ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:B479
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 283/2018)
20 Νοεμβρίου, 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
xxx ΣΠΑΝΟΥΔΗΣ
Εφεσείων,
ΚΑΙ
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Εφεσίβλητος.
---------------
Κ. Ευσταθίου, για τον εφεσείοντα.
Φρ. Κακούρη (κα), για τον εφεσίβλητο.
--------------
M.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Στις 15.1.2016 και ώρα 12:05 ο αστυνομικός ΜΚ1, ενώ οδηγούσε την υπηρεσιακή του μοτοσυκλέτα στη λεωφ. Λεμεσού στη Λευκωσία, είδε μπροστά του τη μοτοσυκλέτα με αρ. εγγραφής xxx, με τον οδηγό και το συνοδηγό χωρίς προστατευτικά κράνη. Ο ΜΚ1 έκανε χρήση φάρων και σειρήνας για να τους ανακόψει. Ο οδηγός σταμάτησε στα φώτα τροχαίας της διασταύρωσης της λεωφ. Λεμεσού με την οδό Αρμενίας. Ο ΜΚ1 σταμάτησε δίπλα του σε απόσταση 2 μ. και του είπε να παραμερίσει αριστερά. Ο συνοδηγός κατέβηκε αλλά ο οδηγός ανέπτυξε ιλιγγιώδη ταχύτητα, παραβιάζοντας τον κόκκινο φωτεινό σηματοδότη στην εν λόγω διασταύρωση και διέφυγε.
Αργότερα ως ο οδηγός εντοπίστηκε ο εφεσείων. Έτσι είχε πει στον ΜΚ1 εξ αρχής ο συνοδηγός. Περαιτέρω, είχε διαπιστωθεί ότι ο εφεσείων ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης της εν λόγω μοτοσυκλέτας. Όταν όμως ο εφεσείων κλήθηκε για ανάκριση, αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμιξη, επικαλούμενος άλλοθι.
Ο εφεσείων αντιμετώπισε αριθμό κατηγοριών, μεταξύ των οποίων η απείθεια κατά νομίμων διαταγών, εφόσον οδηγούσε ενώ του είχε αποστερηθεί η άδεια με διάταγμα δικαστηρίου, παράλειψη συμμόρφωσης σε οδηγίες αστυνομικού εν στολή, αλόγιστη ή επικίνδυνη οδήγηση κ.ά. Καταδικάστηκε σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης. Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η καταδίκη με επίκεντρο το επισφαλές της αναγνώρισης.
Η υπεράσπιση δεν αμφισβήτησε, αντίθετα τόνισε την αξιοπιστία του ΜΚ1. Ό,τι έθεσε ήταν ζήτημα επισφαλούς αναγνώρισης με βάση τις αρχές της R. v. Turnbull (1976) 3 All E.R. 549, εφόσον η οπτική επαφή, κατά τον ΜΚ1, ήταν για 2-3 δευτερόλεπτα και η αναγνώριση έγινε ενόσω ο εφεσείοντας βρισκόταν στο εδώλιο του μάρτυρα (dock identification).
Το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψιν, πέραν της βεβαιότητας που επικαλείτο ο ΜΚ1, ότι ο ΜΚ1 είχε προβεί την ίδια ημέρα σε κατάθεση, περιγράφοντας τον οδηγό με τον ίδιο τρόπο που τον περιέγραψε λίγες ημέρες μετά η συνάδελφος του, ΜΚ2, η οποία στις 20.1.2016 είχε λάβει κατάθεση από τον εφεσείοντα. Αμφότεροι τον περιέγραψαν ως πρόσωπο λεπτής σωματικής διάπλασης, με ξυρισμένο κεφάλι και ανοικτόχρωμη επιδερμίδα. Επίσης διαπιστώθηκε ότι ο εφεσείων ήταν ηλικίας 21 ετών και ο ΜΚ1 τον περιέγραψε στην εν λόγω κατάθεση του ως πρόσωπο ηλικίας γύρω στα 20-22 ετών. Αυτά ήταν στοιχεία που συνηγορούσαν υπέρ του ασφαλούς της αναγνώρισης που ισχυριζόταν ο ΜΚ1. Περιπλέον, διαπιστώθηκε ότι η μοτοσυκλέτα ανήκε στον εφεσείοντα. Ανέφερε σε σχέση με το ζήτημα αυτό το πρωτόδικο δικαστήριο ότι ο εφεσείοντας δεν είχε προβάλει καμιά εκδοχή αναφορικά με την οδήγηση της κατά τον ουσιώδη χρόνο. Σε ότι αφορά την εξ ακοής μαρτυρία του συνοδηγού που καταδείκνυε τον εφεσείοντα, το δικαστήριο για τους λόγους που εξήγησε δεν την έλαβε υπόψιν.
Το έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου, με δεδομένη την αξιοπιστία του ΜΚ1 ήταν κατά πόσο η μαρτυρία του περί αναγνώρισης του εφεσείοντα ήταν ασφαλής. Με την έφεση υποβλήθηκε ότι ήταν αδύνατο, υπό τις συνθήκες ελάχιστου χρόνου που έγινε η παρατήρηση, η αναγνώριση να ήταν ασφαλής, λαμβάνοντας υπόψιν ότι ο εφεσείων ήταν πρόσωπο άγνωστο στον ΜΚ1 και ότι πρώτη φορά που τον είδε ήταν στο δικαστήριο. Τέθηκε περαιτέρω ότι η αστυνομία, χωρίς να δώσει αιτιολογία, παρέλειψε να προβεί σε διεξαγωγή αναγνωριστικής παράταξης, παραπέμποντας στην υπόθεση Tido v. R. (2011) 2 Cr App R 23, PC. Εισηγήθηκε, εν κατακλείδι, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα ότι στην αξιολόγηση του δικαστηρίου περί ασφαλούς αναγνώρισης συνέτεινε και η αναφορά του ότι ο εφεσείοντας δεν προέβαλε καμιά εκδοχή, όσον αφορά την οδήγηση της μοτοσυκλέτας κατά την επίδικη ημερομηνία, ενώ δεν είχε υποχρέωση να δώσει τέτοια εξήγηση.
Στην υπόθεση Τουμάζου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ.166/2016, 5.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:B432, με αναφορά στην υπόθεση R. v. Ramsden [1991] Crim L R 265, αναγνωρίστηκε ότι η ένταξη ενός μάρτυρα αναγνώρισης στο σύστημα απονομής ποινικής δικαιοσύνης, όπως είναι ένας αστυνομικός, καθιστά πιθανή την καλύτερη αντίληψη εκ μέρους του της σημασίας της αναγνώρισης, με συνεπακόλουθο την άσκηση πιο επισταμένης προσοχής.
Στην ίδια υπόθεση υιοθετήθηκε η προσέγγιση της υπόθεσης Barnes v. Chief Constable of Durham [1997] 2 Cr.App.R. 505, η οποία αφορούσε σε τροχαία αδικήματα, σύμφωνα με την οποία σε αδικήματα ήσσονος σοβαρότητας, όπως το υπό εξέταση, δεν υπάρχει υποχρέωση για αναγνωριστική παράταξη. Παράλληλα υποδείχθηκε ότι τούτο δεν σημαίνει πως αίρονται οι κίνδυνοι από «την αναγνώριση στο εδώλιο» (dock identification), έστω και αν δεν εγείρεται per se ζήτημα δίκαιης δίκης. Παραμένει ένα στοιχείο σε σχέση με το οποίο απαιτείται η ιδιαίτερη προσοχή του δικαστηρίου, η οποία και θα πρέπει να εκφράζεται με την προειδοποίηση της μορφής της υπόθεσης Turnbull.
Δεν παραβλέπουμε τους κινδύνους μιας επισφαλούς αναγνώρισης, εφόσον ο χρόνος ήταν πολύ περιορισμένος και η αναγνώριση, για σκοπούς διαδικασίας, έγινε στο εδώλιο του μάρτυρα. Από την άλλη όμως, η παρατήρηση έγινε κατά τη διάρκεια της ημέρας και εξ επαφής, πρόσωπο με πρόσωπο. Επρόκειτο δε για παρατήρηση και αναγνώριση από επαγγελματία αστυνομικό, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, έτσι ώστε εύλογα να αναμένεται ότι ήταν επικεντρωμένος στον σκοπό που είχε να επιτελέσει. Δεν επρόκειτο για μια απλή παρατήρηση ενός τρίτου πολίτη. Περιπλέον, ο αστυνομικός, ως άνω, είχε προβεί σε πολύ έγκαιρο και ανύποπτο χρόνο σε περιγραφή του υπόπτου.
Σε ότι δε αφορά την αναφορά του δικαστηρίου σε σχέση με την ιδιοκτησία της μοτοσυκλέτας, δεν είχε την έννοια ότι έθεσε οποιοδήποτε βάρος που να ανέτρεπε το δικαίωμα του στη σιωπή. Άλλωστε, ο εφεσείοντας δεν άσκησε τέτοιο δικαίωμα. Έδωσε, ως άνω, κατάθεση και προέβη σε ανώμοτη δήλωση, προβάλλοντας άλλοθι και ειδικότερα ότι εκείνη την ημέρα περπατούσε στο πάρκο και κάποιος φίλος του τηλεφώνησε ότι κάτι συνέβη με την αστυνομία. Το δικαστήριο αξιολόγησε τη δήλωση αυτή ως ασαφή και αόριστη και την απέρριψε. Η απόρριψη άλλοθι δεν ισοδυναμεί με απόδειξη της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής. Όταν όμως διαφαίνεται ότι ο μόνος σκοπός ενός ψευδούς άλλοθι είναι η παραπλάνηση του δικαστηρίου, όπως ήταν, εν προκειμένω, το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου, τότε το ψευδές άλλοθι μπορεί να θεωρηθεί στοιχείο που υποστηρίζει την αναγνώριση R. v. Long (1973) 57 Cr App R 871, Tουμάζου (ανωτέρω)). Είναι σ΄ αυτά τα ορθά πλαίσια που το δικαστήριο, συνεκτιμώντας με την οφειλόμενη προσοχή και επιμέλεια τους σχετικούς παράγοντες, έκρινε ότι η αναγνώριση του εφεσείοντα από τον ΜΚ1 ήταν ασφαλής. Δεν υπάρχει περιθώριο παρέμβασης του Εφετείου.
Η έφεση απορρίπτεται.
Μ. Μ. Νικολάτος, Π.
Α.Ρ. Λιάτσος, Δ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/φκ