ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Παναγιώτης Πιερίδης, για τον Εφεσείοντα Έλενα Θεοδότου (κα), Δημόσιος Κατήγορος εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-09-25 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο RIDHA ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 143/2017, 25/9/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:B391

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Έφεση Αρ. 143/2017)

 

 

25 Σεπτεμβρίου, 2019

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]

 

Μεταξύ:      

xxxx RIDHA

Εφεσείοντα

και

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

__________________________

 

Παναγιώτης Πιερίδης, για τον Εφεσείοντα                      

Έλενα Θεοδότου (κα), Δημόσιος Κατήγορος εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

__________________________

     

 Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π.


ΑΠΟΦΑΣΗ   

(ΕΧ-TEMPORE)

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:   Ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων καταδικάστηκε πρωτοδίκως για το αδίκημα της παράλειψης οδηγού μοτοσικλέτας να φέρει, στερεά προσδεδεμένο στο κεφάλι, προστατευτικό κράνος, κατά παράβαση των σχετικών κανονισμών του Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Κανονισμού, ΚΔΠ 66/1984, όπως τροποποιήθηκε.

 

Η Κατηγορούσα Αρχή-Εφεσίβλητη παρουσίασε τρεις Μάρτυρες Κατηγορίας, τη μαρτυρία των οποίων το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ως αξιόπιστη.  Ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων έδωσε μαρτυρία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, υιοθέτησε την κατάθεσή του, που έδωσε στην Αστυνομία, και ανέφερε τη δική του εκδοχή.  Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έκρινε τον Κατηγορούμενο-Εφεσείοντα ως μη αξιόπιστο μάρτυρα. 

 

Όπως ορθά παρατηρεί ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, στη σελίδα 12 της απόφασης του, μοναδικά επίδικα θέματα ήταν το κατά πόσον ο Κατηγορούμενος -Εφεσείων έφερε στην κεφαλή του το προαναφερόμενο κράνος και, αν ναι, κατά πόσον αυτό ήταν στερεά προσδεδεμένο στην κεφαλή του με τη χρήση του, εκ κατασκευής, εξοπλισμού πρόσδεσης του κράνους στην κεφαλή.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απάντησε το πρώτο ερώτημα καταφατικά και το δεύτερο ερώτημα αρνητικά.  Κατέληξε, δηλαδή, στο ότι ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων δεν έφερε, στερεά προσδεδεμένο, το κράνος στο κεφάλι του, χρησιμοποιώντας τον προαναφερόμενο εξοπλισμό πρόσδεσης. Οδηγήθηκε, στο προαναφερόμενο συμπέρασμα, στη βάση της ακόλουθης περιστατικής μαρτυρίας:

 

Το κράνος που χρησιμοποίησε ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων στερεώνεται στο κεφάλι με ιμάντες, οι οποίοι ενώνονται μεταξύ τους με κλειδαριά, η οποία ανοίγει πατώντας κάποιο κουμπί. Οι ιμάντες αυτοί δεν βρέθηκαν κομμένοι ούτε και η κλειδαριά ήταν σπασμένη, κάτι που οδήγησε το πρωτόδικο Δικαστήριο σε δύο πιθανά διαζευκτικά συμπεράσματα.  Είτε ότι οι ιμάντες ουδέποτε είχαν προσδεθεί κανονικά μεταξύ τους με τη χρήση της κλειδαριάς, είτε ότι, μετά το δυστύχημα, κάποιος ξεκλείδωσε την κλειδαριά, απελευθερώνοντας τους ιμάντες. Στη βάση της ανάλυσης της αξιόπιστης μαρτυρίας του ΜΚ1, ο οποίος ανέφερε στο Δικαστήριο ότι ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων δεν έφερε το κράνος του όταν τον είδε για πρώτη φορά στο έδαφος μετά τη σύγκρουση και ότι ο ίδιος (ο ΜΚ1) δεν ξεκλείδωσε το κράνος του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο συμπέρανε πως ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων δεν έφερε, στερεά προσδεδεμένο, το κράνος στο κεφάλι του, εφόσον η άλλη δυνατότητα, ότι δηλαδή ο ίδιος αφαίρεσε τους ιμάντες ξεκλειδώνοντας την κλειδαριά, αποκλείστηκε. Η τελευταία δυνατότητα αποκλείστηκε εξαιτίας της απόστασης από το σώμα του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα, στην οποία βρέθηκε το κράνος και η οποία φανέρωνε ότι ο ίδιος ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων δεν θα μπορούσε να είχε τοποθετήσει το κράνος εκεί.  Περαιτέρω, λήφθηκε υπόψιν ότι η κλειδαριά πρόσδεσης των ιμάντων του κράνους ήταν λυμένη και όχι σπασμένη. 

 

Στη βάση των προαναφερόμενων ευρημάτων και στη βάση της αξιολόγησης της μαρτυρίας και, ειδικότερα, ένεκα της απόρριψης της εκδοχής του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως δεν δόθηκε από τον Κατηγορούμενο-Εφεσείοντα κάποια λογική εξήγηση, η οποία να ανατρέπει το αναπόδραστο, όπως είπε, συμπέρασμα ότι ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων, κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν είχε χρησιμοποιήσει τον, εκ κατασκευής, εξοπλισμό πρόσδεσης του εν λόγω κράνους, με αποτέλεσμα αυτό, μετά τη σύγκρουση, να εκτιναχθεί σε σημείο μακριά από το σημείο όπου έπεσε στο έδαφος ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων.  Αυτό, κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο, οδηγούσε, αναπόφευκτα, και σε εύρημα ενοχής του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα, στην προαναφερόμενη κατηγορία. 

 

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, στην απόφασή του, αναφέρθηκε και στα πλαίσια αξιολόγησης περιστατικής μαρτυρίας, και ειδικά στην απόφαση Αθηνής v. Δημοκρατίας (1992), ΑΑΔ 41, τονίζοντας ότι η περιστατική μαρτυρία θα έπρεπε, αναπόδραστα, να οδηγήσει αποκλειστικά σε συμπέρασμα ενοχής, αποκλειομένης οποιασδήποτε άλλης διαζευκτικής εκδοχής. Τόνισε, ακόμη, ότι οι εξεταζόμενες, διαζευκτικές, εκδοχές πρέπει να είναι τέτοιες που να εξάγονται εύλογα από την ολότητα της μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου και να μην συνιστούν απομακρυσμένες πιθανότητες.

 

Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται, ως εσφαλμένη, με τρεις λόγους έφεσης:

 

1.   Καθότι, το πρωτόδικο Δικαστήριο,  παρερμήνευσε, αγνόησε και δεν εφάρμοσε ορθά τον Νόμο και τη Νομολογία αναφορικά με την ποινική ευθύνη του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα.

2.   Καθότι παρερμήνευσε, αγνόησε και δεν εφάρμοσε ορθά τον Νόμο και τη Νομολογία αναφορικά με την αποδοχή μαρτυρίας και/ή καθότι δεν απέδωσε σε αυτήν, την ορθή βαρύτητα και

3.   Καθότι παρερμήνευσε ή αγνόησε ή δεν αξιολόγησε ορθά τη δοθείσα μαρτυρία, δηλαδή την περιστατική μαρτυρία, στη βάση της οποίας έκρινε ότι η Κατηγορούσα Αρχή-Εφεσίβλητη απέδειξε την κατηγορία εναντίον του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

 

Εξετάσαμε με προσοχή όλους τους λόγους έφεσης υπό το φως και των εμπεριστατωμένων διαγραμμάτων που κατέθεσαν οι δύο πλευρές και καταλήξαμε αβίαστα στο συμπέρασμα ότι και οι τρεις λόγοι έφεσης είναι αβάσιμοι και θα πρέπει να απορριφθούν.

 

Αναφορικά με την ποινική ευθύνη του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε τις ορθές νομικές αρχές, μέσα στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του, έδωσε μια εμπεριστατωμένη και αιτιολογημένη απόφαση αναφορικά με τα συμπεράσματά του και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης του Εφετείου στη βάση του πρώτου λόγου έφεσης.

 

Ο δεύτερος λόγος έφεσης είναι επίσης αβάσιμος, εφόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο, ασκώντας ορθά τη διακριτική του ευχέρεια, προέβη σε εύρημα αξιολόγησης της ενώπιόν του μαρτυρίας και αιτιολόγησε τους λόγους των ευρημάτων αυτών, κρίνοντας ως αξιόπιστους τους Μάρτυρες Κατηγορίας και ως αναξιόπιστο τον Κατηγορούμενο-Εφεσείοντα, όπως είχε κάθε δικαίωμα να πράξει.  Κρίνουμε, επομένως, ότι, και αναφορικά με τον δεύτερο λόγο, δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης του Εφετείου στα ευρήματα αξιοπιστίας και τη βαρύτητα που απέδωσε στην ενώπιόν του μαρτυρία, το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Αναφορικά με τον τρίτο λόγο έφεσης, και πάλι παρατηρούμε πως ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής είχε πλήρη επίγνωση ότι η καταδίκη βασίστηκε πάνω σε περιστατική μαρτυρία και εξέτασε την περιστατική μαρτυρία μέσα στα προαναφερόμενα ορθά πλαίσια που καθορίζει η Νομολογία. Επομένως, και για τον τρίτο λόγο έφεσης δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης του Εφετείου.

 

Κατά συνέπεια, η Έφεση απορρίπτεται.

 

                                            Μ. Μ. Νικολάτος, Π.                                 

 

                                            Α. Ρ. Λιάτσος, Δ.

 

Τ. Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

/ΜΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο