ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2020:D128
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Ποινική Έφεση 76/19
22 Απριλίου, 2020
(ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΨΑΡΑ - ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές)
XXX ΝΤΑΓΚΛΑΣ
Εφεσείων,
και
XXX ΚΥΛΙΛΗ
Εφεσίβλητoς.
_ _ _ _ _ _
O εφεσείων εμφανίζεται προσωπικά.
Α. Μερακλής, για τον εφεσίβλητο.
_ _ _ _ _ _
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,Δ.: Η ιδιωτική ποινική υπόθεση που καταχωρήθηκε εναντίον του εφεσείοντα-κατηγορουμένου από τον εφεσίβλητο-παραπονούμενο αφορούσε παράλειψη πληρωμής δόσεων προς καταδολίευση εξ αποφάσεως πιστωτή και βασίζεται στον περί Καταδολίευσης των εκ Δικαστικών Αποφάσεων Πιστωτών Νόμου του 2008 (Ν.60(Ι)/2008) («ο Νόμος») ο οποίος στο αρθρ.3(1)(γ) προνοεί τα εξής:
«3.(1) Οποιοσδήποτε εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης χρέους:
.....
(γ) παραλείψει να καταβάλει προς τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή το ποσό οποιασδήποτε δόσης κατά την η΅ερο΅ηνία πληρω΅ής που είχε διαταχθεί από το ∆ικαστήριο κατά την έκδοση διατάγ΅ατος πληρω΅ής εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους ΅ε δόσεις, για λόγο άλλο από οικονο΅ική ή φυσική αδυνα΅ία· είναι ένοχος ποινικού αδική΅ατος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 4».
Προκύπτει από το κείμενο του ως άνω άρθρου πως τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος είναι τα εξής:
1. Ο κατηγορούμενος να είναι εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης χρέους.
2. Το εκ δικαστικής αποφάσεως χρέος δεν έχει εξοφληθεί.
3. Εξεδόθη διάταγμα πληρωμής του εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις.
4. Ο κατηγορούμενος παρέλειψε να καταβάλει τις δόσεις που είχε διαταχθεί να καταβάλει όταν αυτές κατέστησαν πληρωτέες.
Οι υπερασπίσεις για το ως άνω αδίκημα καθορίζονται ευθέως από το Νόμο. Πρόκειται για το άρθρο 3(4)(γ) του Νόμου το οποίο έχει ως εξής:
3(4)(γ) Σε οποιαδήποτε ποινική διαδικασία για αδίκημα δυνάμει του εδαφίου (1) αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ...
(γ) προκει΅ένου περί κατηγορίας δυνά΅ει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), ότι έχει συ΅΅ορφωθεί ΅ε το διάταγ΅α πληρω΅ής εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους ΅ε δόσεις ή ότι έχει ΅εταβληθεί η οικονο΅ική του κατάσταση από την η΅ερο΅ηνία έκδοσης του εν λόγω διατάγ΅ατος ή ότι έχει υποβάλει αίτηση στο ∆ικαστήριο για τροποποίηση ή αναστολή του διατάγ΅ατος την οποία έχει επιδώσει στον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή, πριν από την επίδοση του κατηγορητηρίου σ' αυτόν».
Προκύπτει ότι για τον εξ αποφάσεως οφειλέτη υφίστανται οι εξής υπερασπίσεις (α) ότι υπήρξε συμμόρφωση με το διάταγμα πληρωμής του εκ δικαστικής απόφασης χρέους του με δόσεις, (β) ότι έχει μεταβληθεί η οικονομική του κατάσταση από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος (γ) ότι έχει υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για τροποποίηση ή αναστολή του διατάγματος, την οποία έχει επιδώσει στον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή πριν από την επίδοση του κατηγορητηρίου σε αυτόν.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι αφενός στοιχειοθετείτο το αδίκημα και αφετέρου ότι δεν προβλήθηκε καμιά από τις ως άνω υπερασπίσεις. Συνεπώς, καταδίκασε τον εφεσείοντα ως το κατηγορητήριο.
Συγκεκριμένα διατύπωσε ευρήματα πως ο εφεσείων είχε καταχωρήσει την αγωγή υπ΄αρ. 887/08 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εναντίον διαφόρων προσώπων, μεταξύ των οποίων και τον εφεσίβλητο. Στις 2.5.2014 ο εφεσείων, μέσω των δικηγόρων του, απέσυρε την ως άνω αγωγή εναντίον του εφεσίβλητου και της εταιρείας Ropaco. Η αγωγή απορρίφθηκε ως αποσυρθείσα με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα και υπέρ του εφεσίβλητου και της εταιρείας εκ ποσού 4,000 πλέον ΦΠΑ πλέον τόκο 5.5% ετησίως από 2.5.2014 μέχρι εξοφλήσεως, με αναστολή εκτέλεσης μέχρι 31.12.2014, εξαιρουμένου του δικαιώματος καταχώρησης memo. Την 1.8.2014 καταχωρήθηκε memo στην περιουσία του εφεσείοντα. Ακολούθησε δε έκδοση εντάλματος κατάσχεσης της κινητής περιουσίας του, το οποίο επιστράφηκε ανεκτέλεστο. Στις 18.1.2016 καταχωρήθηκε αίτηση έρευνας από τον εφεσίβλητο εναντίον του εφεσείοντα (και της ως άνω εταιρείας) , η οποία οδήγησε σε έκδοση διατάγματος με το οποίο ο εφεσείων διατάχθηκε να πληρώνει το εξ αποφάσεως χρέος του εκ ποσού 50 μηνιαίως από 1.11.2016 μέχρι εξοφλήσεως πλέον έξοδα. Σημειωτέον ότι η ως άνω εταιρεία διαγράφηκε. Ο εφεσείων είχε καταβάλει στις 11.11.2016 και 2.12.16 δύο δόσεις δηλαδή το συνολικό ποσό των 100. Ως εκ της μη πληρωμής των δόσεων που κατέστησαν πληρωτέες μεταξύ 1.1.2017 και 1.4.2017 συνολικού ποσού 200, το οποίο δεν είχε καταβάλει ούτε κατά την εκδίκαση της πιο πάνω υπόθεσης, το αδίκημα στοιχειοθετείται.
Εναντίον της απόφασης προβάλλεται μόνο ένας λόγος έφεσης ο οποίος διατυπώνει απλώς το εσφαλμένο της πρωτόδικης κρίσης περί ενοχής του εφεσείοντα. Από την αιτιολογία του λόγου ωστόσο προκύπτει πως το παράπονο του εφεσείοντα ανάγεται κυρίως στις διαδικασίες που προηγήθηκαν της εκκαλούμενης απόφασης. Ειδικά προσβάλλει με διάφορους λόγους την εγκυρότητα της διαδικασίας που οδήγησε στην απόσυρση της ως άνω αγωγής που ο ίδιος είχε εγείρει και την επιδίκαση εναντίον του εξόδων αλλά και την προηγηθείσα δικαστική διαδικασία σε σχέση με την έκδοση εναντίον του διατάγματος μηνιαίων δόσεων, θέματα που είχε προβάλει με παρόμοιο τρόπο και πρωτοδίκως.
Όμως, όπως ορθά υπέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η στοιχειοθέτηση της υπόθεσης συνετελέσθηκε αφ΄ης στιγμής ο εφεσίβλητος απέδειξε πως στις 2.5.2014 επιδικάσθηκαν τα ως άνω έξοδα εναντίον του εφεσείοντα και συνεπώς απεδόθη στον τελευταίο η ιδιότητα του εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους εντός της εννοίας του αρθ.2[1] του ως άνω Νόμου και του αρθ.2 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6[2]. Περαιτέρω, αποδείχτηκε η έκδοση του διατάγματος για μηνιαίες δόσεις και η μη πληρωμή των πιο πάνω δόσεων.
Ο εφεσείων, όπως ήδη υποδείξαμε, δεν προέβαλε κάποια από τις ως άνω υπερασπίσεις που νομοθετικά προβάλλονται αλλά και νομολογιακά αναλύθηκαν (βλ. Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ ν. Παρδαλή, Ποιν. έφ.153/15, 28.11.2017, ECLI:CY:AD:2017:B427, Νικολάου ν. City Principal Investments Ltd, Ποιν. εφ.160/14, ημερ. 20.12.2016, ECLI:CY:AD:2016:B558, Προδρόμου ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Ποιν. έφεση 25/12, 20.2.2014), ECLI:CY:AD:2014:B126.
Η «ένσταση» του - αν μπορεί να χαρακτηρισθεί έτσι - αφορούσε τις προηγηθείσες διαδικασίες και το λανθασμένο και άδικο, όπως ισχυρίζεται, ως προς αυτόν αποτέλεσμα. Το ίδιο πράττει ο εφεσείων και δια της εφέσεως. Όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ισχύσει. Δεν υπάρχει δυνατότητα ούτε στην πρωτόδικη ποινική υπόθεση για καταδολίευση ούτε βεβαίως στη παρούσα έφεση, να ζητείται ουσιαστικά παραμερισμός απόφασης ή αλλαγή ή τροποποίηση των προηγηθεισών διαδικασιών.
Κάτι τέτοιο ευθέως θα έπληττε την αρχή της τελεσιδικίας και της ασφάλειας δικαίου. Ο,τιδήποτε άλλο λεχθεί για την αιτιολογία των λόγων (α-λ) θα ήταν αντίθετο με αυτό το θεμελιακό αξίωμα. Ως προς το σημείο (μ) με το οποίο προβάλλεται το θέμα της αρνητικής αξιολόγησης του εφεσείοντα ως μάρτυρα, παρατηρούμε ότι δεν είχε επίπτωση στην πρωτόδικη κρίση περί στοιχειοθέτησης του αδικήματος ούτε περί της μη ύπαρξης υπεράσπισης.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα 1,000 πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
[1] «εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης χρέους» έχει την έννοια η οποία αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου».
[2] «εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης χρέους» σημαίνει πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδίδεται δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσεται η πληρωμή χρημάτων».