ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2020:B30
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΈΦΕΣΗ ΑΡ. 70/2018
23 Iανουαρίου, 2020
[ΠΑΜΠΑΛΛΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΩΝ]
ΜΕΤΑΞΥ:
xxx ΚΑΥΚΑΛΙΑ
Εφεσείοντα
- v -
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Εφεσίβλητου
-----------------
Γ. Αντωνίου για Συμεού & Κονναρή, για εφεσείοντα
Μαρ. Μασούρα (κα), για Γενικό Εισαγγελέα, για εφεσίβλητο
......
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί Εχ Τempore.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Ex Tempore)
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος στην κατηγορία της παράλειψης πληρωμής εισφορών κοινωνικών ασφαλίσεων ως αυτοτελώς εργαζόμενο πρόσωπο, με βάση την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερ. 15 Ιανουαρίου 2018. Ως αποτέλεσμα αυτής της καταδίκης επεβλήθη πρόστιμο στην 1η κατηγορία €400 και περαιτέρω, εκδόθηκε διάταγμα για πληρωμή του οφειλόμενου ποσού επιπροσθέτως του πρόσθετου τέλους.
Ο εφεσείων καταχώρησε την παρούσα έφεση αμφισβητώντας την ορθότητα της πρωτόδικης διαδικασίας με επτά (7) Λόγους Έφεσης. Κατά την ενώπιον μας συζήτηση της υπόθεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα απέσυρε τρεις (3) Λόγους Έφεσης και μερικώς τον 4ο Λόγο. Ήτοι αποσύρθηκαν οι Λόγοι Έφεσης 2, 3, 6 και μέρος του 4ου Λόγου.
Το κύριο επιχείρημα το οποίο πρόβαλε ο ευπαίδευτος συνήγορος ήταν ότι ο εφεσείων στερήθηκε του δικαιώματος να ακουστεί και να προβάλει την υπεράσπισή του, η οποία, κατά τον ισχυρισμό του, υπήρχε. Επίσης, εισηγήθηκε ότι με την ακολουθήσασα διαδικασία καταργήθηκαν οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης, οι οποίοι, όπως είπε, επέβαλλαν, παρ΄ όλη τη μη εμφάνιση του εφεσείοντα στην προσδιοριστέα ημερομηνία εκδίκασης, την αναβολή της υπόθεσης από το δικαστήριο και τον προγραμματισμό της σε μεταγενέστερη ημερομηνία για σκοπούς απόδειξης και όχι να της επιληφθεί το δικαστήριο την ίδια μέρα. Επί της ουσίας, ο συνήγορος υποστήριξε ότι εάν διδόταν η ευκαιρία στον εφεσείοντα να ακουστεί, είχε υπεράσπιση να προβάλει στο αδίκημα για το οποίο κατηγορείτο. Και, τέλος, ο συνήγορος εισηγήθηκε ότι η μαρτυρία που έχει προσαχθεί ήταν ελλιπής και ανυπόστατη.
Με όλο το σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο διαφωνούμε. Το άρθρο 89 της Ποινικής Δικονομίας Κεφ. 155, το οποίο επικαλέστηκε ο συνήγορος, δίδει τη δυνατότητα στο δικαστήριο[1], σε συνοπτική δίκη, όταν υπάρχει ορθή επίδοση και απόδειξη αυτής της επίδοσης, πράγμα το οποίο δεν αμφισβητείται επί του προκειμένου, να προχωρήσει στην ακρόαση της υπόθεσης και να αποφασίσει στην απουσία του κατηγορούμενου ή διαζευκτικά αν θεωρεί σκόπιμο να αναβάλει την υπόθεση και να εκδώσει ένταλμα σύλληψης. Το τι εισηγείται ο συνήγορος είναι απλώς, το δικαστήριο να αναβάλει την υπόθεση και να την ορίσει, ουσιαστικώς, την ημέρα που θα βόλευε ενδεχομένως τον εφεσείοντα.
Δεν βρίσκουμε να υπάρχει οποιοδήποτε έρεισμα στο τι καταλογίζεται ως σφάλμα στον τρόπο με τον οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο έχει επιληφθεί της υπόθεσης. Είχε ενώπιον του κατατεθειμένη ένορκο δήλωση επίδοσης η οποία έγινε στις 11 Δεκεμβρίου 2017. Το κατηγορητήριο καλούσε τον εφεσείοντα να εμφανιστεί στο δικαστήριο στις 15 Ιανουαρίου 2018. Δηλαδή ένα περίπου μήνα μετά από την επίδοση. Την ημέρα εκείνη ο εφεσείων επέλεξε να μην παρουσιαστεί και το πρωτόδικο δικαστήριο κάλεσε την Κατηγορούσα Αρχή να προχωρήσει σε απόδειξη της υπόθεσης. Δεν βρίσκουμε κανένα έρεισμα επέμβασης και αυτό το σκέλος της έφεσης απορρίπτεται.
Ο συνήγορος του εφεσείοντα επικαλέστηκε την υπόθεση Κοιλιάρης Λτδ ν. Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1998) 2 Α.Α.Δ. 295, για να στηρίξει το επιχείρημα ότι τα στοιχεία τα οποία κατατέθηκαν στην υπό κρίση υπόθεση δεν ήταν επαρκή για να οδηγηθεί το δικαστήριο σε συμπέρασμα ενοχής του εφεσείοντα. Με όλο το σεβασμό, τα γεγονότα αυτής της υπόθεσης είναι διαφορετικά και δεν μπορούν να εφαρμοστούν, επί του προκειμένου. Στην υπόθεση Κοιλιάρης παρουσιάστηκαν έγγραφα τα οποία κρίθηκαν, εκ των υστέρων, ότι δεν μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά προς κατάθεση, καθότι δεν υπήρχαν υπογραφές επ΄ αυτών. Κάτι εντελώς διαφορετικό απ΄ ότι στην προκείμενη περίπτωση, όπου προσκομίστηκε προφορική μαρτυρία που αποδείκνυε τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος, όπως προσήχθηκε και σχετική βεβαίωση για τις καθυστερημένες και οφειλόμενες εισφορές. Τονίζεται συναφώς ότι, το δικαστήριο στην απόφαση του αναφέρει ότι αποδέχεται την αναντίλεκτη μαρτυρία ως αξιόπιστη και αφού μελέτησε το περιεχόμενο των κατατεθέντων εγγράφων προχώρησε και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχαν αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος και προς τούτο καταδίκασε τον εφεσείοντα.
Θα θέλαμε τέλος να αναφερθούμε στην τελευταία εισήγηση του συνήγορου του εφεσείοντα, ο οποίος ανάφερε ότι με την ακολουθηθείσα διαδικασία ουσιαστικά καταργήθηκαν οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης. Το δικαστήριο οφείλει να ενεργεί πάντοτε στο πλαίσιο της υφιστάμενης νομοθεσίας και δη, επί του προκειμένου, του άρθρου 89, του Κεφ. 155. Οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης θα μπορούσαν να επικληθούν εάν η διαδικασία γινόταν χωρίς να γνωστοποιηθεί στον εφεσείοντα η ύπαρξη της δικαστικής διαδικασίας που τον αφορούσε. Στην προκείμενη περίπτωση όμως, η παράλειψη του εφεσείοντα να μην εμφανιστεί στην προσδιοριστέα ημερομηνία εκδίκασης της υπόθεσης ήταν δική του επιλογή και θα ήταν σχήμα οξύμωρο να επικαλείται σήμερα παραβίαση κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, όταν ο ίδιος επέλεξε να μην εμφανιστεί ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου.
Ο συνήγορος μας παρέπεμψε στην Οδηγία 343/2016 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Συγκεκριμένα στο άρθρο 8 για να μας υπενθυμίσει ότι μπορεί να οδηγηθεί σε δίκη μια υπόθεση και σε απόφαση νοουμένου ότι έχει ενημερωθεί εγκαίρως ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος σχετικά με τη δίκη και τις συνέπειες της μη παράστασης του. Εδώ τηρήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες. Ενημερώθηκε έγκαιρα ο εφεσείων και οι συνέπειες της μη εμφάνισης του ήταν αυτονόητες, εφόσον αφορούσαν καθυστερημένες εισφορές, τις οποίες θα καλείτο να καταβάλει.
Στη βάση των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/κβπ
[1] «Δύναται», είναι ο όρος που χρησιμοποιεί το άρθρο 89.