ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2012) 2 ΑΑΔ 614

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 14/2012

 

15 Οκτωβρίου, 2012

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΝΑΓΗ Δ/στές]

 

ΑΝΤΡΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

Eφεσείουσα

ν

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

 

 

Η εφεσείουσα παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Ανδρέας Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα για την εφεσίβλητη.

 

 

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(ex tempore)

 

XATZHXAMΠΗΣ, Δ.:   Η εφεσείουσα είχε κατηγορηθεί για  αποστολή μηνύματος ενοχλητικού χαρακτήρα διά δημοσίου δικτύου επικοινωνιών και, εφ' όσον δεν παρεδέχθη ενοχή, διεξήχθη ακρόαση.  Η ακρόαση φαίνεται ότι βρισκόταν σε εξέλιξη την 10.11.11, ημερομηνία κατά την οποία η εφεσείουσα δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο.  Τότε ζητήθηκε από την εκπρόσωπο του Αστυνομικού Διευθυντή Λευκωσίας, ο οποίος είχε καταχωρήσει την υπόθεση, να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης της και το Δικαστήριο εξέδωσε το ένταλμα το οποίο ζητήθηκε ορίζοντας το για έλεγχο, όπως αναφέρθηκε, στις 6.12.11.  Την ημερομηνία εκείνη το Δικαστήριο ανέβαλε την υπόθεση για έλεγχο του εντάλματος σύλληψης στις 22.12.2011 εφόσον το ένταλμα δεν είχε εκτελεστεί.  Στις 16.12.11, και εφ' όσον το ένταλμα είχε εκτελεστεί, η εφεσείουσα παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο και έδωσε την εξήγηση ότι δεν είχε παρουσιαστεί στις 10.11.11 διότι, ενώ ήταν καθ' οδόν στο Δικαστήριο με τη γιαγιά της με λεωφορείο, η γιαγιά της ένιωσε κάποιο πόνο και έκρινε ορθό να την πάρει στο νοσοκομείο αντί να έλθει στο Δικαστήριο.  Συνέχισε τότε η ακρόαση αφού ορίστηκε για  την επόμενη δικάσιμο.

 

Η εφεσείουσα αντέδρασε στα όσα είχαν γίνει με έφεση η οποία ήλθε ενώπιόν μας σήμερα για  ακρόαση.  Παρατηρήσαμε εξ αρχής ότι ο τρόπος που είναι διατυπωμένη η έφεση, η οποία έχει ένα και μόνο ουσιαστικά λόγο έφεσης με πολλές υποπαραγράφους, δεν ήταν σαφής ως προς το τι ήταν το παράπονο της εφεσείουσας, δεδομένου ότι συμπλέκονται πάρα πολλά πράγματα μέσα στην παρουσίαση του λόγου έφεσης αφήνοντας και ερωτηματικά κατά πόσο προσβάλλεται εφέσιμη απόφαση ή όχι.  Η εφεσείουσα διευκρίνισε όμως στο Δικαστήριο ότι ουσιαστικά το παράπονό της είναι ότι κακώς εξεδόθη ένταλμα σύλληψής της την ημέρα που η υπόθεση ήταν ορισμένη για  συνέχιση της ακρόασης στις 10.11.11, στη βάση ότι το Δικαστήριο είχε διακριτική ευχέρεια να εκδώσει ή να μην εκδώσει ένταλμα σύλληψης.  Εισηγείται ότι το Δικαστήριο κακώς αποφάσισε να εκδώσει ένταλμα σύλληψης αντί να αποφασίσει να ειδοποιηθεί η εφεσείουσα να είναι παρούσα σε μια άλλη ημερομηνία, ασκώντας έτσι λανθασμένα τη διακριτική του ευχέρεια αφού η προηγούμενη συμπεριφορά της εφεσείουσας κατά την ακρόαση και η συνέπεια με την οποία είχε προσέλθει όπως και η όλη εικόνα των πραγμάτων που αφορούσε την υπόθεση εναντίον της δεν δικαιολογούσε το Δικαστήριο να ανησυχεί για  τη διάθεσή της να προσέλθει στη δίκη, εφ' όσον είναι πρόσωπο το οποίο έχει φυσικούς δεσμούς με την Κύπρο και το οποίο δεν έδωσε λόγο στο παρελθόν για να αμφιβάλλεται η διάθεσή της αυτή.

 

Η εφεσείουσα έχει καταχωρίσει και διάγραμμα αγόρευσης στο οποίο εξειδικεύει με πολλή λεπτομέρεια τα παράπονά της, προσθέτοντας και άλλες διαστάσεις που αφορούν την όλη αντιμετώπιση της περίπτωσης, οι οποίες όμως δεν αλλοιώνουν τη βάση του παραπόνου της ούτε διέπουν το θέμα της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.  Το ίδιο ισχύει και για  τη γραπτή αγόρευση που μας έχει παρουσιαστεί σήμερα και την οποία επίσης έχουμε διεξέλθει.

 

Η Δημοκρατία δεν καταχώρησε διάγραμμα αγόρευσης και έτσι δεν ακούστηκε.

 

Αντιπαρερχόμεθα τη μορφή του διαγράμματος της εφεσείουσας και της γραπτής της αγόρευσης που έχει δοθεί σήμερα με την έννοια ότι, εφ' όσον δεν εκπροσωπείται από δικηγόρο, δεν θα αναμενόταν η παρουσίαση του λόγου έφεσης με την ακρίβεια και τη δεξιότητα η οποία θα υπήρχε αν είχε επιλέξει να αναθέσει την υπόθεσή της σε δικηγόρο.  Είναι όμως δεδομένη η επάρκεια με την οποία έχει θέσει την υπόθεσή της.  Στη βάση, δηλαδή, της αδικαιολόγητα λανθασμένης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Επαρχιακού Δικαστηρίου να εκδώσει ένταλμα σύλληψης.  Εκθέτει, επαναλαμβάνοντας πολλές φορές πρέπει να  πούμε, τις διαστάσεις τις οποίες επισήμανε για να καταδείξει ότι δεν θα έπρεπε να είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης.

 

Έχουμε ήδη αναφερθεί, και είναι πλήρως κατανοητή η αρχή αυτή στην εφεσείουσα, ότι το Δικαστήριο, στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, έχει μια ευρεία εξουσία η οποία για να ελεγχθεί με παρέμβαση του Εφετείου πρέπει να  έχει ασκηθεί με τέτοιο τρόπο που να αποκαλύπτει επιλογή πέραν από τα εύλογα πλαίσια της άσκησης διακριτικής ευχέρειας και να ανάγεται ουσιαστικά σε εντελώς λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας.  Το κρινόμενο, λοιπόν, σήμερα από το Εφετείο είναι κατά πόσο έχει καταδειχθεί ότι όντως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκήθηκε με τον τρόπο που εισηγείται η εφεσείουσα.

 

Έχουμε υπόψη μας τα όσα έχει επισημάνει η εφεσείουσα σε στήριξη της έφεσής της, αλλά θεωρούμε ότι αυτά δεν καταδεικνύουν λόγο παρέμβασή μας με  την απόφαση του Δικαστηρίου να εκδώσει ένταλμα σύλληψης.  Η εύρυθμη λειτουργία της ποινικής δικαιοσύνης απαιτεί, χάριν και της συνέπειας εκδίκασης των υποθέσεων αλλά και του χρόνου τον οποίο το Δικαστήριο διαθέτει, όπως τηρούνται οι διαδικασίες με τρόπο που να μην αναβάλλονται οι υποθέσεις.  Το Δικαστήριο είχε ουσιαστικά υπόψη του ότι, εφ' όσον η υπόθεση ήταν ορισμένη για  συνέχιση της ακρόασης, η εφεσείουσα θα έπρεπε να ήταν παρούσα.  Πέραν τούτου, εζητήθη ένταλμα σύλληψης από τον Αστυνομικό Διευθυντή και το Δικαστήριο δεν είχε υπόψη του οτιδήποτε άλλο από πλευράς της εφεσείουσας το οποίο να αναιρούσε την ανάγκη έκδοσης εντάλματος σύλληψης.  Η εφεσείουσα δέχεται, στα γεγονότα τα οποία έχει παρουσιάσει, ότι εκτάκτως αναγκάστηκε να μεταβεί στο νοσοκομείο αντί στο Δικαστήριο χάριν της γιαγιάς της.  Όμως, θα ήταν πολύ απλό για  την ίδια να είχε ειδοποιήσει το Δικαστήριο σχετικά ούτως ώστε να γνωρίζει το λόγο της απουσίας της.  Αυτό δεν το έπραξε όχι με την έννοια ότι ήταν υποχρεωμένη να το πράξει αλλά με την έννοια ότι, εφ' όσον δεν το έπραξε το Δικαστήριο δεν είχε ενώπιόν του άλλη εικόνα των δεδομένων που να επηρέαζε εύλογα την κρίση του ως προς την έκδοση εντάλματος σύλληψης.  Η έκδοση εντάλματος σύλληψης λοιπόν, ήταν εύλογη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου και όλα όσα έχει αναφέρει η εφεσείουσα για την προηγούμενη της διάθεση να εμφανιστεί δεν είναι θέματα τα οποία μπορούν να ανατρέψουν την εύλογη κρίση του Δικαστηρίου κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία που αφορά το εφετείο σήμερα.   Για τους λόγους αυτούς λοιπόν η έφεση απορρίπτεται.

 

Χατζηχαμπής, Δ.

 

 

Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

Παναγή, Δ.

 

 

/μσιαμπαρτα

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο