ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:B159
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Ποινική Έφεση αρ. 159/18
4 Απριλίου, 2018
(ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ - ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές)
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Εφεσίβλητης.
_ _ _ _ _ _
Α.Γιαλελής, για τον Εφεσείοντα.
Στ.Χ΄Κωνσταντή, (κα), για την Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δοθείσα αυθημερόν)
Ψαρά-Μιλτιάδου,Δ.: Ο εφεσείων - κατηγορούμενος 2 στην πρωτόδικη διαδικασία αντιμετώπιζε διάφορα αδικήματα (1) συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, (2) κατοχής πυροβόλου όπλου κατηγορίας «Β», χωρίς άδεια, (3) πράξεις που σκοπεύουν την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, (4) βαριά σωματική βλάβη, (5) παρέμβαση σε δικαστική διαδικασία, (6) απειλή, (7) κακόβουλη ζημιά και (8) μεταφορά επιθετικού όπλου σε δημόσιο χώρο.
Μετά την παραπομπή της υπόθεσης στο Κακουργιοδικείο που θα συνεδριάσει στη Λευκωσία στις 18.4.2018, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου ζητήθηκε κράτηση του εφεσείοντα (όπως και του κατηγορουμένου 1) μέχρι την ως άνω ημερομηνία. Το αίτημα στηρίχθηκε (α) ότι υπάρχει κίνδυνος μη προσέλευσης του στη δίκη, με αναφορά στη σοβαρότητα των αδικημάτων, στην πιθανότητα καταδίκης και στην ποινή που ενδεχομένως να επιβληθεί. (β) στον κίνδυνο επηρεασμού μαρτυρίας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις και διέταξε την κράτηση του εφεσείοντα, (όπως και του κατηγορουμένου 1). Επί της απόφασης κατεχωρήθη η παρούσα έφεση με την οποία προσβάλλονται ως λανθασμένα τα ακόλουθα:
Λόγος έφεσης 1: Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι υπάρχει επαρκής μαρτυρία που να συνδέει τον κατηγορούμενο με τις κατηγορίες τις οποίες αντιμετωπίζει.
Λόγος έφεσης 2: Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε να αφήσει υπό κράτηση τον εφεσείοντα για το γεγονός και μόνο ότι αυτός αντιμετωπίζει σοβαρές κατηγορίες.
Λόγοι έφεσης 3 και 4: Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αγνόησε όλη τη νομολογία και τις θέσεις που ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα έθεσε ενώπιον του. Εσφαλμένα δε αποφάσισε ότι δεν μπορούσε ο εφεσείων να αφεθεί ελεύθερος με όρους, ως η εισήγηση της πλευράς του.
Λόγος έφεσης 5: Εσφαλμένα δεν εδόθη βαρύτητα πρωτοδίκως στις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα και ούτε διαχώρισε τη θέση του από του κατηγορουμένου 1. (Ειδικά αναφέρεται στην αιτιολογία του λόγου αυτού ότι αγνοήθηκε από το Δικαστήριο έγγραφο που αφορούσε την κατάσταση της υγείας του πατέρα του εφεσείοντα και του γεγονότος ότι ο εφεσείων είναι πατέρας 3χρόνης κόρης).
Θεωρούμε ότι οι λόγοι έφεσης μπορεί να εξεταστούν από κοινού αφού όλοι αφορούν τις προϋποθέσεις και τους παράγοντες που με βάση τη νομολογία είναι σχετικοί με την κράτηση ενός ατόμου, εκκρεμούσης της δίκης του.
Το σχετικό αρθ.157(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155 εξετάζεται με αναφορά:
(Ι) στον κίνδυνο μη προσέλευσης του στο Δικαστήριο κατά τη δικάσιμο
(ΙΙ) στην πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων και
(ΙΙΙ) στην πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων.
Οι τρεις αυτοί λόγοι δεν είναι ανάγκη να συνυπάρχουν, αλλά δύνανται, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο, να επενεργήσουν κατά τρόπο που να δικαιολογούν την κράτηση.
΄Εχει δε επίσης καθιερωθεί νομολογιακά ότι ο κίνδυνος μη προσέλευσης καθορίζεται από:
(α) τη σοβαρότητα του αδικήματος
(β) την πιθανότητα καταδίκης και
(γ) την ποινή που πιθανό να επιβληθεί
Βεβαίως, όσο πιο σοβαρή είναι μια κατηγορία, μεγαλύτερο και το κίνητρο ενός κατηγορούμενου να αποφύγει τη δίκη του.
Ο κίνδυνος φυγοδικίας εκτιμάται στη βάση των τριών πιο πάνω αντικειμενικών κριτηρίων λαμβανομένων όμως υπόψη και των προσωπικών δεδομένων του υπόδικου και των δεσμών του με την Κύπρο.
΄Εχουμε εξετάσει τους λόγους έφεσης σε συνάρτηση με την πρωτόδικη απόφαση, υπό το πρίσμα των θέσεων των δύο πλευρών. Κρίνουμε ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και δεόντως αιτιολογημένη. Το Δικαστήριο ενέκρινε την αίτηση κράτησης στη βάση αφενός του κινδύνου μη προσέλευσης του εφεσείοντα και αφετέρου της πιθανότητας επηρεασμού μαρτυρίας. Σε σχέση με την πρώτη βάση ανέφερε ότι η σοβαρότητα των αδικημάτων προκύπτει από τις προνοούμενες ποινές. Ειδικά για το αδίκημα της τρίτης κατηγορίας προβλέπεται ποινή ισόβιας φυλάκισης, ενώ για τη δεύτερη κατηγορία ποινή 15ετούς φυλάκισης. ΄Οσον αφορά δε την πιθανότητα καταδίκης ορθά καθοδηγούμενο το Δικαστήριο εξέτασε τη μαρτυρία στην όψη της και αναφέρθηκε με επιμέλεια στα επιμέρους γεγονότα που συνέθεταν τις κατηγορίες στη βάση της κατάθεσης του παραπονούμενου ο οποίος ενέπλεξε τον εφεσείοντα στα συγκεκριμένα αδικήματα με τον τρόπο που λεπτομερώς αναφέρεται. Μέρος του επεισοδίου ήταν και η επίθεση προς τον παραπονούμενο, τα δε γεγονότα αυτά ενισχύονταν από τα πορίσματα ιατροδικαστή στα οποία επίσης αναφέρθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο. ΄Εγινε αναφορά επίσης στη χρήση από τον εφεσείοντα πιστολιού προς τον παραπονούμενο. Δεν κρίνεται ότι η απουσία του όπλου από το μαρτυρικό υλικό θα έπρεπε να οδηγήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο σε αρνητικό εύρημα επί της πιθανολόγησης καταδίκης. Ούτε βεβαίως εξετάζεται στο παρόν στάδιο αν έγινε αναγνωριστική παράταξη ή όχι, όπως εισηγήθηκε ο κ.Γιαλελής. Ορθά το Δικαστήριο τόνισε ότι η μαρτυρία στη φάση αυτή κρίνεται ως πιθανότητα καταδίκης και δεν έχει σχέση με την εκδίκαση της υπόθεσης. (Βλ. Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997)2 Α.Α.Δ. 109). Περαιτέρω, η σοβαρότητα των κατηγοριών ορθά συσχετίστηκε με την ποινή που δυνατό να επιβληθεί και συνεπώς με τον κίνδυνο φυγοδικίας. Δεν βρίσκουμε οποιονδήποτε σφάλμα στην πρωτόδικη προσέγγιση. Συνεπώς οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.
Ως προς την εξέταση των λόγων έφεσης 3, 4 και 5 θεωρούμε ότι τα παράπονα που διατυπώνονται είναι εντελώς αβάσιμα, αφού το Δικαστήριο έλαβε υπόψη όλα τα γεγονότα και τις νομικές θέσεις των πλευρών και βεβαίως του εφεσείοντα. Να τονίσουμε ότι δεν είναι καθήκον του Δικαστηρίου να ασχολείται με κάθε επιχείρημα που θέτει ένας διάδικος. Είναι αρκετό να προκύπτει από την απόφαση ότι εξετάστηκαν τα επίδικα θέματα και έχει δοθεί αιτιολογία για την κρίση του Δικαστηρίου. (Βλ. Οδυσσέα ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490). Εν πάση περιπτώσει, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, ειδικά ότι είναι πατέρας 3χρονης κόρης και ότι ο δικός του πατέρας αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, ωστόσο ορθά καθοδηγούμενο από τη νομολογία, έκρινε ότι πρέπει να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της κράτησης.
Όπως τονίστηκε στη Φλεριανού ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ.13/16 ημερ. 3.3.2016, ECLI:CY:AD:2016:B136 και στη Πολυδώρου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. ΄Εφ. 114/16 ημερ. 7.7.2016, οι προσωπικές συνθήκες και οι δεσμοί με την Κύπρο δεν επενεργούν ως ασπίδα ώστε να υπερφαλαγγιστεί η σοβαρότητα των αδικημάτων και κατ΄επέκταση να εξαλείψουν τον κίνδυνο φυγοδικίας.
Ως εκ της βασιμότητας αυτής της πτυχής της πρωτόδικης απόφασης που αφορά τον κίνδυνο φυγοδικίας δεν είναι αναγκαίο να εξεταστεί η δεύτερη πτυχή που αφορά τον κίνδυνο επηρεασμού μαρτυρίας.
Ενόψει των πιο πάνω και οι λόγοι έφεσης 3-5 ομοίως κρίνονται αβάσιμοι.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει η έφεση απορρίπτεται.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.