ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Φραντζίδης Ανδρέας ν. Aστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ 77
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
BAREK ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 178/2018, 20/1/2020, ECLI:CY:AD:2020:B22
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΤΖΙΑΜΑ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 17/2017, 18/12/2017, ECLI:CY:AD:2017:B468
HUSSEIN ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 252/2018, 31/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B206
MANGA EKOLE v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 108/2021, 15/2/2022, ECLI:CY:AD:2022:B62
BALAMPANIDIS ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 210/2018, 10/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B178
ECLI:CY:AD:2016:B300
(2016) 2 ΑΑΔ 572
24 Ιουνίου, 2016
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]
AHMED SAADI,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 308/2014)
Ποινή ― Διάρρηξη κατοικίας, κλοπή και παράνομη κατοχή περιουσίας ― Επικύρωση συντρεχουσών ποινών φυλάκισης πέντε ετών και ενός έτους ― Στέρηση περιουσίας, ύψους €427.990, από την οποία ελάχιστα αντικείμενα ανευρέθησαν ― Απόφανση Εφετείου ότι το Δικαστήριο δεν καθοδηγήθηκε στο ύψος της ποινής με αναφορά και στην παράνομη παραμονή του εφεσείοντος στη Δημοκρατία ― Απουσία μεταμέλειας ― Συνεχής παράνομη δραστηριότητα του εφεσείοντα και όχι μεμονωμένη ― Περιστατικά που την κατέτασσαν στις σοβαρότερες του είδους, έστω και αν καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο ― Οι επιπτώσεις στα θύματα των διαρρήξεων δεν επέτρεπαν στο Δικαστήριο να προσδώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στο λευκό μητρώο.
Ποινή ― Διάρρηξη κατοικίας, κλοπή και παράνομη κατοχή περιουσίας ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Εκ των υστέρων και διά της δήλωσης του συνηγόρου, έκφραση μεταμέλειας του εφεσείοντος, ενώπιον του Εφετείου ― Δεν μπορούσε καταλυτικά να ληφθεί υπόψη.
Ποινή ― Διάρρηξη κατοικίας, κλοπή και παράνομη κατοχή περιουσίας ― Αυστηρότητα νομολογίας στην αντιμετώπιση αυτού του είδους υποθέσεων ― Προεξάρχουσα η ανάγκη για αποτροπή, ως επίσης και η προστασία της ζωής και της ασφάλειας των φιλήσυχων πολιτών αποτελεί προτεραιότητα και η έστω κατά κατασταλτικό τρόπο αντιμετώπιση της ανάκτησης της εμπιστοσύνης του κοινού στην εμπέδωση του δικαίου, αδήρητη αναγκαιότητα.
[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της.]
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Φραντζίδης ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 77,
Bezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785,
Georghe κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 824.
Έφεση κατά Ποινής.
Έφεση από τον Καταδικασθέντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Λιμνατίτου Α.Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 14150/2014), ημερομηνίας 20/11/2014.
Λ. Νεοφύτου, για τον Εφεσείοντα.
Ερ. Παπαλοΐζου (κα), για την Εφεσίβλητη.
Εφεσείων παρών.
Ο κ. Θ. Ζάζας είναι παρών για σκοπούς μετάφρασης από τα Ελληνικά στα Αραβικά και αντίστροφα.
Ex tempore
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Έχουμε εξετάσει τα δεδομένα της έφεσης τα οποία περιγράφονται με επάρκεια στην ποινή που έχει επιβληθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στις 20.11.2014. Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος μετά από ακροαματική διαδικασία, του επεβλήθη δε ποινή φυλάκισης πέντε ετών στις κατηγορίες 1 και 4 και συντρέχουσες ποινές φυλάκισης ενός έτους στις κατηγορίες 3 και 5. Στην έκτη κατηγορία στη οποία επίσης βρέθηκε ένοχος δεν επεβλήθη οποιαδήποτε ποινή.
Η υπόθεση αφορούσε τέσσερεις κατηγορίες διάρρηξης κατοικίας και κλοπής και μια για παράνομη κατοχή περιουσίας. Τα γεγονότα εμφαίνονται στην καταδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου, η οποία καταδίκη δεν έχει προσβληθεί. Με αναφορά στη νομολογία, το Δικαστήριο έθεσε τις ποινές αυτές υπό το φως του γεγονότος ότι οι παράνομες δραστηριότητες του εφεσείοντος που αφορούσαν τα χρόνια 2012-2013-2014, απέφεραν στέρηση περιουσίας από τους ιδιοκτήτες και κατόχους της, ύψους €427.990, ελάχιστα δε αντικείμενα της περιουσίας αυτής έχουν ανευρεθεί.
Η έφεση με δύο λόγους επιδιώκει την ανατροπή της ποινικής μεταχείρισης ως υπερβολικής υπό τις περιστάσεις. Με το δεύτερο λόγο αμφισβητείται η ορθότητα του ύψους του ποσού της κλοπιμαίας περιουσίας αλλά, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και μετά από παρατήρηση του Εφετείου ότι δεν έχει προσβληθεί η καταδίκη, ορθά ο συνήγορος του εφεσείοντος απέσυρε το λόγο αυτό. Παρέμεινε συνεπώς ο πρώτος λόγος έφεσης, ο οποίος αφορά τη θέση ότι το Δικαστήριο κατά την επιβολή της ποινής έλαβε υπόψη του ως επιβαρυντικό παράγοντα την παράνομη παραμονή του εφεσείοντος στη Δημοκρατία. Η σχετική επιχειρηματολογία του συνηγόρου του εφεσείοντος έχει έρεισμα αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου στη σελ. 4 του σκεπτικού της ποινής, ότι: «οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου καταδεικνύουν ότι είναι αλλοδαπός, κατάγεται από την Παλαιστίνη και βρίσκεται στην Κύπρο παράνομα.». Όπως υπέδειξε και η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, ο εφεσείων δεν κατηγορήθηκε για τέτοιο αδίκημα. Ούτε υπήρχαν άλλα δεδομένα ενώπιον του Δικαστηρίου αναφορικά με την παράνομη αυτή παραμονή και σίγουρα δεν επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή σε αυτό το ζήτημα. Δεν εντοπίζεται οτιδήποτε άλλο στην απόφαση του Δικαστηρίου, έχοντας διεξέλθει το σκεπτικό της ποινής, που να δείχνει ότι το Δικαστήριο καθοδηγήθηκε στο ύψος της ποινής των πέντε ετών με αναφορά και στην παράνομη παραμονή του εφεσείοντος στη Δημοκρατία.
Είναι πρόδηλο ότι το σκεπτικό του Δικαστηρίου αναφέρεται στο θέμα αυτό ως μέρος του ιστορικού της παρουσίας του εφεσείοντος στη Δημοκρατία, τονίζοντας το αυτονόητο ότι είτε παράνομα βρίσκεται στην Κύπρο, είτε νόμιμα βρίσκεται κάποιος στη Δημοκρατία, οφείλει να τηρεί, κατά τα λοιπά, τους Νόμους και Κανονισμούς της χώρας που τον φιλοξενεί ή διαβιώνει. Αντίθετα, η επιβολή της ποινής, η οποία νομοθετικά ανέρχεται μέχρι και τα επτά έτη, με τον περιορισμό βεβαίως ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει ποινή μέχρι πέντε έτη, έχει αναφορά στα δεδομένα της υπόθεσης, τις όλες έκνομες δραστηριότητες του και στο πολύ μεγάλο ύψος της παράνομης λείας του εφεσείοντος. Μάλιστα αναφέρει το Δικαστήριο ότι δεν έχει εντοπίσει παρόμοια υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο που να αφορά κλοπιμαία περιουσία τέτοιου ύψους.
Το Δικαστήριο τόνισε επίσης ότι σε κανένα στάδιο ο εφεσείων δεν είχε δείξει μεταμέλεια, ότι η παράνομη δραστηριότητα του ήταν συνεχής και όχι μεμονωμένη και ότι τα περιστατικά της υπόθεσης κατατάσσουν την υπόθεση στις σοβαρότερες του είδους, έστω και αν καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Το μόνο ελαφρυντικό ήταν το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντος, το οποίο έλαβε το Δικαστήριο υπόψη, αλλά σημείωσε ότι οι επιπτώσεις στα θύματα των διαρρήξεων δεν επέτρεπαν στο Δικαστήριο να προσδώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στο δεδομένο αυτό. Προστίθεται ότι και η εκ των υστέρων και διά της δήλωσης του ευπαιδεύτου συνηγόρου σήμερα έκφραση μεταμέλειας του εφεσείοντος, δεν μπορεί καταλυτικά να ληφθεί υπόψη. Είναι αβάσιμη ως επενεργούσα κατά οποιοδήποτε ελαφρυντικό λόγο για να διαφοροποιηθεί, η ποινή η οποία ορθώς επεβλήθη.
Η νομολογία είναι αυστηρή στην αντιμετώπιση αυτού του είδους τις υποθέσεις. Η ανάγκη για αποτροπή είναι προεξάρχουσα, η προστασία της ζωής και της ασφάλειας των φιλήσυχων πολιτών αποτελεί προτεραιότητα και η έστω κατά κατασταλτικό τρόπο αντιμετώπιση της ανάκτησης της εμπιστοσύνης του κοινού στην εμπέδωση του δικαίου, αδήρητη αναγκαιότητα, (Φραντζίδης ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 77, Bezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785 και Georghe κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 824).
Κατά συνέπεια, η έφεση απορρίπτεται.
Τα έξοδα του μεταφραστή να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Η έφεση απορρίπτεται.