ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ερωτοκρίτου, Γεώργιος Κυριάκου Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Α.Σάββα, για τον εφεσείοντα B.Δανιηλίδου, (κα.), για την εφεσίβλητη CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-12-02 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΟΥΛΟΥΝΤΗ ν. AΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Πoινική ΄Εφεση αρ.154/2015, 2/12/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:B802

(2015) 2 ΑΑΔ 870

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                 

          oινική ΄Εφεση αρ.154/2015)

 

2 Δεκεμβρίου, 2015

 

Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Τ.ΨΑΡΑ-MΙΛΤΙΑΔΟΥ. Δ/στες

 

ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΟΥΛΟΥΝΤΗ

Εφεσείων

          ν.

           

          AΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

          Εφεσίβλητης

          - - - - - - - - -

Α.Σάββα, για τον εφεσείοντα

B.Δανιηλίδου, (κα.), για την εφεσίβλητη

Εφεσείων παρών

  - - - - - - - - -

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ:  Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

 

 

           Α Π Ο Φ Α Σ Η

           (Ex tempore)

      

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:  Ο εφεσείων - κατηγορούμενος 1 κατηγορήθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου για αδικήματα συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος και ληστεία κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας των άρθρων 371, 282, 283, και 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Συγκεκριμένα ότι ομού μετ΄άλλου προσώπου την 25η  Φεβρουαρίου 2014 στη Γερμασόγεια Λεμεσού έκλεψαν από συγκεκριμένη παραπονούμενη το χρηματικό ποσό των €60, ένα tablet αξίας €100 ένα φορητό ηλεκτρονικό υπολογιστή αξίας €300, ένα κινητό τηλέφωνο αξίας €50 και ένα κουτί προφυλακτικά αξίας €6 και κατά ή αμέσως πριν ή αμέσως μετά το χρόνο της κλοπής χρησιμοποίησαν πραγματική βία κατά της πιο πάνω παραπονούμενης με σκοπό να αποκτήσουν ή κατακρατήσουν τα κλαπέντα.  Ο εφεσείων αμέσως παραδέχθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τις πιο πάνω κατηγορίες και η υπόθεση ορίστηκε μετά από κάποιες αναβολές εν τέλει για γεγονότα και ποινή στις 19.6.2015 και στα πλαίσια αυτά κατατέθηκε γραπτό κείμενο των γεγονότων, τεκμ.Α, όπως επίσης και έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού άκουσε τον ευπαίδευτο δικηγόρο του εφεσείοντα στην αγόρευση του για μετριασμό της ποινής έκρινε ότι η ενδεδειγμένη ποινή ήταν αυτή της φυλάκισης των 2 χρόνων στην 1η και 2η κατηγορία με τις ποινές να συντρέχουν.  Εξετάζοντας το θέμα της αμεσότητας ή μη στην εκτέλεση της ποινής σύμφωνα με την εισήγηση του συνηγόρου υπεράσπισης, το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι λαμβανομένου υπόψη της σοβαρότητας του αδικήματος και των συνθηκών διάπραξης του, ως επίσης και του γεγονότος ότι τα αδικήματα της ληστείας βρίσκονται σε έξαρση χωρίς να αγνοεί τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, οι οποίες  οδήγησαν το Δικαστήριο στη δραστική μείωση επί του χρόνου της ποινής, κατέληξε να θεωρήσει ότι δεν δικαιολογείται η αναστολή της ποινής φυλάκισης. 

 

Ο εφεσείων προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση θεωρώντας ότι η ποινή που έχει επιβληθεί είναι έκδηλα υπερβολική και το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του στο βαθμό που έπρεπε τα υπέρ του ελαφρυντικά.  

 

Τονίστηκε ότι ο εφεσείων είναι μόλις 23 ετών (22 ετών κατά τη διάπραξη του αδικήματος), με λευκό ποινικό μητρώο και από τη συμμετοχή του στη διάπραξη των αδικημάτων δεν προκλήθηκε κανένας τραυματισμός ή σωματική βλάβη σε οποιονδήποτε πρόσωπο.  Η μεταμέλεια του είναι έμπρακτη τόσο από την παραδοχή του στην Αστυνομία όσο και στο Δικαστήριο.  Ο εφεσείων έχει αρραβωνιαστεί και μάλιστα η μέλλουσα σύζυγος του είναι έγκυος ώστε να θεωρηθεί ότι έχουν αλλάξει οι συνθήκες ζωής του.  Θεωρήθηκε επίσης σημαντικό ότι ο εφεσείων παρά τις οικονομικές δυσχέρειες τις οποίες έχει, κατάφερε να αποζημιώσει την παραπονούμενη καταβάλλοντας της το ποσό των €500.  Επίσης έγινε λόγος για εξωδικαστηριακή τιμωρία του εφεσείοντα εφόσον δια της ποινής που του επιβλήθηκε στερήθηκε της δυνατότητας εργασίας του ως υπάλληλος-φύλακας σε εταιρεία παροχής ασφαλειών.  Στο πλαίσιο αυτό τονίστηκε και η αναπηρία του στο αριστερό χέρι η οποία καθιστά πιο δύσκολη τη δυνατότητα εξεύρεσης εργασίας.  Η πλευρά του εφεσείοντα εισηγείται επίσης ότι αγνοήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο η δήλωση του εφεσείοντα μέσω του δικηγόρου του ότι πρόκειται να καταθέσει ως μάρτυρας εναντίον του κατηγορούμενου 2 με σκοπό να συμβάλει στην απονομή πλήρους δικαιοσύνης. 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα προβάλλοντας τα πιο πάνω και ενώπιον μας, εισηγήθηκε ότι, ενώ αναφέρονται από το πρωτόδικο Δικαστήριο τα πιο πάνω ελαφρυντικά, δεν ελήφθηκαν ως όφειλαν να ληφθούν υπόψη, καθιστώντας την ποινή έκδηλα υπερβολική, έχοντας ιδιαίτερα κατά νου το νεαρό της ηλικίας του εφεσείοντα και την άμεση παραδοχή του. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος για την εφεσίβλητη δεν υποστήριξε την προσβαλλόμενη απόφαση σ΄όλη της την εμβέλεια δηλαδή όσον αφορά το ύψος της ποινής.

 

΄Εχουμε εξετάσει τον προβαλλόμενο λόγο έφεσης στη βάση των παραμέτρων της παρούσας υπόθεσης.  Είναι γνωστές οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει στην ποινή που επιβάλλει το πρωτόδικο Δικαστήριο (βλ. Michael Antoni Afxenti "Iroas" v. The Republic (1966) 2 C.L.R. 116, Mazarakis v. Republic (1982)2 C.L.R. 183, Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991)2 Α.Α.Δ. 525).

 

Είναι γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο συνόψισε ορθά τα ελαφρυντικά του εφεσείοντα στην κρινόμενη υπόθεση πλην όμως θεωρούμε ότι δεν απέδωσε σε αυτά τη βαρύτητα που θα έπρεπε.  Η ηλικία του εφεσείοντα σε συνάρτηση με την άμεση παραδοχή του, τόσο στην Αστυνομία όσο και στο Δικαστήριο, το λευκό του ποινικό μητρώο, η αποζημίωση του θύματος και οι λοιπές περιστάσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω, είχαν ιδιαίτερη σημασία στην υπόθεση και θα έπρεπε να οδηγήσουν το Δικαστήριο σε πιο επιεική μεταχείριση του εφεσείοντα.  Υπό τις περιστάσεις θεωρούμε ότι η ποινή ήταν έκδηλα υπερβολική αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλάκισης μεγαλύτερης διάρκειας απ΄ό,τι δικαιολογείτο (βλ. Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 19.  Επαινούμε δε τη στάση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της εφεσίβλητης να μην επιμείνει επί της ορθότητας της απόφασης επί του ύψους της ποινής.   Κρίνουμε ότι παρέχεται πεδίο επέμβασης μας σύμφωνα με τη νομολογία και προχωρούμε σε μείωση της ποινής φυλάκισης από 2 χρόνια σε 1 χρόνο σε σχέση με την κατηγορία 2 (της ληστείας).  Τονίζουμε εμφαντικά τη σημασία που έχει η παραδοχή.  ΄Οπως τονίστηκε στην υπόθεση Χαρτούμπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 «η παραδοχή ενοχής πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή.  Αυτό ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή με συνέπεια να μη σπαταλείται πολύτιμος χρόνος στην εκδίκαση υποθέσεων.  Αποτελεί πορεία που προάγει τους σκοπούς της Δικαιοσύνης.»  Θα προσθέταμε δε ότι είναι μόνο δια της παραδοχής που αποδίδεται με απτό και άμεσο τρόπο η μεταμέλεια ενός προσώπου.  Και μάλιστα εδώ ενός προσώπου νεαρού με λευκό ποινικό μητρώο το οποίο και αποζημίωσε το θύμα.

 

Ως προς την κατηγορία 1 (της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος ήτοι της ληστείας) θεωρούμε ότι δεν θα έπρεπε να επιβληθεί ποινή ενόψει του ότι τα γεγονότα αυτής περιέχονται στην κατηγορία της ληστείας.  Δραττόμεθα της ευκαιρίας να τονίσουμε, σε σχέση με την επιβολή ποινής επί αδικημάτων συνωμοσίας όταν συντρέχουν με τα αδικήματα για τα οποία υλοποιήθηκε η συμφωνία, όπως εν προκειμένω, ότι η πρακτική, αν μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε έτσι, να επιβάλλεται ποινή και στις δύο κατηγορίες, δεν είναι ενδεδειγμένη, καθότι η υλοποίηση της συμφωνίας προς διάπραξη αδικήματος απορροφάται με την ίδια τη διάπραξη του αδικήματος που αφορά η συνωμοσία.

 

Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει η έφεση επιτυγχάνει και η ποινή που επιβλήθηκε στην 2η κατηγορία μειώνεται  από 2 χρόνια σε 1 χρόνο φυλάκισης.  Η ποινή που επιβλήθηκε στην 1η κατηγορία παραμερίζεται εξ ολοκλήρου.

 

                                                                      ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.

 

                                                                      ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                                                                      ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο