ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Λιάτσος, Αντώνης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Σ. Νεοκλέους, για τους Εφεσείοντες. Γ. Αργυρού, Δημόσιος Κατήγορος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-12-22 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο H. amp;amp; K. NERY'S COLLECTION LIMITED κ.α. ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 299/2014, 22/12/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:B862

(2015) 2 ΑΑΔ 964

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

22 Δεκεμβρίου, 2015

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ/στές]

 

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 299/2014)

 

 

1. H. & K. NERY'S COLLECTION LIMITED,

                       2. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΘΕΟΚΛΕΟΥΣ,

 

Εφεσείοντες,

 

ν.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

 

Σ. Νεοκλέους, για τους Εφεσείοντες.

 

Γ. Αργυρού, Δημόσιος Κατήγορος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.

 

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Σε έλεγχο που διενήργησε, στις 21 Σεπτεμβρίου 2011, κτηνιατρικός λειτουργός στο υποστατικό της εταιρείας των εφεσειόντων 1, στην Αυδήμου, διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν πέντε κιβώτια που περιείχαν 53 φιαλίδια Taberdog Champoo Antiparasitario των 750 ml και τρία κιβώτια που περιείχαν 32 φιαλίδια Taberdog Champoo Antiparasitario των 200 ml. Από επιστημονικές εξετάσεις που διενεργήθηκαν στο Κρατικό Χημείο, σε δείγματα από τα πιο πάνω φιαλίδια, διαπιστώθηκε ότι στο περιεχόμενο τους ταυτοποιήθηκε η ουσία τετραμεθρίνη η οποία είναι φυτοφάρμακο, που ανήκει στην ομάδα των πυρεθροειδών και χρησιμοποιείται ως εντομοκτόνο.

 

Η εφεσείουσα εταιρεία 1 και ο εφεσείων 2, ως διευθυντής της πρώτης, κατηγορήθηκαν ότι «κυκλοφόρησαν» κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν, χωρίς άδεια κυκλοφορίας από το Συμβούλιο Φαρμακευτικών Προϊόντων, κατά παράβαση του περί Κτηνιατρικών Φαρμακευτικών Προϊόντων (Έλεγχος Ποιότητας, Εγγραφή, Κυκλοφορία, Παρασκευή, Χορήγηση και Χρήση) Νόμου του 2006 (Ν. 10(Ι)/2006) (ο ″Νόμος″). Ταυτοχρόνως, κατηγορήθηκαν και για χονδρεμπόριο κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων χωρίς άδεια χονδρεμπορίου που εκδίδεται από το Συμβούλιο Φαρμακευτικών Προϊόντων, κατά παράβαση του ίδιου, πιο πάνω, αναφερόμενου Νόμου.

 

Αμφότεροι παραδέχτηκαν τις πιο πάνω κατηγορίες και τους επιβλήθηκε πρόστιμο €1.700 εκάστου για κάθε μια από τις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν.

 

Οι εφεσείοντες καταχώρισαν έφεση υποστηρίζοντας κατ' αρχάς ότι, οι επιβληθείσες ποινές είναι, υπό τις περιστάσεις, έκδηλα υπερβολικές, λαμβανομένης υπόψη της άμεσης παραδοχής και του λευκού ποινικού μητρώου τους. Κατά δεύτερο, προτάθηκε από τους εφεσείοντες ότι, θα έπρεπε το δικαστήριο να λάβει υπόψη του ότι αμφότερες οι κατηγορίες που αντιμετώπιζαν πηγάζουν από τα ίδια γεγονότα και να επιβάλει ποινή μόνο στη μία εξ' αυτών.

 

Περαιτέρω υποβλήθηκε ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα δεν προορίζοντο για ανθρώπινη χρήση, καθότι αφορούσαν σαμπουάν για σκύλους. Κατά το στάδιο δε της ακρόασης προωθήθηκαν μόνοι οι τρεις από τους πέντε λόγους έφεσης.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων επανέλαβε, ουσιαστικώς, όσα ανέφερε και πρωτοδίκως, τονίζοντας ιδιαιτέρως την ανυπαρξία οποιασδήποτε προηγούμενης καταδίκης των εφεσειόντων, του γεγονότος ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα εισήγοντο νομίμως, μετά από βεβαίωση των τελωνειακών αρχών της Δημοκρατίας. Οι εφεσείοντες αγνοούσαν ότι απαιτείτο άδεια, κάτι που αναγνώρισε ο κ. Νεοκλέους ότι δεν αποτελεί υπεράσπιση, πλην, όμως, σημείωσε, αποδεικνύει την απουσία πρόθεσης εξαπάτησης, που συνοδεύτηκε από την άμεση παραδοχή των εφεσειόντων, τόσο στις διωκτικές αρχές, όσο και στο δικαστήριο.

 

Έγινε, επίσης, αναφορά από το συνήγορο στις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα 2 ως πατέρα δύο ανήλικων παιδιών και υποστήριξε ότι η επιχείρηση θα καταστραφεί αν κληθεί να καταβάλει το ποσό του προστίμου.

 

Τέλος, ο κ. Νεοκλέους υποστήριξε, αναφερόμενος σε νομολογία ότι, η δέσμη των γεγονότων της υπόθεσης, έχοντας ως βάση τα ίδια περιστατικά, επέβαλλε την επιβολή προστίμου σε μία από τις κατηγορίες.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Αστυνομίας, υποστήριξε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με επίκεντρο τη σοβαρότητα των αδικημάτων, όπως αυτή πηγάζει από την προβλεπόμενη, με βάση το άρθρο 100 του Νόμου, ποινή, που είναι, σε περίπτωση καταδίκης, φυλάκιση μέχρι πέντε χρόνια ή χρηματική ποινή μέχρι £50.000.

 

Παράλληλα, ο συνήγορος παραδέχτηκε ότι, αδικήματα αυτής της υφής δεν παρουσιάζουν ούτε συχνότητα ούτε βρίσκονται σε έξαρση, αλλά, όπως τόνισε, δεν μπορεί να παραγνωριστεί η ποιότητα του κτηνιατρικού φαρμάκου που ταυτοποιήθηκε στα προϊόντα που κατείχαν οι εφεσείοντες ήτοι, τετραμεθρίνη, που χρησιμοποιείται ως εντομοκτόνο.

 

Ως προς την παραδοχή των εφεσειόντων, ο συνήγορος εισηγήθηκε ότι η διαπίστωση της διάπραξης των αδικημάτων ήταν άμεση και το αδίκημα ήταν αυτόφωρο, αφού ήταν στην κατοχή τους.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο ανέφερε τα εξής:

 

″Το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του την παραδοχή των κατηγορουμένων, το λευκό ποινικό τους μητρώο, την απολογία τους, τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων και τους λόγους που οδήγησαν στη διάπραξη των αδικημάτων. Το Δικαστήριο λαμβάνει καθοδήγηση από τη σοβαρότητα του αδικήματος όπως έχει προσδοθεί από τον νομοθέτη αφού το ύψος των ποινών είναι τέτοιο που αντικατοπτρίζει την σοβαρότητα του αδικήματος αφού προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 5 χρόνια ή χρηματική ποινή μέχρι €50.000 ή και τις δύο ποινές.

 

Σίγουρα ο νομοθέτης έχει προσδώσει τέτοια σοβαρότητα σε αυτά τα αδικήματα αφού ο σκοπός του νομοθέτη είναι η προστασία του πιο σημαντικού έννομου αγαθού ειδικά αυτού της υγείας. Σίγουρα η εμπορία φαρμάκων που προορίζεται για χρήση ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους και όταν αυτό δεν συνοδεύεται με την απαραίτητη από το Νόμο άδεια δυνάμει σχετικής νομοθεσίας και αυτός ήταν και ο λόγος που απαιτείται η χορήγηση συγκεκριμένης άδειας. Εντούτοις επειδή το Δικαστήριο δεν έχει ενώπιο του οποιαδήποτε μαρτυρία που να καταδεικνύει ότι δυνάμει των πιο πάνω ενεργειών των κατηγορουμένων έχει προκληθεί οποιαδήποτε βλάβη σε οποιοδήποτε πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας και όχι μόνο που να συνδέουν την διάπραξη των αδικημάτων με οποιαδήποτε βλάβη στην υγεία.″

 

 

Σημειώνουμε ότι η προβλεπόμενη χρηματική ποινή δεν είναι μέχρι €50.000 αλλά £50.000, χωρίς βέβαια να διαφοροποιεί την κατάσταση, αφού πρόκειται καθαρά περί τυπογραφικού λάθους.

 

Από το πιο πάνω κείμενο της πρωτόδικης απόφασης καταδεικνύεται ότι το κυρίαρχο στοιχείο στη σκέψη του δικαστηρίου ήταν η σοβαρότητα του αδικήματος της κυκλοφορίας κτηνιατρικού φαρμάκου άνευ αδείας, σε συνδυασμό με την επίπτωση που ενδεχομένως τούτο θα επιφέρει στο αγαθό της υγείας.

 

Όπως έχουμε σημειώσει, οι εφεσείοντες κατηγορήθηκαν για ″κυκλοφορία″ κτηνιατρικού φαρμάκου, άνευ αδείας και για ″χονδρεμπόριο″ του ιδίου προϊόντος.

 

Στη βάση του άρθρου 2 του Νόμου αναφέρεται:

 

″ «κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν» σημαίνει:

 

 (α) Κάθε ουσία ή συνδυασμό ουσιών, η οποία χαρακτηρίζεται ότι έχει θεραπευτικές ή προληπτικές ιδιότητες έναντι ασθενειών ζώων, ή

 

 (β) κάθε ουσία ή συνδυασμό ουσιών, η οποία δύναται να χρησιμοποιηθεί σε ζώα, με σκοπό είτε να αποκατασταθούν, να βελτιωθούν ή να τροποποιηθούν φυσιολογικές λειτουργίες ασκώντας φαρμακολογική, ανοσολογική ή μεταβολική δράση, είτε να πραγματοποιηθεί ιατρική διάγνωση٠

 

 

«κυκλοφορία» σε σχέση με κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα, σημαίνει κάθε δραστηριότητα που συνίσταται στην κατοχή, προσφορά, διανομή ή διάθεση στην αγορά και «κυκλοφορώ» ερμηνεύεται ανάλογα٠

 

 

«χονδρεμπόριο κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων» σημαίνει κάθε δραστηριότητα που περιλαμβάνει την αγορά, την πώληση, την εισαγωγή ή εξαγωγή ή οποιαδήποτε άλλη εμπορική πράξη με αντικείμενο κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα, επί κέρδει ή μη, με εξαίρεση:

 

  (α) Την προμήθεια, από παρασκευαστή, κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων, τα οποία έχει παρασκευάσει ο ίδιος,

 

  (β)    τη λιανική πώληση κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων από πρόσωπα, τα οποία δύνανται να ασκήσουν τη δραστηριότητα αυτή σύμφωνα με το άρθρο 87٠

 

 

Το άρθρο 83(1) που απαγορεύει το χονδρεμπόριο χωρίς άδεια αναφέρει:

 

″83.-(1) Απαγορεύεται το χονδρεμπόριο κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων χωρίς άδεια χονδρεμπορίου που εκδίδεται από το Συμβούλιο Κτηνιατρικών Φαρμακευτικών Προϊόντων, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, σε τύπο που καθορίζεται από το Συμβούλιο Κτηνιατρικών Φαρμακευτικών Προϊόντων, η οποία εξετάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 84.″

 

 

 

Η επιβολή ποινής αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της δικαστικής λειτουργίας του εκδικάσαντος δικαστηρίου, που έχοντας ακούσει τα γεγονότα της υπόθεσης τα αξιολογεί και εφαρμόζοντας την κείμενη νομοθεσία επιβάλλει την αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή.

 

Το Εφετείο δεν επανεξετάζει το ύψος της επιβληθείσας ποινής με στόχο την εκ νέου επιβολή, αλλά, όμως παρέχεται η δυνατότητα μείωσης μόνο όταν αυτή καταφαίνεται ότι είναι, υπό τις περιστάσεις έκδηλα υπερβολική.  Το κριτήριο για προσδιορισμό της τοιαύτης υπερβολής, είναι αντικειμενικό (βλ. Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525 και Σωκράτους ν. Δημοκρατίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 132).

 

Όπως τονίστηκε στην υπόθεση ΜΕΤΑΛΛΙΚΑ ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ & ΥΙΟΣ ν. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 119, στην οποία μας παρέπεμψε και ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων, το δικαστήριο έχοντας, με βάση την έκθεση γεγονότων, διαπιστώσει ότι, δύο κατηγορίες εδράζονται στα ίδια γεγονότα, για τη στοιχειοθέτηση τους, τότε πρέπει να αποφύγει να επιβάλει ποινή και στις δύο κατηγορίες.  Η αρχή αυτή εδράζεται στην αποφυγή διπλής τιμωρίας ενός κατηγορουμένου για την ίδια πράξη (Άρθρο 12.2 του Συντάγματος).

 

Από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου η εφεσείουσα εταιρεία 1, είχε αιτηθεί την εισαγωγή των συγκεκριμένων προϊόντων με τα δύο πακέτα των κτηνιατρικών φαρμάκων.

 

Τα ίδια αυτά προϊόντα εντοπίστηκαν στα υποστατικά της εταιρείας της εφεσείουσας 1, της οποίας διευθυντής είναι ο εφεσείων 2.

 

Καθίσταται συνεπώς έκδηλο ότι η κατηγορία της κυκλοφορίας καθίσταται αναπόσπαστο μέρος των γεγονότων της κατηγορίας του χονδρεμπορίου, επί της οποίας στηρίζεται και προηγείται.

 

Υπό τα ιδιαίτερα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης και ενόψει της απουσίας οποιουδήποτε άλλου στοιχείου που ν' απομονώνει τα γεγονότα της κυκλοφορίας, όπως αυτά έχουν περιγραφεί πιο πάνω, εδραζόμενα στην εισαγωγή του συγκεκριμένου σκευάσματος που περιείχε φαρμακευτικό προϊόν, θεωρούμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο θα έπρεπε να μην επιβάλει ποινή στην κατηγορία της κυκλοφορίας                     (1η κατηγορία).

 

Στη συνέχεια, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων υποστήριξε ότι η επιβληθείσα ποινή των €1700, για έκαστη κατηγορία, στους εφεσείοντες είναι έκδηλα υπερβολική.

 

Η εισήγηση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η σοβαρότητα των αδικημάτων που αντιμετώπιζαν οι εφεσείοντες αντικατοπτρίζεται από την προβλεπόμενη από το άρθρο 100 του Νόμου, ποινή, που, όπως σημειώσαμε είναι, φυλάκιση μέχρι πέντε χρόνια ή χρηματική ποινή μέχρι £50.000.

 

Συμφωνούμε με την, επί του προκειμένου, αναφορά του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι, στόχος του εν λόγω νομοθετήματος ήταν, ″η προστασία του πιο σημαντικού έννομου αγαθού αυτού της υγείας″. Το δικαστήριο αναγνώρισε ότι, στην υπό κρίση υπόθεση, λόγω των ενεργειών των εφεσειόντων δεν έχει προκληθεί βλάβη στην υγεία οποιουδήποτε.

 

Με τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης θεωρούμε ότι η επιβληθείσα ποινή για το αδίκημα του χονδρεμπορίου φαρμακευτικών προϊόντων χωρίς άδεια, όπως παρέμεινε, σε καμιά περίπτωση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί υπερβολική.

 

Τούτου δοθέντος, η έφεση επιτυγχάνει μερικώς, η ποινή αναφορικά με την κυκλοφορία (1η κατηγορία) που αφορά τους εφεσείοντες 1 και 2 παραμερίζεται.

 

 

                                    Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ. Δ.

 

 

                                    Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

 

 

                                    Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο