρελθόν και για τα οποία είχαν ήδη τιμωρηθεί.
Γνωρίζουμε ότι η κατάσχεση και η δήμευση της διαφημιστικής πινακίδας είναι μεν δραστικό μέτρο αλλά φαίνεται πως εν προκειμένω μόνο με αυτή μπορεί να αρθεί η παρανομία η οποία, δυστυχώς, συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Μόνο έτσι μπορεί να ανακοπεί η παρατεταμένη και επίμονη συμπεριφορά των Εφεσίβλητων να παραβιάζουν τις πρόνοιες του Νόμου. Συνεπώς ήταν λαθεμένη η προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου να περιοριστεί στην περίοδο που αναφερόταν στις κατηγορίες, αναφέροντας ότι δεν υπήρχε «επίμονη παραβίαση του επίδικου Νόμου επειδή οι κατηγορούμενες παραδέχθηκαν ότι μεταξύ 9.5.2017 και 15.5.2017 διέπραξαν τα επίδικα αδικήματα». Από τα εκτεθέντα ενώπιον του αδιαμφισβήτητα γεγονότα, προέκυπτε πως οι Εφεσίβλητοι όχι μόνον παραβίαζαν τις πρόνοιες του Νόμου για σειρά ετών, αλλά δεν είχαν και πρόθεση να σταματήσουν να παρανομούν.
Εν προκειμένω, ο σκοπός του Νόμου δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί μόνο με την επιβολή προστίμου. Τα ιδιαίτερα γεγονότα της υπόθεσης βοούσαν υπέρ της κατάσχεσης και δήμευσης της διαφημιστικής πινακίδας. Η μη έκδοση του αιτούμενου διατάγματος ουσιαστικά ισοδυναμούσε με έγκριση της παρανομίας και έδιδε το μήνυμα ότι κάποιος μπορεί να απολαμβάνει τους καρπούς της παρανομίας του με την καταβολή προστίμου.
Η ΄Εφεση είναι βάσιμη. Εκδίδεται διάταγμα κατάσχεσης και δήμευσης της επίδικης διαφημιστικής πινακίδας. Επιδικάζονται προς όφελος του Εφεσείοντα και εναντίον των Εφεσίβλητων €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α..
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΕΑΠ.
[1] «14.-(1) Any person who erects or causes to be erected or authorizes the erection of any hoarding or who displays or causes to be displayed any advertisement in contravention of the provisions of this Law shall be guilty of an offence and shall be liable on conviction to a fine not exceeding, 125, and to a further fine not exceeding, 25 for every day during which the contravention is continued after his conviction thereof and in the event of any person persistently contravening the provisions of this Law, the Court may at the request of a Council or a Commissioner or an Improvement Board, as the case may be, authorize the forfeiture and confiscation of the offending advertisement or hoarding».