ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2012) 2 ΑΑΔ 718

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 203/2012)

 

 

1 Νοεμβρίου 2012

 

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στές.]

 

 

ΜΑΡΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

Εφεσείοντα

ν.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εφεσίβλητης

_________________

 

Ε. Πουργουρίδης, για τον Εφεσείοντα.

Δ. Θεοδώρου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα,  για την Εφεσίβλητη.

Εφεσείων παρών.

_________________

 

 Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου δίδεται

                                  από το Δικαστή Χατζηχαμπή.

_________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Ex Tempore)

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ:  Εναντίον του Εφεσείοντα κατεχωρήθη υπόθεση ενώπιον του Κακουργιοδικείου για κατοχή εκρηκτικών υλών και συγκεκριμένα μιας χειροβομβίδας που περιείχε εκρηκτική ύλη, χρήση της χειροβομβίδας, απόπειρα καταστροφής περιουσίας με τη χρήση της χειροβομβίδας, όπως και πρόκληση κακόβουλης ζημιάς.  Δεν παρεδέχθη ενοχή ο Εφεσείων και η υπόθεση του ορίσθη για ακρόαση στις 12 Νοεμβρίου με την προοπτική να συνεχίσει και την επομένη 13 Νοεμβρίου,  δηλαδή λιγότερο από ένα μήνα μετά από την παρουσίαση του ενώπιον του Κακουργιοδικείου και την απάντησή του.

 

Μόλις η υπόθεση ορίσθη για ακρόαση, η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία υπέβαλε αίτημα όπως ο Εφεσείων παραμείνει υπό κράτηση,  αίτημα στο οποίο υπήρξε ένσταση και ακούσθησαν τα μέρη.  Το αίτημα εβασίσθη στον κίνδυνο μη προσέλευσης και συγκεκριμένα στον κίνδυνο διαφυγής στο εξωτερικό, δεδομένου, όπως ετέθη από την ευπαίδευτη συνήγορο, της σοβαρής ποινής που προβλέπεται στο Νόμο, που είναι 14 χρόνια, αλλά και της πιθανότητας καταδίκης, και εξηγήθησαν οι συνθήκες υπό τις οποίες τα αδικήματα είχαν, κατά τη θέση της Δημοκρατίας, διαπραχθεί.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα εξήγησε σε έκταση τους λόγους για τους οποίους υπήρχε ένσταση και επικεντρώθηκε στο γεγονός ότι η μαρτυρία αφορούσε μεικτό γενετικό υλικό.  Έθεσε όμως έμφαση στο γεγονός ότι τα δεδομένα δεν αποκάλυπταν πρόθεση μη προσέλευσης αλλά, απεναντίας, παρέπεμψε στο ότι ο Εφεσείων, μόλις ειδοποιήθηκε από το ΤΑΕ για υποψίες εναντίον του, μετέβη από μόνος του στην Αστυνομία και μάλιστα έδωσε με τη συγκατάθεσή του γενετικό υλικό συνεργαζόμενος πλήρως, όπως και στη συνέχεια σε αναγνωρίσεις προς περαιτέρω βοήθεια της Αστυνομίας.

 

Η άλλη πτυχή των εισηγήσεων αφορούσε τις προσωπικές συνθήκες του Εφεσείοντα και δη το γεγονός ότι είναι Κύπριος ηλικίας 35 ετών που διαμένει μαζί με την πατρική οικογένειά του στη Λευκωσία και βοηθά τον πατέρα του ο οποίος έχει την καντίνα σχολείου εδώ και 10 χρόνια.  Περαιτέρω παρατήρησε ότι έχει προσφάτως αρραβωνιαστεί και ότι όλοι οι δεσμοί του είναι στην Κύπρο, είναι δε διατεθειμένος να ικανοποιήσει οποιουσδήποτε όρους το Δικαστήριο ήθελε θέσει ώστε να μην κρατηθεί.

 

Το Δικαστήριο εδέχθη το αίτημα της Δημοκρατίας.  Αφού ανεφέρθη στο υπόβαθρο της υπόθεσης, υπέδειξε ότι οι παράμετροι της εξέτασης του κινδύνου μη προσέλευσης συνίστανται στη σοβαρότητα του αδικήματος, την πιθανότητα καταδίκης και το ενδεχόμενο επιβολής σοβαρής ποινής και υπέδειξε ότι επρόκειτο για πολύ σοβαρό αδίκημα, ότι υπήρχε μαρτυρία που να υποστήριζε την πιθανότητα καταδίκης και ότι η πιθανότητα καταδίκης και η ποινή που ενδεχομένως θα επιβάλλετο ως αποτέλεσμα αυτής θα αντανακλούσε τη σοβαρότητα του αδικήματος.  Ανέφερε δε το Δικαστήριο τα ακόλουθα σε απάντηση των δεδομένων τα οποία είχαν τεθεί ενώπιον του:

 

«.σ΄ότι αφορά τους δεσμούς του με την Κύπρο ναι μεν γεννήθηκε και διαμένει εδώ για 35 χρόνια, αλλά το γεγονός ότι είναι άγαμος και άνεργος - έστω και αν βοηθά τον πατέρα του σε σχολική καντίνα - σε συνδυασμό με την ποινή που ενδεχομένως να του επιβληθεί σε περίπτωση καταδίκης για πολύ σοβαρά αδικήματα, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να ριψοκινδυνεύσει να μην παρουσιασθεί κατά τη δικάσιμο που έχει ορισθεί σε λιγότερο από ένα μήνα από σήμερα.»

 

 

 

Το Κακουργιοδικείο δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στη νομολογία και να παραθέσει απόσπασμα στο οποίο εκτίθεται η αρχή, που συνάδει και με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και που είναι από δεκαετίες βεβαίως καλά καθιερωμένη στην Κύπρο, ότι αφετηρία της εξέτασης τέτοιου αιτήματος είναι η ελευθερία του ατόμου, η οποία απαιτεί όπως παραμείνει ελεύθερος ο κατηγορούμενος εκτός εάν υπάρχουν λόγοι για τους οποίους θα πρέπει να κρατηθεί.

 

Ο Εφεσείων με την έφεση του έχει θέσει τρεις κατευθύνσεις σε αυτή, η μια από τις οποίες έχει εγκαταλειφθεί και αφορά το θέμα του χρόνου κράτησης.  Δεν θα μας απασχολήσει ως εκ τούτου περαιτέρω. 

 

Η δεύτερη κατεύθυνση αφορά το θέμα της μαρτυρίας η οποία υπάρχει εναντίον του Εφεσείοντα και δη της παρουσίας γενετικού υλικού του στη χειροβομβίδα, συγκεκριμένα στο μοχλό όπλισης. 

 

Έχει διευκρινισθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο για τον Εφεσείοντα ότι οι λόγοι έφεσης αυτοί δεν προωθούνται για σκοπούς εισήγησης, ότι δεν υπάρχει μαρτυρία επί της οποίας θα μπορούσε να υπάρξει καταδίκη, αλλά ότι η μαρτυρία είναι μάλλον τέτοια, ως εκ του περιορισμού της φύσης και της έκτασης της, που η δύναμη της πιθανότητας καταδίκης να είναι ανάλογη.

 

Πρέπει να παρατηρήσουμε επ΄αυτών των λόγων έφεσης ότι, όπως ορθά έχει υποδειχθεί και από την ευπαίδευτο συνήγορο για τη Δημοκρατία, το Δικαστήριο ορθώς δεν υπεισήλθε στον παράγοντα αυτό.  Δεν είναι αυτό το στάδιο να κριθεί η αποτελεσματικότητα και επάρκεια της μαρτυρίας και, για σκοπούς εξέτασης του θέματος της κράτησης, η μαρτυρία στην οποία έχει γίνει αναφορά, με την ύπαρξη δηλαδή μεικτού γενετικού υλικού στο οποίο η κύρια συνεισφορά ήταν εκείνη του Εφεσείοντα, επαρκούσε για σκοπούς ικανοποίησης του εν λόγω όρου. 

 

Η τελευταία κατεύθυνση της έφεσης αφορά τις γενικές αρχές που διέπουν την απόφαση του Δικαστηρίου κατά πόσον θα διατάξει κράτηση ή όχι, σε συνάρτηση δηλαδή με τη σοβαρότητα του αδικήματος και τις συνέπειες της ενδεχόμενης καταδίκης.  Και είναι η θέση του Εφεσείοντα ότι το Κακουργιοδικείο παραγνώρισε τους παράγοντες οι οποίοι αφορούν το συγκεκριμένο πρόσωπο, εφαρμόζοντας μόνο τις γενικές αρχές σε θεωρητική βάση χωρίς να αναφερθεί συγκεκριμένα σε όλα εκείνα τα στοιχεία που συνηγορούν εναντίον του κινδύνου μη προσέλευσης.  Επισημαίνονται ιδιαίτερα όλα στα οποία έχουμε αναφερθεί προηγουμένως.

 

H θεωρημένη μας άποψη είναι ότι το Κακουργιοδικείο όντως έχει σφάλει ως θέμα αρχής στον τομέα αυτό σε  τρόπο ώστε να μην έχει ασκηθεί δεόντως η διακριτική του ευχέρεια.  Επικεντρώθηκε, και αυτό είναι φανερό από τις αναφορές οι οποίες γίνονται στις αρχές της νομολογίας και στις οποίες ήδη έχουμε αναφερθεί, αλλά και από το σχετικό απόσπασμα που παραθέσαμε, στην εγγενή σοβαρότητα του αδικήματος, που τιμωρείται με φυλάκιση 14, στην πιθανότητα καταδίκης και στο ενδεχόμενο επιβολής μεγάλης ποινής.  Όμως, αν και το Δικαστήριο ανεφέρθη στους δεσμούς του Εφεσείοντα με την Κύπρο και στα άλλα στοιχεία τα οποία τον συνδέουν με τέτοιο τρόπο ώστε να τείνουν να αναιρέσουν τη θεωρητική πιθανότητα μη προσέλευσης του, εντούτοις δεν τους απέδωσε τη σημασία που θα έπρεπε να είχαν.

 

Εδώ είναι δεδομένο ότι πρόκειται για Κύπριο ηλικίας 35 ετών που δεν έχει απασχολήσει στο παρελθόν τα Δικαστήρια και ο οποίος έχει οικογένεια με την οποία κατοικεί, τους γονείς του, αλλά και εργάζεται μαζί με τον πατέρα του έστω και αν, όπως ελέχθη, δεν έχει δηλώσεις στις κοινωνικές ασφαλίσεις.  Θέλουμε να υποδείξουμε περαιτέρω την αναφορά ότι έχει αρραβωνιαστεί, όπως ελέγχθη από τον ευπαίδευτο συνήγορό του, το οποίο και δεν αμφισβητήθηκε.  Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι ο ίδιος είχε ανταποκριθεί στην κλήση της Αστυνομίας και είχε μεταβεί εξ ιδίων του χωρίς οποιοδήποτε ενδοιασμό στην Αστυνομία, δίδοντας δικό του γενετικό υλικό, από το οποίο προφανώς προέκυψε η ταύτιση, και συμμετέχοντας σε διαδικασίες αναγνώρισης. 

 

Αυτά όλα είχαν τεθεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου και αφορούσαν τις προσωπικές  συνθήκες του Εφεσείοντα και την όλη σχέση του ως προς την υπόθεση.  Ησαν πράγματα τα οποία έπρεπε να είχαν σταθμισθεί μαζί με τις περαιτέρω παραμέτρους της θεωρητικής διάστασης  των αρχών και να τους δοθεί η δέουσα σημασία. Αυτό συνάδει και με τη δική μας νομολογία αλλά και με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στην οποία έχει αναφερθεί ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα, όχι μόνο ως θέμα της γενικής αρχής ότι αφετηρία είναι η διατήρηση του καθεστώτος ελευθερίας, αλλά και ως θέμα των συγκεκριμένων στοιχείων που πρέπει να τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου για στάθμιση των συγκεκριμένων πιθανοτήτων μη προσέλευσης σε συνάρτηση με τους γενικούς κινδύνους.

 

Για τους λόγους αυτούς θα δεχθούμε την έφεση και θα παραμερίσουμε την απόφαση και θα ορίσουμε όρους βάσει των οποίων θα αφεθεί ελεύθερος ο Εφεσείοντας.

 

 

                                                        Δ. Χατζηχαμπής, Δ.

 

                                                        Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

                                                        Π. Παναγή, Δ.

 

 

 

/ΚΧΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο