ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ιωακείμ ν. Ιωαννίδη (1991) 1 ΑΑΔ 996
Στυλιανίδης ν. Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056
Mustafa Mossa (Mussa) Mohammed ν. Ανδρέα Κακουρή και Άλλων (2002) 1 ΑΑΔ 165
Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 525
Κυπριανού Κύπρος ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Ποινική Έφεση 240/18, 15/4/2021, ECLI:CY:AD:2021:B155
BAREK ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 178/2018, 20/1/2020, ECLI:CY:AD:2020:B22
Τ. Μ. v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 89/2021, 9/12/2022, ECLI:CY:AD:2022:B469
ΠΑΝΑΓΗ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 45/2016, 23/11/2018, ECLI:CY:AD:2018:B510
HUSSEIN ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 252/2018, 31/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B206
ECLI:CY:AD:2018:B175
(Πoινική ΄Εφεση αρ.152/2014)
19 Απριλίου, 2018
Μ.Μ.ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ., Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
NIKOΣ ΙΟΡΔΑΝΟΥΣ
Εφεσείωv,
ν.
Εφεσίβλητης.
- - - - - - - - -
Εφεσείων προσωπικά
Ν.Κέκκος, για την εφεσίβλητη
- - - - - - - - -
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας στο αδίκημα της ανθρωποκτονίας όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 205 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154. Αρχικά αντιμετώπιζε αδίκημα φόνου εκ προμελέτης, κατά παράβαση του άρθρου 203 του Ποινικού Κώδικα. Το Κακουργιοδικείο θεώρησε ότι δεν είχε αποδειχθεί η προμελέτη, ως εκ τούτου καταδίκασε τον εφεσείοντα επί τω ότι στις 10.12.2012 επέφερε το θάνατο της συζύγου του Σταυρούλλας Ιορδάνους, τέως από τη Λάρνακα, ηλικίας 56 χρόνων, πυροβολώντας την παρανόμως μια φορά στο κεφάλι με το κυνηγετικό του όπλο, ενώ αυτή καθόταν σε καναπέ του διαμερίσματος 102, σε πολυκατοικία στην οδό Επτανήσου 14, στην Αραδίππου, όπου διέμεναν. Στον εφεσείοντα επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 20 ετών.
Με την έφεση προσβάλλεται τόσο η καταδίκη - (1ος-6ος λόγος έφεσης) όσο και η επιβληθείσα ποινή - (7ος λόγος έφεσης).
Ο εφεσείων, προώθησε τις θέσεις του, ενώπιον μας, άνευ δικηγόρου, αφού κατά το στάδιο της ακρόασης της έφεσης δήλωσε ότι θα παρουσίαζε την υπόθεση προσωπικώς, στη βάση τροποποιηθέντων λόγων έφεσης 1-7, παύοντας τους μέχρι τότε δικηγόρους του. Σε συνάρτηση με την έφεση επί της καταδίκης πλήττονται ως εσφαλμένα τα ευρήματα του Δικαστηρίου που αφορούν στην απόρριψη της μαρτυρίας της εμπειρογνώμονος Α.Παπαυδή (ΜΥ3) (1ος λόγος), στην αποδοχή της μαρτυρίας του βαλλιστή Andre De Villiers Horne (ΜΚ30), των ιατροδικαστών Σοφοκλέους (ΜΚ39) και Χαραλάμπους (ΜΚ40), καθώς και του Ψυχίατρου Ευαγγέλου Αναστασίου (ΜΚ24) (2ος, 3ος και 4ος λόγος έφεσης). Με τον 5ο λόγο ο εφεσείων προβάλλει τη θέση ότι εσφαλμένα «το Δικαστήριο αξιολόγησε τη μαρτυρία η οποία δεν συνάδει με τις αρχές και αλυσίδα περιστατικών που να δικαιολογούν την κατάληξη του.» Με τον 6ο λόγο προσβάλλεται ως εσφαλμένο το συμπέρασμα ενοχής του εφεσείοντα για ανθρωποκτονία.
Πριν να προχωρήσουμε με την εξέταση των λόγων έφεσης είναι ορθό να παραθέσουμε τα ευρήματα που αποτέλεσαν το βάθρο της καταδίκης.
Σε πρώτο επίπεδο, το Κακουργιοδικείο καθόρισε σύμφωνα με τη μαρτυρία που είχε δεχθεί, τη σχέση του εφεσείοντα με τη σύζυγο του χαρακτηρίζοντάς τη γεμάτη από συναισθηματικές διακυμάνσεις και εντάσεις, με κυρίαρχο το γεγονός ότι ο εφεσείων δεν συμπεριφερόταν καλώς προς το θύμα παρά το ότι ο τελευταίος προσπάθησε απεγνωσμένα, αλλά ανεπιτυχώς, κατά την ακρόαση, να δείξει ότι η στάση του έναντι της διέπετο από αγάπη και στοργή.
Μπορούμε να κατατάξουμε συνοπτικά τα θέματα που αποτέλεσαν, σύμφωνα με το Κακουργιοδικείο, τα χαρακτηριστικά της σχέσης του ζεύγους πριν την επίδικη ημερομηνία.
Ο εφεσείων διατηρούσε εξωσυζυγικό δεσμό με την ΜΚ19 από το 2010. Σημείον τριβής μεταξύ των συζύγων αποτελούσε και το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ως άνω διαμερίσματος που διέμεναν. Αποτέλεσε μέρος των ευρημάτων του Δικαστηρίου ότι η Σταυρούλλα Ιορδάνους θεωρούσε ότι ο εφεσείων προσπαθούσε να καρπωθεί ολόκληρο το μερίδιο του διαμερίσματος στο όνομα του, αντί του ½ που του αναλογούσε. Μάλιστα είχε ζητήσει περί αυτού νομική βοήθεια. Ο δικηγόρος της, ο ΜΚ16, δι΄επιστολής του ημερ. 18.6.2009 κατήγγειλε προς τους πωλητές του διαμερίσματος ότι η Σταυρούλλα Ιορδάνους (το θύμα) είχε πληροφορηθεί ότι ο εφεσείων, με δόλιο τέχνασμα και πλαστογραφώντας την υπογραφή της είχε επιχειρήσει και δυνατόν να είχε καταφέρει την ακύρωση του πωλητηρίου εγγράφου και την υπογραφή νέου. Όπως δε παρατήρησε το Κακουργιοδικείο αρκετές φορές τσακώθηκαν για το ζήτημα αυτό. Τα πράγματα χειροτέρεψαν όταν η Σταυρούλλα Ιορδάνους όντως διαπίστωσε ότι ο κατηγορούμενος είχε προχωρήσει να μεταβιβάσει στο όνομα του το μερίδιο της, χρησιμοποιώντας πλαστογραφημένο πληρεξούσιο έγγραφο. Η μεταβίβαση αυτή έλαβεν χώραν την 1.6.10. Η Σταυρούλλα Ιορδάνους είχε αντιδράσει πολύ έντονα στην ενέργεια αυτή.
Όμως, όπως επίσης παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, οι διαφορές τους ήταν ευρύτερες και κάλυπταν τις σχέσεις του θύματος με τα παιδιά της, αφού ο εφεσείων αντιδρούσε στη θέληση της συζύγου του, να υποστηρίζει οικονομικώς τα παιδιά της. Πέραν τούτου, στις 12.11.12, ο εφεσείων κατήγγειλε ψευδώς στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου ότι η Σταυρούλλα Ιορδάνους του είχε στείλει δήθεν απειλητικό μήνυμα, αναφέροντας συγκεκριμένα στον αστυφύλακα (ΜΚ17), ότι τούτο έγινε με αφορμή καυγά που είχαν τη μέρα εκείνη, στη βάση ότι τον ζήλευε παράφορα και νόμιζε συνεχώς ότι αυτός είχε εξωσυζυγικές σχέσεις, το οποίο, ως πρωτοδίκως σημειώνεται, δεν ήταν ψέμα. Το Κακουργιοδικείο κατέληξε στο κατ΄αρχήν συμπέρασμα ότι τα πιο πάνω στήριζαν κίνητρο του εφεσείοντα να φονεύσει το θύμα στη βάση κυρίως του ότι ήθελε να τη διαζευχθεί, αλλά του ήταν δύσκολο καθότι τον απειλούσε ότι θα τον κατάγγελλε στην Αστυνομία για το ζήτημα της πλαστογραφίας.
Να σημειώσουμε ότι τα πιο πάνω ευρήματα δεν προσβάλλονται με οποιονδήποτε λόγο έφεσης και δεν θα μας απασχολήσουν.
΄Οσον αφορά τα ευρήματα της επίδικης ημερομηνίας διάπραξης του αδικήματος μεταφέρουμε αυτούσιο το κείμενο από την απόφαση του Κακουργιοδικείου.
«Στις 10.12.12 και γύρω στις 19:30, με τον τρόπο που περιέγραψε ο Μάριος Φωτίου (ΜΚ4), κατηγορούμενος, θύμα και μάρτυς δείπνησαν στο διαμέρισμα του ζεύγους στην οδό Επτανήσου 14. Ο κατηγορούμενος ήταν κατηφής και σιωπηλός σε αντίθεση με άλλες προηγούμενες φορές. Αιωρείτο μια αίσθηση έντασης μεταξύ κατηγορούμενου και θύματος. Δεν είχαν όμως καυγαδίσει μεταξύ τους θύμα και κατηγορούμενος, τουλάχιστον μπροστά στον Μάριο Φωτίου (ΜΚ4), κατά τη διάρκεια του δείπνου. Τίποτε δεν προμήνυε το κακό που θα επακολουθούσε. Ο Μάριος Φωτίου (ΜΚ4), έφυγε από το διαμέρισμα γύρω στις 21:05. Μετάβηκε στο διαμέρισμα του, όπου και ασχολήθηκε με τα του πλυσίματος ρούχων στο πλυντήριο και παρακολούθησε τηλεόραση. Περίπου μια ώρα μετά που περατώθηκε το δείπνο και αποχώρησε από το διαμέρισμα ο Μάριος Φωτίου (ΜΚ4), για λόγους που δεν μπορούμε με την απαιτούμενη ασφάλεια να γνωρίζουμε ή αποδεκτώς να εικάσουμε στη βάση της παρουσιασθείσας μαρτυρίας που κρίναμε ως αξιόπιστη, ο κατηγορούμενος πήρε στα χέρια το κυνηγετικό του όπλο-Τεκμήριο 5, στόχευσε το αριστερό μέρος του κεφαλιού του θύματος (όπως αυτό καθόταν στον καναπέ επί του οποίου βρέθηκε αμέσως μετά το συμβάν) και από κοντινή απόσταση (30-75 εκατοστών από τις κάννες του κυνηγετικού όπλου-Τεκμήριο 5), πυροβόλησε την Σταυρούλλα Ιορδάνους (κατ' ανάλογο τρόπο αυτού που φαίνεται στις φωτογραφίες 44 - 47, 49 και 50 του σετ φωτογραφιών-Τεκμήριο 18), με σκοπό να την φονεύσει. Τούτο έγινε γύρω στις 22:00».
Περαιτέρω το Κακουργιοδικείο συμπέρανε ότι το είδος του όπλου και των πυρομαχικών που χρησιμοποίησε ο εφεσείων, σε συνδυασμό με την απόσταση από την οποία πυροβόλησε το θύμα και το σημείο επί του οποίου επέφερε το πλήγμα (δηλαδή στο κεφάλι) και σε συνάρτηση με τη φύση και έκταση των τραυματισμών, δεν άφηναν καμιά αμφιβολία περί της πρόθεσης θανάτωσης του θύματος. Εκτός από τα πιο πάνω, το Κακουργιοδικείο επεσήμανε ότι ως εκ της απουσίας μαρτυρίας δεν μπορούσε να γνωρίζει ούτε εάν το κυνηγετικό όπλο ήταν ήδη έμφορτο κατά την παραλαβή του από το εφεσείοντα ούτε αν οπλίστηκε απ΄αυτόν κατά την ώρα της τελικής εγκληματικής πράξης. Επίσης δεν είναι γνωστός ο λόγος της όποιας διένεξης ή αν έλαβε όντως χώρα κάποια αντιμαχία μεταξύ θύτη και θύματος στο διάστημα μετά την αποχώρηση του ΜΚ4. Ακριβώς το Κακουργιοδικείο ως εκ του διαπιστουμένου αυτού κενού δεν προχώρησε στη διατύπωση ύπαρξης προαπόφασης, από μέρους του εφεσείοντα, για θανάτωση του θύματος. Γι΄αυτό και η μη καταδίκη στο αδίκημα του φόνου εκ προμελέτης.
Η θέση που προώθησε η υπεράσπιση κατά την ακρόαση, αλλά και ενώπιον μας, ήταν ότι το θύμα αυτοκτόνησε.
Το Κακουργιοδικείο απέκλεισε αυτό το ενδεχόμενο ως εξής:
«Το τραύμα που δημιουργήθηκε ως εκ του πυροβολισμού από τον κατηγορούμενο, δεν μπορούσε να προέλθει από τη Σταυρούλλα Ιορδάνους. Προξενήθηκε από έξω προς τα μέσα, με φορά και γωνία πυροβολισμού ελαφρώς προς τα κάτω, κατά τα γενικότερα πρότυπα των θέσεων βολής που αποτυπώνονται στις φωτογραφίες 44-47 και 49-50 του σετ φωτογραφιών-Τεκμήριο 18. Δεν εντοπίστηκε αιθάλη ή υπολείμματα πυρίτιδος στη στοματική κοιλότητα ή σε οποιαδήποτε εγκαυματική περιοχή του τραύματος ή της γλώσσας του θύματος ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να συνηγορήσει υπέρ της εκδοχής του κατηγορούμενου, όπως εναργώς και πειστικώς εξήγησαν οι ιατροδικαστές Νικόλας Χαραλάμπους (ΜΚ39) και Σοφοκλής Σοφοκλέους (ΜΚ40), καθώς και ο βαλλιστής Andre De Villiers Horne (ΜΚ30). Η Σταυρούλλα Ιορδάνους δεν παρουσίαζε αυτοκτονικές τάσεις και ούτε γνώριζε να συναρμολογεί ή να χρησιμοποιεί όπλα, όπως και ούτε και θα μπορούσε ως εκ των διαστάσεων των χεριών της, σε συνδυασμό με εκείνες του όπλου-Τεκμήριο 5, να προκαλέσει στον εαυτό της τους θανατηφόρους τραυματισμούς που έλαβαν χώραν ως εκ του πυροβολισμού».
Προκύπτει λοιπόν σαφώς η σημασία της μαρτυρίας των μαρτύρων των ΜΚ39, 40 και 30 για την υπόθεση που στηρίζει η κατηγορούσα αρχή. Εξάλλου τα θετικά ευρήματα του Κακουργιοδικείου επί της αξιοπιστίας τους προσβάλλονται από τους πιο πάνω λόγους έφεσης, όπως αντίστοιχα προσβάλλεται και η αρνητική κατάταξη της μαρτυρίας της ΜΥ3 που κλήτευσε η Υπεράσπιση για να προωθήσει τη θέση της αυτοκτονίας. ΄Επεται, η ανάγκη εξέτασης και μελέτης του έργου της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των μαρτύρων αυτών από το Κακουργιοδικείο.
Απλώς για σκοπούς πληρότητας να αναφέρουμε πως η κατηγορούσα αρχή είχε καλέσει 50 μάρτυρες, ενώ ο εφεσείων, μετά που κλήθηκε σε απολογία, επέλεξε να προβεί σε ανώμοτη δήλωση - όπως είχε κάθε δικαίωμα να πράξει - καλώντας προς υπεράσπιση 4 μάρτυρες, εκ των οποίων την ΜΥ3.
Ο Andre De Villiers Horne (ΜΚ30), με αναφορά στη γραπτή του δήλωση-Έγγραφο ΚΘ, την οποία εξήγησε και ανέλυσε ως δικανικός εξεταστής πυροβόλων όπλων, πυρομαχικών, εργαλείων και άλλων εξετάσεων απτόμενων της δικανικής βαλλιστικής, αναφέρθηκε στο πυροβόλο όπλο-Τεκμήριο 5, καθώς και σε ζητήματα αφορώντα στον τρόπο θανάτωσης της Σταυρούλλας Ιορδάνους καθόσον αφορά στο πεδίο πραγματογνωμοσύνης του, απορρίπτοντας την εκδοχή περί αυτοπυροβολισμού του θύματος.
Ο Ιατροδικαστής Νικόλας Χαραλάμπους (ΜΚ39), αναφέρθηκε στην ιατροδικαστική εξέταση της Σταυρούλλας Ιορδάνους και της σκηνής του εγκλήματος στην οποία προέβη μαζί με τον Ιατροδικαστή Σοφοκλή Σοφοκλέους (ΜΚ40). Εξήγησε και ανέλυσε την αναπαράσταση που έλαβε χώραν στις 24.12.12, στο διαμέρισμα 102 της οδού Επτανήσου 14, στην Αραδίππου. Κατάληξη της ιατροδικαστικής εξέτασης ήταν ότι η Σταυρούλλα Ιορδάνους δεν αυτοκτόνησε αλλά δέχθηκε πυροβολισμό από κυνηγετικό όπλο, από κοντινή απόσταση.
Ο Ιατροδικαστής Σοφοκλής Σοφοκλέους (ΜΚ40), αναφέρθηκε και αυτός στην ιατροδικαστική εξέταση του θύματος και της σκηνής του εγκλήματος την οποία διενήργησε μαζί με τον Νικόλα Χαραλάμπους (ΜΚ39), εξηγώντας τα πορίσματα και συμπεράσματα του τα οποία συμβαδίζουν με αυτά των δύο άλλων μαρτύρων.
Για τους 3 μάρτυρες το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε συνολικά για την άριστη εικόνα που άφησαν ως μάρτυρες.
Παρακάτω επανήλθε στους ιδίους μάρτυρες ως εξής:
«Αναφορικώς με τη μαρτυρία του δικανικού εξεταστή πυροβόλων όπλων, Andre De Villiers Horne (ΜΚ30) - και ως συμπληρωματική διαπίστωση της αιτιολογίας που έχουμε ήδη δώσει περί της πολύ καλής εντύπωσης που μας δημιούργησε ως πραγματογνώμονας μάρτυς - δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε την εξαιρετικά λεπτομερή και απολύτως εμπεριστατωμένη τοποθέτηση του επί κάθε πτυχής επί της οποίας ρωτήθηκε και αφορούσε στην πραγματογνωμοσύνη του. Οι αναφορές του ήσαν πάντοτε αντικειμενικές και επαρκώς θεμελιωμένες, με αναφορά τόσο στην εμπειρική του τριβή όσο και στην ακαδημαϊκή του γνώση.
Σε ό,τι αφορά στη μαρτυρία των ιατροδικαστών Νικόλα Χαραλάμπους (ΜΚ39) και Σοφοκλή Σοφοκλέους (ΜΚ40) - και πέραν της γενικότερης θετικής εντύπωσης που μας δημιούργησαν, ως ανωτέρω περιγράψαμε - σημειώνουμε ότι και οι δυο ασχολήθηκαν πρωτογενώς και απευθείας τόσο με τη σκηνή του εγκλήματος όσο και με τη σορό της Σταυρούλλας Ιορδάνους, σε διάφορα στάδια της ιατροδικαστικής εξέτασης, με αποτέλεσμα (αλλά όχι μόνο γι' αυτό το λόγο), τα ευρήματα και διαπιστώσεις τους (σε συνδυασμό και με τη σαφή, πλήρη και λεπτομερή αιτιολογία που έδωσαν αναφορικώς με κάθε πτυχή των πραγμάτων που τους αφορούσε και επί των οποίων ρωτήθηκαν), να παραμείνουν αδιάσειστα και συμπαγή».
Παρατηρούμε ότι το Κακουργιοδικείο πείστηκε τόσο για την εμπειρογνωμοσύνη και τα προσόντα του ΜΚ30, όσο και για τις πλήρεις εξηγήσεις που έδωσε επί των εγειρομένων θεμάτων. Ο ΜΚ30 διενήργησε 3,000 δικανικές εξετάσεις πυροβόλων όπλων και εργαλείων. Εξέτασε δε μεγάλο αριθμό υποθέσεων, με θανάτωση από όπλα του ιδίου τύπου με το επίδικο. Εκτός από τις πιο πάνω παρατηρήσεις του Κακουργιοδικείου έχουμε ανατρέξει στα πρακτικά για να εξετάσουμε περαιτέρω τις αναφορές που έγιναν από το μάρτυρα αναφορικά με τον τρόπο εργασίας του και τα τελικά του πορίσματα.
Είναι χαρακτηριστικές οι ακόλουθες απαντήσεις του:
· Πρακτικά σελ.740 - «Σ΄αυτή την περίπτωση μου ζητήθηκε να βοηθήσω την Αστυνομία να καθορισθεί αν το θύμα πυροβόλησε τον εαυτό του ή αν το θύμα, το πυροβόλησε κάποιος άλλος. Για το θύμα, για να πυροβολήσει τον εαυτό του, πρέπει να διεξάγω δοκιμές που είναι πολύ κοντά στο σώμα και για δοκιμές για να επιβεβαιώσω αν κάποιος άλλος την πυροβόλησε, πρέπει επίσης να κάνω δοκιμές που είναι πιο μακριά από το σώμα. Από τα αποτελέσματα, από το μέγεθος του τραύματος, υπολόγισα ότι ένα καλό μέρος για να ξεκινήσω για τις δοκιμές μου, θα ήταν το 1.50cm οπόταν από εκεί ξεκίνησα και σταδιακά ερχόμουν πιο κοντά στο στόχο και τελείωσα τις δοκιμές μου με τον εξ επαφής πυροβολισμό όπου το στόμιο του όπλου ακουμπούσε το χαρτόνι».
· Πρακτικά σελ.701 - «Αν με ρωτήσετε εάν όντως πυροβόλησε τον εαυτό της η απάντηση είναι όχι. Γι΄αυτό, η μόνη άλλη πιθανότητα είναι ότι κάποιος άλλος την πυροβόλησε. Εξ αιτίας της έλλειψης απομειναριών, ύπαρξης καπνιάς εξ αιτίας της έλλειψης ζημιάς από τα αέρια και εξ αιτίας της έλλειψης πιτσιλίσματος από πιτσιλιές αίματος, πρέπει να έλθω στο συμπέρασμα ότι το θύμα πυροβολήθηκε σε μιαν απόσταση παραπάνω από 30 εκ. Λόγω του μάκρους του χεριού του θύματος είναι φυσικώς αδύνατο γι΄αυτήν να κρατά το στόμιο του όπλου με το ένα χέρι σε απόσταση μεγαλύτερη από 30 εκ. Με το ένα χέρι να το κρατά στο στόμιο και το άλλο χέρι να βρίσκεται περίπου στο κοντάκι. Οπότε δεν είναι δυνατό για το θύμα να έχει πυροβολήσει τον εαυτό του και γι΄αυτό είμαι σίγουρος».
Σημειώνεται ότι ο ΜΚ30 διενήργησε 7 εξετάσεις με σκοπό να καθορίσει την απόσταση από την οποία πυροβολήθηκε το θύμα με το όπλο τεκμ.5. Οι εξετάσεις αφορούσαν πυροβολισμούς πάνω σε λευκούς πίνακες από απόσταση 150, 100, 75, 50, 30, 15εκ. και εξ επαφής. Περαιτέρω, διατυπώθηκε η άποψη του ότι δεν τίθετο θέμα αυτοπυροβολισμού, εκτός των πιο πάνω, λόγω του ότι εάν ο πυροβολισμός ήταν εξ επαφής, η πληγή θα ήταν πιο καταστροφική. «το κρανίο θα ήταν εντελώς ανοικτό, ο εγκέφαλος θα ήταν έξω από το κρανίο και θα υπήρχαν αίμα και ιστοί στο ταβάνι και στους τοίχους». Προς επίρρωση της θέσης ότι πρόκειται για πυροβολισμό από άλλο άτομο, ανέφερε και τα ακόλουθα:
Πρακτικά σελ.647: Σκέψεις για την εισήγηση Β΄
«Το δρομολόγιο του πυροβολισμού είναι πιο συμβατό με τον πυροβολισμό να έχει γίνει από άλλο άτομο. Παρόλο που το δρομολόγιο μπορεί να έχει επιτευχθεί από το θύμα, θα προκαλούσε πολύ μεγάλη κλήση, γύρισμα ούτως ώστε να τοποθετηθεί το κεφάλι της με τέτοιο τρόπο και δεν υπάρχει εμφανής λόγος για αυτό. Επιπρόσθετα με αυτό ούτως ώστε το θύμα να επιτύχει ένα τέτοιο δρομολόγιο, η σφαίρα θα έπρεπε να είναι σε επαφή ή να είναι εξ επαφής/κοντά εξ επαφής».
Ο ΜΚ30 καταλήγει να υιοθετήσει ως ορθή την εισήγηση Β΄, (δηλαδή τον πυροβολισμό από άλλο άτομο) και λάθος την εισήγηση Α (δηλαδή για αυτοπυροβολισμό) αναφέροντας ότι ο χαρακτήρας της πληγής είναι συμβατός με πυροβολισμό που έγινε από απόσταση ανάμεσα σε 30cm και 75cm, (αλλά όχι παραπάνω από 75cm).
Το συμπέρασμα του καταγράφεται ως εξής:
«Κατά τη γνώμη μου:
· Η κυρία Ιορδάνους Σταυρούλα δέχθηκε ένα μοιραίο τραύμα από πυροβολισμό στο κεφάλι με δωδεκάρι εκτιμητή όπλο. Η πληγή εισόδου ήταν στην αριστερή μεριά του κεφαλιού και στο άνω μέρος του λοβού του αυτιού της. Δεν υπήρχε πληγή εξόδου. Ο πυροβολισμός έγινε από πολύ κοντινή απόσταση.
· Το όπλο μάρκας Browning, με αριθμό 55843ΖΜ, ήταν σε καλή λειτουργήσιμη κατάσταση και δεν ήταν επιρρεπές σε κατά λάθος εκπυρσοκροτισμό.
· Έχω σκεφθεί τις εισηγήσεις Α και Β και γι' αυτούς τους λόγους που έχουν περιγραφεί πιο πάνω η εισήγηση Α δεν είναι εφικτή και οπόταν η εισήγηση Β πρέπει να είναι αληθινή. Η κυρία Σταυρούλα δεν μπορούσε να πυροβολήσει τον εαυτό της με το αποτέλεσμα της πληγής που έχω παρατηρήσει στις φωτογραφίες που μου έδειξαν και ως περιγράφηκαν στην αναφορά του παθολόγου. Πυροβολήθηκε από πολύ κοντινή απόσταση, η οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί εάν ένα άλλο άτομο κρατούσε το όπλο».
΄Εχουμε διαπιστώσει από τις απαντήσεις στις ερωτήσεις τόσο της κατηγορούσας αρχής όσο και της υπεράσπισης, ότι ο μάρτυρας παρέθεσε πλήρη στοιχεία για τον τρόπο εργασίας του, την αναλυτική μέθοδο εξαγωγής συμπερασμάτων που ακολούθησε και τα πορίσματα που, με επιστημονικό λόγο και αιτιολογία, παρέθεσε. Δεν μπορούμε λοιπόν παρά να υιοθετήσουμε ως ορθή, την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, εφόσον κανένα περιθώριο επέμβασης μας, δεν υπάρχει ως προς το γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τα πορίσματα του μάρτυρα αυτού.
Κατ΄αναλογία το ίδιο ισχύει και για τους ΜΚ39 και ΜΚ40 τα πορίσματα των οποίων συμβαδίζουν με αυτά του ΜΚ30. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που κατέθεσε ο ΜΚ39 Νικόλας Χαραλάμπους, ότι δηλαδή το τραύμα στην αριστερή κροταφική χώρα του θύματος ήταν τραύμα εισόδου και όχι εξόδου, καθότι το θύμα πυροβολήθηκε από κοντινή απόσταση όπου τα σφαιρίδια του όπλου εισήλθαν όλα στο τραύμα. (Δεν υπήρξε διασπορά σφαιριδίων). Στην περίπτωση του θύματος δεν υπήρχε εγκαυματική περιοχή ή αιθάλη στο τραύμα, στοιχεία που θα παρέπεμπαν σε αυτοπυροβολισμό. Επίσης παρατηρούνται λεπτομερείς και αιτιολογημένες αναφορές των ΜΚ39 και 40. Ως εκ τούτου δεν υπάρχουν περιθώρια επέμβασης μας στον τρόπο που το Δικαστήριο αποδέχτηκε τη μαρτυρία τους.
Αναφορικά τώρα με την ΜΥ3, Αστερία Παπαυδή, το Κακουργιοδικείο όντως υπήρξε έντονο στην απόρριψη της μαρτυρίας της, (κάτι που τόνισε ως αρνητικό ο εφεσείων). Εν πάση περιπτώσει η αιτιολογία που στηρίζει την κρίση του αυτή δεν παρουσιάζεται να έχει ρωγμές ή κενά. Εξάλλου, αυτό είναι το ζητούμενο. Το Κακουργιοδικείο εξήγησε ότι ούτε καν τα προσόντα της ως προς το επίδικο θέμα, της βαλλιστικής δικανικής, το έπεισαν ότι είναι εμπειρογνώμων. Περαιτέρω, δεν πείστηκε για την ad hoc άποψη της, ως προς το θέμα του αυτοπυροβολισμού. Ιδιαίτερα αρνητικό υπήρξε το γεγονός ότι η ΜΥ3 φάνηκε να μην είναι αντικειμενική. Η έλλειψη αντικειμενικότητας της μάρτυρος την οποία το Κακουργιοδικείο εξήγησε παραθέτοντας περισσότερο από 3 παραδείγματα, εκ της μαρτυρίας της, υπήρξε καθοριστική στην εντέλει κρίση του Δικαστηρίου.
Δεν θα επαναλάβουμε τα σημεία τα οποία το Δικαστήριο έκρινε ως τέτοια. Αφορούσαν, εν πάση περιπτώσει, προσπάθεια της μάρτυρος να εξηγήσει συμπεριφορές του ίδιου του εφεσείοντα έξω από το θεσμικό πλαίσιο που θα αναμένετο από ένα εμπειρογνώμονα μάρτυρα. Περαιτέρω, το Κακουργιοδικείο εξήγησε γιατί απορρίπτει και τη θεώρηση της για τον αυτοπυροβολισμό. Θέτουμε ένα μικρό απόσπασμα από τη συναφή κρίση του Κακουργιοδικείου.
"Η μάρτυς δεν είχε πείρα ως ιατροδικαστής σε υποθέσεις πρόκλησης θανάτου με κυνηγετικά όπλα αλλά ούτε και χειρίστηκε ποτέ περιπτώσεις αυτοκτονιών με τέτοια όπλα. Κατ' ακολουθίαν, δεν είχε ούτε και εμπειρία σε σχέση με τραύματα εισόδου και εξόδου που προκαλούνται από κυνηγετικά όπλα και ιδιαίτερα με τραύματα κρανίου, όπως αυτό της Σταυρούλλας Ιορδάνους στην προκειμένη περίπτωση. Την απουσία εμπειρικής γνώσης της μάρτυρος την προσεγγίσαμε, θα πρέπει να πούμε, με κάποια ελαστικότητα γνωρίζοντας ότι μια τέτοια πρακτική εμπειρία μπορεί να συμπληρωθεί από ακαδημαϊκή γνώση επί του συγκεκριμένου αντικειμένου. Μολαταύτα, βλέποντας τα πράγματα και μέσα από αυτό το φακό και αξιολογώντας τις γνώσεις της και τον τρόπο που απαντούσε επί των συναφών τούτων ζητημάτων με αναφορά ενίοτε και σε βιβλιογραφία, καθόλου δεν ικανοποιηθήκαμε ότι οι αναφορές της θα μπορούσαν να καταταχθούν ως τέτοιας βαρύνουσας σημασίας και επιστημοσύνης ώστε να μας παράσχουν αντικειμενικώς και ασφαλώς το αναγκαίο εκείνο υπόβαθρο με βάση το οποίο θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε ανάλογα συμπεράσματα. Επισημαίνουμε επίσης - και τούτο είναι πολύ σημαντικό για ό,τι εδώ αφορά - ότι μολονότι η μάρτυς άφησε να νοηθεί ότι γνώριζε καλώς περί της βαλλιστικής ειδικότητας, δεν κατείχε την ειδικότητα αυτή όπως σε κάποια στιγμή αναγκάστηκε να παραδεχθεί, με αποτέλεσμα όλες οι σχετικές αναφορές της επί ζητημάτων που άπτονται της βαλλιστικής επιστήμης να παραγνωρίζονται για ό,τι εδώ είναι που προβληματίζει. Προσπάθησε επίσης να πείσει - ανεπιτυχώς και πάλι - ότι καθόλου δεν θα βοηθούσε ή θα επηρέαζε τη δυνατότητα εξαγωγής από μέρους της σχετικών συμπερασμάτων το αν διενεργούσε η ίδια τη νεκροψία του θύματος ή, κατά το ελάσσον, το αν θα ήταν παρούσα κατά την εν λόγω διαδικασία, προσπαθώντας μάλιστα να επιβάλει τη θέση ότι εντόπισε αιθάλη σε σημείο της στοματικής κοιλότητας του θύματος βασιζόμενη για το συμπέρασμα της αυτό στο χρώμα της εγκαυματικής περιοχής στο οποίο παρέπεμψε κατά τη μαρτυρία της και δη - κατά παράδειγμα - στη φωτογραφία-Τεκμήριο 175. Η παρουσία αιθάλης - για να αναδείξουμε τη σημασία του πράγματος στην ευρύτερη εκδοχή που προώθησε ο κατηγορούμενος - αποτέλεσε για την Υπεράσπιση την αιχμή του δόρατος των εισηγήσεων της, αφού η παρουσία της αιθάλης τούτης στην υπό συζήτηση στοματική περιοχή αποτελεί κατά γενικό κανόνα χαρακτηριστικό των τραυμάτων που προέρχονται από αυτοπυροβολισμό με πυροβόλο όπλο από πολύ μικρή απόσταση ή και εξ επαφής. Η μάρτυς δεν κατάφερε επίσης να εξηγήσει πειστικώς και επαρκώς πώς και τα σκάγια που απεικονίζονται στη φωτογραφία 22 του σετ φωτογραφιών- Τεκμήριο 16 βρίσκονταν κάτω από τη μεμβράνη που συγκρατεί τον εγκέφαλο του θύματος και όχι στο πάνω μέρος της. Ούτε και κατόρθωσε να εξηγήσει επιστημονικώς, σαφώς και πειστικώς, πώς η θέση του σώματος της Μαρίας Κυπριανού (ΜΥ1), κατά την αναπαράσταση που υποτίθεται ότι η τελευταία διενήργησε, κατά τα εμφανιζόμενα στη φωτογραφία-Τεκμήριο 177, συνάδει με το τραύμα στην αριστερή κροταφοβρεγματική χώρα του θύματος, αλλά ούτε και το γιατί δεν εντοπίστηκαν σκάγια στον περιβάλλοντα χώρο και στον καναπέ επί του οποίου βρέθηκε καθήμενο το θύμα παρά το γεγονός ότι η μάρτυς χαρακτήρισε το επίδικο τραύμα ως σαφώς και αμετακλήτως τραύμα εξόδου (δηλαδή, από την περιοχή του στόματος του θύματος προς τα πάνω, με έξοδο από την αριστερή κροταφοβρεγματική χώρα) και όχι βεβαίως ως τραύμα εισόδου με αντίστροφη φορά."
Πέραν της απόρριψης της ΜΥ3 σημειώνεται πως και για την ως άνω Μαρία Κυπριανού (ΜΥ1) και την κατ΄ισχυρισμόν αναπαράσταση που διενήργησε, το Κακουργιοδικείο έκρινε την όλη της εκδοχή αναξιόπιστη. Στα πλαίσια αυτά να επαναλάβουμε ότι η λοιπή διεργασία του πρωτόδικου δικαστηρίου (ακόμη και το πώς απέρριψε την ανώμοτη δήλωση του εφεσείοντα), δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης. Η δε προσπάθεια που έγινε εμμέσως δια του διαγράμματος και της προφορικής αγόρευσης, να τεθούν θέματα, εκτός του πλαισίου των λόγων έφεσης, δεν είναι θεσμικά επιτρεπτή.
Συνεπώς και σε αυτή την πτυχή της έφεσης ο εφεσείων δεν μπορεί να επιτύχει. Θυμίζουμε ότι χρειάζονται ιδιαίτερα πειστικοί λόγοι για αναίρεση ευρημάτων αξιοπιστίας. (Βλ. Ιωακείμ ν. Ιωαννίδη (1991)1 Α.Α.Δ. 996 και Κυπριανού ν. Αστυνομίας (2008)2 Α.Α.Δ. 816).
Ο εφεσείων επίσης μέμφεται το Κακουργιοδικείο επί τω ότι δεν αντιπαρέβαλε τη μαρτυρία της ΜΥ3 με αυτή των ΜΚ30, 39 και 40, ως όφειλε να πράξει. ΄Εχει ορθά τονισθεί από τη νομολογία μας ότι είναι «επιθυμητό η μαρτυρία να συσχετίζεται, να αντιπαραβάλλεται και να διερευνάται με την υποκειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων, προσέγγιση η οποία επαυξάνει το κύρος των ευρημάτων και ενισχύει την πίστη του κοινού στη δικαστική αποστολή». (Βλ. Στυλιανίδη ν. Χ΄Πιέρα (1992)1 Α.Α.Δ. 1056 και Μustafa v. Κακούρη (2002)1 Α.Α.Δ. 165). Όμως, αυτή η αντιπαραβολή μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Το Κακουργιοδικείο, αφού θεώρησε τη ΜΥ3 ως μη αντικειμενική και απέρριψε τη μαρτυρία της για τους λόγους που αναλυτικά εκθέτει, στην ουσία προέβη σε αντιπαραβολή εκδοχών, αφού εξήγησε γιατί η θέση της μάρτυρος (για αυτοπυροβολισμό) - αντίθετη της θέσης των ΜΚ30, 39 και 40 - δεν μπορούσε να πείσει.
Με βάση τα πιο πάνω οι σχετικοί λόγοι έφεσης 1, 2 και 3 απορρίπτονται.
Για τον 4ο λόγο έφεσης δεν έχουμε να πούμε πολλά. Η μαρτυρία που προσβάλλεται με αυτό το λόγο έφεσης, είναι του ΜΚ24 - ψυχιάτρου. Όπως ορθά έθεσε το θέμα το Κακουργιοδικείο, ο μάρτυρας αυτός δεν μπορούσε να έχει αξία ως προς τη θεωρητική άποψη που εξέφρασε για το ότι το θύμα δεν είχε αυτοκτονικές τάσεις, αφού δεν υπήρξε πρωτογενής αξιολόγηση. ΄Επεται ότι, εφόσον το Κακουργιοδικείο δεν έδωσε οποιαδήποτε αξία στην πιο πάνω ουσιαστική πτυχή της μαρτυρίας του, δεν υπάρχει σκοπιμότητα εξέτασης του σχετικού λόγου έφεσης, ο οποίος και απορρίπτεται.
Ο 5ος και 6ος λόγος έφεσης ενώ διατυπώνονται ως ξεχωριστοί, σαφώς και παραπέμπουν στους προηγούμενους λόγους που αφορούν την πρωτόδικη αξιολόγηση της μαρτυρίας. Με δεδομένο ότι το Εφετείο δεν έχει εντοπίσει σφάλμα στο έργο του Κακουργιοδικείου αναφορικά με την αξιολόγηση των πιο πάνω μαρτύρων, συνάγεται ότι και ο 5ος και 6ος λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθούν.
Παραμένει για εξέταση ο 7ος λόγος έφεσης που αφορά την ποινή. Όπως ήδη αναφέραμε ο εφεσείων καταδικάστηκε σε 20ετή φυλάκιση, για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, το οποίο τιμωρείται με βάση το νόμο μέχρι και δια βίου φυλάκιση. ΄Εχουμε εξετάσει όλα τα προβαλλόμενα από τον εφεσείοντα επ΄αυτής της πτυχής θέματα και όπως είναι γνωστό το πρωταρχικό καθήκον επιβολής της ποινής βρίσκεται στους ώμους του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το Εφετείο επεμβαίνει μόνον όταν καταδεικνύεται ότι υπήρξε σφάλμα αρχής ή όταν η ποινή είναι έκδηλα υπερβολική ή ανεπαρκής. (Βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1991)2 A.A.Δ. 525). Το ανώτατο αγαθό που προστατεύεται από το νόμο είναι αυτό της ανθρώπινης ζωής, γι΄αυτό και η ανώτατη προνοούμενη ποινή είναι η ισόβια κάθειρξη. Ο εφεσείων, ενεργώντας με τον τρόπο που εξηγήθηκε, αφαίρεσε τη ζωή από το θύμα χωρίς δισταγμό και, όπως αναφέρει το Κακουργιοδικείο, χωρίς κανένα προφανή λόγο και αιτία. Εκτέλεσε, όπως αναφέρθηκε, τη σύζυγο του Σταυρούλα Ιορδάνους, χρησιμοποιώντας κυνηγετικό όπλο από κοντινή απόσταση σημαδεύοντας και πυροβολώντας την, ενώ αυτή καθόταν στον καναπέ του διαμερίσματος της με ανοικτή την τηλεόραση. Η αφαίρεση του πιο πολύτιμου αγαθού, δηλαδή της ανθρώπινης ζωής πρέπει να τιμωρείται αυστηρά. Δεν θα υπεισέλθουμε σε σχολιασμό της κάθε μιας των αποφάσεων που παραθέτει ο εφεσείων για ποινές που επιβλήθηκαν σε αδικήματα ανθρωποκτονίας. ΄Οπως επανειλημμένα έχει αναφερθεί, η αναφορά σε προηγούμενες αυθεντίες σε συνάρτηση με το θέμα της ποινής δεν έχει το στοιχείο της δεσμευτικότητας της νομολογίας, όπως έχει εξηγηθεί και πρόσφατα στη Valdez ν. Δημοκρατίας, Ποιν.εφ.144/16 κ.ά., 21.2.2017 και στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Κωνσταντίνου, Ποιν.έφ.147/17, 13.3.2018, ECLI:CY:AD:2018:B112. Συνήθως η νομολογία που το Δικαστήριο παραθέτει είναι απλώς ενδεικτική των τάσεων που αφορούν ποινές ανθρωποκτονίας, ένα αδίκημα που εν τοις πράγμασι μπορεί να διαπραχθεί με άπειρους τρόπους. Δεν είναι έργο του Εφετείου να απαριθμήσει άλλες αυθεντίες και να τις συγκρίνει με την παρούσα, ως προς τα γεγονότα. Είναι αρκετό ότι από την ποινή και την αιτιολογία της προκύπτει η ορθότητα της. Δεν θα δεχτούμε ως ορθή τη θέση του εφεσείοντα ότι το Κακουργιοδικείο δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στη νομολογία. Σχολιάστηκε ότι στην κρινόμενη περίπτωση δεν ήταν γνωστές οι επιμέρους συνθήκες που οδήγησαν στο έγκλημα τη συγκεκριμένη στιγμή και ότι δεν κατεδείχθη πρόκληση, όπως ισχυρίζεται ο εφεσείων, με συνέπεια η υπόθεση να μην κατατάσσεται στο μεταίχμιο του φόνου εκ προμελέτης. Στη βάση αυτών των ισχυρισμών προβλήθηκε το επιχείρημα ότι η υπόθεση Selim ν. Δημοκρατίας, (2011)2 Α.Α.Δ.199 δεν ήταν σχετική και λανθασμένα αναφέρθηκε από το Κακουργιοδικείο. Στην ως άνω υπόθεση επιβλήθηκε ποινή 20ετούς φυλάκισης κατόπιν παραδοχής του εφεσείοντα (ετών 42) σε υπόθεση ανθρωποκτονίας όταν λόγω ζήλειας στραγγάλισε τη σύζυγο του. Υπήρξε κάποιου είδους πρόκληση αλλά ο εφεσείων είχε παραδεχτεί, σ΄εκείνη την υπόθεση, σε αντίθεση με την παρούσα.
Ορθά το Κακουργιοδικείο επί του θέματος της ποινής, ανέφερε ότι καμία υπόθεση δεν είναι ακριβώς όμοια με άλλη, οπότε κατ΄ακολουθίαν της νομολογίας δεν είναι απόλυτα σχετικές οι ποινές που επιβάλλονται σε άλλες υποθέσεις. Εξίσου ορθή ήταν και η προσέγγιση του σε συνάρτηση με την αυστηρότητα με την οποία πρέπει να αντικρίζονται υποθέσεις που αφορούν σε αφαίρεση ανθρώπινης ζωής.
Κρίνουμε ότι, υπό τας περιστάσεις, δεν χωρεί πεδίο επέμβασης μας, καθότι η ποινή δεν είναι έκδηλα υπερβολική. Συνεπώς η έφεση και επί της ποινής απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται στην ολότητα της, για τους λόγους που εξηγήσαμε πιο πάνω.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.