ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:B90
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Εφεση Αρ. 70/2017)
27 Φεβρουαρίου, 2018
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΑΓΓΕΛΗ,
Εφεσείων,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_ _ _ _ _ _
Η. Στεφάνου, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Παπαλοϊζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, με απόφαση Πλειοψηφίας, έκρινε τον Εφεσείοντα - κατηγορούμενο 2, ένοχο σε τέσσερις κατηγορίες:
1. Συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος, ήτοι της προμήθειας ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β, συγκεκριμένα κάνναβης από την οποία δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, συνολικού βάρους τριών κιλών και 991,9 γραμμαρίων, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας.
2. Προμήθειας του προαναφερθέντος ελεγχόμενου φαρμάκου σε τρίτο πρόσωπο.
3. Κατοχής με σκοπό την προμήθεια του πιο πάνω φαρμάκου σε άλλο και,
4. Κατοχής του εν λόγω ελεγχόμενου φαρμάκου.
Τα ουσιαστικά για την υπόθεση γεγονότα μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως:
Την 1.6.2016, κατόπιν πληροφορίας ότι τρίτο πρόσωπο θα παραλάμβανε μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών, μέλη της Αστυνομίας μετέβηκαν στα Λύμπια και έθεσαν την περιοχή υπό παρακολούθηση. Γύρω στις 15:00 εντοπίστηκε όχημα με αριθμό εγγραφής ΚΤG 676 (το οποίο θα αναφέρεται στη συνέχεια ως το KTG) με οδηγό τον πρώην κατηγορούμενο 1 στον κυκλικό κόμβο Λυμπιών κατευθυνόμενο προς τα Λύμπια. Το όχημα τέθηκε υπό παρακολούθηση και μέλος της ΥΚΑΝ (ο ΜΚ2) ακολούθησε το όχημα προς τα Λύμπια, όπου το είδε να συναντά δεύτερο όχημα με αριθμό εγγραφής ΚJK 862 (το οποίο στη συνέχεια θα αναφέρεται ως το KJK), με οδηγό τον Εφεσείοντα. Μετά από συνομιλία λίγων δευτερολέπτων τα δύο οχήματα κατευθύνθηκαν προς τον κυκλικό κόμβο Λυμπιών. Σε απόσταση 50-70 μέτρων πριν από τον κόμβο, το KJK στάθμευσε έξω από παρακείμενα καταστήματα και ο Εφεσείοντας κατέβηκε από το όχημά του και εισήλθε ως συνοδηγός στο ΚΤG. Ακολούθως το ΚΤG με οδηγό τον πρώην κατηγορούμενο 1 και συνοδηγό τον Εφεσείοντα κατευθύνθηκε προς το Δάλι. Σε κάποιο σημείο έκαμε επαναστροφή και επέστρεψε στον κυκλικό κόμβο. Αμέσως μετά κατευθύνθηκε προς τον αυτοκινητόδρομο, έκαμε ξανά επαναστροφή, κατευθύνθηκε προς τον κυκλικό κόμβο Λυμπιών στον οποίο και εισήλθε και ακολούθως έκαμε κύκλο, κατευθυνόμενο εκ νέου προς τον αυτοκινητόδρομο. Σε κάποιο σημείο σταμάτησε δίπλα από το όχημα με αριθμό εγγραφής KEN 892 (το οποίο στη συνέχεια θα αναφέρεται ως το ΚΕΝ), το οποίο ήταν σταθμευμένο στη λωρίδα ασφαλείας της αριστερής άκρης του δρόμου με κατεύθυνση προς τον αυτοκινητόδρομο. Τα δύο οχήματα παρέμειναν για λίγα δευτερόλεπτα δίπλα το ένα από το άλλο. Στο διάστημα αυτό ο οδηγός του ΚΕΝ έδωσε ένα μεγάλο αντικείμενο από το παράθυρο του οδηγού στον Εφεσείοντα, ο οποίος το παρέλαβε μέσα από το παράθυρο του συνοδηγού του οχήματος KTG στο οποίο και επέβαινε. Αμέσως μετά ο Εφεσείων κατέβηκε από το ΚΤG, χωρίς να κρατά ο,τιδήποτε και το ΚΤG αναχώρησε από το μέρος προς τον αυτοκινητόδρομο με κατεύθυνση τη Λευκωσία. Ο Εφεσείων επέστρεψε στο σημείο όπου ήταν σταθμευμένο το αυτοκίνητό του, το KJK, στο οποίο και εισήλθε. Το ΚΤG εξήλθε από τον αυτοκινητόδρομο από την έξοδο Τσερίου και κατευθύνθηκε προς το Τσέρι. Όταν σταμάτησε στα φώτα τροχαίας του παρακαμπτήριου δρόμου Τσερίου, στις 15:22, ανεκόπη από την Αστυνομία. Παρά τις προσπάθειες του οδηγού του ΚΤG να διαφύγει, το όχημα ακινητοποιήθηκε και κατά την έρευνα του οχήματος εντοπίστηκαν στο πάτωμα, στη θέση του συνοδηγού, δύο πράσινες νάϋλον τσάντες, οι οποίες περιείχαν η κάθε μια από δύο νάϋλον συσκευασίες με ξηρή φυτική ύλη, ομοιάζουσα με κάνναβη. Σύμφωνα με τις επιστημονικές εξετάσεις που ακολούθησαν οι συσκευασίες περιείχαν το ελεγχόμενο φάρμακο που αφορά τις κατηγορίες. Σε μία από τις πράσινες νάϋλον τσάντες, τεκμήριο 1, εντοπίστηκε δακτυλικό αποτύπωμα του Εφεσείοντα, συγκεκριμένα σε χαμηλό σημείο επί του εξωτερικού μέρους αυτής. Ηταν η κατάληξη του Κακουργιοδικείου, στην απόφαση της Πλειοψηφίας, ότι τα αντικείμενα τα οποία παρέλαβε ο Εφεσείοντας από το όχημα ΚΕΝ και τοποθέτησε στο όχημα ΚΤG, ήταν οι επίδικες συσκευασίες με τα ναρκωτικά, όπως αυτές ανευρέθηκαν στο πάτωμα της θέσης του συνοδηγού κατά την ανακοπή του ΚΤG από την Αστυνομία στον παρακαμπτήριο δρόμο Τσερίου.
Με τα πιο πάνω ως δεδομένα και τα οποία συνιστούσαν τα ευρήματα του Δικαστηρίου - όπως προέκυψαν μέσα από σειρά παραδεκτών γεγονότων αλλά και την αποδοχή των καθοριστικών για την υπόθεση στοιχείων της μαρτυρίας που πρόσφερε η Κατηγορούσα Αρχή - ήταν η κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι απεδείχθη πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας η ενοχή του Εφεσείοντα στις κατηγορίες που αντιμετώπιζε. Τελικά του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης έξι ετών σε σχέση με την κατηγορία της προμήθειας ελεγχόμενου φαρμάκου σε τρίτο πρόσωπο. Στις υπόλοιπες δεν επιβλήθηκε ποινή, αφού τα γεγονότα τους εμπεριέχονταν στην πιο πάνω κατηγορία.
Η πρωτόδικη κρίση επί της καταδίκης, προσβάλλεται με 13 συνολικά λόγους έφεσης, οι οποίοι, εν πολλοίς, συμπλέκονται και αφορούν, βασικά, αφενός στην ορθότητα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και αφετέρου την κατάληξη περί ύπαρξης ικανοποιητικής περιστατικής μαρτυρίας προς καταγραφή συμπεράσματος ενοχής. Πιο αναλυτικά:
Με τους λόγους έφεσης 1, 2, 7, 8 και 9 προσβάλλεται ουσιαστικά η κρίση της Πλειοψηφίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα, της γνώσης του Εφεσείοντα περί του είδους της συναλλαγής που λάμβανε χώραν και της ηθελημένης εμπλοκής του. Προβάλλεται η εισήγηση ότι λανθασμένα κρίθηκε από την Πλειοψηφία ότι ο ρόλος του Εφεσείοντα δεν ήταν αυτός του απλού, αμέτοχου, θεατή, ότι, επίσης λανθασμένα, κρίθηκε ότι το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης δεν άφηνε περιθώρια για εναλλακτικές πιθανότητες ή εκδοχές όπως τις είχε θέσει η υπεράσπιση και ότι παρεισέφρησαν αυθαίρετα ευρήματα τα οποία, εσφαλμένα, χρησιμοποιήθηκαν ως μέρος της περιστατικής μαρτυρίας.
Με τους λόγους έφεσης 3, 4, 6, 10, 11 και 13, πλήττονται ως λανθασμένα ευρήματα της Πλειοψηφίας σε σχέση με την αξιολόγηση στοιχείων του μαρτυρικού υλικού, στα οποία, αναλυτικότερα, θα αναφερθούμε σε κατοπινό στάδιο της απόφασής μας.
Με τον πέμπτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως μεμπτό το εύρημα της Πλειοψηφίας περί εφαρμογής της αρχής res gestae, ως μέρος των πεπραγμένων, σε αναφορές του ΜΚ5 σχετικά με ενημέρωση που είχε μέσω ασυρμάτου για τη διαδρομή διακίνησης του ΚΤG και την ύπαρξη συνεχούς οπτικής επαφής της Αστυνομίας με το εν λόγω όχημα μέχρι και την ανακοπή του.
Τέλος, με τον δωδέκατο λόγο έφεσης προωθείται η θέση ότι το εύρημα της Πλειοψηφίας περί απόδειξης των κατηγοριών της κατοχής και της κατοχής με σκοπό την προμήθεια είναι λανθασμένο.
Ως ζήτημα λογικής προτεραιότητας, θα πρέπει να εξετασθούν πρώτα οι λόγοι έφεσης που καλύπτουν την προσέγγιση της Πλειοψηφίας ως προς την αξιολόγηση της ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου μαρτυρίας, αφού μέσω της αξιολόγησης εξήχθησαν και τα ανάλογα ευρήματα τα οποία και συνέθεσαν στο τέλος τους κρίκους της περιστατικής μαρτυρίας που οδήγησαν στην τελική κρίση. Στη συνέχεια, θα εξετασθούν τα στοιχεία της περιστατικής μαρτυρίας, ούτως ώστε να αποφασισθεί κατά πόσο αυτά, σωρευτικά, συνιστούν τους αδιάσπαστους κρίκους που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ένα και μόνο συμπέρασμα, αυτό της ενοχής του Εφεσείοντα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Προτού υπεισέλθουμε στην αναλυτική εξέταση των λόγων έφεσης που καλύπτουν ζητήματα αξιολόγησης της μαρτυρίας, ορθό είναι να παρεμβάλουμε τις σχετικές αρχές που διέπουν το υπό αναφορά ζήτημα και τα περιθώρια επέμβασης του Εφετείου.
Η νομολογία επί του θέματος είναι ευθυγραμμισμένη. Λέχθηκαν, σχετικά, τα ακόλουθα στην πρόσφατη απόφαση Παπανδρέας Αθανάση ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφεση Αρ. 45/2014, ημερ. 5.10.2016, ECLI:CY:AD:2016:B470:
«Με δεδομένο ότι τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου βασίζονται κυρίως πάνω στην αξιολόγηση της προφορικής μαρτυρίας που παρουσιάζεται, μπορεί να αποτυπωθεί ως απόσταγμα της όλης σχετικής νομολογίας, ότι το ζήτημα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και συνακόλουθα της αξιοπιστίας των μαρτύρων, ανήκει στο πρωτόδικο δικαστήριο, το οποίο έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει, στα πλαίσια της ενώπιόν του ζωντανής διαδικασίας την όλη συμπεριφορά των μαρτύρων. Η εξουσία του Εφετείου για επέμβαση στα ευρήματα αξιοπιστίας ή στα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, θα πρέπει πάντοτε να ασκείται με μεγάλη προσοχή, ακριβώς ώστε να μην εξουδετερώνεται το μεγάλο πλεονέκτημα που έχει το πρωτόδικο δικαστήριο της άμεσης επαφής με τους μάρτυρες. Ως εκ τούτου, το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν η αξιολόγηση της μαρτυρίας ή τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου συγκρούονται με την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του. Σε σχέση με ζητήματα αντιφάσεων στη μαρτυρία, επέμβαση του Εφετείου χωρεί στην περίπτωση και μόνο όπου αυτές είναι τέτοιας μορφής που να δημιουργούν ρήγμα στην υπόθεση. Ως τέτοιες μπορούν να καθορισθούν οι αντιφάσεις οι οποίες, υπό το φως της φύσης της υπόθεσης και του ζητήματος που καλύπτουν, πλήττουν καίρια την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή φανερώνουν διάθεση καταφυγής στο ψεύδος.»
Υπό το φως των πιο πάνω αρχών, θα εξετάσουμε τους σχετικούς λόγους έφεσης.
Οι λόγοι έφεσης 3 και 4 προσβάλλουν ως λανθασμένο το εύρημα της Πλειοψηφίας περί αξιοπιστίας των αστυνομικών, μαρτύρων κατηγορίας 3 και 5 και το συνακόλουθο εύρημα, εδραζόμενο στην πιο πάνω μαρτυρία, ότι η προσκομισθείσα εκ μέρους της Κατηγορούσας Αρχής μαρτυρία απέδειξε τη συνεχή παρακολούθηση του οχήματος ΚΤG από το σημείο του κυκλικού κόμβου Λυμπιών μέχρι το σημείο που βρισκόταν ο ΜΚ5. Για να γίνει κατανοητή η θέση της πλευράς του Εφεσείοντα, αλλά και η σημασία των υπό εξέταση ισχυρισμών σημειώνουμε τα ακόλουθα: Δεν τελούσε υπό αμφισβήτηση η παραλαβή ενός μεγάλου αντικειμένου υπό τες συνθήκες που έχουν εκτεθεί σε προηγούμενο στάδιο της απόφασής μας. Ηταν όμως η θέση του Εφεσείοντα - κατηγορούμενου ότι δεν καταδείχθηκε με ικανοποιητική μαρτυρία το αδιάλειπτο της παρακολούθησης του οχήματος ΚΤG, για απόσταση 7 χιλιομέτρων, από τη στιγμή δηλαδή που αποβιβάστηκε από αυτό ο Εφεσείων και το ΚΤG αναχώρησε με κατεύθυνση προς τη Λευκωσία, μέχρι τη στιγμή που το εντόπισε ο ΜΚ5 αστυνομικός και το ακολούθησε. Από τη στιγμή αυτή μέχρι και της ανακοπής του στον παρακαμπτήριο δρόμο Τσερίου δεν τελεί υπό αμφισβήτηση η οπτική επαφή των αστυνομικών με το όχημα ΚΤG. Προέκταση των θέσεων του Εφεσείοντα ήταν ότι δεν θα μπορούσε να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο της τοποθέτησης των ναρκωτικών στο μεταγενέστερο αυτό χρόνο που δεν υπήρχε οπτική επαφή των αστυνομικών με το ΚΤG και, συνεπώς, το αδιάσπαστο της αλυσίδας των γεγονότων δεν θα μπορούσε να αποκλεισθεί, οδηγώντας στην ύπαρξη αμφιβολίας ως προς την εμπλοκή και την ενοχή του Εφεσείοντα.
Κατ΄ αρχάς δεν εντοπίζουμε ο,τιδήποτε το μεμπτό στην αξιολόγηση της σχετικής μαρτυρίας των μαρτύρων κατηγορίας 3 και 5 στην καταδικαστική απόφαση του Κακουργιοδικείου. Τα σχετικά μέρη της μαρτυρίας των πιο πάνω προσώπων τα οποία και αφορούσαν το συνεχές της οπτικής επαφής και παρακολούθησης του οχήματος ΚΤG εντοπίζονται στις σελίδες 50-52 και 61-67 των πρακτικών. Συνολική θεώρηση των στοιχείων αυτών του μαρτυρικού υλικού τεκμηριώνει ως ορθή την πρωτόδικη κατάληξη περί συνεχούς και αδιάλειπτης παρακολούθησης. Οι δύο μάρτυρες αναφέρθηκαν σε συνεχή επικοινωνία μέσω μηνυμάτων της ομάδας η οποία παρακολουθούσε το υπό αναφορά όχημα και ορθά κρίθηκε ότι δεν εντοπίζεται κανένα κενό και δεν χωρεί καμιά λογική αμφιβολία αναφορικά με την αδιάλειπτη οπτική επαφή και παρακολούθηση του ΚΤG από την ώρα αναχώρησής του από το σημείο όπου αποβιβάστηκε ο Εφεσείων μέχρι και της ανακοπής του.
Επιβεβλημένο όμως είναι, να επισημάνουμε από το στάδιο αυτό της απόφασής μας - επισήμανση η οποία σχετίζεται άμεσα με τον λόγο έφεσης 7 αλλά και με σειρά προσεγγίσεων της πλευράς του Εφεσείοντα περί ύπαρξης πιθανότητας άλλων σεναρίων από αυτό που το Δικαστήριο έκαμε αποδεκτό - ότι τα ευρήματα της Πλειοψηφίας στηρίχθηκαν στην μαρτυρία την οποία και αποδέχθηκε. Οι προβληθείσες από την Υπεράσπιση ως πιθανές εκδοχές παρέμειναν μετέωρες, κινούμενες σε θεωρητικό επίπεδο και μόνο και χωρίς να υποστηρίζονται από οποιαδήποτε μαρτυρία, ούτε από αυτή που πρόσφερε η Εφεσίβλητη - Κατηγορούσα Αρχή, αλλά ούτε και από μαρτυρία την οποία θα μπορούσε να προσφέρει ο Εφεσείοντας. Επαναλαμβάνουμε ότι η μόνη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν αυτή της Κατηγορούσας Αρχής. Όπως ορθά σημειώνεται στην απόφαση της Πλειοψηφίας, αλλά όπως και η νομολογία επιτάσσει, διαζευκτικές πιθανότητες ή θεωρίες δεν εξετάζονται in abstracto, αλλά στη βάση του μαρτυρικού υλικού που τίθεται ενώπιον του εκδικάζοντος Δικαστηρίου, το οποίο θα πρέπει πάντα να έχει κατά νουν ότι οι όποιες διαζευκτικές πιθανότητες πρέπει να είναι τέτοιες που να εξάγονται εύλογα από την ολότητα της μαρτυρίας ενώπιόν του. Δεν είναι υποχρεωμένο να εξετάζει πιθανότητες ή θεωρίες που όχι μόνο δεν στοιχειοθετούνται, αλλά ούτε και υποστυλώνονται από ανάλογο μαρτυρικό υλικό (Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 41, Σταυρινού ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 706).
Με τα πιο πάνω ως δεδομένα, παρέμεινε, εν τέλει, μετέωρη η εισήγηση και η διαζευκτική πιθανότητα που επιχείρησε να εισάξει η πλευρά του Εφεσείοντα. Προβάλλει ως αυθαίρετη και αποσυναρτημένη τόσο από μαρτυρικό υπόβαθρο, αλλά και από την ίδια τη λογική η θεωρία ότι στο μεσοδιάστημα της διαδρομής του ΚΤG και στην, κατ΄ ισχυρισμό, απουσία οπτικής επαφής του οχήματος από την Αστυνομία, ήταν πιθανή η εξαφάνιση του «μεγάλου αντικειμένου» που είχε παραλάβει προηγουμένως ο Εφεσείων και πως ήταν ανοιχτό το ενδεχόμενο στη θέση του, στο πάτωμα του συνοδηγού, να παραλήφθηκαν και τοποθετήθηκαν τα επίδικα ναρκωτικά, εντός μάλιστα της πράσινης νάϋλον σακούλας επί της οποίας είχε αφεθεί το δακτυλικό αποτύπωμα του Εφεσείοντα. Ναρκωτικά τα οποία, ως μέγεθος, είχαν τις ίδιες διαστάσεις με το αντικείμενο που είχε παραλάβει προηγουμένως ο Εφεσείων.
Δεν υπάρχουν περιθώρια επιτυχίας των πιο πάνω λόγων έφεσης συμπεριλαμβανομένου και του λόγου έφεσης 7, οι οποίοι και απορρίπτονται.
Όπως έχει ήδη λεχθεί, ο πέμπτος λόγος έφεσης και η αρχή res gestae την οποία διαπραγματεύεται, σχετίζεται επίσης με το ζήτημα της αδιάκοπης παρακολούθησης της πορείας του KTG μετά την παραλαβή του «μεγάλου αντικειμένου».
Η Εφεσίβλητη - Κατηγορούσα Αρχή προκειμένου να τεκμηριώσει τη θέση της περί συνεχούς παρακολούθησης του KTG πρόσφερε, μεταξύ άλλων, τη μαρτυρία του ΜΚ5, αστυνομικού, ο οποίος επέμενε πως, μέσω ασυρμάτου, είχε συνεχή ενημέρωση για τη διαδρομή διακίνησης του εν λόγω οχήματος και στη συνέχεια αντιλήφθηκε και ο ίδιος το KTG, οπόταν ξεκίνησε να το παρακολουθεί μέχρι και της ανακοπής του, υπό τις συνθήκες που προαναφέρθηκαν. Το Κακουργιοδικείο, στην προσβαλλόμενη απόφαση, αξιολόγησε ως ειλικρινή τον εν λόγω μάρτυρα, αποδεχόμενο τα όσα κατέθεσε με βάση τα όσα άκουγε μέσω ασυρμάτου. Η μαρτυρία του λήφθηκε υπόψη όσον αφορά τον τρόπο εξέλιξης των γεγονότων, δηλαδή ως μέρος των πεπραγμένων (res gestae), θεωρώντας η Πλειοψηφία ότι η εν λόγω μαρτυρία θα ήταν ούτως ή άλλως αποδεκτή και χωρίς την εφαρμογή του άρθρου 24 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφάλαιο 9, το οποίο καλύπτει τις περιπτώσεις αποδοχής εξ ακοής μαρτυρίας.
Είναι η προσέγγιση της πλευράς του Εφεσείοντα ότι η αποδοχή της αρχής του res gestae προϋποθέτει δήλωση και όχι συμπέρασμα. Προεκτείνοντας τέθηκε ότι στην υπό κρίση περίπτωση, υπήρξαν γενικές αναφορές περί παρακολούθησης και ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα βάσει της προαναφερθείσας αρχής διά της σιωπής.
Ο υπό εξέταση λόγος έφεσης στερείται ερείσματος. Όπως έχουμε ήδη καταγράψει κατά την πορεία απόρριψης των αμέσως προηγούμενων λόγων έφεσης, η αξιολόγηση από την Πλειοψηφία της μαρτυρίας των μαρτύρων κατηγορίας 3 και 5, που αφορούσε το ζήτημα της αδιάλειπτης παρακολούθησης του KTG, ήταν άμεμπτη και δεν παρέχονται περιθώρια επέμβασης του Εφετείου επί του προκειμένου. Τα όσα υπέπεσαν στην αντίληψη του ΜΚ5 αφορούσαν δηλώσεις οι οποίες έλαβαν χώραν κατά την εξέλιξη των κρίσιμων γεγονότων που καλύπτουν το επίδικο συμβάν της διακίνησης των ναρκωτικών και ως τέτοιες είχαν άμεση σχέση με το σύνολο των παραμέτρων που αφορούσαν την παρούσα υπόθεση. Οι υπό κρίση δηλώσεις εξελίσσονταν ταυτόχρονα με το όλο συμβάν, στοιχείο που ελαχιστοποιούσε τον όποιο κίνδυνο διαστρέβλωσης ή κατασκευής τους. Συνεπώς, οι δηλώσεις μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές ως μέρος των πεπραγμένων. Εν τέλει, τα συμπεράσματα εξήχθησαν από το Δικαστήριο, την Πλειοψηφία. Στηρίχθηκαν και ήταν το λογικό απόσταγμα της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιόν του Κακουργιοδικείου. Μαρτυρία που, όπως λέχθηκε, ορθά κρίθηκε ως αξιόπιστη.
Με βάση τα πιο πάνω ο πέμπτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Με τον έκτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένο το εύρημα της Πλειοψηφίας ότι το αντικείμενο που παρέλαβε ο Εφεσείων στον κυκλικό κόμβο Λυμπιών είναι τα επίδικα ναρκωτικά. Είναι ο ισχυρισμός του ευπαίδευτου συνήγορου για τον Εφεσείοντα ότι το σχετικό εύρημα του Δικαστηρίου συγκρούεται με τα παραδεκτά γεγονότα.
Είχε κατατεθεί ως παραδεκτό γεγονός, ως αναντίλεκτο και αδιαμφισβήτητο δηλαδή δεδομένο, στα πλαίσια της πρωτόδικης ακροαματικής διαδικασίας ότι ο ΜΚ3, ο οποίος παρακολουθούσε από απόσταση 80 περίπου μέτρων, αντιλήφθηκε τον Εφεσείοντα να παραλαμβάνει «ένα μεγάλο αντικείμενο». Προβάλλει η πλευρά του Εφεσείοντα ότι το παραδεκτό αυτό γεγονός δεν ταυτίζεται με τις διευκρινίσεις που έδωσε ο ΜΚ3 κατά τη μαρτυρία του ως προς την περιγραφή του αντικειμένου. Το περιέγραψε να ομοιάζει με ένα μαξιλαράκι καναπέ.
Στην καταδικαστική απόφαση ήταν η διαπίστωση της Πλειοψηφίας ότι οι διαστάσεις που έδωσε ο ΜΚ3 συνάδουν με τις συσκευασίες των ναρκωτικών που ανευρέθηκαν, ως αποτυπώνονται και στις φωτογραφίες του τεκμηρίου 4. Δεν εντοπίζουμε οποιαδήποτε αντίφαση της μαρτυρίας με τα παραδεκτά γεγονότα. Το συμπέρασμα της Πλειοψηφίας δεν ήταν αυθαίρετο ούτε και αντιστρατεύεται τα παραδεκτά γεγονότα. Εδράζεται στο σύνολο της μαρτυρίας που είχε ενώπιόν της και αποτυπώνει την επεξήγηση του ΜΚ3, επεξήγηση η οποία δεν αντίκειται, αλλά αντιθέτως συνάδει με το χαρακτηρισμό, που τέθηκε ως παραδεκτό γεγονός, δηλαδή του αντικειμένου ως «μεγάλου». Προσθέτουμε μόνο ότι το σχετικό μέρος της μαρτυρίας του ΜΚ3 δεν θα μπορούσε να αποσυναρτηθεί και ορθά αντικρίσθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο μέσα στα πλαίσια της όλης μαρτυρίας, αφού συνδέεται άμεσα με το γεγονός της ανεύρεσης των ναρκωτικών στο πάτωμα του οχήματος, στη θέση του συνοδηγού, και την αποδοχή της μαρτυρίας περί του αδιάλειπτου της παρακολούθησης του ΚΤG.
Με βάση τα πιο πάνω και ο έκτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Μέσω του δέκατου, ενδέκατου και δέκατου τρίτου λόγου έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένο το εύρημα της Πλειοψηφίας ότι ο Εφεσείων, μετά την αποβίβασή του από το όχημα ΚΤG, μεταφέρθηκε στο δικό του όχημα με άλλο όχημα.
Παρά την περιθωριακή σημασία του ζητήματος που διαπραγματεύονται οι υπό αναφορά λόγοι έφεσης - αφού ό,τι είναι σημαντικό υπό το πρίσμα των δεδομένων της παρούσας υπόθεσης ήταν η παρουσία του Εφεσείοντα και ο ρόλος που διαδραμάτισε στη διακίνηση των ναρκωτικών - δεν εντοπίζουμε περιθώρια επέμβασης στο σχετικό εύρημα της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού η Πλειοψηφία στήριξε την προσέγγισή της στη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, σημειώνοντας ότι δεν θα μπορούσε να υπάρχει άλλη λογική εξήγηση ως προς τον τρόπο που ο Εφεσείων μετέβη στο όχημά του, δεδομένου ότι δεν εντοπίστηκε να κινείται πεζός και ότι είχε «εξαφανισθεί» εντός δευτερολέπτων από την περιοχή.
Δεν υπάρχουν περιθώρια επιτυχίας ούτε και των λόγων έφεσης 10, 11 και 13.
Οι λόγοι έφεσης, 1, 2, 7, 8, και 9 περιστρέφονται, ουσιαστικά, γύρω από το ζήτημα της περιστατικής μαρτυρίας και της επάρκειάς της προς τεκμηρίωση ενοχής. Ορθά εντοπίστηκε από τους ευπαίδευτους συνήγορους ότι η μαρτυρία επί της οποίας κλήθηκε το Κακουργιοδικείο να αποφανθεί, περί της ενοχής ή μη του Εφεσείοντα, συνίστατο εξ ολοκλήρου από περιστατική μαρτυρία. Είναι το κατάλληλο στάδιο να παρεμβάλουμε τις καλά αποκρυσταλλωμένες αρχές που διέπουν τη φύση, την αντίκρυση και την αιτιώδη σχέση μεταξύ περιστατικής μαρτυρίας και ενοχής κατηγορούμενου, όπως αυτές έχουν συνοψισθεί και αποτυπωθεί στο ακόλουθο απόσπασμα της Παφίτης & Άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 102, 119-120:
«Όπως έχει επανειλημμένα διακηρυχθεί η περιστατική μαρτυρία δεν αποτελεί υποδεέστερη μορφή ή κατηγορία μαρτυρίας της άμεσης μαρτυρίας, δηλαδή μαρτυρίας η οποία αφεαυτής τείνει να αποδείξει το έγκλημα (όπως μαρτυρία αυτόπτων μαρτύρων). Όχι μόνον δεν υπάρχει προκατάληψη, και αυτό είναι η δεύτερη διαπίστωση που θέλουμε να κάμουμε, εναντίον της περιστατικής μαρτυρίας αλλά τουναντίον όταν είναι συμπερασματική τείνει να αφανίσει την πιθανότητα του ανθρώπινου λάθους. Όμως η περιστατική μαρτυρία δεν πρέπει να συγχύζεται με τις περιστάσεις της υπόθεσης γενικά. Τα γεγονότα τα οποία την συνιστούν πρέπει να αποδεικνύονται όπως και κάθε άλλο πρωτογενές γεγονός. Η ενοχή του κατηγορουμένου πρέπει να προκύπτει από την σύνθεση της περιστατικής μαρτυρίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Το σωρευτικό αποτέλεσμα της περιστατικής μαρτυρίας πρέπει για να δικαιολογεί την καταδίκη του κατηγορουμένου να συνάδει συμπερασματικά με την ενοχή του κατηγορουμένου. Η αιτιώδης σχέση μεταξύ της περιστατικής μαρτυρίας και της ενοχής του κατηγορουμένου πρέπει να είναι άμεση αφενός και να μην μπορεί να συμβιβαστεί αφετέρου με άλλη λογική ερμηνεία της περιστατικής μαρτυρίας. (Βλ. μεταξύ άλλων Fournides v. Republic (1986) 2 C.L.R., 73 p. 79 και Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172).
Η περιστατική μαρτυρία μπορεί να αποτελέσει βάση για την καταδίκη του κατηγορουμένου μόνον όταν τεκμηριώνει ως θέμα λογικής συνέπειας μέσα στα πλαίσια της ανθρώπινης εμπειρίας την ενοχή του. Οι αρχές που διέπουν την αξιολόγηση της περιστατικής μαρτυρίας διατυπώνονται σωστά στην πρωτόδικη απόφαση. Ότι αμφισβητείται κυρίως, όπως έχει σημειωθεί, είναι η ύπαρξη της περιστατικής μαρτυρίας που κρίθηκε ότι τεκμηριώνει την ενοχή των εφεσειόντων.»
Προβάλλει ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα ότι τα στοιχεία της περιστατικής μαρτυρίας, που συνοψίζονται στις σελίδες 36 και 37 της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν οδηγούν, είτε απομονωμένα, είτε συνολικά αντικρυζόμενα, στο ένα και μόνο συμπέρασμα περί γνώσης του Εφεσείοντα και τελικής ενοχής του. Εισηγείται ότι τα στοιχεία αυτά επιδέχονται πολλών λογικών ερμηνειών και εξηγήσεων και ότι λανθασμένα κρίθηκε πως ο ρόλος του Εφεσείοντα επεκτάθηκε, πέραν του απλού, αμέτοχου θεατή, και σε ενεργό συμμετοχή. Στα πλαίσια αυτά, είναι η προέκταση των εισηγήσεων του ευπαιδεύτου συνηγόρου ότι η απόφαση της Πλειοψηφίας εμπεριέχει μια σειρά από αυθαίρετα ευρήματα, τα οποία, ακολούθως, λανθασμένα, χρησιμοποιούνται ως περιστατική μαρτυρία γνώσης και συμμετοχής του Εφεσείοντα στη διακίνηση των ναρκωτικών.
Δεν μας βρίσκει σύμφωνους η προσέγγιση της πλευράς του Εφεσείοντα, σύμφωνα με την οποία παρεισέφρησαν αυθαίρετα ευρήματα στην πορεία αναδίπλωσης της δικαστικής σκέψης της απόφασης της Πλειοψηφίας. Το σύνολο των ευρημάτων στηρίχθηκε σε μαρτυρία η οποία κρίθηκε ως αξιόπιστη. Τα δε συμπεράσματα που εξήχθησαν ήταν πλήρως ευθυγραμμισμένα με τα όσα τα γεγονότα, αναπόδραστα, καταδείκνυαν.
Οι εξεταζόμενες εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνήγορου για τον Εφεσείοντα συναρτώνται άμεσα με τα όσα έχουμε ήδη αποφασίσει σε σχέση με τον έβδομο λόγο έφεσης. Καλύπτουν δηλαδή διαζευκτικές πιθανότητες, οι οποίες, ως αποσυναρτημένες από μαρτυρία, δεν έχουν στοιχειοθετηθεί αλλά ούτε και εδράζονται σε οποιοδήποτε μαρτυρικό υλικό. Αντιθέτως, προσθέτουμε προεκτείνοντας, ότι κάποιες από τις θεωρίες που εισηγήθηκε η πλευρά του Εφεσείοντα αλληλοσυγκρούονται. Όπως για παράδειγμα η θέση ότι η άμεση έξοδος του Εφεσείοντα από το KTG, ήτοι μόλις παρέλαβε το «μεγάλο αντικείμενο», θα έπρεπε να οδηγήσει μάλλον σε αθωωτικό συμπέρασμα. Ότι δηλαδή μόλις αντιλήφθηκε το είδος του αντικειμένου, τις ναρκωτικές ουσίες, όντας απλός θεατής, εγκατέλειψε το όχημα. Αυτή η διαζευκτική, όπως προβάλλεται, πιθανότητα, αντιστρατεύεται την ουσιαστική θέση της πλευράς του Εφεσείοντα, ήτοι ότι παρέμενε κενό στη μαρτυρία και ανοικτό το ενδεχόμενο τα ναρκωτικά να τοποθετήθηκαν στο υπό αναφορά όχημα μετά την αποβίβαση του Εφεσείοντα, σε κάποια στιγμή της διακίνησής του από τον κυκλικό κόμβο Λυμπιών μέχρι το σημείο ανακοπής του κοντά στο Τσέρι.
Σε τελικό στάδιο, με τα πιο πάνω ως δεδομένα και έχοντας πάντα κατά νουν ότι η ενώπιόν μας υπόθεση στηρίζεται σε περιστατική μαρτυρία, επιβάλλεται η παράθεση με καθαρότητα, αναλυτικά, των αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία συνθέτουν τους κρίκους της εν λόγω μαρτυρίας, ούτως ώστε να απαντηθεί η ουσία των εξεταζόμενων λόγων έφεσης και να διαφανεί τελικά, κατά πόσον η ενοχή του Εφεσίβλητου προκύπτει από την σύνθεση της περιστατικής μαρτυρίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Τα αποδεικτικά στοιχεία είναι τα ακόλουθα:
1. Την προηγούμενη της διακίνησης των ναρκωτικών ημέρα έλαβε χώραν τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Εφεσείοντα και του πρώην συγκατηγορούμενού του, οδηγού του οχήματος KTG.
2. Κατά την επίδικη ημερομηνία, 1.6.2016, ο Εφεσείων, οδηγώντας το αυτοκίνητό του, το KJK, συναντήθηκε για λίγα δευτερόλεπτα και είχε συνομιλία με το πιο πάνω πρόσωπο, που οδηγούσε το όχημα KTG, σε άλλο σημείο από αυτό που τελικά στάθμευσε προκειμένου να επιβιβασθεί στο KTG.
3. Αμέσως μετά, τα δύο οχήματα κατευθύνθηκαν προς τον κυκλικό κόμβο Λυμπιών.
4. Σε μικρή απόσταση πριν από τον εν λόγω κόμβο ο Εφεσείων στάθμευσε το όχημά του και εισήλθε ως συνοδηγός στο KTG.
5. Ακολούθως, το KTG προέβη σε περίεργες διαδρομές: κατευθύνθηκε αρχικά προς το Δάλι, στη συνέχεια, κάνοντας επαναστροφή, επέστρεψε στον κυκλικό κόμβο, αμέσως μετά κατευθύνθηκε προς τον αυτοκινητόδρομο, έκαμε ξανά επαναστροφή, κατευθύνθηκε προς τον κυκλικό κόμβο Λυμπιών και τελικά έκαμε κύκλο και κατευθύνθηκε εκ νέου προς τον αυτοκινητόδρομο.
6. Το όχημα KTG σταμάτησε δίπλα από το όχημα KEN, το οποίο και ανέμενε σε σημείο της αριστερής άκρης του δρόμου.
7. Τα δύο οχήματα παρέμειναν για λίγα δευτερόλεπτα δίπλα το ένα από το άλλο.
8. Στο διάστημα αυτό ο οδηγός του ΚΕΝ έδωσε ένα μεγάλο αντικείμενο από το παράθυρο του οδηγού στον Εφεσείοντα.
9. Ο Εφεσείων, παρέλαβε από το παράθυρο του συνοδηγού του οχήματος KTG το εν λόγω αντικείμενο.
10. Αμέσως μετά, ο Εφεσείων εγκατέλειψε το KTG χωρίς να κρατά ο,τιδήποτε και επέστρεψε στο αυτοκίνητό του.
11. Το KTG αναχώρησε με κατεύθυνση τη Λευκωσία. Καθόλη τη διάρκεια της διαδρομής μέχρι και της ακινητοποίησής του στα φώτα τροχαίας του παρακαμπτήριου δρόμου Τσερίου, τελούσε υπό την αδιάλειπτη παρακολούθηση ανδρών της Αστυνομίας.
12. Σε κανένα σημείο της διαδρομής αυτής δεν σταμάτησε το KTG.
13. Κατά την έρευνα του οχήματος KTG εντοπίστηκαν στο πάτωμα, στη θέση του συνοδηγού, δύο διάφανες πράσινες νάϋλον σακούλες, οι οποίες, όπως διαπιστώθηκε στη συνέχεια, περιείχαν την επίδικη ναρκωτική ουσία.
14. Σε μία από τις πράσινες νάϋλον τσάντες, επί του εξωτερικού μέρους, εντοπίστηκε δακτυλικό αποτύπωμα του Εφεσείοντα.
Η συνεκτίμηση του συνόλου της προαναφερθείσας περιστατικής μαρτυρίας επιμαρτυρεί προσυνεννόηση και προσχεδιασμό, οι δε συνθήκες υπό τις οποίες κινήθηκε το KTG μετά την είσοδο του Εφεσείοντα σε αυτό, η σύντομη παραμονή του στη θέση του συνοδηγού και η εγκατάλειψη του οχήματος αμέσως μετά την παραλαβή του αντικειμένου - δηλαδή των ναρκωτικών, όπως κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο προκύπτει μέσα από την πορεία των γεγονότων - οδηγούν στο μόνο λογικό συμπέρασμα ότι ο Εφεσείων εν γνώσει του συμμετείχε στην επιχείρηση παραλαβής και διακίνησης των επίδικων ναρκωτικών.
Ανακεφαλαιώνοντας, είναι η κατάληξή μας ότι η Εφεσίβλητη - Κατηγορούσα Αρχή απέσεισε το βάρος που έφερε για παρουσίαση αξιόπιστης και σαφούς μαρτυρίας προς εξαγωγή από το Δικαστήριο ασφαλών ευρημάτων αναφορικά με όλα τα συστατικά στοιχεία που συνθέτουν τις κατηγορίες. Προκύπτει από την πιο πάνω ανάλυσή μας ότι το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων συνθέτει τους αδιάσπαστους κρίκους της περιστατικής μαρτυρίας, αφανίζει την πιθανότητα ανθρώπινου λάθους και οδηγεί στην ενοχή του Εφεσείοντα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Το σωρευτικό αποτέλεσμα της ενώπιόν μας περιστατικής μαρτυρίας δεν συμβιβάζεται με άλλη λογική ερμηνεία παρά μόνο με την κατάδειξη του Εφεσείοντα ως του δράστη της εγκληματικής συμπεριφοράς που καλύπτουν οι κατηγορίες.
Υπό το φως των πιο πάνω, έκθετος σε απόρριψη είναι και ο δωδέκατος λόγος έφεσης, αφού με βάση τα ευρήματα της Πλειοψηφίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο Εφεσείων, έχοντας ενεργό συμμετοχή και γνώση, παρέλαβε τα επίδικα ναρκωτικά και τα παρέδωσε στη συνέχεια στον οδηγό του KTG, προς περαιτέρω διακίνησή τους. Η ποσότητα των ναρκωτικών ενεργοποίησε το μαχητό τεκμήριο της κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Τεκμήριο το οποίο δεν ανατράπηκε, αφού δεν προσφέρθηκε καμιά σχετική μαρτυρία. Συνεπώς, είχε αποδειχθεί από το σύνολο της περιστατικής μαρτυρίας, αντικρυζόμενης σωρευτικά, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τόσο η κατοχή των ναρκωτικών ουσιών, όσο και το στοιχείο της αναγκαίας γνώσης ως προς το περιεχόμενο.
Η έφεση απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΣΦ.