ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον αιτητή. Ο. Σοφοκλέους (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για την καθ΄ ης η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-10-15 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο G. HUΤΑΝU v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Ποινική Αίτηση Αρ. 31/2019, 15/10/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:B351

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

 (Ποινική Αίτηση Αρ. 31/2019)

 

15 Οκτωβρίου, 2020

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

G. HUΤΑΝU

Aιτητής

 

ΚΑΙ

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Καθ΄ ης η αίτηση

-------------

 

Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον αιτητή.

Ο. Σοφοκλέους (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για την καθ΄ ης η αίτηση.

 

----------------

 

Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ. Θ. Οικονόμου, Δ.

 

---------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Τ.Θ.ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής ήταν ένας εκ των κατηγορουμένων στην ποινική υπόθεση αρ. 32240/14 ενώπιον Κακουργιοδικείου για πολύ σοβαρά αδικήματα σεξουαλικής φύσης.  Μετά από ακρόαση οι κατηγορούμενοι βρέθηκαν ένοχοι και ο αιτητής καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης δέκα ετών, στις 26.11.2016. 

 

Αντίθετα από τους κατηγορούμενους 1 και 2 ο αιτητής δεν καταχώρισε έφεση, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των 10 ημερών (άρθρο 132 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155).  Οι εφέσεις των εν λόγω κατηγορουμένων οδήγησαν, στις 20.11.2019, σε παραμερισμό της καταδίκης τους και σε διαταγή για επανεκδίκαση για τους λόγους που φαίνονται στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Σ.Σ. κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 147/16 και 148/16, ημερ. 20.11.2019).

 

Λίγες ημέρες αργότερα, στις 29.11.2019, ο αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση τώρα αίτηση για παράταση του χρόνου έφεσης. Είναι η θέση του αιτητή ότι έχει καλούς λόγους να επιτύχει στην αθώωση του με βάση την απόφαση του Εφετείου ημερ. 20.11.2019 «εφόσον η καταδίκη του στηρίχθηκε στη μαρτυρία του παραπονούμενου για την οποία το Εφετείο κατέληξε ότι χωρίς ενισχυτική μαρτυρία είναι αναξιόπιστη . Η μαρτυρία που αξιολόγησε το Εφετείο αφορούσε και τη μαρτυρία εναντίον του αιτητή όπου το Εφετείο κατέληξε ότι εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε καταδικαστική απόφαση». 

 

Η Δημοκρατία προέβαλε ένσταση υποδεικνύοντας κατ΄ αρχάς το μεγάλο χρονικό διάστημα που παρήλθε μετά την εκπνοή της προθεσμίας για έφεση μέχρι την καταχώριση της αίτησης στις 29.11.2019, ώστε αν επιτραπεί η αίτηση να παραβιάζεται η αρχή της τελεσιδικίας.  Ο αιτητής είχε κάθε δικαίωμα να εφεσιβάλει την καταδίκη του και συνειδητά επέλεξε να μην το πράξει.  Οι λόγοι που επικαλείται για την παράλειψη δεν στοιχειοθετούν αδυναμία του να καταχωρίσει έφεση.  Περιπλέον η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 20.11.2019 δεν ήταν αθωωτική για τους εφεσείοντες συγκατηγορούμενους του, αλλά απόφαση για επανεκδίκαση.  Σημειώνεται επίσης στην ένσταση ότι η  υπόθεση δεν προχώρησε τελικά σε επανεκδίκαση για τους άλλους κατηγορούμενους, λόγω αδυναμίας του παραπονούμενου να προσέλθει και να δώσει εκ νέου μαρτυρία.  Συνεπώς δεν έχει κριθεί από κανένα δικαστήριο ότι οι συγκατηγορούμενοι του αιτητή ήταν αθώοι, ούτε και πως ο παραπονούμενος ήταν αναξιόπιστος. 

 

Έχουμε παρακολουθήσει με την επιβεβλημένη προσοχή τις αγορεύσεις των μερών στο ιδιόμορφο αυτό ζήτημα, η επίλυση όμως του οποίου δεν μπορεί παρά να γίνει με βάση τις πάγιες αρχές της νομολογίας.  Έχει πρόσφατα επαναληφθεί στην Λουκαϊδης ν. Κυριάκου, Ποιν. Αίτηση Αρ. 13/2017, ημερ. 7.7.2017 ότι «.η παράταση χρόνου για καταχώριση έφεσης αποτελεί εξαιρετικό μέτρο το οποίο μπορεί να παρασχεθεί μόνο εφόσον καταδειχθεί καλός λόγος, τέτοιος που να αντισταθμίζει το τελέσφορο των δικαστικών αποφάσεων, συνυφασμένο με την τελεσιδικία». (Βλ. επίσης Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 ΑΑΔ 98, Δημοκρατία ν. Κυριάκου (2003) 2 ΑΑΔ 479)  Επίσης τονίστηκε ότι η αδυναμία που αφορά στη  μη καταχώριση έφεσης πρέπει να καταδεικνύεται ότι επέδρασε ουσιωδώς καθόλη τη διάρκεια του χρόνου ως παράγοντας ανασταλτικός στην άσκηση της έφεσης (Γ.Μ.Πική, Ποινική Δικονομία στην Κύπρο - Αναθεωρημένη έκδοση, σελ.298-300).  Τα ίδια επαναλήφθηκαν ακόμα πιο πρόσφατα στην υπόθεση DELINCYP COMPANY LIMITED ν. Wogang κ.α., Ποιν. Αιτ. 10/2018, 15.10.2018.

Ο συσχετισμός, στο δικό μας σύστημα δικαίου, του ζητήματος της παράτασης του χρόνου έφεσης με την ανάγκη για τελεσιδικία έχει υποδειχθεί στη Δημοκρατία ν. Κυριάκου  (2003) 2 ΑΑΔ 479, από τον τότε Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Γ.Μ. Πική ως ακολούθως:

«Η νομολογία αποκαλύπτει ότι ο περιορισμός του χρόνου άσκησης έφεσης είναι συνυφασμένος με την τελεσιδικία και την οριστικότητα των πρωτόδικων αποφάσεων, ως του συντελεστή για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των διαδίκων. Ως υποδεικνύεται στην Αδελφοί Λαμπριανίδη[1] (ανωτέρω), όχι μόνο το συμφέρον των διαδίκων αλλά κι εκείνο του δημοσίου δικαιολογεί τη «διασφάλιση της οριστικότητας των δικαστικών αποφάσεων και κατ' επέκταση της ευνομίας». Ενδεικτικό της σημασίας που αποδίδεται στο δικό μας σύστημα στην οριστικότητα των αποφάσεων των πρωτόδικων δικαστηρίων είναι και το γεγονός ότι η άσκηση έφεσης δεν αναστέλλει την πρωτόδικη απόφαση. (Βλ. Attorney-General v. Georghiou (1984) 2 C.L.R. 251.)

Μόνο όπου καταδεικνύεται ουσιαστική αδυναμία άσκησης έφεσης μέσα στην καθορισμένη περίοδο και για όσο χρόνο συντρέχει μετά την εκπνοή της, μπορεί δικαιολογημένα να παραταθεί ο χρόνος για την άσκηση έφεσης.»

 

Eν προκειμένω ο χρόνος άσκησης της έφεσης έχει παρέλθει προ πολλού.  Ο αιτητής, κριθείς ένοχος από το αρμόδιο δικαστήριο επέλεξε να μην προσβάλει την απόφαση ως λανθασμένη.  Για σκοπούς τάξης θα πρέπει να διευκρινιστεί πως οι αναφορές στην αίτηση ότι «η καταδίκη στηρίχθηκε σε μαρτυρία η οποία χωρίς ενισχυτική μαρτυρία ήταν αναξιόπιστη» ή ότι το Εφετείο «αξιολόγησε μαρτυρία», δεν είναι βάσιμες.  Οι λόγοι για τους οποίους παραμερίστηκε η πρωτόδικη απόφαση και διατάχθηκε επανεκδίκαση, χωρίς οι εφεσείοντες να αθωωθούν, φαίνονται στην απόφαση και δεν θα επεκταθούμε.  Εκείνο που έχει τώρα σημασία είναι ότι δεν συντρέχουν οι αυστηρές προϋποθέσεις για την παράταση της προθεσμίας και μάλιστα τόσα χρόνια μετά.  Ο αιτητής δεν κατέδειξε ουσιώδη αδυναμία άσκησης έφεσης μέσα στην καθορισμένη προθεσμία ή οποιαδήποτε αδυναμία οποτεδήποτε ώστε να μπορούσε βάσιμα να συζητηθεί ζήτημα παράτασης.  Όπως ορθά υπέδειξε η άλλη πλευρά δεν επρόκειτο για θέμα αδυναμίας, αλλά για επιλογή του αιτητή να αποδεχθεί την καταδικαστική απόφαση και την ποινή.  Εάν δημιουργείται οποιοδήποτε ζήτημα ως εκ της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί των εν λόγω εφέσεων των συγκατηγορουμένων του, τούτο δεν έχει να κάμει με τις σαφείς και αυστηρές προϋποθέσεις για την παράταση του χρόνου έφεσης.  Η απόφαση του Κακουργιοδικείου αναφορικά με τον αιτητή έχει οριστικά και αμετάκλητα τελεσιδικήσει.

 

 

Η αίτηση απορρίπτεται. 

 

                                                                       Α.Ρ. Λιάτσος, Δ.

 

                                                                       Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

                                                                       Α. Πούγιουρου, Δ.

 

 

 

 

 

 

/φκ

 



[1] Α/φοι Λαμπριανίδη ν. Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου (1989) 2 ΑΑΔ 374.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο