ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Abunazha Muhannad Mohammad Mustafa ν. Δημοκρατίας (2009) 2 ΑΑΔ 551
Μακρή Ιωάννης Γεωργίου ν. Αστυνομίας (2010) 2 ΑΑΔ 42
Bezanidis Ντένι και Άλλος ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 785
Marius Andrei ν. Δημοκρατίας (2015) 2 ΑΑΔ 397, ECLI:CY:AD:2015:B380
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:B486
(2015) 2 ΑΑΔ 493
7 Ιουλίου, 2015
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΣΩΤΗΡΗΣ ΣΤΡΟΥΘΙΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 95/2015)
Ποινή ― Υποβοήθηση προσώπου τρίτης χώρας με πρόθεση προκειμένου να εισέλθει στη Δημοκρατία κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3, 19 Α(1) και 20 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 8(Ι)/2007 ― Επικύρωση ποινής φυλάκισης εννιά μηνών, ως και της μη αναστολής της ― Χαρακτηρίστηκε από το Εφετείο ως επιεικής ― Υπόμνηση Εφετείου περί ανάγκης επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε αυτής της φύσης τα αδικήματα ― Μη αποκόμιση οικονομικού οφέλους, ύπαρξη ωστόσο προσχεδιασμού και κατ' επανάληψη συμπεριφοράς.
Ποινή ― Έκδηλη υπερβολή ― Δυνατότητα επέμβασης παρέχεται μόνο όπου υπάρχει σαφής τεκμηρίωση ότι το στοιχείο της υπερβολής βρίσκει έρεισμα από το συσχετισμό της προς το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορουμένου.
Ποινή ― Εφετείο ― Το ποινικό μέτρο καθορίζεται πρωτίστως από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο φέρει προς τούτο και την ευθύνη - Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όπου η ποινή είναι εκδήλως ανεπαρκής ή υπερβολική ή άλλως πως αναδεικνύεται σφάλμα αρχής.
O εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις ακόλουθες κατηγορίες:
1. Συνωμοσία προς διάπραξη πλημμελήματος κατά παράβαση των Άρθρων 372 και 35 του Κεφ. 154 (2η κατηγορία).
2. Πρόκληση εκτέλεσης επισήμου εγγράφου με ψευδείς παραστάσεις κατά παράβαση των Άρθρων 341, 20 και 335 του Κεφ. 154 (4η, 8η, 14η, 18η, 22η κατηγορία).
3. Εξασφάλιση πιστοποιητικού εγγραφής αλλοδαπού διά ψευδών παραστάσεων κατά παράβαση των Άρθρων 305, 20 και 29 του Κεφ. 154 (7η, 13η, 17η, 21η κατηγορία).
4. Δόση ψευδούς όρκου κατά παράβαση των Άρθρων 117 και 35 του Κεφ. 154 (9η κατηγορία).
5. Υποβοήθηση προσώπου τρίτης χώρας με πρόθεση προκειμένου να εισέλθει (ή διέλθει) στη Δημοκρατία κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3, 19 Α(1) και 20 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 8(Ι)/2007 (23η κατηγορία).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 4 μηνών στην 2η και 9η κατηγορία, 6 μηνών στην 4η, 7η, 8η, 13η - 14η , 17η - 18η, 21η - 22η κατηγορία και 9 μηνών στην 23η κατηγορία.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, όπως τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο εφεσείων υποβοήθησε τη Chunjie Zhou, από την Κίνα, η οποία δεν κατείχε άδεια εισόδου, να εισέλθει και παραμείνει στη Δημοκρατία. Η εν λόγω ποινική δραστηριότητα επαναλαμβανόταν για χρονικό διάστημα πέντε ετών, με την τελευταία τους πράξη να λαμβάνει χώρα το Μάιο του 2014.
Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:
α) Η επιβολή ποινής φυλάκισης 9 μηνών ήταν έκδηλα υπερβολική.
β) Θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη ως μετριαστικοί παράγοντες, το γεγονός ότι αυτός έχει απολυθεί από την εργασία του, η έκδηλη μεταμέλειά του, η οποία εκδηλώθηκε με την άμεση παραδοχή του, καθώς και το γεγονός ότι η σύζυγός του, ηλικίας 67 ετών, ασθενεί βαρέως.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο συνήγορος του εφεσείοντα τόνισε, τόσο ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσο και ενώπιον του Εφετείου, τις ειδικές προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα.
2. Εισηγήθηκε ότι τόσο οι ιδιαίτερες περιστάσεις υπό τις οποίες διεπράχθησαν τα εν λόγω αδικήματα όσο και όλοι οι άλλοι μετριαστικοί παράγοντες, συνηγορούσαν στο ότι η ποινή των εννέα μηνών φυλάκισης ήταν έκδηλα υπερβολική και πως αυτή θα έπρεπε να είχε ανασταλεί.
3. Τα αδικήματα στα οποία παραδέχθηκε ενοχή ο εφεσείων είναι σοβαρά και διεπράχθησαν με προσχεδιασμό και κατ' επανάληψη για μία χρονική περίοδο πέντε ετών.
4. Ο εφεσείων επανειλημμένα προέβη σε ενέργειες εξαπάτησης των αρχών του κράτους για να πετύχει τον στόχο του που δεν ήταν άλλος από το να υποβοηθήσει την αλλοδαπή φίλη του να εισέλθει στη Δημοκρατία προκειμένου να διαμείνει στη χώρα μας.
5. Αδικήματα αυτής της φύσης διαπράττονται όλο και περισσότερο στον τόπο μας, όπως παρατηρήθηκε και από το πρωτόδικο Δικαστήριο με βάση τις υποθέσεις που τίθενται ενώπιον του και η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικής ποινής είναι επιβεβλημένη.
6. Πρόκειται για αδικήματα που άπτονται της δημόσιας τάξης, όπου σε μία ευνομούμενη κοινωνία δεν μπορούν να γίνουν ανεκτά. Ιδιαίτερα σοβαρό είναι το αδίκημα της 23ης κατηγορίας το οποίο, σύμφωνα με την τροποποίηση που επέφερε ο Ν. 8(Ι)/2007 προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 8 έτη ή χρηματική ποινή μέχρι €34.172 ή και τις δύο ποινές.
7. Το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη τη σοβαρότητα των αδικημάτων ενώ παράλληλα αναφέρθηκε σε όλους τους μετριαστικούς παράγοντες που τέθησαν από τον εφεσείοντα, οι οποίοι, λήφθηκαν υπόψη κατά την επιβολή της ποινής. Συνακόλουθα ο δεύτερος λόγος έφεσης που άπτετο των ελαφρυντικών στοιχείων που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής, δεν ευσταθούσε.
8. Αναφορικά με το αδίκημα της 23ης κατηγορίας, οι περιστάσεις διάπραξης του είναι γεγονός ότι δεν εμπίπτουν σε αυτές που κρίνονται ως επιβαρυντικές με βάση το Άρθρο 19Α(3) του ιδίου Νόμου. Επίσης δεν πρόκειται για περίπτωση όπου το αδίκημα διεπράχθη για οικονομικό όφελος.
9. Είχε άλλωστε τονιστεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο εφεσείων διέπραξε τα υπό εξέταση αδικήματα με μόνο σκοπό να βοηθήσει την φίλη του σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για την πράξη της να οδηγηθεί η ίδια σε οικονομική καταστροφή για να τον βοηθήσει να αποφυλακιστεί.
10. Αυτό όμως αναγνωρίστηκε και από το πρωτόδικο Δικαστήριο και αντανακλάται, στην επιβληθείσα ποινή, η οποία περιορίζεται σε 9 μήνες φυλάκιση.
11. Η ποινή που επιβάλλεται πρέπει να αρμόζει στη σοβαρότητα των αδικημάτων και ότι δεν μπορεί με αυτή να αναιρείται η αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου.
12. Η επιβληθείσα ποινή δεν ήταν έκδηλα υπερβολική. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά στάθμισε όλους τους ενώπιον του παράγοντες. Δεν εντοπιζόταν οποιοδήποτε στοιχείο είτε σφάλματος αρχής είτε έκδηλης υπερβολής.
13. Αντίθετα, η 9μηνη ποινή φυλάκισης ήταν αρκούντως επιεικής και κατά συνέπεια δεν παρεχόταν περιθώριο επέμβασης του Εφετείου.
14. Αναφορικά με την εισήγηση ότι η ποινή των 9 μηνών φυλάκισης θα έπρεπε να είχε ανασταλεί, αυτή η εισήγηση δεν περιλαμβανόταν στους δύο λόγους έφεσης αλλά στην αιτιολογία του πρώτου λόγου. Παρά ταύτα, εξετάστηκε και προέκυπτε ότι με βάση όλα τα περιστατικά της υπόθεσης ότι δεν δικαιολογείτο η αναστολή της ποινής, σύμφωνα με τις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Μακρή ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 42,
Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551,
Bezanidis κ.α. ν. Δημοκρατίας, (2013) 2 Α.Α.Δ 785,
Marius v. Δημοκρατίας (2015) 2 Α.Α.Δ. 397, ECLI:CY:AD:2015:B380.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση από τον Καταδικασθέντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Θεοδώρου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 32302/2014), ημερομηνίας 17/4/2015.
Ε. Ευσταθίου με Σπ. Ευσταθίου και Δ. Νικολετόπουλο, για τον Εφεσείοντα.
Ν. Δημητρίου, Δημόσιος κατήγορος, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την Κ. Σταματίου, Δ..
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: O εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις ακόλουθες κατηγορίες:
1. Συνωμοσία προς διάπραξη πλημμελήματος κατά παράβαση των Άρθρων 372 και 35 του Κεφ. 154 (2η κατηγορία).
2. Πρόκληση εκτέλεσης επισήμου εγγράφου με ψευδείς παραστάσεις κατά παράβαση των Άρθρων 341, 20 και 335 του Κεφ. 154 (4η, 8η, 14η, 18η, 22η κατηγορία).
3. Εξασφάλιση πιστοποιητικού εγγραφής αλλοδαπού δια ψευδών παραστάσεων κατά παράβαση των Άρθρο 305, 20 και 29 του Κεφ. 154 (7η, 13η, 17η, 21η κατηγορία).
4. Δόση ψευδούς όρκου κατά παράβαση των Άρθρων 117 και 35 του Κεφ. 154 (9η κατηγορία).
5. Υποβοήθηση προσώπου τρίτης χώρας με πρόθεση προκειμένου να εισέλθει (ή διέλθει) στη Δημοκρατία κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3, 19 Α(1) και 20 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 8(Ι)/2007 (23η κατηγορία).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 4 μηνών στην 2η και 9η κατηγορία, 6 μηνών στην 4η, 7η, 8η, 13η - 14η, 17η - 18η, 21η - 22η κατηγορία και 9 μηνών στην 23η κατηγορία.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, όπως τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο εφεσείων υποβοήθησε τη Chunjie Zhou, από την Κίνα, η οποία δεν κατείχε άδεια εισόδου, να εισέλθει και παραμείνει στη Δημοκρατία. Με την εν λόγω αλλοδαπή, ο εφεσείων αντιμετώπισε πρωτοδίκως κοινό κατηγορητήριο, όπου ήταν κατηγορούμενη 2, με τις περισσότερες κατηγορίες να είναι κοινές. Του καταλογίστηκε συναφώς ότι συνωμότησε με την πρώην κατηγορούμενη 2 και κατέστρωσαν σχέδιο με στόχο να εξαπατήσουν τις αρχές της Δημοκρατίας έτσι ώστε να επιτευχθεί, αρχικά, η είσοδος της αλλοδαπής στη Δημοκρατία και ακολούθως η αναγνώριση της ως συζύγου Ευρωπαίου πολίτη, με αποτέλεσμα τη συνέχιση της παραμονής της στη χώρα. Στα πλαίσια εκτέλεσης του εν λόγω σχεδίου, παρουσιάστηκαν ενώπιον κοινοταρχών και πρωτοκολλητών, προβαίνοντας σε ψευδείς δηλώσεις και ένορκες δηλώσεις ότι ήταν σύζυγοι και διέμεναν μαζί σε συγκεκριμένη διεύθυνση στη Δημοκρατία. Περαιτέρω, με ψευδείς παραστάσεις προς το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, πέτυχαν την εγγραφή της αλλοδαπής ως σύζυγο Ευρωπαίου πολίτη και για σειρά ετών ανανέωναν αυτά τα πιστοποιητικά. Η εν λόγω ποινική δραστηριότητα επαναλαμβανόταν για χρονικό διάστημα πέντε ετών, με την τελευταία τους πράξη να λαμβάνει χώρα το Μάιο του 2014.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης πλήττεται η ορθότητα της ποινής των 9 μηνών φυλάκισης ως εκδήλως υπερβολική, ενώ με το δεύτερο λόγο έφεσης, ο εφεσείων θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ως μετριαστικοί παράγοντες, το γεγονός ότι αυτός έχει απολυθεί από την εργασία του, την έκδηλη μεταμέλειά του, η οποία εκδηλώθηκε με την άμεση παραδοχή του, καθώς και το γεγονός ότι η σύζυγός του, ηλικίας 67 ετών, ασθενεί βαρέως.
Σύμφωνα με τη νομολογία, το ποινικό μέτρο καθορίζεται πρωτίστως από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο φέρει προς τούτο και την ευθύνη. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όπου η ποινή είναι εκδήλως ανεπαρκής ή υπερβολική ή άλλως πως αναδεικνύεται σφάλμα αρχής (Μακρή ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 42, Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551, Bezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785 και Marius v. Δημοκρατίας (2015) 2 Α.Α.Δ. 397, ECLI:CY:AD:2015:B380).
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα τόνισε, τόσο ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσο και ενώπιον μας, τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα ο οποίος, για να βοηθήσει την οικογένεια του (σύζυγο και δύο τέκνα) από το έτος 1993 μέχρι το 2008, εργαζόταν ως εργάτης σε διάφορες Αραβικές χώρες. Το 2008 απελύθη από την εργασία του λόγω οικονομικής κρίσης και προσπάθησε να δημιουργήσει δική του επιχείρηση, συνάπτοντας μεγάλο δάνειο. Λόγω αποτυχίας της επιχείρησής του φυλακίστηκε κάτω από άθλιες συνθήκες, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την επιδείνωση της υγείας του. Κατόρθωσε τελικά να αποφυλακιστεί μετά που η πρώην κατηγορούμενη 2, με την οποία είχε συνάψει ερωτικό δεσμό, πώλησε την δική της επιτυχή επιχείρηση εστιατορίου που είχε, αφού κατέβαλε στην τράπεζα το ποσό του χρέους του εφεσείοντα (€175,000). Μετέβη, ακολούθως, στην Κίνα μαζί της, χωρίς όμως να κατορθώσουν να εξεύρουν εργασία, με αποτέλεσμα να επιστρέψουν στην Κύπρο. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα τόνισε εμφαντικά ενώπιόν μας ότι ο εφεσείων διέπραξε τα υπό αναφορά αδικήματα, κάτω από συναισθηματική υποχρέωση και ένδειξη ευγνωμοσύνης προς την πρώην συγκατηγορούμενή του, η οποία θυσίασε τη δική της ευημερία και περιήλθε σε κατάσταση ανεπανόρθωτης οικονομικής ζημιάς για να αποφυλακιστεί ο ίδιος.
Ο εφεσείων, ηλικίας 63 ετών, ο οποίος τώρα διαμένει με τη σύζυγο του, είναι λευκού ποινικού μητρώου. Παραδέχθηκε άμεσα τη διάπραξη των αδικημάτων μετά τη σύλληψη του ενώπιον των αρμοδίων αρχών και ενώπιον του Δικαστηρίου αργότερα όταν προσάχθηκαν εναντίον του οι σχετικές κατηγορίες.
Τόσο πρωτοδίκως όσο και ενώπιον μας, τονίστηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα τα διάφορα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει ο εφεσείων, ο οποίος πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου Β, αρτηριακή υπέρταση, δυσλιπιδαιμία και υπερουρηχεμία. Η σύζυγος του, η οποία είναι ηλικίας 67 ετών, πάσχει από σοβαρό πρόβλημα στα πόδια της λόγω οστεοαρθρίτιδας και χρειάζεται τη βοήθεια του εφεσείοντα για να αντιμετωπίσει τις καθημερινές της ανάγκες. Σημειώθηκε από το συνήγορο το γεγονός ότι η οικογένεια του τον έχει συγχωρέσει και έχουν αποκατασταθεί οι καλές του σχέσεις. Λόγω δε της ποινής φυλάκισης που του έχει επιβληθεί ο ίδιος έχει απωλέσει την εργασία του ως δημοτικός υπάλληλος του Δήμου Λευκωσίας.
Τέλος, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι τόσο οι ιδιαίτερες περιστάσεις κάτω από τις οποίες διεπράχθησαν τα εν λόγω αδικήματα όσο και όλοι οι άλλοι μετριαστικοί παράγοντες που έχουν εκτεθεί πιο πάνω, συνηγορούν στο ότι η ποινή των εννέα μηνών φυλάκισης είναι έκδηλα υπερβολική και πως αυτή θα έπρεπε να είχε ανασταλεί.
Τα αδικήματα που παραδέχθηκε ενοχή ο εφεσείων είναι σοβαρά και διεπράχθησαν με προσχεδιασμό και κατ' επανάληψη για μία χρονική περίοδο πέντε ετών. Ο εφεσείων επανειλημμένα προέβη σε ενέργειες εξαπάτησης των αρχών του κράτους για να πετύχει τον στόχο του που δεν ήταν άλλος από το να υποβοηθήσει την αλλοδαπή φίλη του να εισέλθει στη Δημοκρατία προκειμένου να διαμείνει στη χώρα μας. Αδικήματα αυτής της φύσης διαπράττονται όλο και περισσότερο στον τόπο μας, όπως παρατηρήθηκε και από το πρωτόδικο Δικαστήριο με βάση τις υποθέσεις που τίθενται ενώπιον του και η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικής ποινής είναι επιβεβλημένη. Πρόκειται για αδικήματα που άπτονται της δημόσιας τάξης, όπου σε μία ευνομούμενη κοινωνία δεν μπορούν να γίνουν ανεκτά. Ιδιαίτερα σοβαρό είναι το αδίκημα της 23ης κατηγορίας το οποίο, σύμφωνα με την τροποποίηση που επέφερε ο Ν. 8(Ι)/2007 προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 8 έτη ή χρηματική ποινή μέχρι €34.172 ή και τις δύο ποινές.
Το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη τη σοβαρότητα των αδικημάτων ενώ παράλληλα αναφέρθηκε σε όλους τους μετριαστικούς παράγοντες που τέθησαν από τον εφεσείοντα, οι οποίοι, κατά την κρίση μας, λήφθηκαν υπόψη κατά την επιβολή της ποινής. Συνακόλουθα ο δεύτερος λόγος έφεσης που άπτεται των ελαφρυντικών στοιχείων που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής, δεν ευσταθεί.
Αναφορικά με το αδίκημα της 23ης κατηγορίας, οι περιστάσεις διάπραξης του είναι γεγονός ότι δεν εμπίπτουν σε αυτές που κρίνονται ως επιβαρυντικές με βάση το Άρθρο 19Α(3) του ιδίου Νόμου. Επίσης δεν πρόκειται για περίπτωση όπου το αδίκημα διεπράχθη για οικονομικό όφελος. Έχει άλλωστε τονιστεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο εφεσείων διέπραξε τα υπό εξέταση αδικήματα με μόνο σκοπό να βοηθήσει την φίλη του σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για την πράξη της να οδηγηθεί η ίδια σε οικονομική καταστροφή για να τον βοηθήσει να αποφυλακιστεί. Αυτό όμως αναγνωρίστηκε και από το πρωτόδικο Δικαστήριο και αντανακλάται, κατά την κρίση μας, στην επιβληθείσα ποινή, η οποία περιορίζεται σε 9 μήνες φυλάκιση. Τονίζουμε ότι η ποινή που επιβάλλεται πρέπει να αρμόζει στη σοβαρότητα των αδικημάτων και ότι δεν μπορεί με αυτή να αναιρείται η αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου.
Δυνατότητα επέμβασης παρέχεται μόνο όπου υπάρχει σαφής τεκμηρίωση ότι το στοιχείο της υπερβολής βρίσκει έρεισμα από το συσχετισμό της προς το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορουμένου.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και θεωρούμε ότι η επιβληθείσα ποινή δεν είναι έκδηλα υπερβολική. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά στάθμισε όλους τους ενώπιον του παράγοντες, έλαβε δεόντως υπόψιν τις συνθήκες υπό τις οποίες ο εφεσείων διέπραξε τα αδικήματα και ζύγισε από τη μια τη σοβαρότητα των αδικημάτων και την ανάγκη αποτροπής και από την άλλη το καθήκον εξατομίκευσης της ποινής, μέσα στα ορθά πλαίσια που θέτει η νομολογία. Δεν έχουμε εντοπίσει οποιοδήποτε στοιχείο είτε σφάλματος αρχής είτε έκδηλης υπερβολής. Αντίθετα, θεωρούμε την 9μηνη ποινή φυλάκισης αρκούντως επιεική και κατά συνέπεια δεν παρέχεται περιθώριο επέμβασης του Εφετείου στο ύψος της ποινής που καθόρισε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Αναφορικά με την εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα ότι η ποινή των 9 μηνών φυλάκισης θα έπρεπε να ανασταλεί παρατηρούμε ότι αυτή η εισήγηση δεν περιλαμβάνεται στους δύο λόγους έφεσης αλλά αναφέρεται στην αιτιολογία του πρώτου λόγου. Παρά ταύτα, την έχουμε εξετάσει και λαμβάνοντας υπόψη όλα τα περιστατικά της υπόθεσης δεν κρίνουμε ότι δικαιολογείται η αναστολή της ποινής, σύμφωνα με τις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.