ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ιωαννίδης, Ιωάννης Θ. Κοντάκος για Γ. Διογένους amp;amp;amp; Συνεργάτες, για τους αιτητές. Στ. Σταύρου για Α. Σωτηρίου amp;amp;amp; Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους καθ' ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-05-20 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΚΟΥΑ ΣΟΛ MYTHOS ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΙΣΕΙΣ Α.Ε. κ.α., Ποινική Αίτηση Αρ. 2/2021, 20/5/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:B201

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Αίτηση Αρ. 2/2021)

 

20 Μαΐου, 2021

 

[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 124 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 155

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1837/15 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 10/11/2020

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΥΣ

1. ΑΚΟΥΑ ΣΟΛ MYTHOS ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ  ΕΠΙΧΕΙΡΙΣΕΙΣ Α.Ε.

2. xxx ΠΑΝΑΓΗ, Α.Τ. xxxx88

 

-----

 

Θ. Κοντάκος για Γ. Διογένους & Συνεργάτες, για τους αιτητές.

Στ. Σταύρου για Α. Σωτηρίου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους καθ'  ων η αίτηση.

 

---------

 

Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Στις 10.11.2020 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, στα πλαίσια της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης που αφορούσε σε έκδοση επιταγών άνευ αντικρίσματος, με αρ. 1837/15, έκρινε ένοχη την κατηγορούμενη 1 εταιρεία στην πρώτη κατηγορία, ενώ την αθώωσε από όλες τις υπόλοιπες όπως και τον κατηγορούμενο 2 ο οποίος ήταν διευθυντής της εταιρείας, κατηγορούμενος ως συνεργός. 

 

Με την παρούσα αίτηση ζητείται παράταση χρόνου για καταχώριση έφεσης από το αθωωτικό μέρος της απόφασης. 

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα, όπως εκτίθενται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, ο δικηγόρος του ιδιώτη κατηγόρου (αιτήτριας εταιρείας) έλαβε οδηγίες για καταχώριση έφεσης στις 15.11.2020.  Στις 23.11.2020 με επιστολή που απεστάλη με ηλεκτρονικό μήνυμα της ημερομηνίας εκείνης (πλην φέρουσα ημερομηνία 20.11.2020) (τεκμ.Α) αποτάθηκε στον Γενικό Εισαγγελέα για άδεια καταχώρισης έφεσης αναφορικά με το αθωωτικό μέρος της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 131(2) του Νόμου, το οποίο προβλέπει ότι «δεν χωρεί έφεση από αθωωτική απόφαση παρά μόνο με τη σύσταση ή γραπτή έγκριση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, όπως προβλέπεται στον Νόμο αυτό».  Στην σχετική επιστολή περιλήφθηκε προσχέδιο της σκοπούμενης έφεσης το οποίο περιλάμβανε εννέα λόγους έφεσης αναλυόμενους με τέτοια έκταση ώστε να καλύπτουν 18 πυκνογραμμένες σελίδες.  Μετά την παράθεση των σκοπουμένων λόγων έφεσης η επιστολή κατέληγε ως εξής:

         

«Έντιμε κ. Γενικέ,

Η παρούσα αποστέλλεται 12 ημέρες μετά την έκδοση της τελικής απόφασης και 2 ημέρες πριν λήξει η προθεσμία υποβολής έφεσης.  Η όποια καθυστέρηση οφείλεται στο γεγονός ότι αφενός χρειάστηκε χρόνος ετοιμασίας καταχώρισης της έφεσης και αφετέρου η κατάσταση με την πανδημία είχε αποτελέσει σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία του δικηγορικού μας γραφείου αφού αρκετοί συνάδελφοι δεν εργάζονταν τις τελευταίες ημέρες λόγω του ότι κατοικούν σε άλλη επαρχία με αποτέλεσμα να μην μπορούν να έρθουν στη Λεμεσό ένεκα των διαταγμάτων που εξέδωσε η Κυβέρνηση.

 

Θεωρούμε ότι η απόφαση του Δικαστηρίου ημ. 10/11/2020 είναι εσφαλμένη επί σοβαρών νομικών σημείων αλλά και για όλους τους λόγους τους οποίους αναφέρω πιο πάνω και ως εκ τούτου ζητούμε την άδεια σας για να καταχωρίσουμε έφεση για τους πιο πάνω λόγους.»

 

Η απάντηση προήλθε από τον Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα την ίδια ημέρα, στις 23.11.2020, και ήταν αρνητική (τεκμ.Β). 

 

Ως αποτέλεσμα, την επόμενη ημέρα, στις 24.11.2020, η προβλεπόμενη προθεσμία των 14 ημερών (άρθρο 137(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155) παρήλθε άπρακτη και η αθωωτική απόφαση κατέστη τελεσίδικη. 

 

Ο δικηγόρος της αιτήτριας, αφού άφησε να παρέλθει χρονική περίοδος τριών εβδομάδων απραξίας, επανήλθε με νέα του επιστολή προς τον Γενικό Εισαγγελέα (τεκμ.Γ) αναφέροντας τα εξής:

 

«Καταρχάς το περιεχόμενο της επιστολής σας είναι καθόλα σεβαστό, την ίδια ώρα ομολογώ ότι αυτό με σεβασμό δεν μας βρίσκει σύμφωνους για τους ακόλουθους λόγους όπως περιγράφονται κατωτέρω.  Ευσεβάστως ζητώ όπως επαναξιολογηθεί το αίτημα προκειμένου να επιτραπεί η καταχώριση έφεσης για τους επιπλέον λόγους και/ή συμπληρωματικούς λόγους». 

 

 

Στη συνέχεια όμως της επιστολής δεν περιγράφονται οποιοιδήποτε λόγοι διαφωνίας.  Ό,τι περιλαμβάνεται είναι, αφενός δύο νέοι λόγοι έφεσης, οι οποίοι ούτως ή άλλως θα ήταν εκπρόθεσμοι και αφετέρου, επαναλαμβανόμενοι, όλοι οι προηγούμενοι εννέα λόγοι έφεσης.  Δεν μας έχει υποδειχθεί, ούτε εντοπίσαμε διαφοροποίηση.  Καμιά επεξήγηση δεν δίδεται για την ανάγκη επαναξιολόγησης του αιτήματος με επανάληψη του τρεις εβδομάδες μετά την απόρριψη του. Είναι χαρακτηριστικό της εικόνας επανάληψης ότι ακόμα και η κατάληξη της επιστολής έχει το ίδιο ακριβώς λεκτικό με την προηγούμενη επιστολή ημερ. 20.11.2020, το οποίο έχουμε παραθέσει ανωτέρω, και στο οποίο γινόταν λόγος για αποστολή της επιστολής 12 ημέρες μετά την έκδοση της σχετικής απόφασης, ενώ η νέα αυτή επιστολή είχε βέβαια αποσταλεί πολύ αργότερα. 

 

Αυτή τη φορά πάντως ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέας με επιστολή του ημερ. 12.1.2021 ενέκρινε την καταχώριση έφεσης, τηρουμένης βεβαίως, όπως σημείωσε στην σχετική επιστολή του, αίτησης για παράταση της προθεσμίας καταχώρισης έφεσης (τεκμ. Δ και Ε). 

 

Ακολούθησε, στις 15.1.2021, η παρούσα αίτηση με συνημμένα τα παραπάνω τεκμήρια, με την οποία η αιτήτρια ζητά την παράταση του χρόνου για καταχώριση έφεσης. 

 

Η άλλη πλευρά έχει ένσταση επικαλούμενη τις βασικές αρχές της νομολογίας και προβάλλοντας ότι η αίτηση δεν αποκαλύπτει βάσιμο λόγο ώστε να παραταθεί ο χρόνος έφεσης δύο μήνες μετά την έκδοση μιας αθωωτικής απόφασης.  Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η όλη επιχειρηματολογία της αιτήτριας για να δικαιολογηθεί η ολιγωρία δεν είναι βάσιμη.  Οι σχετικοί ισχυρισμοί είναι γενικοί και αόριστοι και δεν αποτελούν παρά δικαιολογίες για την καθυστέρηση.

Η άσκηση των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στον Γενικό Εισαγγελέα, βοηθούμενο από τον Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα, από το Σύνταγμα και το Νόμο δυνάμει του Άρθρου 113 του Συντάγματος δεν υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο (βλ. αναλογικά Ellinas v. Republic (1989) 1 CLR 17 και Αναφορικά με την απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ημερ. 15.9.2017, Πολ. Έφ. Αρ. 89/2018, ημερ. 1.11.2018, με αναφορά στο Άρθρο 113.2 του Συντάγματος). Το ζητούμενο εν προκειμένω δεν αφορά στην άδεια για καταχώριση έφεσης, αλλά στην παράταση της προθεσμίας προς τούτο στην οποία ασφαλώς και αναφέρθηκε ως άνω ο βοηθός γενικού εισαγγελέα.  Η παράταση της προθεσμίας κρίνεται με βάση τις αποκρυσταλλωμένες αρχές της νομολογίας και τα συγκεκριμένα γεγονότα της κάθε υπόθεσης. 

 

Η διακριτική ευχέρεια για παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης ασκείται κατόπιν απόδειξης βάσιμου λόγου στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης και συναρτάται με τα συμφέροντα της δικαιοσύνης.  Ασκείται δε, με φειδώ και λαμβάνει υπόψιν τους λόγους που δεν κατέστη δυνατή η έγκαιρη καταχώριση της έφεσης.  Η αδυναμία πρέπει να είναι ουσιαστική και να προκύπτει με ασφάλεια από τα γεγονότα εφόσον η παράταση της προθεσμίας αποτελεί εξαιρετικό δικονομικό μέτρο το οποίο πρέπει να αντισταθμίζεται με τη σημαντική αρχή της τελεσιδικίας των δικαστικών αποφάσεων (Rolandos Enterprises Public Ltd κ.α. ν. Frou Frou Investments Ltd, Ποιν. Αιτ. Αρ. 5/20, ημερ. 3.2.2021). 

 

Μετά την πρώτη, απορριπτική, απόφαση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα η προθεσμία για άσκηση έφεσης παρήλθε, ως εξ αυτής, άπρακτη.  Μέχρι η αιτήτρια να αποταθεί εκ νέου στον Γενικό Εισαγγελέα παρήλθαν τρεις εβδομάδες, ήτοι χρόνος που από μόνος του υπερέβαινε τον χρόνο υποβολής έφεσης.  Επιχειρείται με την ένορκη δήλωση που καταχωρίστηκε προς υποστήριξη της αίτησης, προερχόμενη από ασκούμενη δικηγόρο στο γραφείο των δικηγόρων της αιτήτριας, να δικαιολογηθεί ο χρόνος αυτός λέγοντας ότι είχαν ενημερώσει την αιτήτρια για την πρώτη απόρριψη και εκείνη τους έδωσε νέες οδηγίες για καταχώριση νέου αιτήματος περί τις 10.12.2020.  Ο λόγος της καθυστέρησης, προβάλλεται περαιτέρω, ήταν η προσβολή από κορωνοϊό ενός από τους ιδιοκτήτες της αιτήτριας, με αποτέλεσμα να χρειαστεί η νοσηλεία του σε κλινική στην Ελλάδα.  Η αιτήτρια είναι εταιρεία που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα.  Κατόπιν τούτου υποβλήθηκε το νέο αίτημα στις 15.12.2020 με το οποίο ζητήθηκε επανεξέταση. 

 

Στην πραγματικότητα όμως, για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει, δεν επρόκειτο για νέο αίτημα, εφόσον αφορούσε τους ίδιους εννέα λόγους έφεσης με την προσθήκη δύο επιπρόσθετων λόγων, οι οποίοι ούτως ή άλλως, με αναφορά στον αρχικό χρόνο, ήταν εκπρόθεσμοι, ανεξάρτητα από την αρχική απόφαση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα.  Επρόκειτο για την επανάληψη του ιδίου ουσιαστικά αιτήματος ώστε να μην εδικαιολογείτο, εν πάση περιπτώσει, τέτοια καθυστέρηση που από μόνη της να υπερβαίνει την προθεσμία. 

 

Κανένα διαφοροποιητικό στοιχείο δεν προβλήθηκε που να καταδεικνύει ότι η αιτήτρια στερήθηκε τελικά του δικαιώματος της να είχε ασκήσει έφεση εμπρόθεσμα.   

 

Από την άλλη, στην παρούσα υπόθεση δεν είναι μόνο η τελεσιδικία που πρέπει να αντισταθμιστεί, αλλά η τελεσιδικία μιας αθωωτικής απόφασης.  Επιβάλλεται συνεπώς μεγαλύτερη ακόμα φειδώ στην στάθμιση του συμφέροντος της δικαιοσύνης.  Τα τυχόν δικαιώματα της αιτήτριας, αστικής φύσεως, δεν επηρεάζονται. 

Η αίτηση απορρίπτεται με €1.000 έξοδα υπέρ των καθ'  ων η αίτηση, πλέον ΦΠΑ.    

 

                                                                   Λ. Παρπαρίνος, Δ.

 

                                                                   Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

                                                                   Ι. Ιωαννίδης, Δ.

 

 

/φκ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο