ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Μαλαχτός, Χάρης Α. Αντωνίου, Δημόσιος Κατήγορος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσείουσα. Κ. Χριστοφόρου, για τον Εφεσίβλητο. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-07-22 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ v. ΤΖΙΩΝΗ, Ποινική Έφεση Αρ. 245/2018, 22/7/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:B263

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Έφεση Αρ. 245/2018)

 

 22 Ιουλίου 2020

 

[Α. ΛΙΑΤΣΟΥ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, X. ΜΑΛΑΧΤΟΥ, ΔΔ]

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσείουσας

ΚΑΙ

 

xxx ΤΖΙΩΝΗ

Εφεσίβλητου

 

---------------

 

Α. Αντωνίου, Δημόσιος Κατήγορος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσείουσα.

 

Κ. Χριστοφόρου, για τον Εφεσίβλητο.

 

--------------

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χ. Μαλαχτό, Δ.

-------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:   Ο Εφεσίβλητος αντιμετώπισε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου 34 κατηγορίες που αφορούσαν στην παραβίαση του τηλεοπτικού σήματος τεσσάρων εταιρειών μετάδοσης τηλεοπτικών προγραμμάτων (των CYTA ή ΑΤΗΚ, Cablenet, Primetel και Lumiere Television), με την παραλαβή και μετατροπή των δεδομένων που εξέπεμπαν και παροχής των προγραμμάτων τους σε τρίτα πρόσωπα προς τα οποία πωλούσε συσκευές αποκωδικοποίησης και εισέπραττε χρηματικά ποσά ως συνδρομές.

 

Μετά το κλείσιμο της υπόθεσης για την κατηγορούσα αρχή, το πρωτόδικο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ.20.7.2018 αθώωσε και απάλλαξε τον Εφεσίβλητο σε όλες τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε.  Η εξέλιξη είχε προδιαγραφεί από προηγουμένως, όταν με δύο ενδιάμεσες αποφάσεις ημερ.11.5.2018 και 26.6.2018 αποκλείστηκε μαρτυρία που η κατηγορούσα αρχή επιχείρησε να παρουσιάσει.  Έτσι η έφεση με την οποία προσβάλλεται η αθωωτική απόφαση, θεμελιώνεται στη θέση ότι οι δύο ενδιάμεσες αποφάσεις ήταν εσφαλμένες και ότι η μαρτυρία που επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί θα έπρεπε να γινόταν αποδεχτή.  Και οι έξι λόγοι έφεσης αφορούν τις δύο ενδιάμεσες αποφάσεις ημερ.11.5.2018 και 26.6.2018. 

 

Κατά τη δίκη είχε προσφερθεί μαρτυρία μόνο σε σχέση με παράνομη μετάδοση τηλεοπτικού σήματος της εταιρείας ΑΤΗΚ και ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα αποδέχτηκε ενώπιον μας πως οι κατηγορίες 11-34 που αφορούσαν τις υπόλοιπες εταιρείες ορθά απορρίφθηκαν χωρίς ο Εφεσίβλητος να κληθεί σε απολογία.  Περιορίστηκε έτσι η Έφεση στην προσβολή της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να μην καλέσει τον Εφεσίβλητο σε απολογία και να τον αθωώσει και απαλλάξει στις κατηγορίες 1-10.

 

Σύμφωνα με την μαρτυρία, η ΑΤΗΚ έχει στη διάθεση της διαδικασία εντοπισμού συνδρομητών που εμπλέκονται σε παράνομη διανομή και μεταπώληση του τηλεοπτικού της σήματος, την οποία και εφάρμοσε στην προκείμενη περίπτωση.  Τεχνικός της ΑΤΗΚ, ο xxx Σάββα (Μ.Κ.2) με τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή παρακολουθούσε το σήμα που μεταδιδόταν μέσω διαδικτύου παράνομα.  Εξηγήθηκε πως εισάγοντας τη συγκεκριμένη διαδικτυακή διεύθυνση σε ηλεκτρονικό υπολογιστή και χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα «VLC Player», κάποιος μπορούσε να παρακολουθήσει αυτό που μεταδιδόταν, χωρίς τη χρήση κωδικού πρόσβασης αφού η διεύθυνση ήταν ανοικτή.  Διενεργώντας διαδοχικές διακοπές του τηλεοπτικού της σήματος της ΑΤΗΚ, που και αυτό μεταδίδεται μέσω διαδικτύου, με συγκεκριμένο ιεραρχικό τρόπο, την ώρα που γινόταν η παράνομη μετάδοση, επιτυγχάνεται ο εντοπισμός.  Αρχικά εντοπίστηκε ο τηλεπικοινωνιακός κόμβος που μετέδιδε το σήμα.  Ο κάθε κόμβος εκπέμπει και εξυπηρετεί συγκεκριμένους συνδρομητές.  Από αυτούς ενδιέφεραν όσοι, κατά την παράνομη μετάδοση ήταν ενωμένοι με το κανάλι το οποίο μεταδιδόταν παράνομα.  Ο τεχνικός διέκοπτε την παροχή της υπηρεσίας σε κάθε τέτοιο συνδρομητή.  Όταν διέκοψε την παροχή της υπηρεσίας στον Εφεσίβλητο, δηλαδή προς την συσκευή που ο Εφεσίβλητος ως συνδρομητή κατείχε, σταμάτησε και η παράνομη μετάδοση.  Το συμπέρασμα ήταν ότι η παράνομη μετάδοση γινόταν από την συγκεκριμένη συσκευή.  Η ΑΤΗΚ γνωρίζοντας σε ποιόν συνδρομητή, πελάτη της, είχε χορηγήσει την συγκεκριμένη συσκευή έδωσε τα στοιχεία του στην Αστυνομία. 

 

Η πρώτη δίκη εντός δίκης διατάχθηκε όταν ο αστ.1xx1 xxx Λεμονιάτης (Μ.Κ.4), που υπηρετεί στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων (Δ.Ε.Η.Δ.) και είναι ειδικευμένος στη ηλεκτρονική εξέταση, επιχείρησε να παρουσιάσει την πρώτη από δύο εκθέσεις που είχε ετοιμάσει, ημερ.5.2.2014, προσκρούοντας στην ένσταση της υπεράσπισης.  Η δίκη εντός δίκης διεξάχθηκε με αντικείμενο και τις δύο του εκθέσεις.  Οι εκθέσεις αφορούσαν στην εξέταση τεκμηρίων που είχαν περισυλλεγεί την 5.2.2014 από την κατοικία και άλλο υποστατικό του Εφεσίβλητου κατά την εκτέλεση εντάλματος έρευνας ημερ.31.1.2014.  Για την έκδοση του εντάλματος είχε τεθεί ενώπιον του Δικαστή που εξέδωσε το ένταλμα η μαρτυρία που είχε εξασφαλιστεί από την ίδια την ΑΤΗΚ, που, όπως εξηγήθηκε, είχε στη βάση τεχνικών ενεργειών εντοπίσει ότι το παράνομο σήμα προερχόταν από τον Εφεσίβλητο, πελάτη της.  Η μαρτυρία καταγραφόταν σε επιστολή καταγγελίας της ΑΤΗΚ ημερ.29.1.2014 προς την Αστυνομία.  Αρκετά αργότερα, μόλις την 2.5.2014 ήταν που ζητήθηκε και εξασφαλίστηκε διάταγμα πρόσβασης στα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα του Εφεσίβλητου, η συγκατάθεση του οποίου δεν είχε ποτέ ζητηθεί. 

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, με την πρώτη ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 11.5.2018, έκρινε ότι η μαρτυρία της ΑΤΗΚ, που είχε οδηγήσει στην έκδοση του εντάλματος έρευνας, είχε εξασφαλιστεί κατά παράβαση των προνοιών του Άρθρου 17 του Συντάγματος, που προστατεύει το απόρρητο των επικοινωνιών, και δεν αποδέχτηκε ως τεκμήρια τις δύο εκθέσεις. 

 

Η δεύτερη δίκη εντός δίκης διατάχθηκε όταν ο xxx Σωκράτη (Μ.Κ.5), εργοδοτούμενος στην Cablenet επιχείρησε να παρουσιάσει έγγραφο όπου καταγράφονταν τα στοιχεία συγκεκριμένου πελάτη, προδήλως του Εφεσίβλητου, όπως είχαν ζητηθεί με το διάταγμα πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα ημερ.2.5.2014, προσκρούοντας και πάλι στην ένσταση της υπεράσπισης.

 

Με τη δεύτερη ενδιάμεση του απόφαση ημερ. 26.6.2008, το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως παρά τη παρεμβολή του Δικαστικού διατάγματος ημερ.2.5.2014, τη νομιμότητα του οποίου δεν είχε εξουσία να κρίνει (Λοϊζου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ.247/2018, ημερ.2.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:B425, Σύνδεσμος για την πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα (1996) 1 Α.Α.Δ. 171 και Έλληνας ν. Δημοκρατίας (1989) 1 Α.Α.Δ. 17), η μαρτυρία που κατ' εφαρμογή του επιτράπηκε να συλλεχθεί είχε επιμολυνθεί από την μολυσμένη μαρτυρία που χρησιμοποιήθηκε για την εξασφάλιση του, δηλαδή την μαρτυρία της ΑΤΗΚ.

 

Σε σχέση με τη δεύτερη ενδιάμεση απόφαση επισημαίνουμε ότι η μαρτυρία που είχε επιχειρηθεί να παρουσιαστεί ενδεχόμενα να αφορούσε μόνο την Cablenet και δεν θα μπορούσε να ήταν βοηθητική στην απόδειξη των κατηγοριών που αφορούσαν το τηλεοπτικό σήμα της ΑΤΗΚ που παραμένουν αντικείμενο της έφεσης.  Λέμε ενδεχόμενα, γιατί όπως και οι εκθέσεις που επιχείρησε να παρουσιάσει ο αστ.1xx1 xxx Λεμονιάτης, ούτε και το έγγραφο που επιχείρησε να παρουσιάσει ο xxx Σωκράτη είχαν τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Η μαρτυρία της οποίας η αποδεχτότητα (admissibility) αμφισβητείται και θα αποτελέσει το αντικείμενο δίκης εντός δίκης, είναι απαραίτητο να τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου που εκδικάζει την υπόθεση.  Άλλωστε μόνο εφόσον περιέχει στοιχεία που μπορεί να υποβοηθήσουν στη στοιχειοθέτηση των κατηγοριών εξυπηρετεί η διεξαγωγή δίκης εντός δίκης για να κριθεί η αποδεχτότητα της.  Αλλά και η απόφαση για την αποδοχή της δυνατό να εξαρτάται από το τι ακριβώς αφορά.  Ήταν επιβεβλημένο όπως, τόσο οι εκθέσεις, όσο και το έγγραφο κατατεθούν ως τεκμήρια προς αναγνώριση πριν την έναρξη της δίκης εντός δίκης, ώστε να υπήρχε στα πρακτικά της υπόθεσης αυτό που η κατηγορούσα αρχή επιδίωκε να παρουσιάσει (βλ. σύγγραμμα των Τ. Ηλιάδη και Ν. Γ. Σάντη «Το Δίκαιο της Απόδειξης: Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές», 2η Εκδ., 2016, 902).  Έτσι θα ήταν γνωστό ποια μαρτυρία θα είχε ενταχθεί στο μαρτυρικό υλικό στην περίπτωση που το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληγε στο αντίθετο αποτέλεσμα, που είναι αυτό που με την έφεση καλούμαστε να αποφασίσουμε. 

 

Θέσαμε το ζήτημα ενώπιον των μερών και τους ζητήσαμε να τοποθετηθούν.  Επιβεβαιώθηκε ότι οι εκθέσεις και το έγγραφο που είχε επιχειρηθεί να παρουσιαστούν δεν είχαν τεθεί ενώπιον του  πρωτόδικου Δικαστηρίου και γι' αυτό δεν βρίσκονται στο φάκελο της υπόθεσης.  Ως προς τι επιπτώσεις, η θέση του εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα ήταν ότι επέμενε στην έφεση και πως το Εφετείο, θα μπορούσε, έστω και χωρίς να έχει υπόψη το περιεχόμενο των εκθέσεων και του εγγράφου, να διαπιστώσει ότι ο αποκλεισμός της μαρτυρίας ήταν εσφαλμένος και να διατάξει την συνέχιση της ποινικής υπόθεσης ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου από το σημείο όπου διακόπηκε.  Δηλαδή, όπως το αντιλαμβανόμαστε, το πρωτόδικο Δικαστήριο να λάβει υπόψη του την μαρτυρία αυτή και να αποφασίσει εκ νέου, στη βάση των νέων δεδομένων, κατά πόσο θα καλέσει τον Εφεσίβλητο να προβάλει την υπεράσπιση του σε οιανδήποτε από τις κατηγορίες 1-10, ή να τον αθωώσει και απαλλάξει ξανά.

 

Υπενθυμίζουμε ότι η πρωτόδικη διαδικασία τερματίστηκε την 20.7.2018, μετά το κλείσιμο της υπόθεσης για την κατηγορούσα αρχή και αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε την εισήγηση της υπεράσπισης ότι δεν είχε αποδειχτεί εκ πρώτης όψης υπόθεση εναντίον του Εφεσίβλητου.  Το Εφετείο θα μπορούσε να διατάξει την επανεκκίνηση της διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου μόνο εφόσον θα είχε διαφανεί ότι η μαρτυρία που αποκλείστηκε είχε εσφαλμένα αποκλειστεί και επιπλέον πως εάν γινόταν αποδεχτή, αφ'εαυτής ή σε συνδυασμό με την άλλη αποδεχτή μαρτυρία, θα ήταν επαρκής για να κληθεί ο Εφεσίβλητος σε απολογία, έστω σε μια από τις κατηγορίες.  Δεν θα ήταν δυνατό να αποφασίζαμε ότι η μαρτυρία που αποκλείστηκε είχε εσφαλμένα αποκλειστεί χωρίς να γνωρίζουμε το περιεχόμενο της.  Μόνο τότε θα υπήρχε δυνατότητα να διατάξουμε συνέχιση της διαδικασίας  εάν βεβαίως από την μαρτυρία αυτή θα τεκμηριωνόταν εξ αντικειμένου έστω μια κατηγορία.  Άλλωστε το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε να μην καλέσει τον Εφεσίβλητο σε απολογία τερματίζοντας τη δίκη και για να διαταχτεί η συνέχιση της θα πρέπει να ανατρέψουμε ως εσφαλμένη την απόφαση του αυτή. 

 

Ακόμα και αν ήταν δυνατό να ανατρέπαμε ως εσφαλμένες τις αποφάσεις αποκλεισμού της μαρτυρίας χωρίς να γνωρίζουμε το περιεχόμενο της, όπως μας εισηγήθηκε ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, δεν θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε κατά πόσο, με το επιπλέον άγνωστο σε εμάς  μαρτυρικό υλικό, το πρωτόδικο Δικαστήριο θα καλούσε τον Εφεσίβλητο σε απολογία έστω σε μια κατηγορία.

 

Η μόνη γνωστού περιεχόμενου μαρτυρία που αποκλείστηκε είναι αυτή του xxx Σάββα.  Ο xxx Σάββα έδωσε την μαρτυρία του χωρίς να υποβληθεί οιαδήποτε ένσταση από την υπεράσπιση και μόνο κατά την αντεξέταση του του υποβλήθηκε ότι οι ενέργειες του ήταν παράνομες.  Η μαρτυρία του κρίθηκε ως μη αποδεχτή με την απόφαση ημερ.11.5.2018 στην πρώτη δίκη εντός δίκης γιατί, όπως διαπιστώθηκε, είχε εξασφαλιστεί κατά παράβαση των προνοιών του Άρθρου 17 του Συντάγματος, που προστατεύει το απόρρητο των επικοινωνιών.  Το κατά πόσο λανθασμένα αποκλείστηκε θα είχε σημασία μόνο εάν με τη μαρτυρία αυτή να λαμβανόταν υπόψη θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί οιαδήποτε από τις κατηγορίες.

 

Όμως δεν υπάρχει λόγος έφεσης με τον οποίο να προβάλλεται ότι η μαρτυρία του xxx Σάββα ήταν επαρκής για να κληθεί ο Εφεσίβλητος σε απολογία σε οιαδήποτε από τις κατηγορίες.  Και προδήλως δεν ήταν.  Η κατηγορία 1 αφορούσε σε συνωμοσία για την οποία καμιά μαρτυρία δεν είχε παρουσιαστεί.  Οι κατηγορίες 3 και 4 αφορούσαν σε πρόσβαση σε σύστημα ηλεκτρονικού υπολογιστή με την παραβίαση μέτρων ασφαλείας και την παρέμβαση με τεχνικά μέσα στα δεδομένα και μετατροπής τους, ζητήματα για τα οποία δεν δόθηκε μαρτυρία.  Η κατηγορία 5 αφορούσε στην πώληση συσκευής για συγκεκριμένο σκοπό και η κατηγορία 8 στην παράνομη πώληση συσκευών, δηλαδή ηλεκτρονικών υπολογιστών σε τρίτα πρόσωπα ώστε να επιτυγχάνουν πρόσβαση στο δορυφορικό σήμα της ΑΤΗΚ.  Ουδεμία μαρτυρία υπάρχει για κάτι τέτοιο.  Η κατηγορία 6 που αφορούσε απάτη σχετιζόμενη με ηλεκτρονικό υπολογιστή αναφέρεται σε απώλεια στην περιουσία της ΑΤΗΚ και σκοπό όπως ο Εφεσίβλητος επιφέρει χωρίς δικαίωμα οικονομικό όφελος στον εαυτό του με τη λήψη χρηματικού ποσού από τρίτα πρόσωπα στα οποία παρείχε το σήμα. Παρέμενε και αυτή ατεκμηρίωτη.  Η κατηγορία 7 σχετίζεται με παραβιάσεις δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ενώ οι κατηγορίες 9 και 10 στην προσβολή δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας της ΑΤΗΚ.  Καμιά μαρτυρία δεν προσφέρθηκε σε σχέση με τέτοια δικαιώματα.

 

Η έφεση δεν μπορεί να οδηγήσει σε διαταγή για συνέχιση της διαδικασίας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, που τερματίστηκε με την απόφαση του της 20.7.2018 και απορρίπτεται.

 

 

Α.Ρ. Λιάτσος, Δ.

 

 

                                                          Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

                                                          Χ. Μαλαχτός, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο