ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:B51
(2014) 2 ΑΑΔ 21
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πoινική ΄Εφεση αρ. 109/2011)
23 Ιανουαρίου, 2014
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στες
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσείων
ν.
ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΔΑΜΑΛΗ
Εφεσίβλητου
- - - - - - - - -
΄Ολγα Σοφοκλέους, (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσείοντα
Γ. Λουϊζίδης με Χρ.Ευσταθίου, για τον εφεσίβλητο
- - - - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Εx-tempore)
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος αντιμετωπίζει ποινική υπόθεση, μαζί με ένα τρίτο πρόσωπο, για το αδίκημα της παράνομης εργοδότησης αλλοδαπού, αδίκημα το οποίο σύμφωνα με το κατηγορητήριο, είχε διαπραχθεί στις 8 Απριλίου 2010. Στις 9 Απριλίου 2010 δηλώθηκε από τους δυο κατηγορούμενους μη παραδοχή και η υπόθεση ορίστηκε στις 12 Μαϊου 2010 για ακρόαση. Η υπόθεση ανεβλήθη λόγω απουσίας των μαρτύρων κατηγορίας και ορίστηκε εκ νέου για ακρόαση στις 14 Σεπτεμβρίου 2010. Στο μεσοδιάστημα, στις 17 Ιουνίου 2010, οι συνήγοροι ζήτησαν από το Δικαστήριο να επιληφθεί του θέματος, λόγω αλλαγής απάντησης στις κατηγορίες και πρόθεσης παραδοχής. Τούτο έγινε και η υπόθεση αναβλήθηκε 21 Ιουνίου 2010 για γεγονότα και ποινή. Στη συνέχεια, παρέμεινε στις 2 Ιουλίου 2010 για γεγονότα και ποινή και σε κάποιο στάδιο αναμενόταν απάντηση από το Γενικό Εισαγγελέα γιατί, η κατηγορούσα αρχή είχε αναστείλει την ποινική δίωξη εναντίον του, τότε, κατηγορούμενου 2. Ζητήθηκαν αναβολές με το ίδιο αιτιολογικό 1 Σεπτεμβρίου 2010, 28 Σεπτεμβρίου 2010, 19 Σεπτεμβρίου 2010 και 12 Νοεμβρίου 2010.
Kατά την τελευταία δικάσιμο, o εφεσίβλητος ζήτησε και άλλαξε απάντηση, σε μη παραδοχή. Η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση 19 Νοεμβρίου 2010. Η ακρόαση αναβλήθηκε λόγω έλλειψης επίδοσης κλήσεων στους μάρτυρες κατηγορίας. Ζητήθηκε αναβολή εκ μέρους της Δημοκρατίας και στις 18 Φεβρουαρίου 2011 και η υπόθεση ορίστηκε 31 Μαρτίου 2011. Στο μεσοδιάστημα, στις 11 Μαρτίου 2011 ο συνήγορος του εφεσιβλήτου ζήτησε αναβολή και τελικώς η υπόθεση προγραμματίστηκε για τις 12 Απριλίου 2011 όπου και πάλιν η κατηγορούσα αρχή ζήτησε αναβολή και η υπόθεση ορίστηκε 25 Μαϊου 2011 για ακρόαση. Κατά την πιο πάνω ημερομηνία, όπως καταφαίνεται στο πρακτικό, η εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής ζήτησε αναβολή γιατί δεν είχε μάρτυρες, όπως είχε δηλωθεί, αλλά σε περίπτωση που θα υπήρχε ένσταση από πλευράς κατηγορουμένου, ζήτησε και ένταλμα σύλληψης εναντίον της ΜΚ3 στο κατηγορητήριο η οποία δεν ήταν παρούσα στο Δικαστήριο, παρά το γεγονός ότι είχε επί τούτου κλητευθεί. Η ένορκη δήλωση επίδοσης κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως τεκμ.Α, και στο σημείο αυτό ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσίβλητου ζήτησε να παρέμβει και ακούστηκε, αναφέροντας στην ένσταση του για τη μεγάλη καθυστέρηση που είχε δημιουργηθεί αναφέροντας όλο το ιστορικό της υπόθεσης και το γεγονός ότι, ο εφεσίβλητος υφίστατο μεγάλη ταλαιπωρία δυσανάλογη με την κατηγορία που αντιμετώπιζε. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι πρόκειτο περί μιας παλαιάς, και όπως επισημαίνει, ταλαιπωρημένης υπόθεσης, η οποία αναβλήθηκε για πολλές φορές. Ασχολήθηκε με την υπόθεση Γενικός Εισαγγελεάς ν. Σπανιάς (1993) 2 Α.Α.Δ. 384 την οποία είχε επικαλεστεί και η πλευρά της κατηγορούσας αρχής, θεωρώντας, όμως, ότι δεν υφίστατο λόγος να δοθεί η αναβολή και απέρριψε το αίτημα για έκδοση εντάλματος σύλληψης. Στη συνέχεια η κατηγορούσα αρχή ζήτησε και πάλι αναβολή που και αυτή απορρίφθηκε, οπόταν το Δικαστήριο απάλλαξε τον κατηγορούμενο - εφεσίβλητο από την πρώτη κατηγορία που αντιμετώπιζε.
Το θέμα που μας απασχολεί έχει νομολογιακά εξεταστεί και στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Καλογήρου (1998) 2 Α.Α.Δ. 6, στην οποία το εφετείο είχε σημειώσει, με έμφαση, την ευθύνη της πολιτείας και το δημόσιο καθήκον προστασίας της έννομης τάξης που εκτελεί μέσω των διωκτικών αρχών που έχουν καθιδρυθεί. Στη συνέχεια το Δικαστήριο εξέτασε το θέμα όπου παρόλο που δεν ήταν ορθό να αναβληθεί και πάλι η υπόθεση πλην, όμως, σημείωσε ότι το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να εφαρμόσει τη νομοθεσία ως έχει. Υπαρχόντος του άρθρου 50 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155 η εξουσία του Δικαστηρίου να αναγκάσει ένα μάρτυρα να εμφανιστεί έχει, ως προαπαιτούμενο, την κλήτευση του. Στην προκείμενη περίπτωση κλήτευση είχε γίνει. Η μάρτυς ήταν απούσα, συνεπώς δεν υπήρχε άλλη διέξοδος παρά το Δικαστήριο να εκδώσει ένταλμα σύλληψης και ανάλογα να χειριστεί το θέμα απ΄εκεί και μπρος. ΄Οπως επισημαίνεται, και στην υπόθεση Σπανιάς (ανωτέρω), το θέμα της απουσίας και ο λόγος της απουσίας θα εξεταζόταν σε μεταγενέστερο στάδιο, με ανάλογη διάθεση.
Ως εκ τούτου καταλήγουμε πως ο πρωτόδικος δικαστής άσκησε λανθασμένα τη διακριτική του ευχέρεια, συνεπώς χωρεί παρέμβαση του Δικαστηρίου.
Ως εκ τούτου η έφεση επιτυγχάνει, η υπόθεση παραπέμπεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο για επανεκδίκαση από άλλο δικαστή. Βεβαίως, δεν μπορεί να μη σημειώσουμε τη μεγάλη δυσαρέσκεια που νιώθουμε, βλέποντας το πρακτικό αυτό του μεγάλου αριθμού αναβολών που το Δικαστήριο είχε συγκατατεθεί να γίνουν, έστω και αν προήρχοντο αιτήματα, τόσο από πλευράς εφεσίβλητου όσο και από πλευράς κατηγορούσας αρχής, σε μια υπόθεση η οποία αφορούσε μόνο εργοδότηση αλλοδαπού.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.