ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:B253
(2016) 2 ΑΑΔ 412
25 Μαΐου, 2016
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-MΙΛΤΙΑΔΟΥ. Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Πoινική Έφεση Αρ. 34/2016)
Ποινή ― Ναρκωτικά ― Κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄ και κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄ με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο, ήτοι, 79,1526 γραμμαρίων κάνναβης κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/1977, όπως τροποποιήθηκε ― Επιβλήθηκαν πρωτοδίκως, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης ενός και εννέα μηνών ― Παραμερίστηκαν κατ' έφεση, κρινόμενες ως έκδηλα υπερβολικές ― Οι τρεις μήνες φυλάκισης που είχε ήδη εκτίσει ο εφεσείων, χαρακτηρίστηκαν από το Εφετείο, δέουσα ποινή, στην προκειμένη ― Απόφανση Εφετείου ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε δεόντως υπόψη, την καθυστέρηση που σημειώθηκε μεταξύ της διάπραξης του αδικήματος και της επιβολής ποινής ― Τα υπό αναφορά αδικήματα προέκυψαν από την εξάρτηση του εφεσείοντα από τα ναρκωτικά ― Παράγοντες, απεξάρτησης, νεαρού ηλικίας, λευκού ποινικού μητρώου και άμεση παραδοχή.
[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της.]
Η έφεση επέτυχε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Μακρή ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 42,
Βezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785.
Έφεση κατά Ποινής.
Έφεση από τον Κατηγορούμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Μηλιώτου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 17279/2015), ημερομηνίας 22/2/2016.
Δ. Παυλίδης με Θ. Καπάταη, για τον Εφεσείοντα.
Στ. Ναθαναήλ (κα) , Δημόσιος Κατήγορος, για την Εφεσίβλητη.
Ex tempore
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: O εφεσείων - κατηγορούμενος 2 εκρίθη ένοχος πρωτόδικα κατόπιν παραδοχής, σε 3 κατηγορίες που αφορούν τα αδικήματα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄ (κατηγορίες 2 και 7) και κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄ με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο (Κατηγορία 3), κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977, Ν.29/1977, όπως τροποποιήθηκε (στο εξής «ο Νόμος»). Αρχικά αντιμετώπιζε και τις κατηγορίες 1, 4 και 5, στις οποίες καταχωρήθηκε αναστολή ποινικής δίωξης στην πορεία και απαλλάχτηκε από αυτές. Η δίωξη εναντίον των πρώην κατηγορουμένων 1 και 3 διεκόπη στην πορεία λόγω μη επίδοσης και αυτοί απαλλάχτηκαν από τις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν.
Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως εξής:
Την 1.7.2013 μέλη της ΥΚΑΝ ερεύνησαν στην οδό Ρόδου στο Στρόβολο αυτοκίνητο, το οποίο οδηγούσε τρίτο πρόσωπο έχοντας συνοδηγό τον εφεσείοντα. Κατά την εν λόγω έρευνα εντοπίστηκε ένα νάιλον σακούλι δίπλα από το μοχλό ταχυτήτων, το οποίο περιείχε 79,1526 γραμμάρια κάνναβης (κατηγορίες 2 και 3). Όταν του επιστήθηκε η προσοχή στο Νόμο, ο εφεσείων απάντησε «είναι δικό μου». Ακολούθησε έρευνα στην οικία του στην οδό Άμμου 20 στον Άγιο Δομέτιο, όπου εντοπίστηκαν 0,3950 γραμμάρια κάνναβης (κατηγορία 7). Όταν του επιστήθηκε η προσοχή στο Νόμο, ο εφεσείων απάντησε «Παραδέχομαι είναι δικό μου». Ήταν δε συνεργάσιμος κατά τη διερεύνηση και όταν κατηγορήθηκε γραπτώς για τα αδικήματα που αντιμετωπίζει στην παρούσα, παραδέχθηκε ενοχή.
Επίσης λήφθηκε υπόψη η υπόθεση 866/2015 Ε.Δ. Λευκωσίας που αφορούσε 2 κατηγορίες κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου Τάξεως Β΄. Τα αδικήματα συντελέστηκαν στις 27.9.2013 και αφορούσαν κατοχή ελάχιστης ποσότητας κάνναβης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, ότι είναι 27 ετών, άγαμος, από πολύ μικρός εργάστηκε ως αναβάτης στον ιππόδρομο και στην ηλικία των 23 μετά από κάποια απογοήτευση που βίωσε, δυστυχώς άρχισε να κάνει χρήση ουσιών με αποτέλεσμα να σταματήσει να εργάζεται. Ξεκίνησε να παρακολουθεί πρόγραμμα απεξάρτησης το οποίο άνκαι δεν ολοκλήρωσε κατάφερε από μόνος του να σταματήσει τη χρήση ναρκωτικών ουσιών. Ως εκ τούτου ξεκίνησε εκ νέου να εργάζεται ως αναβάτης από τον Μάη του 2015. Μάλιστα τονίστηκε ότι στην εργασία του αυτή υποβάλλεται υποχρεωτικά σε εξέταση ούρων από την οποία επιβεβαιώνεται η απεξάρτηση του από τα ναρκωτικά.
Ο εφεσείων παραπονείται με 11 λόγους έφεσης επί της πρωτόδικης κρίσης να επιβάλει στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης ενός και εννέα μηνών, καθώς και επί της απόφασης μη αναστολής των ποινών αυτών.
Μπορεί να συνοψίσουμε τους λόγους έφεσης σε τρεις πυλώνες.
Πρώτος: έκδηλα υπερβολική ποινή κυρίως επί το ότι έχουν περάσει 2.5 και πλέον χρόνια από την ημερομηνία της διάπραξης του αδικήματος και ειδικά έχοντας υπόψη ότι οι περιστάσεις του κατηγορούμενου έχουν άρδην διαφοροποιηθεί. Προφανώς εκ της απεξάρτησης του πλέον από τα ναρκωτικά. Αυτό ομού με άλλους παράγοντες είχε σαν αποτέλεσμα η επιβληθείσα ποινή να είναι δυσανάλογη με την πράξη. (Λόγοι έφεσης 2, 3, 4, 5)
Δεύτερος: το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη ότι ο μόνος ουσιαστικά που τιμωρήθηκε ήταν ο εφεσείων, ενώ οι άλλοι δύο συγκατηγορούμενοι του διέφυγαν της τιμωρίας. (6ος λόγος). Επίσης στους λόγους 7 και 8 γίνεται αναφορά γενικά στο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του δεόντως όλα τα ελαφρυντικά που έπρεπε να προσμετρήσουν υπέρ του.
Τρίτος: ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια σχετικά με την αναστολή της ποινής φυλάκισης αφού έλαβε υπόψη του μόνο τη σοβαρότητα του αδικήματος και όχι τους λοιπούς παράγοντες που προσδιορίζονται από τη νομολογία. (1ος λόγος, 9ος και 10ος). Στον 11ο λόγο ο εφεσείων διαμαρτύρεται επί το ότι η επιείκεια του Δικαστηρίου δεν λειτούργησε επί του θέματος της αναστολής εξαντλούμενη στο ύψος της ποινής.
Έχουμε μελετήσει τους προβαλλόμενους λόγους καθοδηγούμενοι πάντα από το πλαίσιο της νομολογίας που καθορίζει τη δυνατότητα επέμβασης του Εφετείου επί του θέματος της ποινής.
Το Εφετείο δύναται να επέμβει όπου η ποινή είναι έκδηλα ανεπαρκής ή αντίθετα έκδηλα υπερβολική ή εμπεριέχει σφάλμα αρχής. (βλ. Μακρή ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 42 και Βezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785).
Στην κρινόμενη περίπτωση το λάθος του πρωτόδικου Δικαστηρίου εστιάζεται στο ότι δεν έλαβε δεόντως υπόψη, παρά τη φραστική αποτύπωση του αντιθέτου, την καθυστέρηση που σημειώθηκε μεταξύ της διάπραξης του αδικήματος και της επιβολής ποινής. Τονίζεται δε ειδικά η καθυστέρηση που δεν εξηγήθηκε, από τη διάπραξη των αδικημάτων έως την καταχώρηση του κατηγορητηρίου, στις 22.7.2015. Το θέμα της παρέλευσης μεγάλου χρονικού διαστήματος από τα αδικήματα μέχρι την επιβολή ποινής το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να το λάβει ιδιαιτέρως υπόψη έχοντας ταυτόχρονα κατά νου ότι τα υπό αναφορά αδικήματα σαφώς και προέκυψαν από την εξάρτηση του εφεσείοντα από τα ναρκωτικά και ότι - κυρίως - στο μεσοδιάστημα ο εφεσείων σύμφωνα με τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα κατάφερε να απεξαρτηθεί από τις ζημιογόνες αυτές ουσίες αναλαμβάνοντας εκ νέου την εργασία του, ως αναβάτης, εργασία που έχει ως χαρακτηριστικό το συχνό έλεγχο και επιβεβαίωση της απεξάρτησης του. Ενόψει των γεγονότων αυτών αλλά και των λοιπών περιστάσεων του, ιδιαίτερα το νεαρό της ηλικίας με το λευκό ποινικό του μητρώο και η άμεση παραδοχή του, οδηγούν στο αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι η επιβληθείσα ποινή ήταν έκδηλα υπερβολική. Κατά συνέπεια ο πρώτος πυλώνας των λόγων έφεσης μπορεί να επιτύχει. Ως εκ τούτου δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε με το δεύτερο πυλώνα. Δεδομένου ότι η ποινή επιβλήθηκε στις 22.2.2016 θεωρούμε ότι η ποινή που έχει εκτίσει ο εφεσείων μέχρι σήμερα αποδίδει τη δέουσα ποινή και ως εκ τούτου διατάσσεται η άμεση αποφυλάκιση του.
Ένεκα των πιο πάνω κρίνουμε ότι δεν έχει αντικείμενο η εξέταση του 3ου πυλώνα λόγων έφεσης που αφορά την αναστολή.
Η έφεση επιτυγχάνει ως ανωτέρω.
Η έφεση επιτυγχάνει.